Η πολιτική κρίση της Γαλλίας, τα προβλήματα του Μακρόν και του μακρονισμού, αποτελούν μια καλή εικονογράφηση των γενικότερων δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι δυτικές δημοκρατίες. Λέω εικονογράφηση γιατί προφανώς κάθε τέτοια κρίση έχει εθνικά χαρακτηριστικά και αιτίες, ταυτόχρονα όμως δίνει στις αδρές της γραμμές, τη γενικότερη εικόνα μιας εποχής.
Οι μορφές της κρίσης έχουν ως επίκεντρο μια οξεία πολιτική πόλωση που διαφέρει αναλόγως των εθνικών συνθηκών. Στις ΗΠΑ εκδηλώθηκε ριζοσπαστικοποιώντας τη δομή του καθιερωμένου διπολισμού ρεπουμπλικάνοι-δημοκρατικοί. Στη Γαλλία η δομή της πόλωσης ήταν τριπολική δεξιά-κέντρο-αριστερά, αλλά στην παρούσα πολιτική κατάσταση αριστερά και δεξιά συμπλέουν εναντίον του «κέντρου». Κατά τούτο η εικόνα είναι συγγενέστερη στα δικά μας.
Ανεξαρτήτως πάντως της ιδιαίτερης εθνικής έκφρασης υπάρχουν ευδιάκριτα κοινά φαινόμενα εξαιρετικά επικίνδυνα. Εξού και μιλάμε όλο και περισσότερο για democratic backsliding (υποχώρηση της δημοκρατίας) διεθνώς και στον δυτικό κόσμο. Υπόσκαψη του δημοκρατικού ήθους, περίσσεμα πολιτικού κυνισμού, εχθροπάθειας και κοινωνικής ανομίας, σχεδόν αυτοτελής συναισθηματική πόλωση που επιδιώκει να απαξιώσει ηθικά τον αντίπαλο. Η εμπιστοσύνη στους δημοκρατικούς θεσμούς αδυνατίζει μαζί και η αίσθηση ενός ελάχιστου έστω εθνικού ή δημόσιου συμφέροντος. Έτσι θεριεύει η συνωμοσιολογία είτε «αντικαπιταλιστικής» χροιάς, είτε αντιδραστικού εθνικισμού είτε ψεκασμένου και αντιεπιστημονικού ανορθολογισμού.
Σε αυτό το σκηνικό υπάρχουν ηττημένοι και νικητές. Γενική είναι η υποχώρηση των «μεγάλων ιδεολογιών» της νεωτερικότητας που είχαν στο επίκεντρο τις αξίες της οικουμενικότητας, της ελευθερίας, της ατομικότητας και της πνευματικότητας. Συνακόλουθα, σε δυσκολία βρίσκονται τα κατεστημένα κόμματα είτε τα συντηρητικά, είτε τα σοσιαλδημοκρατικά, τα φιλελεύθερα ή τα δημοκρατικά αριστερά που πρέσβευαν ή πρεσβεύουν αυτές τις «μεγάλες ιδεολογίες». Πέρα από τις διαφορετικές ιστορικές τροχιές τους αυτές οι παρατάξεις συγκρότησαν μεταπολεμικά τον ευρύ πλειοψηφικό κορμό των δυτικών δημοκρατιών. Αυτός ο κορμός που εξασφάλιζε τη ζωτικότητα της δυτικής δημοκρατίας σήμερα υποχωρεί, υποσκάπτεται και λοιδορείται από τα αριστερά και δεξιά άκρα. Αντιμετωπίζονται σαν ένα πλαδαρό κέντρο που μένει δέσμιο του παρελθόντος και ενός status quo που δεν αντέχει πια, που βρίσκεται παγιδευμένο μεταξύ της υποχρέωσης να δείχνει κυβερνητική υπευθυνότητα και ορθολογισμό την ώρα που η κοινωνία είναι αλλού, οργισμένη μεν χωρίς όμως και αυτή να ξέρει πού θέλει να πάει.
Αντιθέτως, νικητές σε αυτή τη φάση είναι κατά κανόνα οι λαϊκιστές και ο αυταρχισμός. Όχι γιατί είναι αποτελεσματικότεροι, αλλά γιατί ανταποκρίνονται περισσότερο στο νέο πολιτικό κλίμα. Είναι υπαίτιοι αλλά και ωφελημένοι από την υποβάθμιση του πολιτισμού της Δημοκρατίας. Οι λαϊκιστές στην εξουσία δεν πετυχαίνουν πολλά αλλά αυτό δεν οδηγεί στην ήττα τους (βλέπε Τραμπ, Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία). Γιατί; Γιατί καλύπτουν άλλες ανάγκες που γεννά η κρίση και η αλλαγή εποχής. Ανάγκες ευρύτερες από τις οικονομικοκοινωνικές (ανισότητες, φτώχεια) με τις οποίες η Αριστερά εξηγεί την ήττα της και την άνοδο του δεξιού λαϊκισμού. Ανάγκες που έχουν μια ισχυρή ιδεολογική και ψυχολογική διάσταση. Γιατί οι δυτικές κοινωνίες δεν αντιμετωπίζουν μόνο οικονομικά και εισοδηματικά προβλήματα. Βιώνουν μια πολυδιάστατη πολιτική, πολιτισμική, αξιακή και οικονομική αβεβαιότητα, καθώς στη νέα εποχή χάνουν τα σταθερά και κεκτημένα σημεία αναφοράς που είχαν στις προηγούμενες δεκαετίες.
Γιατί όμως είναι ο ακροδεξιός λαϊκισμός / αυταρχισμός που κερδίζει στη Δύση– με μικρή εξαίρεση τη Νότια Ευρώπη. Γιατί η βασική ιστορική κοινωνιολογική αιτία της αλλαγής εποχής που ζούμε είναι η κρίση της φιλελεύθερης Παγκοσμιοποίησης των τελευταίων δεκαετιών, μαζί με τα συμπαρομαρτούντα: ακραίος οικονομισμός και ατομισμός, αλλαγή των γεωπολιτικών συσχετισμών. Η κρίση έφερε στην επιφάνεια ένα ακαθόριστο αίτημα «κοινότητας», και αναλόγως των εθνικών ιδιαιτεροτήτων μια αναθέρμανση της σημασίας του έθνους-κράτους, της φυλής, της θρησκείας ή όλων αυτών μαζί. Ήταν θεματικές και ιδεολογίες στις οποίες ο δεξιός αυταρχισμός και λαϊκισμός ανταποκρίθηκε πιο άμεσα - του ταίριαζαν άλλωστε. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι μια επιστροφή στο παρελθόν και στα ήδη γνωστά. Κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, η πυκνή αλληλεξάρτηση του Κόσμου θα συνεχιστεί, η τεχνολογική επανάσταση της καθημερινότητας επίσης, ενώ η ατομικότητα στη Δύση έχει σταθερά θεμέλια ώστε να υποταχθεί σε «κοινοτιστικές» υπερβολές. Αυτό που συμβαίνει είναι το ξεθώριασμα των παλιών καθιερωμένων ιδεολογικών-πολιτικών ταυτοτήτων και η υβριδική σύμπλεξή τους με νέες σε ασταθή ακόμα μείγματα. Ο «μακρονισμός» το διαισθάνθηκε, έκανε μια απόπειρα υπέρβασης του άξονα Αριστερά-Δεξιά, άτεχνα όμως όπως αποδείχτηκε. Ο αριστερόστροφος λαϊκισμός της Νότιας Ευρώπης επίσης ήταν μια ταυτοτική αλλαγή, αρκεί να ανατρέξουμε στο σύμπλεγμα ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ακόμα πιο επιδραστικός είναι ο «τραμπισμός» και η αυταρχική λαϊκιστική μετεξέλιξη του παραδοσιακού ρεπουμπλικανισμού.
Όμως η ενίσχυση του ακροδεξιού λαϊκισμού και αυταρχισμού δεν οφείλεται μόνο σε ιδεολογικούς λόγους. Η περίπτωση Τραμπ, μέσα από τα γκροτέσκα χαρακτηριστικά, αποκαλύπτει τη σημασία που έχει ο βολονταρισμός στο στιλ και στον λόγο του ευρύτερου αυταρχικού-λαϊκιστικού ρεύματος. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι αυτός ο βολονταρισμός μπορεί να θεωρηθεί σαν εκδοχή του «πρωτείου της Πολιτικής», ή αλλιώς, της πεποίθησης ότι η Πολιτική έχει τη δύναμη να δώσει σχήμα και να επιβάλει έναν προσανατολισμό στις άναρχες οικονομικές, κοινωνικές και διεθνείς διεργασίες.
Κάποτε το «πρωτείο της Πολιτικής» ήταν μεγάλο θεωρητικό και πρακτικό όπλο στη φαρέτρα της ιστορικής Αριστεράς. Εδώ και καιρό όμως έχει στομώσει καθώς ο οικονομισμός και ο καταναλωτισμός οδήγησαν τα κατεστημένα κόμματα στην πολιτική της διαχείρισης και των μικροεπισκευών. Είναι προφανές ότι υπό αυτό το πρίσμα, το «πρωτείο της Πολιτικής» ως θεωρητικό πλαίσιο είναι πολύ ισχυρότερο από την τρέχουσα έννοια των «μεταρρυθμίσεων», οι οποίες μπορεί να είναι αναγκαιότατες για την κοινωνία ή την χώρα, αλλά δεν καλύπτουν την πολιτική, ιδεολογική και ψυχολογική ανάγκη των ανθρώπων να βρουν μια πυξίδα στην εποχή των μεγάλων αναστατώσεων.
Τα καθιερωμένα κόμματα που κρατούν από τις «μεγάλες ιδεολογίες» της Νεωτερικότητας χρειάζεται να ξαναβρούν τον δικό τους οραματικό βολονταρισμό με στόχο να σφυρηλατήσουν μια νέα κοινωνική συνοχή, να δώσουν και πάλι ζωντάνια σε έναν πλειοψηφικό δημοκρατικό κοινωνικό κορμό που θα απαντήσει στις επιθέσεις του ανερχόμενου λαϊκισμού και αυταρχισμού. Έτσι κι αλλιώς έχουμε μπει σε μια φάση που θεμελιακά ζητήματα όπως δημοκρατία, ελευθερία, Ευρώπη, ειρήνη αποκτούν και πάλι μια βαριά πολιτική και ηθική σημασία. Σε αυτές τις συνθήκες, κερδίζει όποιος δείχνει να έχει τον βολονταρισμό και την οραματική ικανότητα να πείσει τους πολίτες ότι ξέρει προς τα πού θέλει να πάει, δίνοντας νέο περιεχόμενο και αξία, σε όσα θεμελίωσαν τη δυτική Δημοκρατία και τον δυτικό πολιτισμό.
Γιάννης Βούλγαρης
Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
Το άρθρο γράφτηκε πριν από την είδηση του θανάτου του Διονύση Σαββόπουλου. Μια απώλεια που κάνει το τοπίο να μικραίνει, να μικραίνει, και όλα τα άλλα γύρω, άρθρα και στατιστικές, φήμες και ψευτιές, να χάνουν βάρος και να έρχονται στα κιλά τους. Παλαιότερα στο φέρετρο ενός μεγάλου ποιητή ακούμπησε η Ελλάδα. Τώρα στο φέρετρο του σύγχρονου μεγάλου δικού μας ποιητή ακουμπάνε των Ελλήνων οι κοινότητες, πολλές και διαφορετικές, που φτιάχτηκαν όμως όλες στον γαλαξία της δικής του μουσικής. Και πώς αλλιώς; Για πάνω από εξήντα χρόνια μάς τραγούδησε και τον τραγουδήσαμε. Διονύσης Σαββόπουλος για πάντα. Με συγκίνηση. Kαι ευχαριστίες.
Πηγή: www.tanea.gr