Καρκίνος

Αγγελική Σπανού 05 Ιουν 2012

Λύθηκε -προσωρινά- το πρόβλημα της χορήγησης φαρμάκων σε καρκινοπαθείς. Η είδηση είναι από μόνη της, χωρίς χρεία κανενός σχολιασμού, συγκλονιστική. Μέσα στην προεκλογική αντάρα, αποκαλύφθηκε ότι το χρεοκοπημένο και άρρωστο ελληνικό κράτος δεν μπορεί να προστατεύσει τους κυριολεκτικά ασθενέστερους, από τα νύχια και τα δόντια της αγοράς. Ο πάσχων έβαλε τα τελευταία του λεφτά για να εξασφαλίσει την πολύτιμη ένεση και ο ετοιμοθάνατος συνειδητοποίησε ότι μπορεί να φύγει μια ώρα αρχύτερα για λόγους που δεν θα προλάβει να αναλύσει.

Με φόντο έναν πολιτικό καβγά της συνήθους απαίσιας αισθητικής, βρέθηκε μία μεταβατική φόρμουλα ώστε οι φαρμακευτικές εταιρείες και βιομηχανίες να μην αιχμαλωτίζουν τους βαρέως πάσχοντες, προκειμένου να εξασφαλίσουν αυτά που τους χρωστάνε τα δημόσια νοσοκομεία, επειδή τα ταμεία τους είναι άδεια.

Τραβάμε την κουρτίνα: Το μνημόνιο, όπως εφαρμόστηκε, έφερε το σύστημα δημόσιας υγείας σε κατάσταση διάλυσης. Όχι, δεν μπορεί ο νοσοκομειακός γιατρός να ανταπεξέλθει στο λειτούργημά του με έναν μισθό ντροπής. Δεν επαρκεί το νοσηλευτικό προσωπικό για να εξασφαλιστούν συνθήκες αξιοπρέπειας για τους νοσηλευόμενους. Είναι απαράδεκτο να μη βρίσκει όποιος χρειάζεται κρεβάτι στην εντατική και ασθενοφόρο στην ώρα του. Είναι ένδειξη πολιτισμικής καθυστέρησης να μην υπάρχουν ψηφιακοί μαστογράφοι παντού, σε όλη την επικράτεια, και να αναγκάζεται κανείς να βάλει μέσο (τι μοναδική έκφραση κι αυτή!) για να βρει ραντεβού σε χρόνο που δεν θα θέτει σε κίνδυνο την υγεία του.

Λίγο μακρύτερα: Η διάλυση του συστήματος υγείας δεν συντελέστηκε στα χρόνια του μνημονίου, απλώς ολοκληρώθηκε την τελευταία διετία. Προηγήθηκαν δεκαετίες κακοδιαχείρισης, διαφθοράς και διοικητικού ανορθολογισμού –σε καιρούς ευημερίας και προοπτικής καλύτερων ημερών. Το πάρτι ήταν οργιώδες και παγκοσμίου φήμης. Δεν υπήρχε ηλεκτρονική συνταγογράφηση, ούτε καν λογιστικός έλεγχος στα δημόσια νοσοκομεία. Η απόλυτη αναρχία στη διαχείριση των οικονομικών τους, δημιουργούσε τις τέλειες συνθήκες για να παιχτεί το μεγάλο παιχνίδι της μίζας, της ρεμούλας και της αρπαχτής. Εικονικές προμήθειες, υπερτιμολογήσεις, σπατάλη και συναλλαγή πάνω σε ταλαιπωρημένα σώματα με ανάγκη θεραπείας. Ο γιατρός λαδωνόταν για να γράφει πανάκριβα φάρμακα χωρίς λόγο, ο διευθυντής της κλινικής λαδωνόταν για να παραγγείλει αναλώσιμα που δεν χρειάζονταν, αγοράζονταν μηχανήματα που δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ και οι αποθήκες γέμιζαν αντικείμενα που πληρώθηκαν για να κινηθεί το μαύρο χρήμα και να στηθεί η κομπίνα που κόστισε πολλά-πολλά δις επαχθούς χρέους.

Και στο βάθος, ένα σύστημα υγείας απολύτως ταξικό: Οι έχοντες έβρισκαν και βρίσκουν πάντα αυτό που χρειάζονται, οι μη έχοντες δυσκολεύονταν και δυσκολεύονται, κάποιες φορές μέχρι το τέλος (τους).

Οι ευθύνες έχουν ονοματεπώνυμο. Συγκεκριμένοι υπουργοί Υγείας έκαναν συγκεκριμένο έργο. Συγκεκριμένα κόμματα και βουλευτές έκαναν τα στραβά μάτια, ανέχθηκαν ή συγκάλυψαν τη μεγάλη διαχρονική απάτη. Και βέβαια, στους κρίκους αυτής της βρώμικης αλυσίδας, δεν θα βρει κανείς μόνο αδίστακτους κερδοσκόπους και εξωνημένους πολιτικούς, αλλά και απλούς εργαζόμενους, που πήραν μέρος στη γιορτή, έφαγαν και ήπιαν όσο μπορούσαν, χωρίς κανέναν ενδοιασμό και φυσικά χωρίς τιμωρία.

Η κατάσταση στο χώρο της υγείας δεν αποτέλεσε ποτέ μείζον πολιτικό διακύβευμα, δεν πυροδότησε λαϊκές κινητοποιήσεις, ούτε κινήματα «δεν πληρώνω», δεν προκάλεσε κοινωνικές εντάσεις, ούτε συγκεντρώσεις «Αγανακτισμένων» έξω από τη Βουλή.

Μια χώρα στην οποία οι καρκινοπαθείς πρέπει να πληρώσουν για τα φάρμακα, είναι τελειωμένη –σε συνθήκες ευρώ ή σε συνθήκες εθνικού νομίσματος. Μια χώρα στην οποία αποτελεί είδηση η εξομάλυνση της χορήγησης φαρμάκων σε βαρέως πάσχοντες, βρίσκεται στη διαδικασία της καθόδου προς το τέλος. Και μια χώρα που δεν αναρωτήθηκε ποτέ στα σοβαρά γιατί η σωτηρία της ανθρώπινης ζωής, της δικής μας και των άλλων, τιμολογείται, έχει ελάχιστες πιθανότητες να αντιληφθεί γιατί έπεσε στα σαγόνια των αγορών, γιατί δέθηκε στο μνημόνιο και γιατί η απελευθέρωσή της μπορεί να μη φέρει άνεμο δροσιάς, αλλά το λίβα της καταστροφής.

Με έναν τρόπο, έχει δίκιο ο ΣΥΡΙΖΑ: Το δόγμα «ανήκουμε στη Δύση», είναι –και ήταν πάντα- παρωχημένο.