Κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις σχολικής βίας

Χρίστος Αλεξόπουλος 08 Φεβ 2015

Ο εκφοβισμός στα σχολεία, ο οποίος εμφανίζεται με διάφορες μορφές από τη λεκτική και την σωματική βία μέχρι την βουβή βία (περιθωριοποίηση μαθητών από την σχολική κοινότητα), έχει σίγουρα αρνητικές επιπτώσεις τόσο στην διαμόρφωση της προσωπικότητας σε ατομικό επίπεδο όσο και στην μαθησιακή διαδικασία και το κλίμα, που δημιουργείται στο σχολείο. Υπάρχουν όμως και κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις, οι οποίες είναι πολύ ανησυχητικές σε σχέση με την εξελικτική πορεία της κοινωνίας, η οποία εκτρέφει το φαινόμενο της σχολικής βίας. Τα γενεσιουργά αίτια αυτής της συμπεριφοράς έχουν σχέση με το κοινωνικό περιβάλλον και τις συνθήκες, στις οποίες μεγαλώνει η νέα γενιά στη σχολική ηλικία. Έχει δε ιδιαίτερο ενδιαφέρον το εύρος αυτού του φαινομένου. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Παρατηρητηρίου για την πρόληψη της σχολικής βίας του Υπουργείου Παιδείας και συμμετείχαν 61.000 μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το 34,01 % των μαθητών έχει ασκήσει βία. Στο ερώτημα δε για το χώρο  άσκησης της βίας το 56,08 % των περιστατικών πραγματοποιήθηκαν στον προαύλιο χώρο του σχολείου. Το 57,89 % του συνόλου των περιπτώσεων έγινε στο διάλειμμα, το 13,93 % στην εκδρομή και το 3,29 % κατά τη διάρκεια κατάληψης. Τέλος το 10 % των μαθητών γίνεται θύμα εκφοβισμού. Αυτά τα λίγα στατιστικά δεδομένα καταδεικνύουν το εύρος του προβλήματος και τις προεκτάσεις, που μπορεί να πάρει σε σχέση με την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα σε βάθος χρόνου, αν δεν αντιμετωπισθούν τα αίτια, τα οποία εξέθρεψαν αυτό το φαινόμενο.

 

Σίγουρα η οικονομική κρίση και οι αρνητικές συνέπειες της τόσο στο οικογενειακό όσο και στο κοινωνικό πεδίο δημιουργούν ένα ευάλωτο περιβάλλον για τους νέους της σχολικής ηλικίας. Ιδιαιτέρως οικογένειες από τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα και τη μεσαία κοινωνική τάξη πλήττονται με σκληρό και σε αρκετές περιπτώσεις με βίαιο τρόπο. Και αυτό δεν περνά απαρατήρητο από τα νεαρά άτομα, όταν η ανεργία χτυπάει την πόρτα της οικογένειας ή τα έσοδα αρχίζουν να γίνονται ανεπαρκή για μια αξιοπρεπή διαβίωση. Σύμφωνα με την έρευνα της Ελληνικής Στατιστικης Αρχής για τα εισοδήματα και τις συνθήκες διαβίωσης των νοικοκυριών το 2013 (Δελτίο τύπου 13.10.2014) το 23,1 % του συνολικού πληθυσμού της χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας, ενώ για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) το ποσοστό ανέρχεται σε 28,8 % και είναι υψηλότερο κατά 5,7 ποσοστιαίες μονάδες από το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού.

Το ευάλωτο περιβάλλον, το οποίο δημιουργεί η οικονομική κρίση συνοδεύεται όμως και από μεγάλη ρευστότητα και έλλειψη σταθερών σημείων προσανατολισμού λόγω της κατάρρευσης του συστήματος κοινωνικών αξιών και της απουσίας πνεύματος εμπιστοσύνης στους θεσμούς. Ιδιαιτέρως οι νέοι από μικρή ηλικία βιώνουν την κοινωνικοποίηση χωρίς σιγουριά για το μέλλον. Πως να νιώσουν εξάλλου σιγουριά, όταν το 28,8 % των παιδιών ηλικίας 0-17 ετών είναι στα όρια της φτώχειας, ενώ το κοινωνικό περιβάλλον αποκτά όλο και πιο σκληρά χαρακτηριστικά στην προσπάθεια επιβίωσης ενός μεγάλου αριθμού πολιτών;

 

Ενισχυτικά σε αυτές τις συνθήκες έρχονται να προστεθούν και οι παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, οι οποίες οφείλονται στο σαθρό μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης, το οποίο σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται στην γενικευμένη ανομία και έλλειψη κοινωνικής δικαιοσύνης. Αν δεν φοροδιαφύγει κάποιος θεωρείται «κορόϊδο». Αν δεν έχει ο πολίτης πρόσβαση σε πηγές εξουσίας είναι δύσκολο ακόμα και να βρεί δουλειά. Είναι γνωστό το όφελος, που μπορεί να έχει κάποιος, όταν έχει πολιτικές διασυνδέσεις. Όλες αυτές οι παθογένειες έχουν υποκαταστήσει ένα μοντέλο λειτουργικής κοινωνικής οργάνωσης και με αίσθηση δικαιοσύνης. Γι’αυτό και ο πολιτισμός της ενσυναίσθησης και αλληλεγγύης δεν χαρακτηρίζει την καθημερινότητα του απλού ανθρώπου. Ανάλογο κλίμα διαμορφώνεται και σε σχέση με τις μικρές ηλικίες, το οποίο αναπαράγουν και στη σχολική κοινότητα. Διαμορφώνονται συνθήκες αρνητικές για μειοψηφίες, οι οποίες διαφοροποιούνται από την μάζα ως προς ορισμένα χαρακτηριστικά, όπως είναι η θησκεία, η γλώσσα, η εθνικότητα. Επίδραση όμως ασκούν και η οικογένεια, το κακό κλίμα στην τάξη, η υπερβολική πίεση. Και αυτό ισχύει όχι μόνο στο σχολείο, όπως κατέγραψε η έρευνα του παρατηρητηρίου για την πρόληψη της σχολικής βίας, αλλά και στην κοινωνία, αρκεί να αλλάξουμε μόνο «το κακό κλιμα στην τάξη»με το «κακό κλιμα στον τομέα της απασχόλησης». Τα φαινόμενα ρατσισμού και ξενοφοβίας είναι τότε ερμηνεύσιμα, όπως και η άμβλυνση της κοινωνικής συνοχής ή της αντίστοιχης στο επίπεδο της σχολικής κοινότητας.

Ενισχυτικά σε αυτού του είδους συμπεριφορές λειτουργεί κα η μη καλλιέργεια κουλτούρας διαλόγου τόσο στην κοινωνία όσο και στη σχολική κοινότητα. Οι διαφορές δεν επιλύονται με τον διάλογο και την συναίνεση αλλά με την επιβολή λόγω ισχύος ή προσφυγής σε μηχανισμους, οι οποίοι διαθέτουν τυπική ή και άτυπη δύναμη ή εξουσία. Στις σχολικές κοινότητες εμφανίζονται και ομάδες, οι οποίες με τη βία επιβάλλουν συγκεκριμένους κανόνες, οι οποίοι τις βολεύουν, ακόμη και αν με αυτό τον τρόπο διευκολ?νεται η ευδοκίμηση της αποκλίνουσας συμπεριφοράς. Σε αυτή την περίπτωση ο διάλογος είναι περιττός. Αυτός προϋποθέτει την αξιοποίηση της λογικής σκέψης και την παράθεση επιχειρημάτων, τα οποία κρίνονται ως προς την εσωτερική συνοχή του λόγου, ο οποίος αρθρώνεται από τους διαλεγόμενους. Αυτό όμως δεν χρειάζεται, όταν οι σχέσεις των πολιτών στην κοινωνία ή των μαθητών στη σχολική κοινότητα δεν βασίζονται στο διάλογο και στη συναίνεση, αλλά στην δυνατότητα άσκησης άτυπης εξουσίας και στην επικοινωνία με βάση το θυμικό.

 

Τι επιπτώσεις σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο θα υπάρξουν σε βάθος χρόνου, όταν οι μαθητές θα εισέλθουν στο καθημερινό γίγνεσθαι με την ιδιότητα του πολίτη;

Κατ’αρχήν όσο δεν αντιμετωπίζονται τόσο τα γενεσιουργά αίτια όσο και οι συνθήκες ανοχής της άσκησης βίας στις σχολικές κοινότητες, θα αμβλύνονται τα κοινωνικά αντανακλαστικά σε σχέση με την ανομία και την λογική της επιβολής με βίαιο τρόπο. Αυτό σημαίνει, ότι θα χαλαρώνει η κοινωνική συνοχή και θα διευκολύνεται η ανάπτυξη φοβικών συνδρόμων σε σχέση με την προοπτική να αποκτήσει η κοινωνία πολυπολιτισμικά χαρακτηριστικά. Η καλλιέργεια πνεύματος εσωστρέφειας θα διαμορφώσει επίσης αρνητικές προϋποθέσεις για τις αναγκαίες κοινωνικές οσμώσεις και συγκλίσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να προχωρήσει η ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής πορείας με ουσιαστικό τρόπο. Ακόμη και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης οι κλειστές, εσωστρεφείς κοινωνίες δεν έχουν προοπτική σε ένα παγκοσμιοποιημένο πλανήτη, ο οποίος βασίζεται στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και στην ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίου και εργασίας. Εκτός και αν οι επιπτώσεις της εσωστρέφειας αντιμετωπισθούν από τον κάθε πολίτη χωριστά με την μετανάστευση σε άλλες κοινωνίες με ανοιχτά χαρακτηριστικά. Τέτοιες ενδείξεις διαφαίνονται ήδη στον ορίζοντα κάτω από την πίεση της οικονομικής κρίσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η φυγή στον ευρωπαϊκό Βορρά μερικών χιλιάδων νέων γιατρών. Το οξύμωρο δε είναι, ότι η ελλάδα είναι μια χώρα, η οποία έχει στείλει πολλά εργατικά χέρια ανά την υφήλιο και όμως είναι εσωστρεφής.

 

Ταυτοχρόνως το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού εθίζει τους αυριανούς πολίτες στην αποδοχή της μη έκφρασης της ελεύθερης βούλησης μελών της κοινωνίας, ως εάν η δημοκρατία είναι ένα πολίτευμα για όσους διαθέτουν και φορτίο άτυπης εξουσίας και δύναμης, που τους επιτρέπει την συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων για το μέλλον όμως του συνόλου, των θυμάτων του εκφοβισμού συμπεριλαμβανομένων. Ουσιαστικά αναιρείται η ουσία της δημοκρατίας, στο πλαίσιο της οποίας ο κάθε πολίτης έχει καθήκον να εκφράζει ελεύθερα τη γνώμη του και να διαλέγεται με τους συμπολίτες του, ώστε να αποκτά περιεχόμενο και η έννοια του κοινωνικού συμφέροντος. Όταν ένας μαθητης δεν έχει μάθει να λειτουργεί με αυτές τις αξίες, ανεξάρτητα από το εάν ασκεί βία ή την υφίσταται, με τον ίδιο τρόπο θα πραγματώνει αργότερα την «δημοκρατική του λειτουργία». Υποβοηθητικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση θα παίξουν και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης με την λογική της κοινωνίας του θεάματος, η οποία δεν συμβάλλει στην κριτική προσέγγιση της πραγματικότητας με όπλο τον ορθολογισμό και την σφαιρική και πολυδιάστατη ενημέρωση για τις εξελίξεις. Δυστυχώς η ενημερωτική πρακτική των μίντια παρουσιάζει μόνο ένα κομμάτι της πραγματικότητας, αυτό που επιλέγει και προσβλέπει στην πρόκληση εντύπωσης και όχι στη διαμόρφωση των προϋποθέσεων για κριτική προσέγγιση της πραγματικότητας από τον πολίτη καταναλωτή του θεάματος. Εξάλλου την επίδραση της λογικής του θεάματος των Μ.Μ.Ε. την υφίσταται και ο μαθητής από νωρίς. Η ψηφιακή πραγματικότητα του είναι πολύ οικεία. Από μικρή ηλικία με τη χρήση των ψηφιακών μέσων μαθαίνει να προσεγγίζει την πραγματικότητα εικονικά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε και την βία, η οποία συχνά ασκείται μέσω του διαδικτύου και είναι ανώνυμη. Η καθημερινότητα όμως δεν είναι εικονική, αλλά ωμή και ιδιαιτέρως βίαιη λόγω της πολυδιάστατης κρίσης, η οποία πλήττει την κονωνία σε όλα τα επίπεδα. Οι νέοι από τη σχολική ηλικία υφίστανται τις επιπτώσεις με επικίνδυνο τρόπο τόσο για αυτούς όσο και για το κοινωνικό σύνολο. Το μέλλον τους είναι υποθηκευμένο. Αυτό είναι καταστροφικό και πρέπει να αλλάξει, όσο γίνεται νωρίτερα.