51 ΧΡΟΝΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

24 Ιουλ 2025

Ο Ιούλιος του 1974 σημαδεύτηκε από γεγονότα που άλλαξαν οριστικά την πορεία της σύγχρονης Ελλάδας. Η πτώση της επταετούς δικτατορίας, που είχε επιβληθεί το 1967, ήρθε σε μια περίοδο έντονης κρίσης, με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο να λειτουργεί ως καταλύτης για την κατάρρευση του καθεστώτος.ο.

 Ήταν ξημερώματα της 24ης Ιουλίου του 1974, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής γινόταν δεκτός από πλήθος Ελλήνων στο αεροδρόμιο για να ορκιστεί πρωθυπουργός του ελληνικού κράτους, επικεφαλής της “Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας” .

Μία ημέρα νωρίτερα, μεσημέρι της 23ης Ιουλίου, η δικτατορία Ιωαννίδη, υπό το βάρος της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, είχε παραδώσει την εξουσία στους πολιτικούς. Ο διορισμένος από την απελθούσα δικτατορία Πρόεδρος της Δημοκρατίας, στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης συγκαλεί σύσκεψη με τη συμμετοχή στραγιωτικών και πολιτικών προσώπων που είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο προδικτατορικά..

Ομόφωνα οι πολιτικοί  αποφάσισαν ότι ο ιδανικότερος να αναλάβει την πρωθυπουργία μιας δημοκρατικής κυβέρνησης εθνικής ενότητας ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.

«Η πρώτη εξάλλου πληροφορία περί επανόδου εις την Ελλάδα του κ. Καραμανλή μετεδόθη με το ακόλουθον τηλεγράφημα του Ασσόσιεϊτεντ Πρες από το Παρίσι:

“Ο στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης, Πρόεδρος της Ελλάδος, προσεκάλεσε τον πρώην πρωθυπουργόν κ. Κωνσταντίνον Καραμανλήν όπως τερματίση την εξορίαν του εις Παριστίους και επανέλθη εις την Ελλάδα, προσεκάλεσε τον πρώην πρωθυπουργόν κ. Κωνσταντίνον Καραμανλήν όπως τερματίση την εξορίαν του εις Παρισίους και επανέλθη εις την Ελλάδα ως πρωθυπουργός, ανεκοίνωσε την Τρίτην το γραφείον του κ. Καραμανλή.

»Στο γραφείο του στρατηγού Γκιζίκη ο κ. Καραμανλής έφτασε στις 03:05 ακριβώς. Εκεί συνεχιζόταν από τις 9 του βράδυ η δεύτερη εντός της ημέρας σύσκεψη της στρατιωτικής ηγεσίας, με πολιτικούς παράγοντες της χώρας υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. (…)

»Επακολούθησε αμέσως ενημέρωση του κ. Καραμανλή επί της πολιτικής καταστάσεως και του Κυπριακού και ανταλλαγή απόψεων, που κράτησε μέχρι τις 4.05.

»Στις 4.10 ακριβώς η σύσκεψη τερματίσθηκε και οι κ.κ. Γκιζίκης και Καραμανλής κατευθύνθηκαν σε παρακείμενη (…) αίθουσα, όπου ανέμενε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Σεραφείμ.

«Η ορκωμοσία του κ. Κων. Καραμανλή έγινε από τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Σεραφείμ, παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας στρατηγού κ. Φ. Γκιζίκη, ενώ το μέγαρο των Παλαιών Ανακτόρων ήταν ακόμα κυκλωμένο από πανηγυρίζοντες πολίτες που διανυκτέρευσαν.

Λίγη ώρα μετά την ορκωμοσία του, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εκφώνησε το πρώτο τηλεοπτικό του διάγγελμα ως νέος πρωθυπουργός της χώρας. Μεταξύ άλλων ανέφερε:

«Ελληνίδες, Έλληνες,

Αναλαμβάνω την ευθύνην της διακυβερνήσεως της χώρας υπό συνθήκας κρισίμους και δι’ αυτήν και δι’ ολόκληρον τον Ελληνισμό, Με στηρίζει όμως η πεποίθησις ότι και αι μεγαλύτεραι δυσχέρειαι ημπορούν να αντιμετωπισθούν με την επιστράτευσιν όλων των δυνάμεων και των αρετών του Έθνους.

Προς τούτο απευθύνομαι προς όλους σας και ιδιαίτερα προς την νεολαίαν και τας Ενόπλους Δυνάμεις της χώρας, με πρωτοβουλίαν των οποίων ήνοιξεν ο δρόμος προς την ομαλότητα.

Και σας ζητώ να εξαρθήτε εις το ύψος των περιστάσεων. Η ομόνοια η σύμπνοια, η συναδέλφωσις λαού και στρατού, αποτελούν εθνικήν επιταγήν. Είναι επίσης αυτή την ώραν εθνική επιταγή η σωφροσύνη, η ψυχραιμία, η συνειδητοποίησις των ευθυνών”».

Η Ελλάδα βρέθηκε σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: α) αντιμετώπιζε αλλεπάλληλες κρίσεις, εξωτερικές (στην Κύπρο και το Αιγαίο) αλλά και εσωτερικές, την πρόκληση των νοσταλγών της δικτατορίας· β) καλούνταν να επαναπροσδιορίσει τη θέση της στον κόσμο σε δύσκολες συνθήκες· γ) είχε δεχτεί ισχυρό πλήγμα από τη διεθνή πετρελαϊκή κρίση, δ) προβαλλόταν στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου, ως προβληματική χώρα. Τόσα μέτωπα ανοιχτά, τόσα πράγματα που θα μπορούσαν να εξελιχθούν άσχημα.

 Σχημάτισε αμέσως κυβέρνηση εθνικής ενότητας προκειμένου να ασχοληθεί αμέσως με την κρίση της Κύπρου και για να αποκαταστήσει τους δημοκρατικούς θεσμούς στην Ελλάδα. Οι ιδιαίτερες συνθήκες με τις οποίες επήλθε η μεταπολίτευση, η ταχύτητα μεταβίβασης της εξουσίας από τους στρατιωτικούς και η συμφωνία τελικά του αστικού πολιτικού κόσμου προς το πρόσωπο του Καραμανλή, χωρίς να έχει επέλθει κοινωνική αποσταθεροποίηση και μαζική κινητοποίηση, του επέτρεπαν να εφαρμόσει τη μετριοπαθή στρατηγική του, χωρίς την άμεση πίεση ριζοσπαστικών εναλλακτικών, τις οποίες θα επιδίωκε να προλάβει πριν από πιθανή εκδήλωσή τους και όχι να τις εξουδετερώσει μετά από αυτήν.

Το 1974, ο Καραμανλής ίδρυσε το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας με το οποίο κέρδισε το 1974 και το 1977 τις εθνικές εκλογές και υπηρέτησε ως πρωθυπουργός μέχρι το 1980, διάστημα κατά το οποίο, συνεργαζόμενος αποτελεσματικά με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σεραφείμ συνετέλεσε στην αποκατάσταση της κανονικότητας στο εσωτερικό της Εκκλησίας που είχε πληγεί έντονα κατά τη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας[93]. Στον οικονομικό τομέα η ανάπτυξη συνεχίστηκε, αν και όχι με τον ρυθμό των προηγούμενων δεκαετιών, ενώ έγιναν και οι πρώτες μεγάλες κρατικοποιήσεις. Στον τομέα των εξωτερικών, ο Καραμανλής προχώρησε σε άνοιγμα προς τις χώρες του Ανατολικού μπλόκ και υπέγραψε σημαντικές συμφωνίες επισκεπτόμενος μια σειρά κρατών. Η πολιτική αυτή μπορεί να ενταχθεί στην κρίση που σημειώθηκε στις ελληνο-αμερικανικές σχέσεις, αποτέλεσμα της οποίας ήταν και η προσωρινή αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ (1974-1980). Το 1980 παραιτήθηκε μετά από την υπογραφή της συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ.

Τον Αύγουστο του 1974 -λίγες ημέρες μετά την κατάρρευση της δικτατορίας-, ο Ανδρέας Παπανδρέου επέστρεψε στην Ελλάδα. Παρά την άρνηση του τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης και πρώην ηγετικού στελέχους του ΙΔΕΑ στρατηγού Σόλωνα Γκίζα για τη λήψη μέτρων ασφαλείας κατά την άφιξη του Ανδρέα Παπανδρέου στο παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού, χιλιάδες Αθηναίοι και στελέχη του Αντιδικτατορικού αγώνα τον υποδέχτηκαν συνοδεύοντας τον μέχρι την κατοικία του στο Καστρί. [7]

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1974, ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος. Σύμφωνα με την ιδρυτική Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη, σκοπός της δράσης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. είναι να επιφέρει στη χώρα: εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία, κοινωνική απελευθέρωση και δημοκρατική διαδικασία.

Το 1974, ύστερα από την πτώση της δικτατορίας, το ΚΚΕ νομιμοποιήθηκε ύστερα από διάταγμα της κυβέρνησης εθνικής ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Με τον νόμο του Θεμιστοκλή Σοφούλη που τέθηκε σε ισχύ στις 27 Δεκεμβρίου 1947, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ οδηγήθηκαν στην παρανομία, καθώς ο νόμος αυτός προέβλεπε τη διάλυσή τους και τιμωρία, που έφτανε ως τη θανατική ποινή, για όσους διέδιδαν τις ιδέες τους

Στις 8 Δεκεμβρίου 1974 διεξήχθη στην Ελλάδα δημοψήφισμα για τη μορφή του πολιτεύματος μεταξύ Βασιλευόμενης και Αβασίλευτης Δημοκρατίας. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν 69,2% υπέρ της Αβασίλευτης Δημοκρατίας. Με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ο Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής δήλωσε ότι «ένα καρκίνωμα αποκόπηκε σήμερα από το σώμα του έθνους».

Στις δύσκολες αυτές περιστάσεις η Ελλάδα κατάφερε να βρει το δρόμο προς την ομαλότητα, να επιλύσει τα περισσότερα από τα προβλήματά της, να εδραιώσει μια σύγχρονη δημοκρατία, αλλά και να αναπροσαρμόσει τη διεθνή της θέση, τόσο στον κόσμο, όσο και,]ειδικότερα, στα Βαλκάνια• τέλος, να θέσει τις βάσεις για την ένταξή της στην ΕΟΚ. Από τις τρεις μεταβάσεις στη δημοκρατία που πραγματοποιήθηκαν την περίοδο αυτή στη νότια Ευρώπη (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία), η ελληνική ήταν ταχεία, αναίμακτη, αποτελεσματική.

Η Μεταπολίτευση ήταν μια εποχή μεγάλων αλλαγών και προκλήσεων για την Ελλάδα. Πενήντα χρόνια μετά, μπορούμε να δούμε τα επιτεύγματα αλλά και τις αναπάντεχες δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε.

Το ελληνικό επίτευγμα του 1974-1975 πρέπει ασφαλώς, κατά πρώτο λόγο, να αποδοθεί στις ηγεσίες όλων των πολιτικών δυνάμεων της εποχής, με προεξάρχοντα τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Σε τελική ανάλυση όμως, τα εύσημα ανήκουν στην ελληνική κοινωνία, η οποία στήριξε αυτήν την προσπάθεια, απαίτησε την αποτελεσματικότητα, επιζήτησε την πρόοδο και υπερασπίστηκε τη νηφαλιότητα. Η ελληνική κοινωνία απέδειξε έμπρακτα, με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο και αντιμετωπίζοντας εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις, ότι αποτελούσε ήδη μέλος του ανεπτυγμένου, δημοκρατικού κόσμου.