Ένας μισοπνιγμένος ναυαγός παλεύει να βγει στη στεριά. Παρακολουθούμε την απελπισμένη του προσπάθεια να φτάσει στην ακτή. Κάποια στιγμή, τα καταφέρνει, σωριάζεται στην άμμο και ανασηκώνει το κεφάλι για να προφέρει, τη σημαντικότερη και ίσως και την τελευταία φράση του: «Είναι … -το Monty Python’s Flying Circus».
Είναι 11 το βράδυ, 5 Οκτωβρίου του 1969 και στις οθόνες του BBC προβάλλεται το πρώτο επεισόδιο της σειράς που έμελλε να αλλάξει την κωμωδία στην τηλεόραση. Το επεισόδιο τιτλοφορείται «Whither Canada?» και προκαλεί σκάνδαλο στη συντηρητική βρετανική κοινωνία αφού σατιρίζει πολλά από τα πρότυπα της εποχής. Οι αντιδράσεις, από τηλεθεατές, μερίδα του τύπου, αλλά και τμήμα της πολιτικής ηγεσίας, πάμπολλες. Το BBC ωστόσο αρνείται να κόψει την εκπομπή ή να παρέμβει στη δημιουργία της. Κι έτσι ο «ναυαγός» Michael Palin, μαζί με τα φιλαράκια του, τους Terry Jones, Graham Chapman, John Cleese, Terry Gilliam και Eric Idle βασικά, συνεχίζουν για τέσσερα χρόνια τις ανατροπές, μέσω του απίστευτου χιούμορ τους, των κοινωνικών στερεοτύπων, προσφέροντας άφθονο γέλιο μέχρι και σήμερα.
Και το ερώτημα ανακύπτει αυθόρμητα: θα μπορούσε σήμερα να υπάρξει μια τέτοια «ανίερη» εκπομπή όπως το Flying Circus; Πολύ αμφιβάλλω. Φοβάμαι ότι εκκινώντας από τον νέο-μακαρθισμό του Τραμπ, που σιγά-σιγά βρίσκει μιμητές σε διάφορα ημιαυταρχικά ή καθαρά αυταρχικά καθεστώτα σε συνδυασμό με τις διάφορες μορφές που κατά καιρούς παίρνουν οι διάφορες μορφές cancel περνώντας από τις διαδοχικές κρισάρες των ποικίλλων «ορθοτήτων», θα έχανε και το χιούμορ και την ανατρεπτική ουσία της. Πράγμα που μας οδηγεί στο «δίδυμο» μιας θεσμοποιημένης λογοκρισίας από τη μία και μιας «εσωτερικευμένης απαγόρευσης» από την άλλη. Συνδυασμός που περιγράφεται εναργέστατα στο «Όνομα του Ρόδου» του Έκο.
Θεωρώ περιττό να αναφερθούμε σε μια σειρά από άλλους συγγραφείς ή φιλοσόφους που έχουν ασχοληθεί με το χιούμορ και τον απελευθερωτικό χαρακτήρα του -από τον Ραμπελαί («Το γέλιο είναι σημάδι της ανθρώπινης ελευθερίας» και τον Μαρκ Τουέιν («Το ανθρώπινο είδος έχει ένα μοναδικό όπλο: το γέλιο», από τον Όργουελ («Κάθε αστείο είναι μια μικρή επανάσταση») μέχρι τον Κούντερα («Το γέλιο είναι η αλήθεια που δεν μπορεί να ειπωθεί αλλιώς»). Και ας περιοριστούμε μόνο στην άποψη του Μιχαήλ Μπαχτίν, που υποστήριζε πως «Το γέλιο είναι βαθιά φιλοσοφικό· είναι η γλώσσα του λαού, η γιορτή της ελευθερίας», συμπληρώνοντας πως «Ακόμη και το βέβηλο γέλιο του καρναβαλιού δεν καταστρέφει, αλλά ανανεώνει. Δεν είναι αρνητικό, αλλά θετικά δημιουργικό. Είναι η γέφυρα ανάμεσα στο παλιό και το νέο».
Γιατί, εντέλει, το ευφυές χιούμορ και το υγιές γέλιο δεν είναι αντίστοιχο με το «κάνω πλάκα» για να «ξεχνάω τα βάσανα μου -και να υποβαθμίζω τα βάσανα του κόσμου» -όπως ορισμένοι εμμονικοί θέλουν να μας πείσουν. Αντιθέτως -και προστρέχοντας τη φορά αυτή στον Φρόιντ- το χιούμορ είναι μια ανώτερη μορφή άμυνας απέναντι στην οδύνη, ενώ το αστείο λειτουργεί ως βαλβίδα για καταπιεσμένες ενστικτώδεις ορμές, όπως εκείνες της επιθετικότητας και του θανάτου.
Το λένε και οι Μόντυ Πάιθον, άλλωστε.