Η ήττα-νίκη της Αγκέλα Μέρκελ

Βασιλική Γεωργιάδου 26 Σεπ 2017

Το κόμμα της Αγκέλα Μέρκελ ήρθε πρώτο στις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου· το κόμμα της Αγκέλα Μέρκελ –η ένωση CDU και CSU- έχασε ωστόσο 8,6 ποσοστιαίες μονάδες στις εκλογές για την Ομοσπονδιακή Βουλή. Παρότι η κυρία Μέρκελ θα ξαναγίνει καγκελάριος (εκτος κι αν όλοι οι δυνητικοί εταίροι της στη νέα κυβέρνηση αποφασίσουν να οικειοποιηθούν την περσόνα ενός Αντώνη Σαμαρά όπως αυτή αναδείχθηκε στις κρίσιμες ελληνικές εκλογές του Μαϊου 2012 και ξανασύρουν τη χώρα σε εκλογές), αρκετά θα είναι πλέον διαφορετικά από ό,τι ήταν μέχρι χθες στη χώρα με την ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης.

Τα κόμματα του Μεγάλου Συνασπισμού, οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Σοσιαλδημοκράτες, είχαν βαριές απώλειες, πρωτόγνωρες για τη μεταπολεμική ιστορία τους.  Παρότι τα κόμματα της ήσσονος αντιπολίτευσης: οι Πράσινοι και η Αριστερά είδαν τα ποσοστά τους να αυξάνονται ελαφρώς, σε καμιά περίπτωση οι εκλογικές απώλειες των μεγάλων κομμάτων δεν διοχετεύθηκαν προς αυτά.

Οι Φιλελεύθεροι επιστρέφουν μεν στα κοινοβουλευτικά έδρανα μετά από την αποτυχία τους να ξεπεράσουν το όριο του 5% στις προηγούμενες εκλογές του 2013, όμως ο φόβος του κοινοβουλευτικού τους αποκλεισμού είναι που πλέον θα καθορίσει την πολιτική στάση τους στρέφοντάς τους σε περισσότερο διακριτές θέσεις από τους Χριστιανοδημοκράτες και σε πιο προσεκτική κριτική απέναντι στο AfD. Η είσοδος, τέλος, της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) στο Bundestag υποδηλώνει το οριστικό τέλος της γερμανικής εξαίρεσης: ο ακροδεξιός λαϊκισμός δεν θα περιορίζεται πλέον μόνο στα γερμανικά κρατίδια, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα, αλλά θα έχει λόγο στην κεντρική Βουλή και την κυρίως πολιτική σκηνή της Γερμανίας. Φταίει η Μέρκελ γι’αυτή την ανεπιθύμητη και εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη;

Πολλοί, αναλυτές και πολιτικοί αντίπαλοι της Αγκέλα Μέρκελ, τη θεωρούν «μητέρα του AfD» και υπεύθυνη για όλα τα παραπάνω: δεν είχε νέες ιδέες, έπαιξε υπερβολικά πολύ το χαρτί της συναίνεσης, χειρίστηκε με παρορμητισμό το προσφυγικό ζήτημα, υποτίμησε την AfD.  Συνήθως οι κατηγορίες λένε τη μισή αλήθεια και στην περίπτωση της Μέρκελ ο κανόνας αυτός κάθε άλλο παρά διαψεύδεται.

Το νέο οικονομικό θαύμα της Γερμανίας βασίστηκε στη συνέχεια εκ μέρους των Χριστιανοδημοκρατών και της Μέρκελ των πολιτικών των κυβερνήσεων Σρέντερ, της λεγόμενης Ατζέντας 2010 και των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας που είχαν εισηγηθεί οι Σοσιαλδημοκράτες στις αρχές/μέσα της δεκ. 2000. Η συναινετική πολιτική της κυρίας Μέρκελ που σηματοδοτήθηκε με τον πρώτο Μεγάλο Συνασπισμό το 2005-9, εκτός από ώθηση στη Γερμανική οικονομία, αναπροσανατόλισε το CDU σε πιο κοινωνικές και κεντρώες θέσεις.

Επιπλέον, όσοι κατηγορούν τη Μέρκελ ότι βιάστηκε να υποδεχθεί τους πρόσφυγες και να καλλιεργήσει την εντύπωση ότι η Γερμανία μπορεί να τα καταφέρει με την κοινωνική και εργασιακή ένταξή τους, δεν θα έχουν φανταστεί τι θα συνέβαινε στην Ευρώπη αν η Γερμανία ακολουθούσε μια προσφυγική πολιτική στα μέτρα του Ορμπάν και των υπερσυντηρητικών κύκλων. Η Μέρκελ θα αποτιμηθεί θετικά για την στάση της αυτή στο μέλλον, πολλώ μάλλον που η στάση αυτή υπήρξε οικονομικά και δημογραφικά επωφελής για την ίδια τη Γερμανία.

Και τώρα τι, είναι το ερώτημα που ακολουθεί. Αφού ο Μεγάλος Συνασπισμός έχει αποκλειστεί από το SPD, ποιο κυβερνητικό μείγμα θα προκύψει; Ο λεγόμενος συνασπισμός της Τζαμάικα είχε συζητηθεί και το 2005, αλλά τώρα προβάλλει ως το πιθανότερο (αν και όχι σίγουρης επιτυχίας) ενδεχόμενο. Οι Πράσινοι δείχνουν διαθέσιμοι για μια συνεργασία με τους Χριστιανοδημοκράτες, αλλά οι Φιλελεύθεροι, που επίσης θα πρέπει να συμμετάσχουν σε ένα τέτοιο σχήμα μιας κυβέρνησης μικρού συνασπισμού, έχουν ιδιαίτερα αιχμηρές θέσεις σε ζητήματα οικονομικής, κοινωνικής και ευρωπαϊκής πολιτικής που θα δυσκολέψουν τη σύγκλισή τους με τους Πράσινους.

Από την άλλη, ωστόσο, όλοι γνωρίζουν ότι μια αποτυχία να σχηματιστεί κυβέρνηση θα χρεωθεί σε εκείνους που θα ναυαγήσουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο, γεγονός που θα κάνει προσεκτικότερη τη συντηρητικότερη πτέρυγα των Φιλελεύθερων αλλά και την αριστερότερη πτέρυγα των Πρασίνων που αμφότερες θα επιθυμήσουν περισσότερο να παραμείνουν στη βολικότερη θέση της αντιπολίτευσης παρά να αναλάβουν κυβερνητικές ευθύνες.

Αν τα πράγματα δυσκολέψουν, πάντως, δεν αποκλείεται και η SPD να ξανασκεφτεί τη στάση της να πει όχι σε μια κυβερνητική συνεργασία· εν ολίγοις, παρά την χθεσινή δήλωση του Μάρτιν Σουλτς να αποκλείσει τη συμμετοχή του κόμματός του σε μια κυβέρνηση Μεγάλου Συνασπισμού, η στάση αυτή μπορεί να χρειαστεί να επανεξεταστεί με ή χωρίς τον Σουλτς στην ηγεσία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Οι Σοσιαλδημοκράτες είναι σε εξαιρετικά δύσκολη θέση και μόνο καλό δεν θα τους κάνει μια στάση πολιτικού απομονωτισμού και επωμισμού της ευθύνης για μια ενδεχόμενη ακυβερνησία.

Οι κάλπες στη Γερμανία έκλεισαν χθες, όμως τώρα αρχίζει μια περίοδος έντονων και δύσκολων διαβουλεύσεων που δεν θα τελειώσει τόσο γρήγορα και δεν είναι απίθανο να μας εκπλήξει η έκβασή της – ελπίζουμε όχι δυσάρεστα.