Δημοκρατία: Αλήθειες και αυταπάτες

Χρίστος Αλεξόπουλος 08 Δεκ 2013

Από την άμεση δημοκρατία, η οποία γεννήθηκε στην αρχαία Ελλάδα, φτάσαμε στην αντιπροσωπευτική, κοινοβουλευτική δημοκρατία της σύγχρονης εποχής. Κοινό στοιχείο και των δύο περιπτώσεων είναι η συμμετοχή των πολιτών στη λήψη πολιτικών αποφάσεων. Στην άμεση δημοκρατία η συμμετοχή των πολιτικών γινόταν σε πραγματικό χρόνο, ενώ στην αντιπροσωπευτική, κοινοβουλευτική δημοκρατία η συμμετοχή είναι έμμεση. Οι πολίτες αντιπροσωπεύονται από τους βουλευτές, τους οποίους εκλέγουν οι πολίτες για συγκεκριμένο χρόνο. Υπάρχει βεβαίως και η δυνατότητα άμεσης συμμετοχής των πολιτών στη λήψη αποφάσεων με τη διενέργεια δημοψηφισμάτων. Τόσο στη μία όσο και την άλλη περίπτωση πρέπει να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Κατ΄αρχήν να υπάρχει ελευθερία σε σχέση με την έκφραση γνώμης, την ενημέρωση και διακίνηση ιδεών, την ύπαρξη πολιτικών οργανισμών (κομμάτων και οργανώσεων). Παραλλήλως όμως οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν και να κατανοούν την πραγματικότητα αλλά και τις επιπτώσεις των αποφάσεων και επιλογών τους σε σχέση με αυτήν και μάλιστα στην προβολή της στο μέλλον.

Στις σύγχρονες μαζικές κοινωνίες, με την πολυπλοκότητα που τις χαρακτηρίζει, η οποία αυξάνεται σε μεγάλο βαθμό σε υπερεθνικό επίπεδο και μορφώματα όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις; Και σε ποιό βαθμό είναι εφικτή η ενεργοποίηση μορφών της άμεσης δημοκρατίας, όπως το δημοψήφισμα;

Έχει ενδιαφέρον κατ΄αρχήν η εμπειρία της Ελβετίας ως προς τη διαδικασία του δημοψηφίσματος, διότι σε αυτή τη χώρα γίνονται τα περισσότερα δημοψηφίσματα. Το 2008 το 50 % του συνολικού αριθμού σε παγκόσμιο επίπεδο έγιναν στην Ελβετία. Στον αντίποδα είναι η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.

Το παράδειγμα της Ελβετίας δείχνει, ότι η άμεση δημοκρατία στο πλαίσιο δημοψηφισμάτων λειτουργεί μόνο, εάν οι πολίτες είναι πλήρως και σε βάθος ενημερωμένοι και σε περίπτωση ύπαρξης αμφιβολιών ως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, να είναι προετοιμασμένοι και για δύσκολες (μη «φιλολαϊκές) αποφάσεις. Συνήθως όμως οι πολίτες δεν διαθέτουν ούτε την συστηματική και σε βάθος ενημέρωση ούτε και το μεθοδολογικό εργαλείο ανάλυσης των δεδομένων, οπότε πιο εύκολο και λειτουργικό για αυτούς είναι η ανάθεση της διεκπεραίωσης των συμφερόντων τους σε κόμματα στο πλαίσιο εκλογικών διαδικασιών.

Με αυτήν την έννοια η άμεση δημοκρατία στο πλαίσιο δημοψηφισμάτων δεν οδηγεί αναγκαστικά στην πολιτικοποίηση της κοινωνίας. Σε έρευνα μάλιστα των ερευνητών Julian Bernauer και Adrian Vatter, η οποία έγινε σε 24 βιομηχανικές χώρες με αντικείμενο την άμεση δημοκρατία, διαπιστώνεται, ότι δεν προωθείται η συναινετική πολιτική και ο συμβιβασμός ούτε και στην περίπτωση των δημοψηφισμάτων.

Ακόμη και στην αντιπροσωπευτική, κοινοβουλευτική δημοκρατία παρατηρούνται προβλήματα, ανάλογα αυτών της άμεσης δημοκρατίας, τα οποία έχουν την αφετηρία τους στον τρόπο οργάνωσης και εξέλιξης των μαζικών κοινωνιών. Από το ένα μέρος δεν καλλιεργείται κουλτούρα διαλόγου στο επίπεδο της κοινωνικής βάσης, αλλά σκληρός ατομικισμός και ανταγωνιστική λογική και από το άλλο δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την προώθηση και διασφάλιση της ελεύθερης βούλησης των πολιτών.

Όχι μόνον δεν δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης, αλλά ο τρόπος σκέψης κυριαρχείται από γενικέυσεις, οι οποίες βασίζονται στην εικονική κατά κύριο λόγο πραγματικότητα των μίντια και τη λογική της κοινωνίας του θεάματος. Παραλλήλως δεν υπάρχει κοινωνική συνοχή σε λειτουργικό βαθμό και αξίες δεσμευτικές για τις κοινωνικές σχέσεις, ώστε η ελεύθερη βούληση των πολιτών να λειτουργεί στο πλαίσιο του κοινωνικού συμφέροντος, το οποίο και να εκφράζει και να προωθεί.

Με αυτά τα δεδομένα το άτομο δεν προσδίδει στην ιδιότητα του πολίτη το ειδικό βάρος, που του αναλογεί, ώστε να δει την πραγμάτωση των ατομικών του στόχων μέσα από την πολιτική ενεργοποίηση του για την προώθηση του κοινωνικόύ συμφέροντος.

Η συνοχή στις σύγχρονες κοινωνίες δεν βασίζεται σε ένα αξιακό σύστημα, το οποίο είναι αποτέλεσμα διεργασιών σε τοπικό, εθνικό επίπεδο. Προς το παρόν οι συνθήκες είναι πολύ ρευστές σε ό,τι αφορά την παραγωγή αξιών, διότι έχουν καταρρεύσει τα εθνικά όρια από το ένα μέρος και από το άλλο η ψηφιακή κυρίως τεχνολογία έχει διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για την υποστασιοποίηση της κοινωνίας του θεάματος στον ύψιστο βαθμό. Τα κοινωνικά πρότυπα, τα οποία διοχετεύονται από τα ψηφιακά μίντια, δεν έχουν αναφορά σε τοπικές κοινωνίες αλλά στοχεύουν στην κατανάλωση και την δημιουργία συγκεκριμένων στάσεων, οι οποίες σταθεροποιούν το σύστημα, ενώ αναπαράγουν το μοντέλο πολιτικής λειτουργίας και διευκολύνουν τον έλεγχο της κοινωνικής δυναμικής.

Δεν είναι τυχαίο, ότι η πολιτική ως μορφή εξουσίας υπερβαίνει τους νόμους, τους οποίους θέτει η ίδια σε ισχύ για τους πολίτες. Οι κυβερνήσεις αυθαιρετούν χωρίς να υφίστανται έλεγχο. Και το τραγικό είναι, ότι για αυτή την εξέλιξη επικαλούνται την εθνική ή κοινωνική ασφάλεια. Οι παρακολουθήσεις είτε της διαδικτυακής είτε της τηλεφωνικής επικοινωνίας των πολιτών ευδοκιμεί και μάλιστα χωρίς σοβαρές αντιδράσεις και αντιστάσεις. Η προσωπική ζωή των πολιτών έχει γίνει πλέον θέαμα αυτών, οι οποίοι διαχειρίζονται πολιτική εξουσία.

Και ο κατήφορος δεν έχει όρια. Ακόμη και το οικονομικό σύστημα ακολουθεί την ίδια λογική για την δημιουργία καταναλωτικών στάσεων στους πολίτες.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και τα κόμματα στη συντριπτική τους πλειοψηφία. Στο πλαίσιο της διεκδίκησης της διαχείρισης της εξουσίας, σε συνδυασμό με την μεγάλη ταχύτητα ροής του πολιτικού χρόνου και την αδυναμία του μεγαλύτερου ποσοστού των πολιτών να προσεγγίσουν την πραγματικότητα με ορθολογισμό και στην προβολή της στο μέλλον, δεν διστάζουν να αξιοποιούν την λογική του λαϊκισμού και του γενικευτικού λόγου για την επίτευξη του στόχου τους. Και δεν είναι μόνο αυτό. Ενώ γνωρίζουν, ότι τόσο το κεφάλαιο όσο και η εργασία έχουν πλέον παγκοσμιοποιημένα χαρακτηριστικά, συνεχίζουν ως πολιτικό σύστημα και ως κυβερνήσεις να σχεδιάζουν και να επικοινωνούν πολιτικά τον σχεδιασμό τους με εθνική οριοθέτηση. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται ανισορροπίες σε εθνικό επίπεδο, διότι οι εθνικές κυβερνήσεις δεν μπορούν να παίζουν ρυθμιστικό ρόλο σε σχέση με οικονομικά μεγέθη, τα οποία δρουν σε πλανητικό επίπεδο. Έτσι οι πολίτες αναθέτουν σε κόμματα και πολιτικό προσωπικό την υλοποίηση πολιτικών, οι οποίες δεν μπορούν να βασίζονται σε ελεγχόμενες παραμέτρους.

Ιδιαιτέρως στην Ελλάδα αυτή η πρακτική του λαϊκισμού και των γενικόλογων προγραμματικών υποσχέσεων χωρίς μετρήσιμα μεγέθη ευδοκιμούν και δυστυχώς ακόμη επιβραβεύονται από το εκλογικό σώμα. Σε αυτό το φαινόμενο συμβάλλει και η ανυπαρξία δυναμικών δομών στην ελληνική κοινωνία, οι οποίες θα μπορούν να εκφράσουν με αξιόπιστο τρόπο το κοινωνικό συμφέρον. Το πολιτικό σύστημα φροντίζει συνεχώς και με συστηματικό τρόπο να ελέγχει τις όποιες δομές υπάρχουν, οι οποίες λειτουργούν ως προεκτάσεις του.

Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο συνδικαλιστικός χώρος, ο οποίος συγκροτείται από κομματικά οριοθετημένες παρατάξεις.

Ακόμη ο χώρος της κοινωνίας πολιτών δεν έχει αποκτήσει δυναμικές δομές, οι οποίες θα δρομολογήσουν ένα δομημένο και συστηματικό διάλογο στην κοινωνική βάση με στόχο την διαμόρφωση πολιτών με κριτική σκέψη και μη ελεγχόμενων από κομματικούς σχηματισμούς κοινωνικών στάσεων με πολιτικές προεκτάσεις. Αυτό θα συνέβαλε πραγματικά στην δημιουργία των προϋποθέσεων για την σταδιακή υπέρβαση της πλειοψηφίας των παραμέτρων, οι οποίες προσδίδουν στην δημοκρατία μη λειτουργικά για τον πολίτη χαρακτηριστικά. Και αυτό ισχύει και για τις δύο περιπτώσεις, είτε πρόκειται για την αντιπροσωπευτική, κοινοβουλευτική δημοκρατία είτε για μορφές άμεσης δημοκρατίας, όπως είναι τα δημοψηφίσματα.

Αν αυτά τα δεδομένα αποτελούν αντικειμενικές αλήθειες σε σχέση με την ιστορική διαδρομή της δημοκρατίας από την άμεση στη σύγχρονη αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία των μαζικών κοινωνιών, αλλά και αυταπάτες ως προς τις μη υπάρχουσες προϋποθέσεις για την πραγμάτωση της με λειτουργικότητα σε σχέση με τη λήψη πολιτικών αποφάσεων, τότε αναρωτιέται κανείς για την ποιότητα του μέλλοντος. Διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των κοινωνιών και το ουσιαστικό περιεχόμενο στην ιδιότητα του πολίτη, όταν η δημοκρατία έχει τυπικό χαρακτήρα, χωρίς ουσιαστικό φορτίο; Όταν με άλλα λόγια αποτελεί τυπική διαδικασία νομιμοποίησης πολιτικών αποφάσεων, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να αναλυθούν και να κατανοηθούν από τους πολίτες στην προβολή τους στο μέλλον;

Αν ληφθεί υπόψη ο τρόπος λειτουργίας του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα, τότε τα συμπεράσματα δεν είναι θετικά. Περισσεύει ο λαϊκισμός, ο γενικευτικός πολιτικός λόγος καφενειακού επιπέδου και η έλλειψη σύγχρονης σκέψης αντίστοιχης της κοινωνίας της γνώσης.

Αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο ακόμη και οι ίδιοι οι πολιτικοί διαπιστώνουν έλλειμα δημορατίας. Μόνο που το κάνουν, επειδή βλέπουν να μετατρέπεται σε πλειοψηφικό ρεύμα ο ευρωσκεπτικισμός και όχι επειδή κατανοούν τα πραγματικά αίτια της πολιτικής παρακμής και τους κινδύνους που διατρέχει η προσπάθεια οικοδόμησης της Ενωμένης Ευρώπης. Έχει έλθει η ώρα για ανάληψη πρωτοβουλιών, οι οποίες θα αντιστρέψουν τα κατηφορικά δεδομένα. Ειδάλλως θα αυξάνονται και θα αποκτούν ευρύτερες διαστάσεις οι αρνητικές επιπτώσεις αυτής της κατάστασης. Η πρόσδωση ουσιαστικής λειτουργίας στη δημοκρατία θα θέσει τις κοινωνίες προ των ευθυνών τους.