Ούτε ένα ούτε δύο αλλά 15 υπουργεία συνέδραμαν ώστε να δημιουργηθεί το επονομαζόμενο «διυπουργικό» νομοσχέδιο, το πρώτο πολυνομοσχέδιο της κυβέρνησης της ΝΔ. Στην εποχή της απόλυτης επικυριαρχίας της άνευ νοήματος «επικοινωνίας»- προπαγάνδα, ήταν η σωστή λέξη που χρησιμοποιούσαμε, παλιότερα, για το ίδιο πράγμα- το επίθετο «διυπουργικό» είναι ουδέτερο. Από επιλογή, βεβαίως. Για σκεφθείτε, να ονομάτιζαν το νομοσχέδιό τους «κουρελού» (όπως έλεγαν τέτοια νομοσχέδια το ’60), η σκουπιδοτενεκέ (όπως την δεκαετία ‘70) ή, ακόμη και «σκούπα» που ήταν ο πιο ήπιος χαρακτηρισμός (δεκαετία ‘80). Θα προδιέθετε αρνητικά. Ενώ το «διυπουργικό» είναι πιο σικ, δεν είναι;
Τα νομοσχέδια-σκούπες είναι μια ακόμη έκφραση της θεσμικής ανεπάρκειας που κρατάει τη χώρα στην υπανάπτυξη και την πολύμορφη καχεξία. Εμφανίζονται στην αρχή ή στο τέλος της διακυβέρνησης ενός κόμματος, εκτός κι αν η κυβέρνηση είναι αρκετά τεμπέλικη και φέρνει σκούπες με μεγαλύτερη συχνότητα.
Οι σκούπες είναι η έκφραση της ολοκληρωτικής επιβολής της γραφειοκρατίας και του πελατειασμού επί της πολιτικής και του κράτους δικαίου. Δημιουργούνται με την προσφορά θεμάτων που οι γραφειοκράτες κρίνουν ότι πρέπει να ρυθμιστούν με νόμο. Οι πολιτικοί προσθέτουν κι εκείνοι τα θέματά τους που είναι, κυρίως, κάποιες υποσχέσεις που είχαν δοθεί κατά την προεκλογική περίοδο και είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν τον απαιτούμενο πολιτικό μανιχαϊσμό. Στον αχταρμά που δημιουργείται υπεισέρχονται ρυθμίσεις με καθαρώς πελατειακό-φωτογραφικό χαρακτήρα.
Τέτοιες υποσχέσεις-ναυαρχίδες της ΝΔ στον προεκλογικό αγώνα ήταν η κατάργηση της απλής αναλογικής στους ΟΤΑ, η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου και η αποστολή των φαρμάκων των καρκινοπαθών στα σπίτια τους. Τρία θέματα, τρία άρθρα, θα σκεφθείτε. Σωστά. Τα υπόλοιπα τι να αφορούν, άραγε; Διότι, το νομοσχέδιο έχει 107 άρθρα που αναπτύσσονται σε 183 πλήρεις σελίδες.
Κατ’ αρχήν, ας τελειώνουμε με τα εμβληματικά τρία θέματα. Όταν κάναμε κριτική για την απλή αναλογική στους ΟΤΑ δεν εννοούσαμε, επ’ ουδενί, ότι το πρόβλημα της κυβερνησιμότητας που δημιουργείται, δι’ αυτής, θα το έλυναν οι υπουργικές ντιρεκτίβες. Εννοούσαμε ότι θα έπρεπε να υπάρξει μια συντεταγμένη προσπάθεια εκπόνησης ενός εκλογικού συστήματος που να διασφαλίζει τόσο την λαϊκή βούληση όσο και την κυβερνησιμότητα. Σημειωτέον, δε, ότι μεσολάβησαν οι τοπικές και περιφερειακές εκλογές. Κι αυτό σημαίνει ότι καμία απόφαση οποιουδήποτε κυβερνητικού οργάνου δεν μπορεί να μεταβάλλει το αποτέλεσμα. Δεν μπορεί, δηλαδή, να δημιουργηθεί ex post, μια πλασματική πλειοψηφία, διότι έτσι αποφάσισε η κυβέρνηση. Οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου πάσχουν αντισυνταγματικότητας πέραν του ότι είναι διάτρητες και πρόχειρες. Λύνουν, υποτίθεται, σημειακά κάποια θέματα (δημιουργώντας, για παράδειγμα, μια νέα πλειοψηφία στην οικονομική επιτροπή των Δήμων) αλλά τα θέματα της κυβερνησιμότητας παραμένουν τόσο όσον αφορά τις πλειοψηφίες εντός του δημοτικού συμβουλίου όσο και, κυρίως, την βούληση και δράση των δημοτικών συμβούλων. Εν τέλει, όσα συμφωνητικά κι αν υπογραφούν για να υπάρξουν νέες πλειοψηφίες, οι σύμβουλοι μπορούν με βάση το νόμο να μεταπηδούν από μια παράταξη σε μια άλλη- κι αυτό μπορεί και πρέπει να το κρίνουν οι εκλογείς τους και κανένας υπουργός.
Τα του ασύλου έχουν συζητηθεί εκτενώς. Σαφώς και πρέπει να αντιμετωπιστεί αποφασιστικά η παρανομία και η ανομία που παρατηρείται, αν και σε διαφορετικό βαθμό, σε ορισμένα πανεπιστήμια. Η ευθύνη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για την απαράδεκτη αυτή κατάσταση είναι βαριά και απαράγραπτη. Απ’ αυτή την κατάσταση, όμως, μέχρι να μεταβούμε σε ένα καλώς λειτουργούν πανεπιστήμιο, μέρος του οποίου είναι και οι εγγυήσεις ασφάλειας όσων σπουδάζουν και εργάζονται σ’ αυτό, δεν αρκεί το ελεύθερο εισόδου στην αστυνομία και τις δυνάμεις καταστολής. Δεν θα έβλαπτε, λοιπόν, μια πιο προσεκτική διατύπωση του προτεινόμενου άρθρου, υπό την έννοια, ότι το πανεπιστήμιο δεν είναι ένας κοινός δημόσιος χώρος. Άλλο μια πλατεία, άλλο ένα πανεπιστήμιο. Αν και δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό είναι προφανές για αρκετά κυβερνητικά στελέχη που ομνύουν στο (αμφίβολης απόδοσης) δόγμα του «νόμος και τάξη».
Κι όσο για το τρίτο εμβληματικό θέμα, εκείνο της διανομής των φαρμάκων, θα περιμένουμε να αποτιμηθεί στις οικονομικές του διαστάσεις και, κυρίως, αναμένουμε τη συνέχειά του. Να μην αποτελέσει, δηλαδή, έναν από τους γνωστούς πομφόλυγες.
Στα υπόλοιπα άρθρα διαλαμβάνονται πολλά και ποικίλα. Εντοπίσαμε θέματα οργάνωσης υπουργείων που θα μπορούσαν- και θα έπρεπε-να αποτελούν το περιεχόμενο ενός οργανωτικού διατάγματος, μίσθωσης περιπτέρων, κατοχύρωσης μετακλητών σε νομικά πρόσωπα ΟΤΑ, παράτασης προθεσμιών, αβλεψιών και παροραμάτων, ορισμού αναπληρωματικών μελών σε συλλογικά όργανα, γενικώς, ένα σωρό ετερογενή θέματα που δεν υπακούουν σε καμία κεντρική ιδέα και, συνεπώς, δεν αποτελούν εξ ορισμού έναν νόμο. Η πιο αμήχανη στιγμή των καλοπροαίρετων βουλευτών είναι η ψήφιση επί της αρχής τέτοιων νομοσχεδίων. Απλώς, δεν υπάρχει αρχή!
Παρ’ όλα αυτά, ακόμη κι αν μπορούσαμε να δεχτούμε ότι όλες οι αλλαγές και διορθώσεις που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο είναι αναγκαίες, τότε θα μπορούσαν να περιληφθούν σε μια «μεγα-σκούπα» που θα μπορούσε να συζητηθεί στο τέλος του χρόνου με κανονικές διαδικασίες. Αλλά για να γίνει αυτό, θα έπρεπε να έχουμε δεχτεί ότι οι σκούπες συνιστούν εξαίρεση, και γι’ αυτό θα έπρεπε να υπάρχουν και εξαιρετικές διαδικασίες για την αντιμετώπισή τους.
Όχι μόνο δεν έχουμε δεχτεί κάτι τέτοιο αλλά τα νομοσχέδια αυτά αποτελούν, για τους πολλούς, την επιβράβευση της συνέπειας λόγων και έργων της κυβέρνησης.
Έτσι έγινε και στην αρχή της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, έτσι γίνεται και τώρα. Γι’ αυτό, είμαι βέβαιος ότι όσον αφορά την αξιωματική αντιπολίτευση, δεν πρόκειται να επικεντρωθεί στην φύση του νομοσχεδίου-Φρανκενσταϊν. Όχι, μόνον, διότι ελάχιστα τους απασχολούν τα θέματα αυτά αλλά, κυρίως, διότι επί δικής τους διακυβέρνησης δοκίμασαν τα ακραία όρια αντοχής του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας μας: Με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, με νόμους-εκτρώματα και συνεχή βιασμό των αρχών και των διαδικασιών της καλής νομοθέτησης.
Στο Κίνημα Αλλαγής θα συνεχίσουμε να αντιπολιτευόμαστε με βάση την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που οδηγούν στην αντι-πελατειακή Ελλάδα. Πρώτιστη θέση μεταξύ αυτών κατέχουν οι εύρωστοι θεσμοί. Η ανάπτυξη της χώρας μας θα γίνει πραγματικότητα, μόνον όταν αποκτήσει θεσμούς που θα επιβάλλουν στα πολιτικά υποκείμενα τα όρια των δυνατοτήτων και των δράσεών τους. Σ’ αυτές τις μεταρρυθμίσεις, η καλή νομοθέτηση κατέχει πρωτεύουσα θέση. Είναι η μεταρρύθμιση στην οποία ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ ομνύουν. Κι αμέσως μετά, φέρνουν τα νομοσχέδια- σκούπες προς ψήφιση.
Εκείνο που πρέπει να γνωρίζουν, όμως, είναι ότι η κοροϊδία έχει κοντά ποδάρια. Όταν εκείνοι που σήμερα εμπαίζονται με τα νομοσχέδια-σκούπες αντιληφθούν τον εμπαιγμό, θα είναι οι ίδιοι που θα πάρουν κάποιες άλλες σκούπες με τις οποίες θα σαρώσουν τον παλαιοκομματισμό και την θεσμική καχεξία στην οποία επιδιώκουν να μας έχουν καθηλωμένους.