Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στην σύγχρονη πραγματικότητα είναι η λειτουργική πολιτική διαχείριση του χρόνου. Οι συνθήκες πολυπλοκότητας και η μεγάλη ταχύτητα της εξέλιξης διαμορφώνουν ένα μίγμα υψηλής ρευστότητας και ανισορροπιών, το οποίο δυσκολεύει την λήψη πολιτικών αποφάσεων στο σωστό χρόνο χωρίς αρνητικές παρενέργειες.
Ιδιαιτέρως σε χώρες, όπως η Ελλάδα, αυτό το πρόβλημα έχει πολύ περισσότερες και μεγαλύτερες διαστάσεις, διότι οι παθογένειες του συστήματος κοινωνικής οργάνωσης και λειτουργίας έχουν αποκτήσει πλέον δομικό χαρακτήρα, ενώ εκτείνονται τόσο στο θεσμικό και πολιτικό πεδίο όσο και στο κοινωνικό.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι εκτεταμένες απάτες στον ΟΠΕΚΕΠΕ (Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων), τον κρατικό οργανισμό, που διαχειρίζεται τις αγροτικές επιδοτήσεις στην Ελλάδα.
Από το 2019 έως το 2022 μεγάλος αριθμός ατόμων παρουσιάσθηκαν ψευδώς ως «νέοι αγρότες» και έλαβαν επιδοτήσεις εκατομμυρίων ευρώ από το εθνικό απόθεμα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ). Σε αυτό το καλά οργανωμένο σύστημα εξαπάτησης υπήρχε άμεση συμμετοχή ή κάλυψη από μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και υπαλλήλους του ΟΠΕΚΕΠΕ. Αυτή η υπόθεση ερευνάται από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Είναι εμφανές, ότι η διαφθορά διαπερνά τόσο το πολιτικό όσο και το κοινωνικό πεδίο.
Για να είναι λειτουργική η πολιτική διαχείριση του χρόνου, πρέπει να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Σίγουρα η πάταξη της διαφθοράς, η οποία στην Ελλάδα είναι δομικό στοιχείο του συστήματος κοινωνικής οργάνωσης και λειτουργίας, είναι μια από τις βασικές προϋποθέσεις.
Παράλληλα η πολιτική διαχείριση του χρόνου πρέπει να συμπορεύεται με την κοινωνική και αυτό είναι εφικτό, όταν στοχεύει στην προώθηση και πραγμάτωση του ανθρώπινου και του κοινωνικού συμφέροντος, ώστε οι πολιτικές αποφάσεις να έχουν την στήριξη της κοινωνίας πολιτών, η οποία θα πρέπει να ενεργοποιηθεί προς αυτή την κατεύθυνση.
Βέβαια είναι ανάγκη να τονισθεί, ότι η πολιτική διαχείριση του χρόνου δεν συμβάλλει στην οικοδόμηση ισορροπημένης κοινωνικής δυναμικής σε σχέση με την διαμόρφωση των συνθηκών του μέλλοντος, όταν οι πολίτες δεν αντιμετωπίζονται ως ατομικά και συλλογικά υποκείμενα αλλά ως χειραγωγούμενη μάζα.
Αυτό προϋποθέτει, ότι η κοινωνία στο πλαίσιο της συμβίωσης των πολιτών παράγει και ακολουθεί ένα αξιακό σύστημα, το οποίο δεν εργαλειοποιεί την ανθρώπινη δραστηριοποίηση στα όρια του συστημικού πραγματισμού (μονοδιάστατη προώθηση της λειτουργικότητας και οικονομικής απόδοσης του συστήματος) και των προτύπων της κοινωνίας του θεάματος (νόημα στην ζωή προσδίδει το θέαμα και η εντύπωση, που προκαλεί).
Οι πολίτες πρέπει να ενεργοποιούνται και να αναλαμβάνουν την ευθύνη, που τους αναλογεί, με την αξιοποίηση της ορθολογικής σκέψης, ώστε να γνωρίζουν τις επιπτώσεις των επιλογών τους. Με αυτό τον τρόπο θα καταστεί εφικτός ο διάλογος στις τοπικές κοινωνίες και η λειτουργία των πολιτών ως ατομικών και συλλογικών (με την ενεργοποίηση τους στις δομές της κοινωνίας πολιτών) υποκειμένων, τα οποία εκφράζουν το κοινωνικό και το ανθρώπινο συμφέρον και προωθούν την πραγμάτωση τους στο πλαίσιο του διαλόγου με το πολιτικό σύστημα.
Βέβαια αυτό σημαίνει, ότι το πολιτικό σύστημα είναι αξιόπιστο και το εμπιστεύονται οι πολίτες, ώστε να είναι εφικτή η συμπόρευση τους στην διαχείριση του χρόνου και την λήψη αποφάσεων τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο σε σχέση με την δυναμική της εξέλιξης, οι οποίες μπορούν να επιβάλλουν αλλαγές ακόμη και στον τρόπο ζωής των ανθρώπων (π.χ. αντιμετώπιση της ρύπανσης με την απαγόρευση της χρήσης πλαστικών και της ισχύουσας οπτικής της τυποποίησης της διάθεσης προϊόντων) με στόχο την προοπτική και την βιωσιμότητα της κοινωνικής πορείας.
Η πολιτική διαχείριση του χρόνου δεν είναι λειτουργική, όταν η ταχύτητα λήψης αποφάσεων δεν οριοθετείται από τις ανάγκες της εξέλιξης σε συνδυασμό με το κοινωνικό συμφέρον, αλλά υπηρετεί συμφέροντα και πολιτικές σκοπιμότητες. Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μη απαγόρευση της χρήσης παρασιτοκτόνων στην γεωργική παραγωγή, ακόμη και αν αυτό έχει πολύ αρνητικές συνέπειες στην ανθρώπινη υγεία.
Επίσης σε συνθήκες πολυπλοκότητας και ταχύτατης εξέλιξης η πολιτική διαχείριση του χρόνου πρέπει να στηρίζεται σε λειτουργικά μακροπρόθεσμο και με ολιστική οπτική σχεδιασμό της πορείας και στην συνεχή ανάλυση της δυναμικής της εξέλιξης, ώστε να είναι προβλέψιμη η διαρκώς μετασχηματιζόμενη πραγματικότητα και να αποφεύγονται αρνητικές παρενέργειες μεταξύ των κοινωνικών συστημάτων (π.χ. οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία από την χρήση παρασιτοκτόνων στον αγροτικό τομέα ή την ρύπανση της ατμόσφαιρας με πλαστικά μικροσωματίδια κ.λ.π.).
Με αυτά τα δεδομένα μπορεί το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα να κάνει λειτουργική διαχείριση του χρόνου; Με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, που έχει τώρα, τόσο στην οργανωτική οπτική των κομμάτων όσο και στον τρόπο προσέγγισης και ανάλυσης της πραγματικότητας και σχεδιασμού της δυναμικής της εξέλιξης αυτό είναι δύσκολο, αν όχι ανέφικτο.
Σε συνδυασμό δε με το υψηλό επίπεδο διαφθοράς, ως δομικού στοιχείου τόσο της πολιτικής όσο και της κοινωνικής δραστηριοποίησης, γίνεται ακόμη πιο δύσκολο, διότι η ακολουθούμενη βραχυπρόθεσμη οπτική στοχεύει σε άμεσα αποτελέσματα, τα οποία βιώνονται στο πλαίσιο των ορίων του βιολογικού χρόνου, με αποτέλεσμα την διαμόρφωση θετικού κλίματος σε σχέση με την εκλογική προοπτική.
Παράλληλα πρέπει να δημιουργηθούν οι αναγκαίοι δομικών διαστάσεων τεχνοκρατικοί μηχανισμοί, οι οποίοι θα μπορούν να διαχειρισθούν με μακροπρόθεσμη οπτική τον σχεδιασμό και την πραγματοποίηση της κοινωνικής πορείας προς το μέλλον. Και αυτό συνεπάγεται βαθιές τομές και αλλαγές στο οικοδόμημα του πολιτικού συστήματος και γενικότερα στην οργάνωση και λειτουργία της κοινωνίας.
Αυτό βέβαια έχει πολιτικό και εκλογικό κόστος, το οποίο όμως οφείλεται στην οπτική, που διαπερνά την επικοινωνιακή διαχείριση της πολιτικής από τα κόμματα, η οποία βασίζεται στην ηθικολογία σε σχέση με την αξιολόγηση των αντιπάλων και στην γενικόλογη και εξιδανικευτική παρουσίαση των επαγγελιών τους με στόχο την ενεργοποίηση φαντασιώσεων για τις μελλοντικές συνθήκες ζωής, οι οποίες σε βάθος χρόνου συνήθως διαψεύδονται.
Ουσιαστικά ακολουθείται η διαφημιστική οπτική και παρέχονται ερεθίσματα για την συναισθηματική προσέγγιση των διοχετευόμενων μηνυμάτων. Για αυτό στρέφονται εύκολα οι πολίτες (καταναλωτές) ακόμη και σε λαϊκιστικά ακροδεξιά κόμματα, τα οποία επενδύουν στον εθνικισμό και στην εξιδανίκευση του μέλλοντος.
Όμως αυτές οι συνθήκες σε συνδυασμό με την ταχύτατη ροή του χρόνου δεν είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμες. Όσο πιο γρήγορα συνειδητοποιηθεί όχι μόνο στο πολιτικό αλλά και στο κοινωνικό πεδίο, τόσο περισσότερο δημιουργούνται ελπίδες, ότι μπορούν να καλυφθούν οι προϋποθέσεις για την λειτουργική πολιτική διαχείριση του χρόνου.