Τέρμα τα ψέματα- Στο δια ταύτα

Παύλος Σιλβιστόπουλος 19 Ιουλ 2016

Η ιστορία της δημιουργίας του νέου κόμματος της λεγόμενης Κεντροαριστεράς δεν είναι πρόσφατη. Ξεκινά, ουσιαστικά, από τις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ το 2007, όταν οι “εκσυγχρονιστές” απέτυχαν να επικρατήσουν στη διεκδίκηση της προεδρίας του Κινήματος. Εκείνη την περίοδο κυοφόρησε η σκέψη περί δημιουργίας ενός νέου φορέα που θα είχε ως βάση στελέχη που στήριξαν τον Βαγγέλη Βενιζέλο στις εκλογές. Ο τοκετός «διεκόπη» λόγω της άτυχης συγκυρίας- ναι, συμβαίνει και στα καλύτερα σπίτια- αλλά, ίσως, και λόγω της έλλειψης τόλμης σε συνδυασμό με την επιθυμία πλεύσης στα σίγουρα νερά του πράσινου ήλιου.  Δικαιωμένος, λίγα χρόνια αργότερα, ο ΒΒ ανέλαβε την προεδρία του ΠΑΣΟΚ και από τη θέση αυτή προσπάθησε να δώσει νέα πνοή στο Κίνημα. Πίστευε, άλλωστε, ότι το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε ανακάμψει, όταν η χώρα έμπαινε σε τροχιά ανάπτυξης.

Με τη δημιουργία της κίνησης των 58, αλλά και το εγχείρημα της Ελιάς, το ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να πετύχει μ’ έναν σμπάρο δυο τρυγόνια. Την ανάστασή του από τη μια και, από την άλλη, την ανασύσταση του χώρου της κεντροαριστεράς.

Αυτές ήταν κινήσεις στις οποίες πάντα κυριαρχούσε το ΠΑΣΟΚ, με τα γνωστά εσωκομματικά προβλήματα αλλά και με την άκαμπτη δομή του. Φωνές φίλιες του ΠΑΣΟΚ, που έκαναν λόγο για την αυτοδιάλυσή του, έμειναν στο περιθώριο, παρόλο που έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην δημιουργία του Νέου και Ενιαίου, ή του Τρίτου Πόλου, όπως πολλοί πλέον τον χαρακτήριζαν.

Είναι, πλέον, παραδεκτό απ’όλους ότι η έκβαση των εγχειρημάτων της σύνθεσης του χώρου με κύριο μοχλό το ΠΑΣΟΚ έχει παταγωδώς αποτύχει. Εκτός, βέβαια, από κάποιους νεαρούς wannabe πολιτικούς των κοινωνικών δικτύων κι έναν πολιτικό αρχηγό κόμματος του 0,2%.

Στο ίδιο έργο θεατές βρισκόμαστε και τώρα. Το Νέο και Ενιαίο, το μεταρρυθμιστικό κέντρο – την κεντροαριστερά ας τη χαρίσουμε επιτέλους στον ΣΥΡΙΖΑ – περνάει πάλι μέσα από τις διαδικασίες τύπου ΠΑΣΟΚ. Μόνο που αυτή τη φορά υπάρχει κι άλλος παίκτης και μάλιστα κοινοβουλευτικός. Μην παρασύρεστε από τα χαμηλά ποσοστά των δημοσκοπήσεων -είναι κάτι άλλο που κάνει το ΠΟΤΑΜΙ σημαντικό παράγοντα κι αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από την αντίληψη και τον αέρα που αποπνέει αυτό το ευρωπαϊκό, καθαρό, μεταρρυθμιστικό κίνημα.

Χωρίς βαρίδια του παρελθόντος, ελεύθερο από συντεχνιακά συμφέροντα, με φρέσκο έμψυχο δυναμικό και κυρίως με συγκεκριμένες προτάσεις για τα προβλήματα του τόπου. Γι΄αυτό ακριβώς το ΠΟΤΑΜΙ θα ήταν πολύ χρήσιμο για ένα facelift του ΠΑΣΟΚ, που θα οδηγούσε ακόμα μια φορά στο ΠΑΣΟΚ PLUS, όπως άλλωστε έγινε με τη ΔΗΜΑΡ. Μόνο που ο επικεφαλής του ΠΟΤΑΜΙΟΥ λέει κάτι άλλο από το «θέλω την πρώτη θέση στο επικρατείας για να συνεργαστούμε». Τι λέει, λοιπόν, ο Σταύρος Θεοδωράκης?  Τι λέει ο άνθρωπος που δεν επιθυμεί να παραμείνει με το ζόρι στο πολιτικό προσκήνιο, προκειμένου να απολαμβάνει οφίτσια και δημοσιότητα;

Άμεση ανάδειξη του επικεφαλής του νέου φορέα από την κοινωνία, αρκεί να ψηφίσουν 200.000 και όχι 20.000 -να υπάρχει μια μαζικότητα, μια καθολική συμμετοχή των πολιτών- και, το αυτονόητο, αυτοδιάλυση όλων των κομμάτων που θα συμμετάσχουν στην ίδρυση του νέου κόμματος.

Χρειάζεται, με λίγα λόγια, ένα ΣΟΚ που θα ταρακουνήσει τα νερά στο πολιτικό σύστημα. Αυτό γιατί οποιαδήποτε κίνηση που δεν περιλαμβάνει την αυτοδιάλυση των υφιστάμενων δομών του παλαιοκομματισμού είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Πόσες Ελιές θα χρειαστεί ακόμα να φυτέψουμε, πόσους 58 να μετρήσουμε, πόσες παρατάξεις και συμπαρατάξεις να σκαρφιστούμε, για να κατανοήσουμε ότι η κοινωνία τις βλέπει απλώς σαν μια προσπάθεια διατήρησης του παλαιού, πελατειακού, μικροκομματικού συμφέροντος. Μια επικράτηση μηχανισμών και προσώπων που βολεύονται με 10 βουλευτές και αν τύχει και με 2-3 υπουργούς. Πόσες επιτροπές, πόσες συζητήσεις σε αμφιθέατρα, πόσα τραπέζια πρέπει ακόμα να οργανώσουμε προκειμένου να  βγάλουμε άκρη με το τι πρέπει να γίνει; Αυτά τελείωσαν, έχουν κριθεί κι έχουν αποτύχει. Οτιδήποτε άλλο είναι εκ του πονηρού ή βασίζεται σε συναισθηματισμούς για περασμένα μεγαλεία.

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι σε όλη αυτήν την προσπάθεια που προηγήθηκε όλα αυτά τα χρόνια, τα βασικά προβλήματα ήταν δύο: να βρεθεί ο Ένας Ηγέτης και να ξεπεραστεί η χρονοκαθυστέρηση. Η πρόταση το ΠΟΤΑΜΙΟΥ βάζει τέλος στη φλυαρία που καλλιεργήθηκε και ρίζωσε βαθιά όλα αυτά τα χρόνια στα χωράφια της λεγόμενης κεντροαριστεράς. Επίσης, αναδεικνύει τον Έναν. Αυτόν ή αυτήν που θα βάλει μπροστά τη δημιουργία του Νέου και Ενιαίου κόμματος, βάζοντας ταυτόχρονα τέλος στις μάταιες προσπάθειες τόσων ετών. Σύμμαχος ουσιαστικός θα είναι το πόρισμα της Επιτροπής Διαλόγου για τις θέσεις που θα καταθέσει στην κοινωνία ο νέος φορέας. Αυτές θα πρέπει να κοινωνήσει ο νέος ηγέτης του Κέντρου. Εδώ θέλει προσοχή, γιατί στην κατάσταση που έχει βρεθεί η ελληνική κοινωνία δεν μετράει μόνο τι λέει κάποιος, αλλά κυρίως ποιος το λέει. Είναι θέμα αξιοπιστίας του προσώπου.

Θα πρέπει, λοιπόν, ο νέος-νέα πρόεδρος να πείσει τους πολίτες ότι εννοεί αυτά που λέει και ότι είναι ικανός να τα εφαρμόσει. Να φροντίσει να δώσει όραμα στο λαό, να μιλήσει για τα χαμηλά στρώματα, τους μη προνομιούχους Έλληνες (στους οποίους πλέον συμπεριλαμβάνεται και η μεσαία τάξη), τους ανθρώπους της εργασίας και του μόχθου, τους νέους πτυχιούχους. Να δώσει ιδιαίτερη σημασία στην έρευνα και την τεχνολογία, την ναυτιλία, τον τουρισμό, την αγροτιά, το εμπόριο, την υγεία και την παιδεία μας. Όχι με όρους του παρελθόντος, αλλά με καθαρές και πρακτικές λύσεις βασισμένες στα νέα δεδομένα της οικονομικής κατάστασης της χώρας. Ας ξεκινήσει με τα μικρά και καθημερινά για να φτάσει στα μεγάλα και τα μελλοντικά. Να φροντίσει όλο αυτό το «αφήγημα» να έχει ιδέες που να είναι “κατοικήσιμες” στο μυαλό και την ψυχή των Ελλήνων. Να παραδεχθεί ότι η Ελλάδα όπως την ξέραμε τελείωσε και ότι πρέπει να ξεκινήσουμε από την αρχή, θέτοντας νέες βάσεις και συμφωνώντας σε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για την πατρίδα. Αλλά, πάνω απ’ όλα, ο νέος ηγέτης πρέπει να ενώσει έναν λαό που είναι διχασμένος εξ αιτίας των ψευτοδιλημμάτων που του φόρτωσαν ορισμένοι προκειμένου να υφαρπάξουν την εξουσία.

Αυτό το στοίχημα είναι το πιο σημαντικό και το πιο χρήσιμο, εάν θέλουμε ως σύνολο, ως λαός, να αποφασίσουμε ποιοι είμαστε και πού θέλουμε να πάμε. Όποιος ηγέτης κατορθώσει να πετύχει τα παραπάνω θα καταγραφεί στην ιστορία όχι απλά ως μεγάλος, αλλά, ως αυτός που κατάφερε   να πάρει απο το χέρι μια διχασμένη και καταθλιπτική χώρα και να την οδηγήσει  σε δρόμους ευημερίας και εθνικής περηφάνιας.

Γιατί, τελικά, αυτό μετράει σ’ έναν πολιτικό είναι να καταγραφεί  στην ιστορία ως ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ και ΧΡΗΣΙΜΟΣ για τον τόπο του.