Έξοδος από τον φαύλο κύκλο

Μάνος Τζιρίτας 14 Ιουλ 2015

Όλοι συμφωνούν ότι η εξάλειψη του κινδύνου ενός Grexit είναι προϋπόθεση για να σταθεί η χώρα στα πόδια της και για να ανακάμψει η οικονομία. Όσο το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη αποτελεί σοβαρό, έστω και δευτερεύον, σενάριο, η αβεβαιότητα αυτή θα υπονομεύει την εμπιστοσύνη που είναι απαραίτητος όρος τόσο για την οικονομική όσο και για τη γενικότερη ανασυγκρότηση της χώρας.

Η υπογραφή μιας μεσοπρόθεσμης συμφωνίας με τους ευρωπαίους εταίρους μας θεωρείται ότι είναι αναγκαία συνθήκη για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Δεν είναι ικανή, όμως. Η εμπιστοσύνη είναι ένα κεφάλαιο που αποθησαυρίζεται αργά και σπαταλιέται γρήγορα, ως γνωστόν. Και η Ελλάδα δεν κατάφερε ποτέ να αποκτήσει κεφαλαιακή επάρκεια εμπιστοσύνης: έχουμε καταφέρει να κατοχυρώσουμε την αναξιοπιστία ως Προϊόν Ονομασίας Προέλευσης από παλιότερα (“Greek statistics”), ενώ όλα τα τελευταία πέντε χρόνια ήταν φανερό ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είχαν ούτε δικό τους σχέδιο για τη μεταρρύθμιση της χώρας (κι ας ήταν η ανάγκη εξόφθαλμα επιτακτική και πριν από την κρίση ακόμα), ούτε καν διάθεση να εφαρμόσουν το έτοιμο σχέδιο που τους έφεραν οι «θεσμοί» (το 70% του Βαρουφάκη). Ο Olivier Blanchard, Διευθυντής του Τμήματος Έρευνας του ΔΝΤ, επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι «μόνο 5 από τις 12 προγραμματισμένες αξιολογήσεις [του προγράμματος] ολοκληρώθηκαν … εξαιτίας της αποτυχίας στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων».[1]

Πέντε χρόνια βαθύτατης κρίσης δεν κατάφεραν να αλλάξουν επί της ουσίας το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα. Οι δυνάμεις του παλιού δικομματισμού απέτυχαν να αναλάβουν την ευθύνη της αναμόρφωσης της δικής τους και της χώρας. Η νέα κυρίαρχη δύναμη είναι σαρξ εκ της σαρκός του ίδιου συστήματος, όσον αφορά τη νοοτροπία και τη στάση του απέναντι στα θεμελιώδη ζητήματα των δομών και της λειτουργίας του κράτους, της διοίκησης και της οικονομίας.

Είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα η ερμηνεία που δίνει ο Φράνσις Φουκουγιάμα, στο βιβλίο του «Οικοδόμηση Κρατών», για την αποτυχία των προγραμμάτων που εφαρμόστηκαν στις αφρικανικές χώρες κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του ’80 και του ’90 – είναι πολύ ενδιαφέρουσα γιατί, τηρουμένων φυσικά των αναλογιών, οι ομοιότητες με την κατάσταση που ζούμε τα τελευταία πέντε χρόνια είναι εκπληκτική:

«Η διεθνής κοινότητα των δανειστών ζητούσε περιορισμό του εύρους του κράτους μέσω της εφαρμογής προγραμμάτων ορθόδοξης προσαρμογής και φιλελευθεροποίησης, αλλά με δεδομένη την ουσιαστική πολιτική τους κυριαρχία, τα νεοπατρογονικά καθεστώτα χρησιμοποιούσαν τους διεθνείς όρους που τους ετίθεντο ως δικαιολογία για να περιορίσουν τον σύγχρονο κρατικό τομέα, την ίδια στιγμή που προστάτευαν, ακόμη κι επέκτειναν, το εύρος του νεοπατρογονικού τους κράτους».[2] [Η έμφαση δική μου.]

Αν δεχτούμε τα όσα έχει πει και γράψει δημοσίως ο Γιάνης Βαρουφάκης όσον αφορά τις προτάσεις που έκανε στους «θεσμούς» από την αρχή των διαπραγματεύσεων (μια ενδιάμεση συμφωνία που από την πλευρά μας θα περιλάμβανε κυρίως δεσμεύσεις για «βαθιές μεταρρυθμίσεις»), θα πρέπει να του αναγνωρίσουμε ότι πρόκειται για μια φιλόδοξη και ουσιαστική μεταρρυθμιστική ατζέντα. Ωστόσο, όπως παραδέχεται ο ίδιος απευθυνόμενος στους συναδέλφους του Υπουργούς Οικονομικών, «οι προτάσεις μας δεν έχουν εμπνεύσει σε εσάς την εμπιστοσύνη που χρειάζεστε».[3] Αν, όμως, οι τρεις προηγούμενες κυβερνήσεις –οι «μνημονιακές», οι «δικές τους»– αποδείχτηκαν αναξιόπιστες ως προς την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, πώς μπορεί να φανταστεί κανείς ότι οι «θεσμοί» θα εμπιστευτούν μία κυβέρνηση που πόνταρε επί πέντε χρόνια στην κάθετη αντίθεση με το πρόγραμμα αυτό, και που επί πέντε μήνες δεν έχει δώσει ούτε ένα δείγμα μεταρρυθμιστικής διάθεσης, αλλά πάρα πολλά δείγματα ότι εννοεί να συνεχίσει να ασκεί διακυβέρνηση «the Greek way»;

Έτσι, έχουμε μπει σε έναν επικίνδυνο φαύλο κύκλο αμοιβαίας δυσπιστίας που διαρκώς υπονομεύει κάθε προσπάθεια για εξεύρεση βιώσιμης λύσης. Σε ένα τέτοιο κλίμα, ακόμα και αν υπάρχει ειλικρινής επιθυμία για συνεννόηση, θα οδηγούμαστε από το ένα αδιέξοδο στο άλλο, μέχρι να επισυμβεί τελικά το μοιραίο.

Γι’ αυτούς τους λόγους, η συμφωνία μόνη της δεν αρκεί για να εξαλείψει από τον ορίζοντα την απειλή της εξόδου, και όσο υπάρχει ο φόβος ότι ο κίνδυνος μπορεί να ενσκήψει εκ νέου κάποια στιγμή στο μέλλον, οι έλληνες θα φοβούνται να εμπιστευτούν τις ελληνικές τράπεζες, οι ξένοι επενδυτές θα αποτρέπονται από την αβεβαιότητα, και οι εταίροι μας στην Ευρώπη θα ζητούν όλο και πιο αυστηρά εισπρακτικά μέτρα, όλο και στενότερη παρακολούθηση

Πώς μπορούμε να σπάσουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο;

Πρώτον, χρειάζεται επειγόντως μια αλλαγή του αφηγήματος που έχει υιοθετήσει η ελληνική κοινωνία για την κρίση. Η αντίληψη ότι οι ξένοι δανειστές είναι αποκλειστικοί υπεύθυνοι για την κρίση και τη λιτότητα (χωρίς να παραγνωρίζει κανείς τα λάθη τους) προσκρούει στην πραγματικότητα. Τα προγράμματα που εφαρμόστηκαν σε τέσσερις άλλες χώρες της ευρωζώνης ολοκληρώθηκαν μέσα σε 2-3 χρόνια (η Κύπρος αναμένεται να ανακτήσει πλήρη πρόσβαση στις αγορές μέσα στο ’15). Εμείς είμαστε στον πέμπτο χρόνο, και συζητάμε τώρα για ακόμη 3! Η ερμηνεία αυτού του γεγονότος με το βαθιά συντηρητικό ιδεολόγημα ότι όλα έγιναν για να μετατρέψουν ειδικά την Ελλάδα σε «αποικία χρέους» δεν μπορεί να σταθεί σε στοιχειωδώς σοβαρή κριτική. Ασφαλώς τα δημοσιονομικά δεδομένα της Ελλάδας ήταν πολύ χειρότερα, αλλά, όπως και να το κάνουμε, είναι πασιφανές ότι η κοινωνία, το πολιτικό σύστημα και το οικονομικό μοντέλο της Ελλάδας δεν είχαν τα υγιή αντανακλαστικά που απαιτούνταν για να αντιδράσουν στην κρίση. Μια κοινωνία που δεν συνειδητοποιεί τη συλλογική της δύναμη (που θα πει, την ευθύνη της για τη μοίρα της – την ως τώρα και τη μελλοντική) δεν μπορεί να έχει προοπτική· θα συνεχίσει να θρηνεί για την κατάσταση στην οποία την οδήγησαν «κάποιοι» και θα αφεθεί μοιραία να συρθεί πάλι από «κάποιους» άλλους.

Δεύτερο, η πολιτική ηγεσία της χώρας πρέπει να αναλάβει και να φέρει σε πέρας μια τριπλή εθνική αποστολή, από την επιτυχία της οποίας θα κριθεί το μέλλον μας για τις επόμενες δεκαετίες:

  • πρέπει να πείσει –στο εσωτερικό και στο εξωτερικό– ότι έχει εμπεδώσει την ανάγκη για βαθιά μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, του παραγωγικού μοντέλου και του ίδιου του εαυτού της, μια μεταρρύθμιση η οποία έχει καθυστερήσει δεκαετίες·
  • πρέπει να πείσει ότι είναι σε θέση να εντοπίσει και να αξιοποιήσει τις δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας που μπορούν να συμμαχήσουν μαζί της στην τιτάνια προσπάθεια ριζικής ανασυγκρότησης της χώρας·
  • και πρέπει να φροντίσει να κερδίσει την εμπιστοσύνη και τη στήριξη της ελληνικής κοινωνίας σ’ αυτήν τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια.

Είναι πασιφανές ότι η κυβέρνηση με τη σημερινή της μορφή δεν είναι σε θέση να αναλάβει αυτήν την αποστολή. Το ανερμάτιστο συμπίλημα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ και το λαϊκιστικό DNA του δεν επιτρέπουν αισιοδοξία. Ο πρωθυπουργός, ωστόσο, έχει δείξει να συνειδητοποιεί, έστω και αργά, ότι η ουσιαστική αναστήλωση της χώρας θα γίνει με πανεθνική συστράτευση ή δεν θα γίνει ποτέ.

Ας βιαστεί όμως. Η Ευρώπη δεν φαίνεται διατεθειμένη να συνεχίσει να ασχολείται με το πρόβλημα «Ελλάδα» επ’ αόριστο, και η ελληνική οικονομία έχει εξαντλήσει και τις τελευταίες αντοχές της.


 

[1] http://www.huffingtonpost.com/olivier-blanchard/greece-past-critiques-and_b_7769408.html?utm_hp_ref=world

[2] Francis Fukuyama, Οικοδόμηση κρατών, Λιβάνης, 2005, σ. 49-50. [Ο όρος «νεοπατρογονικά καθεστώτα» χρησιμοποιείται για κράτη της υποσαχάριας Αφρικής «με πολιτική εξουσία που χρησιμοποιείται για να υπηρετήσει ένα πελατειακό δίκτυο υποστηρικτών των ηγετών των χωρών τους… Ενώ σε άλλες περιπτώσεις, η συμπεριφορά αυτή ισοδυναμεί απλώς με την πολιτική της αναζήτησης προσόδων, τη χρησιμοποίηση δηλαδή του δημόσιου τομέα προκειμένου ν’ αναδιανεμηθούν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας προς όφελος των συμφερόντων μιας συγκεκριμένης ομάδας».]

[3] Η παρέμβαση Βαρουφάκη στο Eurogroup (18/06/15), όπου περιγράφει το πακέτο μεταρρυθμίσεων, όπως δημοσιεύτηκε στο μπλογκ του: http://yanisvaroufakis.eu/2015/06/18/greeces-proposals-to-end-the-crisis-my-intervention-at-todays-eurogroup