Επιμένοντας στο καλό σενάριο

Δημήτρης Καλουδιώτης 13 Οκτ 2012

Αυτά τα δύσκολα χρόνια της κρίσης, είμαι από εκείνους που ισχυρίζονται ότι δεν τίθεται θέμα απόφασης, της όποιας ευρωπαϊκής ηγεσίας, για έξοδο της χώρας από το Ευρώ και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Σπεύδω να προσθέσω: εκτός αν μετ’ επιτάσεως το θέμα τεθεί από μας τους ίδιους σε τέτοιο βαθμό, ώστε να επιτρέπει στις ευρωπαϊκές ελίτ να ομιλούν περί αυτοκτονικού ιδεασμού. Ακόμα και τότε… Μέχρι του σημείου να θεωρώ ότι είναι πιο πιθανή η διάλυση της Ευρωζώνης…

Όντως, τα γεγονότα των τελευταίων μηνών, μαρτυρούν πως ο πάτος του βαρελιού προσεγγίζεται και σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Και ίσως δεν έχουν άδικο πολλοί αναλυτές όταν μιλούν για τεκτονικές ανακατατάξεις στην παγκόσμια σφαίρα. Οι προσπάθειες της Μέρκελ και των άλλων Ευρωπαίων ηγετών για αλλαγή πλεύσης, εντάσσονται στο διεθνές κλίμα και εκ των πραγμάτων, έχουν στρατηγικό, ευρωπαϊκό και εθνικό χαρακτήρα.

Αλλά μιλώντας στο πλαίσιο ενός σημειώματος το ερώτημα που τίθεται είναι: Μετά την επίσκεψη και της Μέρκελ, τι μπορούμε, στο δικό μας εθνικό επίπεδο, να κάνουμε, ελπίζοντας σε ευνοϊκές ευρωπαϊκές εξελίξεις;

Η επίσκεψη της Μέρκελ, ας σημειωθεί, ήταν και αποτέλεσμα μιας καλύτερης διαχείρισης του προβλήματος αξιοπιστίας προς την ΕΕ από την τρικομματική κυβέρνηση (ας μην ξεχνάμε και τις πολιτικές συγγένειες). Σε αντίθεση με τη διετία Παπανδρέου, η οποία δεν εξέπεμπε στοιχειώδες μήνυμα…

Το γεγονός της επίσκεψης έδωσε πολιτικό χρόνο στην κυβέρνηση. Έρχεται στο νου η επίσκεψη Κλίντον το 1999. Τότε, η κυβέρνηση Σημίτη κέρδισε πολιτικό χρόνο, για να μην πω ,υπερβάλλοντας, και τις εκλογές του 2000. Τώρα βέβαια, δεν υπάρχει διαθέσιμος τόσος πολιτικός χρόνος. Αύριο όλα μπορεί να είναι χειρότερα.

Και τότε πάλι, η αναχρονιστική Αριστερά έκανε ό,τι ήταν δυνατόν με τις επαναλαμβανόμενες (σε μορφή και περιεχόμενο) κινητοποιήσεις, να περιορίσει το εύρος της σημασίας εκείνης της επίσκεψης. Ήταν, όπως και η προχθεσινή, μια μάχη οπισθοφυλακών, παρά τις προσπάθειες δημιουργίας εντυπώσεων και τα συνήθη ευτελή (και φασίζοντα) ευτράπελα.

Αλλά υπάρχουν και ουσιώδεις διαφορές. Τότε, το λεγόμενο μαζικό κίνημα κινούνταν με όρους κυριαρχίας και μεσοβασιλείας, τουλάχιστον των μεσοστρωμάτων του Δημοσίου τομέα, παρά τη διαρκή ρητορεία περί λιτότητας. Τώρα, αντίθετα, στις ίδιες τις εκδηλώσεις φαίνεται να κυριαρχεί μια φθινοπωρινή μελαγχολία. Οι πολίτες αισθανόμαστε προ του βαράθρου και είμαστε πιο έτοιμοι να ακούσουμε έστω και δύσκολες προτάσεις επιστροφής στο μέλλον. Είναι μια αίσθηση που αγγίζει σημαντικά τμήματα του πληθυσμού και άλλα που τώρα ξεκινούν. Τότε, ο δικομματισμός φάνταζε ισχυρός και η Αριστερά ακολουθούσε το πάρτι της ευρύτερης διακομματικής νομενκλατούρας, εν ονόματι υποτίθεται των πιο αδύναμων… Τώρα, ένα τμήμα αυτής της αναχρονιστικής Αριστεράς, το ΚΚΕ, με μια συμβολική κίνηση αποχώρησης, κατέθεσε και την δική του αδιέξοδη αίσθηση. Το δε άλλο τμήμα της, που κινδυνολογεί με όρους παρελθόντος, ο ΣΥΡΙΖΑ, αν και δυσκολεύεται, όλο και περισσότερο συνειδητοποιεί ότι η επανάληψη της ιστορίας (του ΠΑΣΟΚ το 1987) μπορεί και να είναι φάρσα. Τώρα προστέθηκε και το αυτονομημένο τμήμα της φασιστικής και αναχρονιστικής Δεξιάς, το οποίο επιδεικνύει ένα άλλο, παρακμασμένο επίσης, δυναμισμό.

Η κυβέρνηση σπεύδει -και καλά κάνει- να νομοθετήσει τις 89 (να μην πω 589) εκκρεμότητες που επίμονα ζητά η τρόικα, η οποία εξακολουθεί να κινείται με τους κεκτημένους όρους δυσπιστίας. Ενσωματώνοντας και τις αντιφάσεις του ευρωπαϊκού συστήματος. Είναι αναγκαίο και θα νομοθετηθούν οι συμφωνίες, αλλά το ικανό είναι η προσπάθεια υλοποίησής τους. Έστω κάποιων από αυτές. Και η υλοποίηση περνά από την επικοινωνία και τη συνεργασία με τους πολίτες. Στην προσπάθεια υλοποίησης θα φανούν και πάλι οι μεγάλοι σκόπελοι, που χωρίς το ξεπέρασμά τους, η χώρα δεν μπορεί να επιβιώσει: Η λειτουργία κράτους δικαίου και η εμπέδωση αισθήματος ασφάλειας, η διαχείριση του μεταναστευτικού, εν τέλει η «επανασύσταση» της Δημόσιας διοίκησης, η πάταξη της φοροδιαφυγής. Η αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος.

Η ιεράρχηση της υλοποίησης θα είναι το πρώτο βήμα ότι η κυβέρνηση (παρά τις δυσκολίες συνοχής και αποτελεσματικότητας), κατανοεί και το ελάχιστο πολιτικό κεφάλαιο που κέρδισε και την ανάγκη αυτό να ξοδευτεί με προτεραιότητες τελείως διαφορετικές από τις ως τώρα. Ο δρόμος είναι μακρύς και αβέβαιος. Απλώς, κάποια πυγολαμπίδα διαφαίνεται κάπου μακριά…