Λαϊκισμός και Φεντεραλισμός: απειλεί ο λαϊκισμός την ομοσπονδιοποίηση της Ε.Ε.;

Όθων Καίσαρης 10 Δεκ 2023

 Ο λαϊκισμός αποτελεί μία ιδεολογική πρόταση, η οποία χαρακτηρίζεται από την προσδοκία κυριαρχίας του λαού και την αντίθεση στις πολιτικές ή οικονομικές ελίτ. Χαρακτηριστικά του είναι η δυσπιστία στο πολιτικό σύστημα, η πολιτική αμφισβήτηση κάθε πρότασης από τα κόμματα του «συνταγματικού τόξου» και η έλλειψη εναλλακτικής πολιτικής ή κυβερνητικής πρότασης. Οι λαϊκιστές  δεν ταυτίζονται με συγκεκριμένη ιδεολογία, αλλά χρησιμοποιούν άλλες ιδεολογίες για να σταθούν στην πολιτική σκηνή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η ακροδεξιά αλλά οικονομικά νεοφιλελεύθερη ForzaItalia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι ή ο κοινωνικά συντηρητικός Εθνικός Συναγερμός της Μαρίν Λε Πεν.

Κυρίαρχη μορφή του λαϊκισμού είναι ο «δεξιός λαϊκισμός», ο οποίος εμπνέεται από την ιδεολογία του συντηρητισμού/ εθνικισμού, ενέχει χαρακτηριστικά ξενοφοβίας και αυταρχισμού, ενώ εκφράζει δυσαρέσκεια για ευάλωτες κοινωνικά ομάδες (μετανάστες, LGTB κοινότητα), επιδιώκοντας να περιορίσει τα δικαιώματά τους. Οι εκπρόσωποι του «αριστερού λαϊκισμού» (ΣΥΡΙΖA, Podemos), με κυρίαρχο διακύβευμα την αντίδραση στα μέτρα λιτότητας που επιβλήθηκαν από την Τρόικα, την Γερμανία και την Ε.Ε., έχουν εξασθενήσει εκλογικά.

Εκπρόσωποι του λαϊκισμού ενδέχεται να υπονομεύουν την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και των μέσων μαζικής ενημέρωσης από την εκτελεστική εξουσία (όπως στην περίπτωση της Ουγγαρίας και της Πολωνίας), ενώ εργαλειοποιούν οικονομικά ή κοινωνικά προβλήματα προκειμένου να ενισχύσουν το ακροατήριό τους.

Ο λαϊκισμός και ο ευρωσκεπτικισμός συνήθως ταυτίζονται, εφόσον ο δεύτερος εκφράζει την ιδέα μιας περιορισμένης έως απόλυτης αντίθεσης στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Σήμερα, τα κυρίαρχα λαϊκίστικα κόμματα υιοθετούν «ήπιες ευρωσκεπτικιστικές» απόψεις. Επιθυμούν την υπονόμευση της από μέσα, εμποδίζοντας τη δυναμική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και περιορίζοντας την εξουσία των Βρυξελλών εις όφελος των εθνικών κυβερνήσεων, ενώ θέλουν να αποδυναμώσουν την επιρροή της Ευρώπης στο εξωτερικό, απορρίπτοντας σε μεγάλο βαθμό την ιδέα συλλογικής δράσης για την αντιμετώπιση διεθνών κρίσεων.

Η οικονομική κρίση του 2008 με τις επακόλουθες κοινωνικές ή οικονομικές συνέπειες (πτώση ΑΕΠ, εκτόξευση χρέους και ανεργίας, μείωση κοινωνικού επιπέδου), η έκρηξη του μεταναστευτικού λόγω της αστάθειας στις χώρες προέλευσης και της αδυναμίας της Ε.Ε. να παρέμβειστις εκεί κρίσεις, οι νέες προκλήσεις στο διεθνές περιβάλλον (περιφερειακοί πόλεμοι, περιβάλλον, ενέργεια, ανάδειξη νέων δυνάμεων) ανέδειξαν τις αδυναμίες της Ε.Ε. να τα διαχειριστεί συντονισμένα και με ενιαία φωνή.

Λόγω της, επί της ουσίας διακυβερνητικής δομής της Ένωσης, η Ένωση ουσιαστικά δε διαθέτει πλήρεις εξουσίες χάραξης ενιαίας πολιτικής με πολλούς τομείς πολιτικής, περιοριζόμενη, σε μεγάλο βαθμό, σε προτάσεις Οδηγιών, ρυθμίσεων και υποδείξεων προς τα κράτη- μέλη, τα οποία διατηρούν το δικαίωμα της επιλογής υιοθέτησής τους ή όχι. 

 Παράλληλα, παρόλη την δηλωμένη επιθυμία των κρατών- μελών για μεγαλύτερη συνεργασία, η μη αυτοδίκαιη μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων από το εθνικό σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει οδηγήσει σε ένα περίπλοκο σύστημα διακυβέρνησης. Ένα σύστημα ισορροπιών μεταξύ των ευρωπαϊκών οργάνων και μεταξύ των ευρωπαϊκών οργάνων και των εθνικών κυβερνήσεων.

Οι συγκεκριμένες αδυναμίες της Ε.Ε. την έχουν αποξενώσει από τους πολίτες, έχουν οδηγήσει σε δυσλειτουργίες και έχουν προκαλέσει την αύξηση φαινομένων λαϊκισμού. Σε περισσότερα από 12 κράτη- μέλη της Ε.Ε., τα λαϊκίστικα κόμματα είναι πρώτα ή δεύτερα,δημοσκοπικά ή εκλοιγκά. Αυτό συμβαίνει τόσο λόγω της αποδαιμονοποίησης και «κανονικοποίησης» του πολιτικού τους λόγου από τα ΜΜΕ όσο και της υιοθέτησης από τα κεντροδεξιά κόμμα του «συνταγματικού τόξου» μίας ακραίας πολιτικής ατζέντας και πιο λαϊκίστικών πολιτικών θέσεων. Δυστυχώς,όμως, φαίνεται ότι οι ψηφοφόροι επιλέγουν τους γνήσιους εκφραστές ανάλογων απόψεων.

Οι Ολλανδοί επέλεξαν τον Βίλντερς  από θυμό για τους υψηλούς φόρους και την ακρίβεια, το κόστος της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και το γεγονός ότι η Ολλανδία αποτελεί χώρα υποδοχής λόγω του υψηλού επιπέδου διαβίωσής της. Το Κόμμα Ελευθερίας κατέκτησε την πρωτιά, σε μεγάλο βαθμό επειδή η ηγέτης του Λαϊκού Κόμματος δεν απέκλεισε προεκλογικά την συνεργασία με τον Βίλντερς, καθιστώντας το αυτόματα κόμμα του «συνταγματικού τόξου».

 Στην Ιταλία, η Μελόνι υιοθετεί σκληρή συντηρητική κοινωνική ατζέντα, ζητώντας για παράδειγμα να μην χορηγούνται  πιστοποιητικά γέννησης των παιδιών με ομόφυλους γονείς.  Σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, παρότι έχει μετριάσει τον αντιευρωπαϊσμό της, αυτονομείται σε κρίσιμες πολιτικές επιλογές, π.χ. τασσόμενη κατά των ρώσικων κυρώσεων, ούτως ώστε να μην πληγούν οι ιταλικές εξαγωγές.

Στην Γαλλία, ο Εθνικός Συναγερμός της ΛεΠεν εστιάζει, στο εσωτερικό μέτωπο, σε κοινωνικά ζητήματα (αυξήσεις στις συντάξεις, οικονομική βοήθεια για άπορους φοιτητές και οικογένειες, κ.α.), με προτεραιότητα στην διατήρηση της δημόσιας ασφάλειας και της κοινωνικής τάξης σε συνέχεια και των πρόσφατων ταραχών λόγω κυβερνητικών μέτρων. Η ΛεΠενεπίσης αναφέρεται σε μία «Ευρώπη των Εθνών», ένα χαλαρό πλαίσιο διακρατικής συνεργασίας, χωρίς δυναμική ενοποίησης και κοινή ευρωπαϊκή άμυνα, αντικαθιστώντας την παραδοσιακή διακήρυξη για αποχώρηση από την Ε.Ε. και το ευρώ.

Προκειμένου η Ε.Ε. να περιορίσει το κύμα λαϊκισμού πρέπει να ενισχύσει τον ομόσπονδο χαρακτήρα της, τόσο θεσμικά όσο και σε επίπεδο διακυβέρνησης. Προτάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση περιλαμβάνουν:

  • Χρηματοοικονομική Ένωση με στόχο τη διάχυση των αποφάσεων της νομισματικής πολιτικής με ενιαίο τρόπο σε όλα τα κράτη- μέλη (κάτι που δεν συνέβη στη διάρκεια της κρίσης χρέους). Έτσι θα επιτευχθεί η ουσιαστική μεταξύ τους οικονομική και κοινωνική σύγκλιση με μεγαλύτερη έμφαση στους τομείς της απασχόλησης και των κοινωνικών επιδόσεων.
  • Θεσμική ανασυγκρότηση της Ένωσης με οριζόντια ανακατανομή των αρμοδιοτήτων (ενίσχυση του νομοθετικού και εκτελεστικού ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής , περιορισμός του ρόλου του Συμβουλίου Υπουργών) και της διαίρεσης της κυριαρχίας μεταξύ της Ε.Ε. και των κρατών- µελών.
  • Κατάτμηση και αποκέντρωση της εξουσίας με μεγαλύτερη συμμετοχή και ενισχυμένη παρέμβαση της περιφέρειας στη διακυβέρνηση, η οποία θα προτρέψει τους πολίτες να έχουν λόγο, εξασφαλίζοντας την μεγαλύτερη συμμετοχή τους στην διαμόρφωση των πολιτικών. 
  • Εξάλειψη κάθε είδους φραγμών σε επίπεδο Ε.Ε., μέσω της ενίσχυσης της εργασιακής και εκπαιδευτικής κινητικότητας και κατάρτισης, της (επαν)ένταξης στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας και το εκπαιδευτικό σύστημα ευάλωτων κοινωνικά ομάδων (NEETS, μετανάστες, κ.α.), και της ευκολότερης , με λιγότερα γραφειοκρατικά εμπόδια, πρόσβασης σε χρηματοδοτικά εργαλεία.
  • Κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, αλλά με επαρκή επιτελική και οργανωτική αυτοτέλεια, και δυνατότητα αυτόνομης άμεσης παρέμβασης σε διεθνείς κρίσεις αλλά και φύλαξης των εξωτερικών της συνόρων.

Η αντιμετώπιση του λαϊκισμού προϋποθέτει μία Ένωση, με κυρίαρχη προσωπικότητα, με διακριτή θεσμική, πολιτική και νομική οντότητα από τα κράτη- μέλη, η οποία θα σχεδιάζει, θα νομοθετεί και θα υλοποιεί πολιτικές, δεσμευτικές για τα κράτη- μέλη, με σεβασμό στις τοπικές, περιφερειακές ή εθνικές ταυτότητες και ιδιαιτερότητες.