Λύση του Κυπριακού χωρίς φόβο

Φίλιππος Σαββίδης 21 Ιουλ 2013

Ακόμα ένας Ιούλιος. Ακόμα μια μαύρη επέτειος. Τριανταεννέα χρόνια μετά την 20η Ιουλίου 1974 το Κυπριακό πρόβλημα παραμένει άλυτο. Κάθε μέρα που περνά χωρίς λύση τα αποτελέσματα της τουρκικής εισβολής «τσιμεντώνονται». Τα δεδομένα επί του κατεχόμενου εδάφους έχουν αλλάξει εις βάρος των Κυπρίων: εποικισμός, οικοδομικός οργασμός, νομιμοποίηση του διχοτομικού στάτους κβο. Όλα σταδιακά γίνονται μη αναστρέψιμα. Μόνος τρόπος αποτροπής της οριστικής διχοτόμησης είναι η συνολική και αμοιβαία αποδεκτή λύση το συντομότερο. Μπορεί, όμως, να επιτευχθεί σήμερα αυτό ή θα επιβάλει ο χρόνος την δική του «άλλη» λύση; Εάν αξιοποιηθεί με τόλμη και αποτελεσματικά η παρούσα συγκυρία, υπάρχει, προς το παρόν, ένα παράθυρο ευκαιρίας για συμφωνημένη λύση.

Η εκλογή του Νίκου Αναστασιάδη στην προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας δημιούργησε προσδοκίες ότι ο νέος ελληνοκύπριος ηγέτης μπορεί να κάνει τα αναγκαία και τολμηρά βήματα για να προωθήσει τη λύση του Κυπριακού. Η πολιτική διαδρομή του Κύπριου προέδρου μαρτυρεί ότι πιστεύει στη λογική της λύσης. Λειτουργεί στη βάση της «Κληριδικής» προσέγγισης του «διεκδικητικού ρεαλισμού». Δηλαδή, της δυναμικής διεκδίκησης με πραγματισμό και με σωστή αντίληψη των διεθνών και περιφερειακών εξελίξεων μιας συμβιβαστικής λύσης.

Δεύτερον, οι δραματικές εξελίξεις στο μέτωπο της οικονομίας ήταν ένα τεράστιο σοκ για την κυπριακή κοινωνία. Οι πολίτες συνειδητοποιούν πια ότι η αλόγιστη ευμάρεια αποτελεί παρελθόν. Ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας αντιλαμβάνεται σταδιακά ότι η στασιμότητα στο Κυπριακό λειτουργεί ανασταλτικά στην ανάκαμψη και αναγνωρίζει ότι η διαδικασία λύσης του Κυπριακού μπορεί να επιταχύνει την έξοδο από την κρίση.

Τρίτον, οι περιφερειακές εξελίξεις και η αβεβαιότητα στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δείχνουν ότι η περιοχή χρειάζεται μια όαση σταθερότητας και ειρηνικής συνύπαρξης. Η επίλυση του Κυπριακού μπορεί να γίνει ο εμβρυουλκός μιας ευρύτερης περιφερειακής και παραγωγικής συνεργασίας μεταξύ Κύπρου, Ελλάδας, Τουρκίας και Ισραήλ τόσο στα θέματα οικονομίας όσο και στο σημαντικό τομέα της ενέργειας. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που ο «διεθνής παράγοντας» κινητοποιείται και πάλι.

Τέταρτον, η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι η λύση του Κυπριακού θα ενισχύσει την ευρωπαϊκή της προοπτική, που έχει βαλτώσει, και θα της επιτρέψει να παίξει πιο αποτελεσματικά τον περιφερειακό ρόλο που θέλει μέσα σε ένα πλαίσιο μιας ευρω-ατλαντικής συνεργασίας.

Όλα τα πιο πάνω δημιουργούν τις συνθήκες για μια θετική κινητικότητα επίλυσης του Κυπριακού. Η νέα διαδικασία αναμένεται να ξεκινήσει τον ερχόμενο Οκτώβριο. Προϋπόθεση, όμως, για την επιτυχία της είναι η πολιτική βούληση και η τόλμη να προχωρήσουν οι ηγεσίες των εμπλεκομένων μερών χωρίς αμφιταλαντεύσεις. Εξίσου σημαντικό όμως είναι το κυπριακό πολιτικό σύστημα και η κοινωνία να αποβάλουν αγκυλώσεις και φοβίες.

Η ιστορία του Κυπριακού προβλήματος, ειδικά μετά τα τραγικά γεγονότα του ’74, δείχνει ότι κάθε φορά που δημιουργείτο μια δυναμική για λύση η πολιτική του φόβου παρέλυε την προσπάθεια. Ακόμα και σήμερα, ενόψει της επανέναρξης των συνομιλιών, εμφανίζονται διάφορα «επιχειρήματα» για τους, δήθεν, κινδύνους που ελλοχεύουν επειδή θα μας βάλουν το πιστόλι στον κρόταφο να δεχτούμε «αντεθνική» λύση ή επειδή μας βρήκαν αδύναμους λόγω της οικονομικής κρίσης και θα επιβάλουν ένα επιζήμιο συμβιβασμό.

Παράλληλα, το Κυπριακό το κατατρέχει μια καχυποψία για την εμπλοκή του «ξένου παράγοντα». Είναι αλήθεια ότι ο ρόλος ξένων δυνάμεων (Ρωσία, ΗΠΑ, Βρετανία, κλπ) σε διάφορες φάσεις του Κυπριακού υπήρξε αρνητικός. Ωστόσο, η δαιμονοποίηση του «διεθνούς παράγοντα», ειδικά των Αγγλο-Αμερικανών, έχει γίνει συνήθεια στη βάση μιας συνωμοσιολογικής λογικής ότι «μας την έχουν στημένη», ότι «θέλουν να καταστρέψουν τον κυπριακό ελληνισμό» και διάφορα άλλα φαιδρά.

Επειδή, όμως, το κυπριακό είναι και διεθνές πρόβλημα θα πρέπει να ενθαρρύνουμε την εμπλοκή τους σε μια λογική δημιουργίας σύγκλισης συμφερόντων που θα είναι ωφέλιμη για όλους. Επομένως, στη νέα προσπάθεια πρέπει να επιδιώξουμε την ενισχυμένη εμπλοκή της ΕΕ και να αξιοποιήσουμε αποτελεσματικά και με ανοιχτό μυαλό το ανανεωμένο αμερικανικό ενδιαφέρον.

Ταυτόχρονα, πρέπει να προσεγγίσουμε την Τουρκία με όρους του σήμερα και όχι του παρελθόντος, έξω από την παραδοσιακή προσέγγιση ότι «η Τουρκία δε θέλει λύση». Είναι γεγονός ότι η απουσία κινήσεων καλής θέλησης από την Άγκυρα ενισχύουν την αμφισβήτηση των προθέσεών της. Ωστόσο, οι παραδοσιακές αντιλήψεις για την Τουρκία οδήγησαν πολλές φορές σε λανθασμένες αναλύσεις της ίδιας της χώρας και των επιδιώξεών της. Αυτό που χρειάζεται, επομένως, είναι μια πραγματικά αντικειμενική ανάλυση των γεωπολιτικών δεδομένων και της σημερινής Τουρκίας η οποία φαίνεται να επιθυμεί την λύση.

Εν τέλει, όμως, η επιτυχία της νέας προσπάθειας θα εξαρτηθεί από τη δυνατότητα του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας να δουν χωρίς προκαταλήψεις και φόβο τα πλεονεκτήματα της λύσης. Σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία για την Κύπρο η λύση του κυπριακού είναι η μόνη διέξοδος προς ένα ελπιδοφόρο μέλλον, θα δημιουργήσει δυναμική και θα βάλει καινούργιες βάσεις για ανάπτυξη και ευημερία. Θα οικοδομήσει, παράλληλα, το αναγκαίο «μομέντουμ» για διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Το άθροισμα θα είναι θετικό για όλους. Είναι, λοιπόν, ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας να βγει μπροστά, να συγκρουστεί με τη λογική και την πολιτική του φόβου και να οδηγήσει το Κυπριακό σε συμφωνημένη λύση.