Νέος χάρτης Πανεπιστημίων

Θεόδωρος Παπαθεοδώρου 03 Αυγ 2022

 Τα αποτελέσματα (και) των φετινών πανελλαδικών εξετάσεων ανέδειξαν τις χρόνιες παθογένειες της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Πρόκειται για παθογένειες διαπιστωμένες, τεκμηριωμένες σε χιλιάδες σελίδες αναλύσεων και εκθέσεων, οι οποίες όμως περιέργως μακροημερεύουν και αναπαράγονται σε βάρος της ποιότητας της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και κυρίως πλήττουν τα συμφέροντα των παιδιών που θέλουν να επενδύσουν στη γνώση για το μέλλον τους.

Επιβεβαιώθηκε και φέτος ότι η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής είναι το σύμπτωμα και όχι η αιτία της υποβάθμισης πολλών Τμημάτων και Σχολών: 124 Τμήματα ΑΕΙ έχουν εισακτέους με βαθμολογία χαμηλότερη από 10.000 μόρια, 13 Τμήματα έχουν λιγότερους από 10 εισακτέους (Τα ΝΕΑ, 29/7/2022), ενώ ένα Τμήμα δεν θα έχει κανέναν πρωτοετή φοιτητή. Ταυτόχρονα σε πολλά Τμήματα περιφερειακών Πανεπιστημίων με 30 έως 50 εισακτέους δεν θα παραμείνουν ούτε οι μισοί, μετά τις μετεγγραφές των φοιτητών σε άλλα ΑΕΙ. Τέλος, εκατοντάδες Τμήματα  μείωσαν φέτος  τη βάση εισαγωγής τους για να προσελκύσουν περισσότερους φοιτητές και παρόλα αυτά επελέγησαν από ακόμα λιγότερους υποψηφίους σε σχέση με την περσινή χρονιά,  ενώ τελικά έντεκα χιλιάδες θέσεις εισακτέων έμειναν κενές. Προφανώς όλα τα παραπάνω δεδομένα θέτουν  άμεσα ζητήματα βιωσιμότητας και  λειτουργίας πολλών Τμημάτων και Σχολών των ΑΕΙ, όπως και ζητήματα ποιότητας των παρεχόμενων σπουδών. Οι επιλογές των υποψηφίων δείχνουν την κατεύθυνση των αναγκαίων αλλαγών, αλλά τα πανεπιστήμια παραμένουν συχνά εγκλωβισμένα σε ακατάλληλα ή/και παρωχημένα σχέδια στρατηγικής και ανάπτυξης. Νομίζω ότι πλέον πρέπει να δούμε την αλήθεια κατάματα και να προχωρήσουμε τώρα στην ριζική αναμόρφωση του ακαδημαϊκού χάρτη, με πολιτικό θάρρος, ευθύνη και όραμα για το μέλλον της νέας γενιάς. Η πεποίθηση ότι έχουμε πολύ καλά δημόσια Πανεπιστήμια δεν αρκεί για να συγκαλύψει τα προβλήματα.

Σήμερα στην Ελλάδα λειτουργούν 24 Πανεπιστήμια με 427 Τμήματα σε πενήντα πέντε πόλεις. Όλα τα Πανεπιστήμια έχουν αξιολογηθεί με τις διαδικασίες που προβλέπονται από τη νομοθεσία, έχουν διαπιστωθεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματά τους και  εντοπισθεί οι αδυναμίες και οι ελλείψεις τους. Μετά την ασυνάρτητη, απαράσκευη και καταστροφική για την τεχνολογική τριτοβάθμια εκπαίδευση πολιτική ενοποίησης ΑΕΙ και ΤΕΙ από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, σε πολλά Πανεπιστήμια, κεντρικά και περιφερειακά υπάρχουν Τμήματα με κατακερματισμένα (επιμέρους) γνωστικά αντικείμενα, με ομοειδή επιστημονικά αντικείμενα σε δύο και τρία Τμήματα που εδρεύουν σε διαφορετικές πόλεις και εντάσσονται σε διαφορετικές Σχολές, με προγράμματα προπτυχιακών σπουδών που μερικές φορές αντιστοιχούν σε κατεύθυνση ενός μεταπτυχιακού, με πτυχία χωρίς επαγγελματικές προοπτικές και αποσυνδεδεμένα συχνά από την αγορά εργασίας. Ο σημερινός χάρτης των Τμημάτων είναι αδιανόητα παράλογος. Και οι φοιτητές σε αυτά, τι μέλλον έχουν;

Το μοντέλο ακαδημαϊκής ανάπτυξης των δεκαετιών του 1990 και του 2000 έχει πλέον εγκαταλειφθεί σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες πλην της Ελλάδας. Η σύγχρονη κατεύθυνση είναι η ανασυγκρότηση του ακαδημαϊκού χάρτη, οι συγχωνεύσεις/καταργήσεις σημαντικού αριθμού  των τεχνητά κατακερματισμένων Τμημάτων και Σχολών με άξονα τα μεγάλα, διεθνώς αναγνωρισμένα επιστημονικά αντικείμενα, η επικέντρωση σε ισχυρές Σχολές, η μείωση της διασποράς των ακαδημαϊκών μονάδων ανά την επικράτεια, η συνένωση δυνάμεων του ακαδημαϊκού κεφαλαίου και η ενίσχυση της ορατότητας και πιστοποίησης των πτυχίων. Χρειάζεται, παράλληλα, η ανασυγκρότηση των σημερινών ΑΕΙ γύρω από μεγάλους πανεπιστημιακούς πόλους και ανασχεδιασμός των τμημάτων και σχολών τους.

Για όλα τα παραπάνω πρέπει να συγκρουστούμε με τον «κακό εαυτό μας», την ακαδημαϊκή αδράνεια (μόνο το Πανεπιστήμιο Πατρών τόλμησε συγχωνεύσεις), το πολιτικό κόστος των αλλαγών, τον κομματικό οπορτουνισμό, τους «τοπάρχες» που κλείνουν δρόμους και διαρρηγνύουν επικοινωνιακά τα πολιτικά ιμάτιά τους, τη λογική του «θα περάσετε πάνω από το πτώμα μας». Πιστέψτε με, μπορούμε, γιατί αξίζει αυτή η μάχη για να κερδίσει το μέλλον που της αξίζει η νέα γενιά!

Το άρθρο δημοσιεύεται στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ

Πηγή: www.tanea.gr