Με 35 βαθμούς έξω και τον ανεμιστήρα οροφής να αγκομαχάει κάθισα να γράψω το σχόλιό μου.
Θα μου πείτε κλιματισμό δεν έχεις; Η απάντηση είναι ναι. Και στα τρία δωμάτια. Αλλά από μια ιδιοτροπία δεν μου αρέσει να τον βάζω , όχι επειδή σκέφτομαι την κατανάλωση του ρεύματος, ούτε από κάποια οικολογική ιδιοτροπία. Απλά προσπάθησα να θυμηθώ πως ήταν η ζωή μας στο ίδιο σπίτι πριν 6 δεκαετίες , χωρίς τις ανέσεις της ανακαίνισης που του έκανα.
Βρίσκομαι στο νησί για λίγες ημέρες.
Τότε κοιμόμασταν κάτω από μια καλαμωτή πάνω σε ράντζα εκστρατείας. Μπροστά από το αγροτόσπιτο το χωράφι είχε σπαρτά. Σήμερα είναι φυτεμένο με σταφύλια, ελιές μερικές ροδιές και λίγα αρωματικά. Κάποια φυτά τα βγάζουν πέρα με τη ζέστη, κάποια όχι. Η απώλειες αυτού του είδους είναι μέσα στη ζωή. Η ανομβρία τα έχει επηρεάσει όλα. Εδώ και αιώνες η ζωή σε άνυδρα νησιά ήταν αγώνας προσαρμογής.
Το σπίτι αυτό που μένω μετράει 104 χρόνια ζωής.
Ζωντας σε αυτό τα πολλά καλοκαίρια κατάλαβα τη σημασία μικρών λεπτομερειών όπως το μικρό βορεινό – βορειοδυτικό παράθυρο σε κάθε δωμάτιο, τη σημασία των χοντρών πέτρινων τοίχων, την σοφία της οροφής με μόνωση από φύκια, το πέτσωμα από τα καλάμια και την αξιοποίηση των άδειων χάρτινων σακιών από το τσιμέντο που έμπαινε από πάνω.
Και φυσικά την μετατόπιση της ζωής ανάλογα με τον ήλιο. Το πρωί καθόμασταν στην δυτική πλευρά του σπιτιού και τα απόγευμα στην ανατολική.
Στο βάθος η θέα της θάλασσας με αποζημιώνει. Η θέα αυτή ιδία και απαράλαχτη από τότε. Το μικρό μονοπάτι που οδηγούσε πέρα κάτω στο πηγάδι με τα χρόνια έχει γίνει χωματόδρομος, αφού το αυτοκίνητο είναι πια στη ζωή μας. Πόσες φορές δεν το περπάτησα με τα πόδια κουβαλώντας το νερό με τη στάμνα που με μαεστρία ήξερα να βγάζω με κουβά από το πηγάδι που το σκέπαζαν μερικά ξύλα. Σήμερα το νερό του χρησιμοποιείται για να ποτίζονται τα φυτά. Αλλά κι αυτό με μέτρο. Τίποτα δεν είναι δεδομένο και ανεξάντλητο.
Πλέον το νερό το παίρνουμε από το δίκτυο του Δήμου και ο ηλιακός μας θυμίζει ότι είμαστε ακόμα εξαρτώμενοι από τη φύση και τις διαθέσεις της.
Έχω ακόμα μια λάμπα πετρελαίου και την ανάβω πότε πότε σαν σπονδή σε μια άλλη ζωή που χάθηκε. Όταν πριν πολλά χρόνια πρωτοήρθε το ρεύμα ομολογώ με παραξένεψε. Δεν μελαγχολώ όμως. Δεν είμαι από εκείνους που αρέσκονται σε λυρικές αναδρομές της ζωής που έφυγε.
Στο κάτω κάτω παιδί της Αθήνας ήμουνα, χάρις όμως μια εύνοια της τύχης οι γονεις μου μας άφηναν να έρθουμε εδώ μαζί με την Λουκία, την γυναίκα που είχαμε στο σπίτι. Μπόρεσα έτσι και γνώρισα μια άλλη πραγματικότητα που τη δεκαετία του ‘60 έμοιαζε να έρχεται από τα βάθη του χρόνου.
Κι αν κάτι μου άφησαν τα καλοκαίρια αυτά, είναι ένα κράμα ελευθερίας και ευθύνης. Πολύτιμο μάθημα σε όλη μου τη ζωή.
Λόγου χάριν κυκλοφορούσαμε ξυπόλητοι και με ένα σορτσάκι μέχρι που πηγαίναμε πάλι στην Αθήνα, αλλά ταυτόχρονα κάναμε δουλειές που σχετιζόντουσαν με την καθημερινή επιβίωση, όχι μόνο τη δική μας αλλά και των λιγοστών κατοίκων του διάσπαρτου οικισμού. Και φυσικά έπρεπε να προσέχουμε αν θέλαμε να κυκλοφορούμε ελεύθερα. Σκορπιοί φίδια και άλλα «εξωτικά» όντα καραδοκούσαν, αν κι αυτά πιο πολύ φοβόντουσαν εμάς. Μακριά κι αγαπημένοι λοιπόν.
Γιατί να ανοίξω τον κλιματισμό εν τέλει; Ψιλοζεσταίνομαι αλλά όπως και τότε όλα είναι θέμα συνήθειας και προσαρμογής.
ΥΓ. Πάντως το μποτιλιάρισμα προκειμένου να μπεις στην Χώρα του νησιού χωρίς κλιματισμό στο αυτοκίνητο δεν αντέχεται. Είπαμε, δεν είμαι ρομαντικός. Προσπαθώ να είμαι ρεαλιστής.
Σχόλιο στην εκπομπή Καθρέφτης του Χρήστου Μιχαηλίδη στο Α΄ Πρόγραμμα της ΕΡΤ