Για να πετύχουμε πρέπει να πορευτούμε όλοι μαζί

Χαριτίνη Καρακωστάκη 10 Δεκ 2013

Υπήρχε μεγάλη προσδοκία από τη σημερινή βραδιά και από αυτή την πρώτη δημόσια εκδήλωση της Πρωτοβουλίας. Η μεγάλη προσέλευση μας επιτρέπει να πούμε ήδη ότι η προσδοκία αυτή έχει επιβεβαιώθεί? και με το παραπάνω. Είμαστε εδώ σήμερα, σε αυτό το θέατρο, σε αυτή την πολιτική συνάντηση, μερικές εκατοντάδες άτομα. Πολλά μας χωρίζουν αναμφίβολα. Αλλά εκείνο που μας ενώνει και μας έχει φέρει εδώ είναι η προσδοκία για κάτι καινούριο, και την ίδια στιγμή, η συνειδητοποίση ότι για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να πορευτούμε όλοι μαζί.

Σε όλες τις ιστορικές συγκυρίες, κάποιες φορές λειτουργούμε ως άτομα, ανεξάρτητα άτομα, με διαφορετικά συμφέροντα, διαφορετικές επιθυμίες και φιλοδοξίες. Και κάποιες άλλες φορές λειτουργούμε ως έθνος, νιώθουμε την ανάγκη και έχουμε την υποχρέωση να λειτουργήσουμε ως έθνος. Τώρα είναι μία από αυτές τις φορές. Φυσικά δεν πρέπει να ξεχάσουμε τα ιδιωτικά μας συμφέροντα, πρέπει όμως να τα παραμερίσουμε και να λειτουργήσουμε από κοινού με γνώμονα τη συλλογική ταυτότητα και την εθνική ευθύνη.

Εδώ και τέσσερα χρόνια η χώρα δοκιμάζεται. Διανύει τη μεγαλύτερη κρίση της σύγχρονης δημοκρατίας της. Περνάει κατά κάποιον τρόπο μια δύσκολη και επίπονη ενηλικίωση και αναγκάζεται να σοβαρευτεί απότομα και να βρει μόνη της τον τρόπο να ορθοποδήσει. Η πρωτοβουλία των 58 είναι το προϊόν αυτής ακριβώς της συνειδητοποίησης ότι πρέπει να πορευτούμε ως έθνος και η υπενθύμιση της ανάγκης να υπερβούμε τις ατομικές μας ταυτότητες? είναι ένα κάλεσμα για συναίνεση όλων των πολιτικών υποκειμένων που κινούνται στο χώρο του προοδευτικού κέντρου και της ανανεωτικής αριστεράς.

Δυστυχώς η δυσμενής θέση στην οποία βρισκόμαστε δεν αφήνει ακόμα να διαφανεί η δυνατότητα της ανάκαμψης. Σε αυτή τη λογική ακούγεται από παντού το αίτημα για αλλαγή και ανατροπή. Να φύγουμε από το παλιό μοντέλο. Να αλλάξουμε. Και φυσικά πρέπει να αλλάξουμε, ήδη αλλάζουμε. Αλλά υπάρχουν στοιχεία της πολιτικής και κοινωνικής ζωής των τελευταίων τριάντα χρόνων που δεν πρέπει να τα αφήσουμε πίσω. Αν κάτι αξίζει να κουβαλήσουμε στις αποσκευές μας στο νέο ξεκίνημα, αυτό είναι η κοινωνική κινητικότητα, η ανοδική κοινωνική κινητικότητα που γνώρισε η Ελλάδα μέσα σε μόλις δύο γενιές. Σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης η κοινωνική άνοδος δεν ήταν τόσο ραγδαία, τόσο ισομερής και τόσο καθοριστική. Το όνειρο της ανόδου, της προόδου, το όνειρο για προσωπική ανέλιξη και συνεχώς αυαξανόμενη ευημερία δεν πρέπει να φύγει από τη σημερινή πολιτική ατζέντα. Για την ακρίβεια, δεν πρέπει να φύγει ποτέ.

Όχημα της κοινωνικής ανόδου ήταν σε μεγάλο βαθμό και η εκπαίδευση. Μέσα σε μία γενιά ο αριθμός των πτυχιούχων πολλαπλασιάστηκε. Ο πλούτος που παρήγαγε και διαχειρίστηκε η χώρα την τελευταία τριακονταετία δε διοχετεύτηκε μόνο σε διαμερίσματα, δρόμους και καταναλωτικά αγαθά. Ένα μεγάλο μέρος αυτού του πλούτου διοχετεύτηκε στην εκπαίδευση της επόμενης γενιάς. Η μεσαία τάξη αξιοδότησε πολύ ψηλά τη μόρφωση των παιδιών της και έκανε την είσοδο στο πανεπιστήμιο προτεραιότητα του οικογενειακού προϋπολογισμού. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα οι Έλληνες της νέας γενιάς να είναι πιο μορφωμένοι, πιο καταρτισμένοι, με περισσότερα εφόδια και επικαιροποιημένη γνώση.

Οι παθογένειες όμως της Μεταπολίτευσης που επιστεγάστηκαν και εμπεδώθηκαν με την κρίση μας έφεραν αντιμέτωπους με μια μεγάλη αδικία. Η πιο μορφωμένη γενιά της Ελλάδας, η πιο καταρτισμένη, η πιο τεχνολογικά επιδέξια και η πιο πολυταξιδεμένη, βρίσκεται ξαφνικά σε πρωτοφανή ποσοστά ανεργίας και ανήμπορη να αξιοποιήσει τις γνώσεις της. Ήδη πριν την κρίση υπήρχε αναντιστοιχία εκπαίδευσης και απασχόλησης. Μεγάλος αριθμός αποφοίτων εργαζόταν σε τομείς διαφορετικούς από εκείνους της ειδίκευσής του. Η αχλύ της ευμάριας δεν μας άφησε τότε να πάρουμε αυτή την ανωμαλία στα σοβαρά. Η κρίση όμως στέρησε και αυτή ακόμα την προοπτική: να βρει κανείς δουλειά σε τομέα άσχετο με την ειδίκευσή του.

Γι’αυτό η απασχόληση, η δημιουργία θέσεων εργασίας και ο προσεκτικός επαγγελματικός σχεδιασμός πρέπει να γίνει προτεραιότητα του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων που κινούνται στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Και τότε, να είστε σίγουροι ότι οι νέοι που αναζητάτε και ψάχνετε και που σήμερα είναι επιφυλακτικοί, καχύποπτοι και αποστασιοποιημένοι θα έρθουν, θα ξέρουν και θα μπορούν να κάνουν καλά τη δουλειά τους και να στελεχώσουν επάξια τον κρατικό μηχανισμό και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Γιατί η επένδυση στην εκπαίδευση που έγινε στην προηγούμενη γενιά μπορεί να εξαργυρωθεί τώρα. Είναι η βεβαιότητα για την ποιότητα της επένδυσης που επιτρέπει αυτή τη στιγμή στη μεγαλύτερη γενιά, σε όλους εσάς να περιμένετε από τους νέους να αναλάβουν τα ηνία της χώρας. Είναι η ίδια βεβαιότητα που μας έχει κάνει την τιμή σήμερα να μας έχετε στο πάνελ, όχι ως εξαιρέσεις της γενιάς μας, αλλά ως αρκετά τυπικά παραδείγματα της μορφωμένης ελληνικής μεσαίας τάξης.

Είναι σημαντική και παρήγορη αυτή η ελπίδα, ότι υπάρχουν νέοι επιστήμονες και επιδέξιοι επαγγελματίες πάνω στους οποίους μπορούμε να στηριχτούμε. Φέρει όμως μαζί και κάποια εύλογη απορία: θα μπορούμε άραγε σε δέκα, είκοσι, τριάντα χρόνια να περιμένουμε κι εμείς, οι σημερινοί τριαντάρηδες, το ίδιο από την τότε νεολαία; Θα μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι οι πολίτες του μέλλοντος θα μπορούν να τα καταφέρουν μόνοι τους και να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους; Και όχι επειδή μία μελλοντική κρίση θα μας έχει αναγκάσει να τους δώσουμε τη σκυτάλη, αλλά επειδή έτσι γίνεται στις κοινωνίες και η μία γενιά διαδέχεται την άλλη.

Αν επιχειρήσουμε όμως να φανταστούμε το μέλλον, θα δούμε ότι η αυριανή νεολαία είναι αυτή που σήμερα δεν πηγαίνει στο σχολείο γιατί συχνά δεν πηγαίνουν ούτε οι καθηγητές, δεν πηγαίνει στο πανεπιστήμιο γιατί το πανεπιστήμιο είναι κλειστό, δε σέβεται και δεν εμπνέεται από τους καθηγητές γιατί προσλαμβάνει την περιρρέουσα απαξίωση για το εκπαιδευτικό σύστημα, την αμφισβήτηση και την καχυποψία από το οικογενειακό περιβάλλον και την αδιαφορία των ίδιων των καθηγητών που τυχαίνει ολοένα και συχνότερα να μην αξιοδοτούν το ρόλο τους ιδιαιτέρως ψηλά.

Η κρίση που βιώνουμε σήμερα δεν είναι μόνο αυτή της βίαιης οικονομικής προσαρμογής. Δεν είναι μόνο αυτή που έχει μειώσει τα εισοδήματα, που μας έχει κάνει να καταναλώνουμε αλλιώς, που μας έχει κάνει περισσότερο οξύθυμους, αβέβαιους και απελπισμένους. Η πραγματική κρίση είναι αυτή που θα πληρώσει η επόμενη γενιά, η γενιά εκείνη που είναι ακόμα πολύ μικρή για να εκπροσωπηθεί και που γαλουχείται μέσα από το δικό μας διάλογο και τις δικές μας ανησυχίες.

Αν πρέπει λοιπόν να τονίσω ένα πράγμα με τη σημερινή μου παρέμβαση εδώ και με τη φωνή που νιώθω το καθήκον να φέρνω στο τραπέζι μέσα σε αυτή την πρωτοβουλία των 58 και στον πολιτικό φορέα που εύχομαι να προκύψει χάρη σε αυτήν, είναι η μεγάλη, η τεράστια, σημασία που έχει και πρέπει να έχει η παιδεία μέσα στην κρίση.

Μόνο η παιδεία, τα ανοιχτά σχολεία και τα ανοιχτά πανεπιστήμια μπορούν να οδηγήσουν στην ουσιαστική ανάκαμψη. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να μειώσουμε τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής, του λαϊκισμού και τις φωνές των νεοφασιστικών μορφωμάτων. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να έχουμε μεγαλύτερες απαιτήσεις από τους επαγγελματίες του κράτους. Από τους δασκάλους στους οποίους θα ανυπομονούμε να παραδώσουμε τα παιδά μας. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να έχουμε γιατρούς που θα φροντίζουν τους αρρώστους μας, αστυνομικούς που θα μας προστατεύουν, δικαστές που θα μας δικαιώνουν. Κάθε φορά που λέμε να φτιάξουμε τη χώρα του αύριο, λέμε μία ανοησία. Δεν μπορούμε να φτιάξουμε τη χώρα του αύριο. Αυτό που μπορούμε και πρέπει να κάνουμε είναι να φτιάξουμε τους πολίτες του αύριο.

Δε θέλω να μονοπωλήσω άλλο το συζήτηση. Για να κλείσω εδώ και να δώσω το λόγο στον επόμενο ομιλητή, θέλω να επαναλάβω ότι είναι η ώρα να λειτουργήσουμε ως έθνος και να διατηρήσουμε την πίστη ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε όλοι μαζί. Και πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε.