Η κυβέρνηση προβάλλει υπερβολικά τη συνάντηση με την Τρόικα στο Παρίσι αρχές Σεπτέμβρη, μιλώντας για το τέλος της εποχής των μνημονίων. Η αντιπολίτευση προσπαθεί να αποδομήσει μια αντικειμενικά καλή είδηση υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για παιχνίδι εντυπώσεων που δεν αλλάζει την ουσία της πολιτικής. ΝΔ και ΠΑΣΟΚ βρίσκονται σε έναν ιδιότυπο ανταγωνισμό για το ποιος θα πιστωθεί τα όποια πολιτικά κέρδη από την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος προσαρμογής και την αντικατάσταση της σημερινής διαδικασίας ελέγχου από κάποια άλλη.
Η αλήθεια είναι ότι έχει αποφασιστεί σε επίπεδο ηγεσιών της ευρωζώνης να αλλάξει ο τρόπος εποπτείας των υπερχρεωμένων χωρών για να αντιμετωπιστούν προβλήματα που έχουν να κάνουν με την ποιότητα της δημοκρατίας και τα οποία τελικά ενισχύουν ακραίες και ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις. Ως προς αυτό ήταν πολύ χαρακτηριστική η ομιλία του Ζ. Κ.Γιούνκερ μετά την εκλογή του στην προεδρία της Κομισιόν.
Αλήθεια είναι επίσης ότι μπορεί η έννοια «μνημόνιο» να καταργηθεί αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τελειώνει η ελληνική περιπέτεια, η αίσια έκβαση της οποίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και τον σεβασμό σε κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας. Για να συμβεί αυτό, προέχει η πολιτική και όχι η επικοινωνία. Πολύ περισσότερο, είναι αναγκαία η ενημέρωση της κοινής γνώμης για τις δυσκολίες και τις δυνατότητες που υπάρχουν μπροστά, όχι η καλλιέργεια ευχάριστων ψευδαισθήσεων.
Μόνο που το πρώτο μπορεί να έχει πολιτικό κόστος, ο φόβος του οποίου καθηλώνει το πολιτικό σύστημα ακόμη τώρα. Αντίθετα, ο πειρασμός του λαϊκισμού είναι συνήθως γλυκός για τους επαγγελματίες της δημόσιας ζωής.