Εκκωφαντική παρακμή

Χρίστος Αλεξόπουλος 22 Δεκ 2013

Όσο περνάει ο καιρός, η κατάσταση στην Ελλάδα αποκτά όλο και περισσότερο χαρακτηριστικά παρακμής και μάλιστα εκκωφαντικής και επικίνδυνης σε σχέση με την προοπτική του τόπου. Τα ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία όλων των κοινωνικών συστημάτων (εκπαίδευση, υγεία, ασφάλιση κλπ.) αποκτούν αρνητικό πρόσημο, χωρίς να φαίνεται προοπτική υπέρβασης των προβλημάτων στο σωστό χρόνο, ώστε να μπορεί η ελληνική κοινωνία να συμπορευθεί με τη δυναμική της εξέλιξης τόσο της Ευρώπης όσο και γενικότερα σε πλανητικό επίπεδο. Ήδη η καθυστέρηση είναι μεγάλη και δεν δείχνει να συνειδητοποιείται τόσο από το κοινωνικό σώμα όσο και από την πολιτική ηγεσία. Έχει κανείς την αίσθηση, ότι η πραγματικότητα εξελίσσεται σε «αργή κίνηση». Αν μπορούμε να μιλάμε για κίνηση με κατεύθυνση την υπέρβαση της κρίσης. Στο επίπεδο δε της πολιτικής διαχείρισης της επικίνδυνης πραγματικότητας, η οποία διαρκώς, αν δεν χειροτερεύει, παραμένει στατική, τα κόμματα, κυβερνητικά και μη, λειτουργούν χωρίς σύγχρονη στρατηγική και σχέδιο με συγκεκριμένες και μετρήσιμες προτάσεις για το μέλλον. Απλά πλειοδοτούν σε γενικόλογες υποσχέσεις και λαϊκισμό, ο οποίος πολλές φορές έχει και «ιδεολογικό» φορτίο για να νομιμοποιείται στη συνείδηση των πολιτών, καταναλωτών αυτού του πολιτικού λόγου.

Από που να αρχίσει κανείς. Ίσως από την εκπαίδευση, ως εργαλείου διαχείρισης της γνώσης σε σχέση με τη νέα γενιά και ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η προσφάτως δημοσιοποιηθείσα τακτική έκθεση του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) για τις ικανότητες των 15χρονων μαθητών στα μαθηματικά, στις φυσικές επιοστήμες και στην ανάγνωση. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 42η θέση επί συνόλου 65 χωρών το 2012, ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο καταλαμβάνει την 4η θέση από το τέλος. Το ποσοστό των ελλήνων μαθητών με χαμηλές επιδόσεις είναι υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στα τρία γνωστικά αντικείμενα, ενώ οι επιδόσεις χειροτέρεψαν την τελευταία τριετία και στους τρεις τομείς. Και δεν αποτελεί παρηγοριά, ότι γενικότερα οι επιδόσεις των ευρωπαίων μαθητών είναι υποδεέστερες από τις αντίστοιχες των Ασιατών και ειδικά των Κινέζων, των Κορεατών και των Ιαπώνων. Απεναντίας πληθαίνουν οι ανησυχίες, διότι βουλιάζει γενικότερα ο ευρωπαϊκός χώρος, μόνο που η Ελλάδα είναι πιο κοντά στον πάτο.

Εάν λάβουμε υπόψη, ότι οι κοινωνίες, που βασίζονται στην γνώση, θα αποτελούν την πρωτοπορεία σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάπτυξη και την λειτουργική οργάνωση τους, τότε μπορούμε να φαντασθούμε, τι σημαίνει η καθοδική πορεία του εκπαιδευτικού συστήματος για την προοπτική του τόπου. Η κατάσταση δε αποκτά διαστάσεις θεάτρου του παραλόγου, όταν παρατηρεί κάποιος την αντιμετώπιση της εκπαιδευτικής κατάρρευσης τόσο από την πολιτεία και το πολιτικό σύστημα, όσο και από τους εκπαιδευτικούς και τους διδασκόμενους στα διάφορα επίπεδα εκπαίδευσης. Πλήρης ακινησία και επιδίωξη επίρριψης ευθυνών στον άλλο στο πλαίσιο συνήθως κομματικών ή συνδικαλιστικών, συντεχνιακών σκοπιμοτήτων. Υπάρχει βεβαίως και η λογική του επαγγελματικού συμφέροντος στο πλαίσιο ενός διεφθαρμένου συστήματος παράνομου πλουτισμού (χρησιμοποίηση της θέσης στο εκπαιδευτικό σύστημα για άγραν μαθητών-πελατών για ιδιωτικά μαθήματα).

Στο χώρο της απασχόλησης σε συνδυασμό με την κοινωνική ασφάλιση η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Από το ένα μέρος έχουμε το εργασιακό κόστος (ακαθάριστη αμοιβή εργαζόμενου, κοινωνική ασφάλιση, κόστος εκπαίδευσης ή επιμόρφωσης και φορολόγηση εργασίας), το οποίο στην Ελλάδα το 2012 μειώθηκε κατά 5,8 % σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Με τη λήξη του 2012 το ανά ώρα εργασιακό κόστος στην χώρα μας ήταν 15,60 ευρώ, όταν στη Γερμανία ήταν 31,00 ευρώ με αύξηση 2,8%, στη Γαλλία 34,90 ευρώ με αύξηση 2% και στη Σουηδία 42,20 ευρώ με αύξηση 7,8%. Και όμως παρά τη μείωση του εργασιακού κόστους με στόχο την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και την προσέλκυση επενδύσεων ακόμα περιμένει η ελληνική κοινωνία εναγωνίως την ανάπτυξη της οικονομίας της.

Αντ΄αυτού σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής τον Σεπτέμβρη του 2013 έχουμε νέα άνοδο της ανεργίας στο 27,4% με 1.376.463 ανέργους. Και για να υπάρχει πλήρης εικόνα της κατάστασης, ο μη ενεργός οικονομικά πληθυσμός είναι 3.327.859 άτομα. Οι απασχολούμενοι δεν ξεπερνούν τα 3.639.429 άτομα, τα οποία παράγουν την πίτα, από την οποία τρέφεται το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού. Εάν συνυπολογίσουμε και την αύξηση του προσδόκιμου ζωής και την κατ΄επέκταση γήρανση της κοινωνίας, εύκολα γίνεται αντιληπτός ο κίνδυνος κατάρρευσης του ασφαλιστικού συστήματος. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργαζομένων Ελλάδας το ασφφαλιστικό κινδυνεύει να τιναχθεί στον αέρα, αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα. Κατά την ΓΣΕΕ αντέχει ακόμα μέχρι το 2015 σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα (Μελέτη ΙΝΕ-ΓΕΣΕΕ «Κοινωνική ασφάλιση και οι επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού στο ασφαλιστικό σύστημα της Ελλάδος 2013-2050»).

Σε αυτή την περίοδο κρίσης, με όσα προαναφέρθηκαν και άλλα ακόμη προβλήματα, έρχεται να συμπληρώσει την εικόνα και η «Έρευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης» της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, η οποία πιστοποιεί, ότι το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλουσίων και φτωχών αυξάνεται συνεχώς. Το 2012 το πλουσιότερο 20% των Ελλήνων διέθετε 6,6 φορές μεγαλύτερο εισόδημα από το φτωχότερο 20%. Η Ελλάδα είναι 2η σε όλη την Ευρώπη ως προς τις εισοδηματικές ανισότητες μετά την Ισπανία. Αν μάλιστα πάρουμε το 1% των πλουσιότερων Ελλήνων και το συγκρίνουμε με το 20% των φτωχότερων, η ψαλίδα θα γυρίσει ανάποδα και θα διαλυθεί.

Ακόμη και η διαφθορά, η οποία αποτελεί δομικό στοιχείο της ελληνικής κοινωνίας, δεν μπορεί να αλλάξει τις ισορροπίες κατανομής του πλούτου. Το όφελος της διαφθοράς είναι ανάλογο του πλούτου. Οπότε τον φτωχό ούτε τον ωφελεί ούτε και τον βοηθάει να αλλάξει τις ισορροπίες. Πολύ περισσότερο θα συνέβαλε στην ύπαρξη κοινωνικής δικαιοσύνης η καταπολέμηση της διαφθοράς. Εξάλλου δεν περιποιεί τιμή, η Ελλάδα να βρίσκεται στη θέση 80 της κλίμακας με τον βαθμό διαφθοράς σε όλο τον κόσμο. Ακόμη και αν ληφθεί υπόψη ότι ανέβηκε 14 βαθμίδες, διότι πριν είχε τη θέση 94. Στην Ευρωζώνη βέβαια είμαστε τελευταίοι. Δυστυχώς όμως η καταπολέμηση της διαφθοράς δεν είναι από τα δυνατά σημεία του ελληνικού πολιτικού συστήματος και του κράτους. Και η οργάνωση Διεθνής Διαφάνεια μετρά την διαφθορά με βάση τη δημόσια διοίκηση και την πολιτική. Γι΄αυτό πρέπει να ενεργοποιηθεί πολύ περισσότερο ο Έλληνας πολίτης και οι δομές της κοινωνίας πολιτών για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και οι Έλληνες πολίτες πρέπει να το λάβουν υπόψη, ότι σε χώρες με μικρό δείκτη διαφθοράς, όπως είναι οι σκανδιναβικές, το επίπεδο ποιότητας ζωής είναι ανώτερο από αυτό της Ελλάδας. Εκτός και αν αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση χώρες όπως η Σομαλία και το Αφγανιστάν, οι οποίες καταγράφουν τον χειρότερο δείκτη διαφθοράς.

Με αυτά τα δεδομένα και ακόμη περισσότερες προβληματικές καταστάσεις σε άλλα κοινωνικά συστήματα (υγεία, δημόσια διοίκηση και άλλα) αναρωτιέται κανείς, εάν είναι εφτική και κάτω από ποιές προϋποθέσεις μια πορεία υπέρβασης αυτής της εκκωφαντικής παρακμής, η οποία ακόμη δεν φαίνεται να έχει συνειδητοποιηθεί σε όλες της τις διαστάσεις τόσο από την κοινωνία όσο και από το πολιτικό σύστημα, το οποίο πρέπει να ηγηθεί αυτής της πορείας.

Η συνειδητοποίηση της παρακμής όμως είναι η αρχή και μπορεί να γίνει, εάν δρομολογηθούν τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο επίπονες διεργασίες διαλόγου και ανάληψης ευθυνών. Και οι δύο αυτές παράμετροι δεν συναντώνται συχνά στην ελληνική πραγματικότητα. Ακόμη και το σοκ της κρίσης, η οποία οδηγεί την κοινωνία στην φτωχοποίηση, δεν συνέβαλε στην ανάληψη πρωτοβουλιών αντιμετώπισης των συμπτωμάτων, τα οποία συνθέτουν το πολυδιάστατο μωσαϊκό της παρακμής και των δομικών προβλημάτων του ελληνικού μοντέλου κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης. Η έλλειψη δυναμικών δομών στην ελληνική κοινωνία είναι εμφανής. Και αυτό πρέπει να αλλάξει άμεσα.

Βασικές προϋποθέσεις για αυτή την αναγκαία αλλαγή είναι η αξιοποίηση της γνώσης στις διαδικασίες λήψης πολιτικών αποφάσεων και την λειτουργία της δημόσιας διοίκησης. Ταυτοχρόνως επιβάλλεται η ριζική απομάκρυνση από την πελατειακή και συντεχνιακή λογική και η λειτουργία του συνόλου των κοινωνικών συστημάτων με βάση την αξιοκρατία και την επίδοση προσώπων και δομών, η οποία είναι μετρήσιμο μέγεθος. Η κοινωνία των κολλητών αποτελεί τροχοπέδη στην όποια προσπάθεια απαλλαγής από τα βαρίδια του παρελθόντος.Από τις επιλογές όμως του πολιτικού συστήματος και ιδιαιτέρως της κυβερνητικής του έκφρασης δεν φαίνεται να προωθείται. Γι΄αυτό είναι δύσκολη η καταπολέμηση της διαφθοράς και η πρόσδωση μεγαλύτερης ταχύτητας και αποτελεσματικότητας στην λειτουργία της δημόσιας διοίκησης.

Με τέτοιας ποιότητας μεταρρυθμίσεις θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για προσανατολισμό της ελληνικής κοινωνίας στην παραγωγικότητα και στην εξωστρεφή λειτουργία τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε πλανητκό επίπεδο. Έτσι θα απαλλαγεί η χώρα από τη λογική της εσωστρέφειας, ως εάν η Ελλάδα να αποτελούσε το κέντρο του κόσμου. Ενός κόσμου που δεν υπάρχει, παρά μόνο στις ιδεοληπτικές αυταπάτες μιας στατικής θεώρησης της πραγματικότητας και της ιστορίας. Μεγάλη βοήθεια προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσε να προσφέρει το πολιτικό σύστημα, εάν σταματούσε να λειτουργεί με επικοινωνιακά κριτήρια μόνο και ανέπτυσσε έναν πολιτικό διάλογο με τους πολίτες, ο οποίος δεν έχει στοιχεία χειραγώγησης, αλλά παρουσιάζει με ρεαλιστικό τρόπο την πραγματικότηττα και προτείνει πολιτικές, οι οποίες έχουν στρατηγικούς στόχους και μετρήσιμα αποτελέσματα. Αυτό σημαίνει, ότι τα κόμματα και οι κυβερνήσεις πρέπει να σχεδιάζουν μακροπρόθεσμες πολιτικές, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τους την ελληνική πραγματικότητα στη δυναμική της πορεία προς το μέλλον στο πλαίσιο της Ευρώπης και των εξελίξεων, γεωστρατηγικών και γεωπολιτικών, σε πλανητικό επίπεδο. Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα πρέπει να σταματήσουν να επιδιώκουν την ανάληψη διαχείρισης κυβερνητικής εξουσίας μόνο και να κυβερνούν πράγματι σχεδιάζοντας το μέλλον βασιζόμενα στο σύγχρονο άνθρωπο και όχι σε ιδεοληπτικές αναφορές της ιστορικής του διαδρομής. Και αυτό γιατί οι διαφορές είναι μεγάλες τόσο σε σχέση με τον τρόπο σκέψης και τα μέσα που χρησιμοποιεί για να προσεγγίζει και να μεταβάλλει την πραγματικότητα, όσο και σε σχέση με την ταχύτητα της εξέλιξης.

Ειδάλλως η παρακμή θα μετατραπεί σε κατάρρευση.