Τα διακυβεύματα των εκλογών

Θόδωρος Σούμας 17 Μαϊ 2023

Για τη διαμόρφωση του τελικού αποτελέσματος των πρώτων και των δεύτερων βουλευτικών εκλογών, θα παίξει δυστυχώς καθοριστικό ρόλο το που θα διοχετευτούν οι σκληροπυρηνικές ακροδεξιές και νεοφασιστικές ψήφοι, δήθεν αντισυστημικές λόγω της αμορφωσιάς των αντίστοιχων ψηφοφόρων, της πρώην Χρυσής Αυγής και του ηγέτη της Κασιδιάρη. Εάν στις δεύτερες εκλογές θα συγκεντρωθούν σε ένα νέο κόμμα, που στη χειρότερη περίπτωση θα μπορούσαν να το σπρώξουν να μπει στη Βουλή, ή θα σκορπιστούν αναποτελεσματικά κι ανεπιτυχώς, κάτι που ευχόμαστε διακαώς...
Η ψευδεπίγραφη, δήθεν "προοδευτική κυβέρνηση" ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-Μέρα 25, θα είναι κυβέρνηση – εάν πραγματοποιηθεί παρά τις ελάχιστες πιθανότητες που έχει – αδράνειας, αναποτελεσματικότητας, πολιτικής σύγχυσης και στασιμότητας των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Το βασικό διακύβευμα της κάλπης δεν είναι τόσο αν θα έχουμε αυτοδύναμη κυβέρνηση ή κυβέρνηση συνεργασίας, μα εάν η χώρα θα έχει τελικά στο τιμόνι της για τα επόμενα χρόνια μια κυβέρνηση αποφασισμένη να προχωρήσει στην υλοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, που συνεχίζουν να εκκρεμούν στοιχίζοντας ακριβά· μια κυβέρνηση έτοιμη να συγκρουστεί με τον κρατισμό, τα κεκτημένα των συντεχνιών και του λαϊκισμού· μια κυβέρνηση που δεν θα συμβιβαστεί με το πελατειακό κράτος, τη γραφειοκρατεία του, την κομματοκρατία και την αναξιοκρατία. Όσο πιο ισχυρή κοινοβουλευτικά και διευρυμένη κοινωνικά θα είναι μια τέτοια κυβέρνηση τόσο μεγαλύτερες προοπτικές επιτυχίας θα έχει. Μια αυτοδύναμη κυβέρνηση Μητσοτάκη και μια κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ-ΠΑΣΟΚ μπορούν να είναι (εξίσου) θετικές εάν προωθήσουν τις μεταρρυθμίσεις στο κράτος, στην οικονομία και στις ΔΕΚΟ, εάν τα κόμματα δεν θα αναλώνονται σε διαπραγματεύσεις για το τι θα πράξουν και δεν θα βραχυκυκλώνονται χρονοτριβώντας στην αναζήτηση ανεπιθύμητων και περίπλοκων συμβιβασμών... 
Αναζητείται από τη χώρα και τη μελλοντική κυβέρνησή της, διέξοδος προς τα εμπρός, προς την πολιτική και οικονομική σταθερότητα – που θα κερδίσει την εμπιστοσύνη των Ελλήνων επενδυτών κι επιχειρηματιών και των ξένων επενδυτών,– και προς την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων στην κοινωνία, στο δημόσιο και στους κοινωνικούς τομείς του (ΕΣΥ, παιδεία κ.τ.λ.), την οικονομία με στόχο την ανάπτυξη, κ.ο.κ.· την αποδέσμευση από την κυριαρχία της κρατικίστικης και λαϊκιστικής, συντεχνιακής, πελατειακής λογικής. Οι σωστότερες λύσεις είναι, αν το δούμε πραγματιστικά και προσγειωμένα, η αυτοδυναμία Μητσοτάκη, ή έστω μια εποικοδομητική, αποτελεσματική και λειτουργική, ει δυνατόν, κυβερνητική συνεργασία Μητσοτάκη-Ανδρουλάκη, βασισμένη σε προγραμματική σύγκλιση, για μεγαλύτερη ευρύτητα, μεγαλύτερη προωθητική δύναμη, αν καταστεί δυνατόν, νομιμοποίηση κι ισχυροποίηση των μεταρρυθμίσεων· βασισμένη σε προγραμματική συμφωνία για τη δημιουργία δημοκρατικής, πατριωτικής (δηλ. με επιτυχή εξωτερική και αμυντική πολιτική), μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης συνεργασίας. (Σε άλλα άρθρα γράψαμε για τα εμπόδια και τις δυσκολίες μιας τέτοιας αποτελεσματικής, καλοπροαίρετης συνεργασίας και δεν θα επανέλθουμε). 
Τα τελευταία χρόνια, παρά τα εξωγενή προβλήματα, τον covid, τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας και την επακόλουθη αύξηση των τιμών της ενέργειας και πολλών προϊόντων, η ελληνική οικονομία σημείωσε πρόοδο, οι επενδύσεις αυξήθηκαν, το ΑΕΠ αυξήθηκε, οι φόροι μειώνονται, η ανάπτυξη προχωράει, ο τουρισμός στην Ελλάδα ισχυροποιείται και η ανεργία υποχωρεί, και επίσης έγινε μεγάλη πρόοδος στις ψηφιακές συναλλαγές στην οικονομία και μεταξύ πολιτών και κράτους. Τα επικίνδυνα προβλήματα της παράνομης μετανάστευσης και του covid αντιμετωπίστηκαν. Ο Ν.Κωνσταντάρας γράφει, όμως, στην Καθημερινή πως “...Σήμερα, ουσιαστικότερο ερώτημα είναι εάν οι πολλοί αισθάνονται ότι συμμετέχουν στην ανάπτυξη που εξασφάλισε η Ν.Δ. Κερδίζουν κάτι όταν ξένες επενδύσεις επικεντρώνονται στην αγορά ακινήτων και όχι σε παραγωγικές μονάδες; Όταν η δραστηριότητα στον τουρισμό πέρυσι αυξήθηκε 54,9% και στις κατασκευές 23%, ενώ η ενίσχυση της βιομηχανικής παραγωγής ήταν μόλις 2,2% και του λιανικού εμπορίου 3,3%, μήπως βλέπουμε στρέβλωση στην παραγωγή και πρόβλημα στο εισόδημα των πολιτών; Οι νέοι, που πριν από λίγα χρόνια θα ήταν άνεργοι, είναι ικανοποιημένοι από το εισόδημα και τις συνθήκες ζωής τους σήμερα;... Το στοίχημα για τη Ν.Δ. είναι να πείσει πως η βελτίωση της ζωής όλων είναι δύσκολος αλλά εφικτός στόχος, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει ότι είναι εύκολος, ότι, παρά την πρόσφατη εμπειρία μας, απαιτείται αλλαγή κυβέρνησης και μόνον.” 
Αντίθετα, η “πρώτη φορά αριστερά”, δηλαδή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (ο Τσίπρας σνόμπαρε το Ποτάμι ως ενδεχόμενο δημοκρατικό εταίρο) παραλίγο να μας βγάλει εκτός Ευρωζώνης και Ε.Ε. λόγω της ανεύθυνης και μη πραγματοποιήσιμης στους στόχους της, διαπραγμάτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, με επιζήμιες συνέπειες που θα προκαλούντο έναντι της επιθετικής εξωτερικής πολιτικής του Ερντογκάν και μεγάλα, επιπρόσθετα οικονομικά προβλήματα, λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης εξαιτίας της εισβολής του Πούτιν στην Ουκρανία. Η ανεύθυνη διαπραγμάτευση του ΣΥΡΙΖΑ καταταλαιπώρησε την οικονομία μας λόγω του επακόλουθου κλεισίματος, των capital controls και της δυσπραγίας των τραπεζών, ένεκα του τυχοδιωκτικού δημοψηφίσματος. Αποθάρρυνε τις ξένες επενδύσεις. Χαλάρωσε τους φραγμούς στην είσοδο των προωθούμενων μεταναστών από την Τουρκία και τους διακινητές. Οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αγωνίστηκαν να ελέγξουν τη δικαιοσύνη κατασκευάζοντας μη θεσμικά παράκεντρα, στοχοποιώντας τους πολιτικούς αντιπάλους τους. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη δημοκοπική φρασεολογία της, η οποία ψευδόταν, έφερε το τρίτο, βαρύ μνημόνιο, παραβαίνοντας τα ευχολόγιά της, συνηθισμένη στις πολιτικές κωλοτούμπες, όπως έκανε μετατρέποντας το ναι σε όχι μετά το κακόβουλο και διχαστικό δημοψήφισμα του 2015. Μπορούμε να αναφέρουμε κι άλλα σημαντικά λάθη της στην παιδεία (επιθυμία να μην υπάρχουν οι αξιολογήσεις εκπαιδευτικών, και οι απαραίτητες ελάχιστες βάσεις εισαγωγής στα ΑΕΙ), στην άρνηση του μεταρρυθμιστικού εκσυγχρονισμού και των αξιολογήσεων στο κράτος, στην οικονομία, χοντρά σφάλματα μεγάλης ανοχής και παθητικότητας στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος και παραλείψεις στην εθνική άμυνα. Αργότερα, ο ΣΥΡΙΖΑ προσέθεσε στα κατορθώματά του την υποτίμηση του covid και την “αλλεργία” στα απαραίτητα λοκντάουν, τις ανασχέσεις έναντι της αποτροπής των πολυάριθμων, παράνομων εισόδων των μεταναστών, τη λυσσαλέα, φτηνή, συχνά συκοφαντική και τη φανατισμένη άσκηση, συνεχώς, αρνητικής αντιπολιτευτικής τακτικής, την ενίσχυση ή υποκίνηση όλων των διαδηλώσεων, ακόμη και αυτών που έχουν ανυπόστατους στόχους. Πιστεύω πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εμπέδωσε, δεν πιστοποίησε και δεν πραγμάτωσε την κλίση και πίστη(;) των όποιων και όσων ήπιων αριστερών, σοσιαλιστών πολιτών στην κοινοβουλευτική δημοκρατία (ας μην ξεχνάμε πως πολλοί αριστεροί έχουν βεβαρυμένο παρελθόν προσήλωσης στον σοβιετικό ολοκληρωτισμό). 
Η τήρηση των δημοκρατικών κανόνων εκ μέρους του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ παραβιάστηκαν, όπου και όταν ήταν δυνατόν, πολλές φορές: Στην υπόθεση Novartis, στην αυθαίρετη διαδικασία περιορισμού των ιδιωτικών καναλιών σε τέσσερα ελεγχόμενα, στις μυστικές συνεννοήσεις Παππά-Καλογρίτσα-Αράβων επενδυτών-Βαξεβάνη-Ντοκουμέντου για το στήσιμο κάποιων μέσων επικοινωνίας που θα υποστήριζαν τον ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή στην απόπειρα απόκτησης του ελέγχου των ΜΜΕ (βλ. καταδίκη Ν.Παππά), στις παρεμβάσεις του υπουργού δικαιοσύνης Παπαγγελόπουλου στη Δικαιοσύνη όπου “φιλοτέχνησε” ένα άτυπο και μη θεσμικό κέντρο, κ.τ.λ... Ο πολιτικός και οικονομικός σχολιαστής Κ.Χαροκόπος είχε προ καιρού γράψει εύστοχα πως ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ισχυρός πόλος διεκδίκησης της κυβερνητικής εξουσίας, ένας πολυσυλλεκτικός πόλος, που πλέον αγκαλιάζει και ενσωματώνει τα δεξιά υπολείμματα του κόμματος Καμμένου, το βαθύ παραδοσιακό ΠΑΣΟΚ, τα απολιθώματα της ριζοσπαστικής-νεοκομμουνιστικής αριστεράς και τους αριστεριστές οπαδούς της τρομοκρατίας, “...δημιουργώντας ένα εθνολαϊκιστικό μόρφωμα, που ταΐζεται από τη τοξικότητα του και την εχθρότητα του προς τη πραγματικότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ που από το 2013 έκανε την κουμπαριά με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ μεταλλάχθηκε σε ένα εθνολαϊκιστικό μόρφωμα με χαλαρές αναφορές στον μαρξισμό και τον λενινισμό...” Ο ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει τις δυνάμεις της αντιμεταρρύθμισης, τους κρατιστές που δεν θέλουν να βελτιωθούν η οικονομία, τα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα, οι κοινωνικοί τομείς του κράτους και το δημόσιο της χώρας.