Η νέα ένταση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ

Σίμος Ανδρονίδης 22 Φεβ 2024

Δεν πρέπει να προκαλεί κάποια ιδιαίτερη έκπληξη, σε θεωρητικό επίπεδο,  η νέα ένταση που έχει ενσκήψει στο εσωτερικό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ειδικά εάν λάβουμε υπόψιν το γεγονός πως εδώ και αρκετούς μήνες (μετά το αποτέλεσμα των διπλών βουλευτικών εκλογών του 2023), το συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα βιώνει μία συνθήκη ατέρμονης κρίσης[1], η οποία αναζωπυρώνεται από καιρού εις καιρόν και λόγω των ενεργειών και των πρωτοβουλιών που αναλαμβάνει ο Στέφανος Κασσελάκης.

Υπό αυτό το πρίσμα, η νέα του πρωτοβουλία δεν καθίσταται μόνο πολιτικά άκαιρη, αλλά, και τελείως καινοφανής για την πολιτική παράδοση ή αλλιώς, για την πολιτική κουλτούρα που επικρατεί εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Από την στιγμή όπου πολύ δύσκολα μπορεί να ανοίξει εντός του κόμματος αυτού, η συζήτηση για την αλλαγή ονόματος και συμβόλου.

Αρκεί να θυμηθούμε πως καθ’ όλη την διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κατέστη σημαντικός πόλος του κομματικού-πολιτικού συστήματος (και όχι ένας απλός «ρυθμιστικός παράγοντας»,[2] σύμφωνα με την διατύπωση του εκλογολόγου Ηλία Νικολακόπουλου), ουδέποτε τέθηκε θέμα αλλαγής ονόματος ή και συμβόλου, πολλώ δε μάλλον από τον πρώην αρχηγό του, Αλέξη Τσίπρα. Θέματα ιδεολογικής κατεύθυνσης και ιδεολογικών επιλογών τέθηκαν στο προσκήνιο, ακόμη και μετά την εκλογική ήττα στις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου του 2019.

Ακόμη και μετά την υπερψήφιση του τρίτου μνημονίου τον Ιούλιο του 2015. Όχι όμως και το θέμα της αλλαγής του ονόματος, θέμα το οποίο ακόμη και σήμερα, από αρκετούς βουλευτές και στελέχη, θεωρείται ‘φετίχ’. Εμβαθύνοντας περαιτέρω, θα τονίσουμε πως η αναγωγή του θέματος της αλλαγής ονομασίας σε ‘φετίχ’ καθίσταται   ένας εκ των πλέον πρωταρχικών παραγόντων που ώθησαν αρκετά προβεβλημένα στελέχη του κόμματος να αντιδράσουν στις προτάσεις Κασσελάκη. Και δη, να αντιδράσουν πολύ έντονα παλαιά και νεότερα στελέχη.[3]

Ακριβώς διότι εκτιμούν πως εάν επέλθει η αλλαγή ονόματος, όπως ίσως θέλει ο αρχηγός του, τότε θα έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις για την πλήρη ‘Κασσελακοποίηση’ του κόμματος: Ήτοι, για τον μετασχηματισμό του σε ένα ‘άμορφο’ και ‘άνευρο Κεντρώο’ πολιτικό φορέα, σε ένα κόμμα που θα κινείται στα πρότυπα του Δημοκρατικού κόμματος των Ηνωμένων Πολιτειών και δεν θα είναι πια εύκολα αναγνωρίσιμο και από παραδοσιακούς του ψηφοφόρους.

Εφόσον θα έχει απωλέσει το ‘ίδιο του το όνομα,’ με το οποίο ‘ταυτίστηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια,’ το οποίο φώναξαν ‘δυνατά στις εκλογικές νίκες του κόμματος,’ το οποίο εξακολούθησαν να προφέρουν και στις πιο δύσκολες στιγμές, μετά την στρατηγική ήττα στις βουλευτικές εκλογές της 25ης Μαϊου του 2023.[4]

Παράλληλα, μέλη και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ανεξαρτήτως του αν είναι νεο-εκλεγμένοι ή όχι, πιστεύουν πως τόσο η ενδεχόμενη αλλαγή του ονόματος, όσο και η ενδεχόμενη αλλαγή της πολιτικής ταυτότητας ή της φυσιογνωμίας του κόμματος, θα συμβάλλουν στη ‘δικαίωση’ όλων εκείνων που αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ συμμετέχοντας στη δημιουργία της ‘Νέας Αριστεράς’.

Και αυτό είναι κάτι που δεν το επιθυμούν. Συν τοις άλλοις, αντιδρούν διότι φρονούν πως ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ λαμβάνει όλες τις κρίσιμες αποφάσεις μόνο τους, λειτουργώντας ερήμην των αρμόδιων κομματικών οργάνων και ακόμη, ερήμην του επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος, Σωκράτη Φάμελλου.

Του οποίου ο θεσμικός ρόλος έχει υποβαθμιστεί σημαντικά, στο εγκάρσιο σημείο όπου η πρόσφατη παρουσία Κασσελάκη στη Βουλή, κατά την διάρκεια της ψηφοφορίας για την θεσμοθέτηση του γάμου μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου, διέγραψε εν τοις πράγμασι την οποιαδήποτε πιθανότητα και να συζητηθεί ευρύτερα η ομιλία του από το βήμα της Βουλής, και να καταδείξει πως μπορεί να αποτελέσει το βασικό αντίπαλο δέος (βέβαια δεν έχει καταφέρει κάτι τέτοιο), του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, σε κοινοβουλευτικό επίπεδο. Η πρόσφατη όμως συζήτηση και υπερψήφιση του γάμου μεταξύ των ομόφυλων ζευγαριών ανέδειξε στο προσκήνιο ένα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο, το οποίο λίγο έχει απασχολήσει το εσωτερικό του εθνικολαϊκιστικού ΣΥΡΙΖΑ, συνεπεία της βαθιάς κρίσης στην οποία έχει περιέλθει.[5] Και ποιο είναι αυτό;

Είναι το ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία έχουν αποκτήσει πλέον πλήρως την «αρμοδιότητα» (issue ownership)[6] σε θέματα δικαιωμάτων και ελευθεριών, έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ, έχοντας την δυνατότητα και να προχωρήσουν ακόμη περισσότερο, και να επιλέξουν μία μικρή χρονική παύση, δίχως να απειληθούν να χάσουν αυτό το πλεονέκτημα, στο οποίο αναφέρθηκε ο πρωθυπουργός κατά την διάρκεια της κοινοβουλευτικής του ομιλίας.

Πόσοι όμως βουλευτές των ως άνω κομμάτων τον κατάλαβαν; Μπήκαν στη διαδικασία να αναλύσουν την ομιλία του και να αντιληφθούν πως ο πρωθυπουργός εργάζεται από τώρα με στόχο την απόκτηση της αυτοδυναμίας (δεν μιλάμε για μία απλή εκλογική νίκη) στις βουλευτικές εκλογές του 2027;

 

[1] Βλέπε σχετικά, Σαδανά, Γεωργία, ‘Κασσελάκης: Κατά πάντων με επιστολή στην ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ - «Τροφοδοτείτε συνωμοσιολογία, δεν θα φτιάξω ΙΧ κόμμα»,’ Διαδικτυακή έκδοση εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα,’ 19/02/2024, Κασσελάκης: Κατά πάντων με επιστολή στην ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ - «Τροφοδοτείτε συνωμοσιολογία, δεν θα φτιάξω ΙΧ κόμμα» (protothema.gr) Θεωρητικώ τω τρόπω, εκτιμούμε πως οι επικείμενες ευρωεκλογές θα αποδείξουν εναργώς το αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να θεωρηθεί ένα κόμμα-«πομφόλυγας» (flash parties), για να παραπέμψουμε στην ανάλυση της καθηγήτριας Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Βασιλικής Γεωργιάδου. Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Σημαίνει πως θα διαφανεί εάν ο εθνικολαϊκιστικός ΣΥΡΙΖΑ δεν ήσαν παρά ένα κόμμα που μετά την σημαντική εκλογική και πολιτική του μεγέθυνση εν καιρώ βαθιάς κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής κρίσης, όταν και έφθασε σε ιστορικά υψηλά (ποσοστό άνω του 33%  στις  βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου του 2015), τίθεται πλέον στο κομματικό-πολιτικό περιθώριο οριστικά, προσεγγίζοντας σταδιακά τα εκλογικά ποσοστά που λάμβανε προ κρίσης. Μέχρι στιγμής, όλες οι ενδείξεις συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση. Βλέπε σχετικά, Γεωργιάδου, Βασιλική., ‘Η ελληνική Άκρα Δεξιά στον χώρο και στον χρόνο: Η συγκριτική της διάσταση,’ Επιστήμη και Κοινωνία: Επιθεώρηση Ηθικής και Πολιτικής Θεωρίας, Τόμος 27, 2011, σελ. 177, Διαθέσιμη στο: 812-709-1161-1-10-20150508 (2).pdf Και χρήζει επισήμανσης το γεγονός πως τον ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να υπερκεράσει όχι μόνο το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, αλλά, και ένα κόμμα όπως η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου. Μπορούμε να στραφούμε εκ νέου στο ΚΚΕ, λέγοντας πως σε περίπτωση που καταφέρει να υπερβεί το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ (πολλώ δε μάλλον στις προσεχείς εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο), τότε, εν τοις πράγμασι θα σταματήσουν οι όποιες σκέψεις υπάρχουν για την σύμπραξη μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και κομμάτων της εξω-κοινοβουλευτικής Αριστεράς. «Την δική του απάντηση δίνει ο Στέφανος Κασσελάκης στα κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που αμφισβητούν την πρωτοβουλία του για ριζικές αλλαγές στο κόμμα μέσω του ερωτηματολογίου. Συγκεκριμένα με επιστολή που έστειλε από το Λονδίνο στα μέλη της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ που συνεδριάζουν εκτάκτως στην Κουμουνδούρου, επιμένει στις κινήσεις του, επικρίνει τα κορυφαία στελέχη και αναφέρει ότι το Συνέδριο του κόμματος θα ξεκινήσει κανονικά την Πέμπτη. Τους καλεί παράλληλα να σταματήσουν να «κυνηγούν χίμαιρες».
Όπως πληροφορείται το protothema.gr, μετά την επιστολή, η πρώτη εντύπωση μελών που μετέχουν αυτή τη στιγμή στην συνεδρίαση είναι πως «αντιπολιτεύεται» την Πολιτική Γραμματεία και πως βιώνουν πρωτόγνωρες καταστάσεις. Στο πλαίσιο αυτό κατατέθηκε πρόταση για έκτακτη συνεδρίαση Κεντρικής Επιτροπής από μέλη του οργάνου».

 

[2] Βλέπε σχετικά, Νικολακόπουλος, Ηλίας., ‘Κόμματα και Βουλευτικές Εκλογές στην Ελλάδα, 1946-1984,’ Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Αθήνα, 1985. Στην κοινοβουλευτική-πολιτική περίοδο 2019-2023, το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ διατήρησε ρόλο «ρυθμιστικού παράγοντα» μόνο στην περίπτωση της εκλογής νέου Προέδρου της Δημοκρατίας εκεί όπου, στηρίζοντας την πρόταση του πρωθυπουργού για την ανάληψη προεδρικών καθηκόντων από την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, διευκόλυνε την άμεση και γρήγορη εκλογή της στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα της χώρας. Η λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ ως «ρυθμιστικού παράγοντα», απέτρεψε την διεξαγωγή επαναληπτικών ψηφοφοριών έως ότου επιτευχθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία.

[3] Οι Πασοκογενείς ενοχλήθηκαν γιατί στον ‘ΣΥΡΙΖΑ’ εντάχθηκαν και στον ‘ΣΥΡΙΖΑ’ θέλουν να παραμείνουν.

[4] Σαφώς, η ονομασία ‘ΣΥΡΙΖΑ’ δεν διαθέτει ούτε την ιστορία, ούτε τον αντίκτυπο που είχε και εξακολουθεί να έχει στην καθημερινότητα πολλών στελεχών  του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος-Κίνημα Αλλαγής, το brand ‘ΠΑΣΟΚ’. Δεν παύει όμως να προσφέρει στα μέλη και σε ψηφοφόρους του κόμματος (ιδίως σε αυτούς που το ψηφίζουν από το 2012 και έπειτα),  να νοηματοδοτήσουν την πολιτική πραγματικότητα εύκολα και πολύ γρήγορα, δίχως να εμπλακούν σε βαθυστόχαστες αναλύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αλλού. Σε μία τέτοια περίπτωση, ένα απολύτως δηλωτικό ‘Είμαι ΣΥΡΙΖΑ, εσένα τι σε κόφτει;’, αρκεί. Και με το παραπάνω. Χρήζει θεωρητικής επισήμανσης το γεγονός πως ο όρος ή η επωνυμία «ΣΥΡΙΖΑ» (το ‘Προοδευτική Συμμαχία’ προστέθηκε αργότερα και δεν έχει παρά την σημασία που έχει σήμερα το όνομα ‘Κίνημα Αλλαγής’ που έχει προστεθεί δίπλα στο γνωστό ‘ΠΑΣΟΚ’: Δηλαδή, σχεδόν καμία σημασία), δεν συνδέθηκε εξ αρχής με το «πρωταρχικό της νόημα», κατά την ανάλυση του Μπέρναρντ Λιούις, σημασιοδοτούμενη με τέτοιον τρόπο ώστε να περιγράφει (‘σύριζα’ στην καθομιλουμένη σημαίνει ‘στο όριο’), ένα πολιτικό κόμμα, μία ιδεολογία (Αριστερά), ένα συγκεκριμένο ύφος άσκησης πολιτικής. Και έχει φθάσει η στιγμή ώστε να θέσουμε ενώπιον του αναγνώστη μία παρά πολύ ενδιαφέρουσα υπόθεση εργασίας. Και ποια είναι αυτή; Ας το δούμε αναλυτικότερα. Θεωρούμε πως την κρίσιμη περίοδο προ του δημοψηφίσματος του 5ης Ιουλίου του 2015, καθώς και λίγο μετά, η λέξη ‘ΣΥΡΙΖΑ’ κατέστη «εναντιοσημική», όπως τόσο παραστατικά σημειώνει ο Μπέρναρντ Λιούις. Ήτοι, έφθασε να «σημαίνει ταυτόχρονα υπέρ και εναντίον του λαού», κάτι που δεν συνέβη με καμία άλλη επωνυμία κόμματος την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Με άξονα την υποστήριξη και την απόρριψη του ονόματος και ό,τι αυτό εξέφραζε, αποδομήθηκαν πολιτικές ταυτότητες και συγκροτήθηκαν νέες. Δημιουργήθηκαν ευδιάκριτα κοινωνικοπολιτικά μπλοκ και χαράχθηκαν νέες διαχωριστικές γραμμές. Άτομα υποστήριζαν ή απέρριπταν συγκεκριμένους καλλιτέχνες, με βάση το αν αυτοί αντίστοιχα ήσαν υποστηρικτές ή όχι του ΣΥΡΙΖΑ. Άτομα επέλεγαν εφημερίδες και τηλεοπτικά κανάλια για την ενημέρωση τους,  ‘φίλους’ στο μέσο κοινωνικό δικτύωσης Facebook, με βάση το αν αυτά (κανάλια & εφημερίδες) και αυτοί (τα άτομα στο Facebook), ήσαν υποστηρικτές ή αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ. Το όνομα ‘ΣΥΡΙΖΑ’ δεν δίχασε απλά και μόνο την ελληνική κοινωνία. Την ώθησε να καθίσει στο ‘ντιβάνι του ψυχαναλυτή,’ πράγμα που δεν είχε συμβεί μέχρι εκείνη την στιγμή, την περίοδο της κρίσης. Βλέπε και, Λιούις, Μπέρναρντ., ‘Islam et democratie,’ Περιοδικό Notes de la Fondation Saint-Simon, Τεύχος 54, 1993, σελ. 7. Ο Γάλλος φιλόσοφος και πολιτειολόγος Pierre-Andre Taguieff, αποκαλεί την μελέτη του Λιούις «θαυμάσια». Δεν έχουμε παρά να συμφωνήσουμε με τον ισχυρισμό του. Το βιβλίο του Μπέρναρντ Λιούις προσλαμβάνει εκ νέου επικαιρότητα, λόγω της σύρραξης του Ισραήλ με την τρομοκρατική οργάνωση της ‘Χαμάς’ στη Λωρίδα της Γάζας. Η έννοια της ‘Δημοκρατίας’, έτσι όπως την γνωρίζουμε, καθίσταται πλήρως ασύμβατη με την ιδεολογία και τις πρακτικές μίας Ισλαμιστικής-Τζιχαντιστικής οργάνωσης όπως είναι η ‘Χαμάς’. Επίσης, καθίσταται ασύμβατη (και δεν είναι καθόλου υπερβολή κάτι τέτοιο) με τον αξιακό κώδικα πολλών Αράβων-Μουσουλμάνων. Βλέπε και, Taguieff, Andre-Pierre., ‘Ο λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη. Από την εννοιολογική πλάνη στα πραγματικά προβλήματα,’ Μετάφραση: Μπαλαμπανίδης Γιάννης. Περιοδικό ‘Νέα Εστία,’ Τεύχος 1816, Νοέμβριος 2008, σελ. 806.

[5] Βέβαια, από την στιγμή όπου το κόμμα αυτό αντιμετωπίζει μία κρίση ταυτότητας, θα ήσαν παράλογο να μην τεθεί σε πρώτο πλάνο ακόμη και το ζήτημα της αλλαγής της ονομασίας του. Οι βασικές ιδεολογικές του θέσεις. Και εδώ προκύπτει μία αντίφαση εν τοις όροις, που αφορά και εκείνα τα στελέχη που αντιτίθενται στις πρωτοβουλίες Κασσελάκη, ασκώντας του κριτική για αντι-καταστατική λειτουργία και για τάσεις ‘αρχηγισμούς’. Πως μπορείς ελαφρά τη καρδία να ‘εξεγείρεσαι'’ για το ενδεχόμενο αλλαγής του ονόματος και της Αριστερής φυσιογνωμίας, όταν πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν αντικαταστήσει στις δημόσιες τοποθετήσεις του, τον όρο ‘Αριστερά’ από τους όρους ‘προοδευτικός/προοδευτική/προοδευτικό’;

[6] Βλέπε σχετικά, Γεωργιάδου, Βασιλική., ‘Η ελληνική Άκρα Δεξιά στον χώρο και στον χρόνο: Η συγκριτική της διάσταση…ό.π., σελ. 180. Για την έννοια της  «θεματικής αρμοδιότητας», η οποία ανήλθε στο προσκήνιο σε επίπεδο Πολιτικής Επιστήμης, μετά την ισχυροποίηση εθνικολαϊκιστικών, δεξιών κομμάτων, βλέπε και, Seeberg, B.H., ‘How Stable Is Political Parties’ Issue Ownership? A Cross-Time, Cross-National Analysis,’ Political Studies Association, Volume 65, 2, 2017, Διαθέσιμο στο: How Stable Is Political Parties’ Issue Ownership? A Cross-Time, Cross-National Analysis - Henrik Bech Seeberg, 2017 (sagepub.com) Παρεμφερές είναι και το άρθρο του Brug με τίτλο ‘Issue ownership and party choice,’ Electoral Studies, Volume 23, Issue 2, 2004, Διαθέσιμο στο: Issue ownership and party choice - ScienceDirect