Vilmos Kondor: Έγκλημα στη Βουδαπέστη

Αντώνης Γκόλτσος 22 Σεπ 2015

ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

96η Συνάντηση της Λέσχης Αστυνομικής Λογοτεχνίας

(24.09.2015)

Vilmos Kondor

Έγκλημα στη Βουδαπέστη

(ΚΕΔΡΟΣ-2014)

Kondor_budapest_noir

Budapest Noir (2008)

(Μετάφραση, από τα Αγγλικά: Φίλιππος Χρυσόπουλος)

Κριτικές Σημειώσεις: Αντώνη Γκόλτσου

Για να απαλλαγούμε, εξ αρχής, από το φάντασμα “Philip Kerr” και το “Berlin noir” του, θα προεξοφλήσουμε ότι ο Kondor έχει διαβάσει, αν όχι μελετήσει, την κατά είκοσι χρόνια προηγηθείσα Τριλογία του Σκοτσέζου συναδέλφου του. Κάτι που είναι – έως ανερυθρίαστα – προφανές, στη δομή και την τοπιογραφία του “Budapest Noir”. Στο απόσπασμα του βιβλίου που παρουσιάζεται στο τέλος αυτού του Σημειώματος και πριν από το Επίμετρο, ο “Γκούντερ” τού Kerr, είναι αυτοπροσώπως παρών! Απόδοση τιμής, στον πιονιέρο;

Αλλά, όλα έχουν γραφτεί, και θα εστιάσουμε στο “Budapest Noir”, αποφεύγοντας συγκρίσεις, και στη βάση της δικής του αξίας.

Θα αντιγράψω από το εσώφυλλο του βιβλίου: “Ο Vilmos Kondor γεννήθηκε το 1954 στην Ουγγαρία. Σπούδασε στο Παρίσι και αποφοίτησε από τη Σορβόνη με πτυχίο χημικού μηχανικού. Στη συνέχεια επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου ζει σήμερα με την οικογένειά του σ’ ένα ήσυχο χωριό κοντά στα αυστριακά σύνορα. Διδάσκει μαθηματικά και φυσική στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το πρώτο του μυθιστόρημα εκδόθηκε το 2008 και γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Έχει εκδώσει συνολικά πέντε νουάρ μυθιστορήματα με ήρωα τον δημοσιογράφο Ζίγκμοντ Γκόρντον, τα οποία εκτυλίσσονται στη Βουδαπέστη μεταξύ του 1936 και του 1956”. Και να προσθέσω ότι το χόμπι του είναι η παραγωγή ψωμιού.

O Kondor θα εξηγήσει το “κόλλημά” του με τη Βουδαπέστη σε μία συνέντευξη: “Η Βουδαπέστη ήταν μία δονούμενη, πολύχρωμη και απίστευτα συναρπαστική πόλη, που με εντυπωσίαζε ιδιαίτερα. Πραγματικά, δεν μπορώ να γράψω για κάτι διαφορετικό. Ο Γκόρντον επισκέπτεται τη Βιέννη, το Βερολίνο, τη Βενετία και το Λονδίνο, και συμπεριφέρεται παντού σαν πολίτης του κόσμου, αλλά, γι’ αυτόν, η Βουδαπέστη είναι Η πόλη, ανεξάρτητα αν το παραδέχεται ή όχι”.

Υπάρχουν πόλεις που, σε όρους “νουάρ”, έχουν το συγκριτικό πλεονέκτημα. Και είναι βέβαιο πως η Βουδαπέστη των ετών ’30, η πόλη των ατέρμονων πολιτικών συγκρούσεων, η όμορη πόλη της ναζιστικής Γερμανίας και της βαθιάς τραυματισμένης εθνικής υπερηφάνειας (βλ. Επίμετρο), προσφέρει – όπως εξ άλλου και το Βερολίνο του Kerr – το απόλυτο νουάρ σκηνικό, σε έναν connaisseur, όπως ο Kondor.

Και o Kondor θα το εκμεταλλευτεί. Όχι πάντα με επιτυχία, αφού η τοπιογραφία του εξαντλείται συχνά σε μία “λίστα” οδών και τοπωνυμίων. Όμως υπάρχουν κάποιες αξιόλογες στιγμές, ικανές να βάλουν στο σκηνικό τον αναγνώστη, όπως η σκηνή στην πλατεία Βερολίνου (Η πλατεία Βερολίνου είχε τη δική της γοητεία…”/σελ. 133), ή η σκηνή στην πλατεία Μπλάχα Λουΐζα            (Ο Γκόρντον πήρε το τραμ στην πλατεία Μπλάχα Λουΐζα… ”/σελ. 168), ή η περιγραφή μιας γειτονιάς των αγγέλων (“Στην οδό Έσκερι κατέβηκε από το τραμ, πήρε μια βαθιά ανάσα και ακολούθησε το λασπωμένο χωματόδρομο ανάμεσα στους στρατώνες, που δεν ήταν  πλέον κατάλληλοι ούτε για στρατιώτες ούτε για τους αιχμαλώτους πολέμου που κρατούνταν κάποτε εκεί. Όσο ο Γκόρντον προχωρούσε πιο μέσα τόσο πιο διαφορετική έδειχνε αυτή η θάλασσα λάσπης…/σελ. 279”). Στη Βουδαπέστη του βιβλίου, ο Kondor θα κινηθεί στο μέγιστο εύρος του κοινωνικού ιστού της πόλης, από τα σαλόνια των πλουσίων κρυπτό-Εβραίων, μέχρι τα καταγώγια, τα πορνεία και τις συνοικίες της απόλυτης ένδειας? και θα δείχνει εξ ίσου πειστικός, σε όλο το φάσμα των σκηνικών.

Και στο “Έγκλημα στη Βουδαπέστη” θα εγκαινιάσει τον ήρωά του, τον δημοσιογράφο Ζίγκμοντ Γκόρντον, πρωταγωνιστή και σε όλη τη σειρά της Γκορντονιάδας, που θα ακολουθήσει. Πώς χτίζει το προφίλ του Γκόρντον, ο Kondor;

Συνταγή και ποσολογία παρουσιάζουν ενδιαφέρον: Ο Kondor επιλέγει μία δόση από Raymond Chandler, όπου ο Γκόρντον κερδίζει κάτι από την κυνικότητα του Philip Marlow, και δύο δόσεις από Dashiell Hammett, όπου ο Sam Spade μεταγγίζει στον Γκόρντον στοιχεία της αλαζονείας του, της γρήγορης γροθιάς και του ευέξαπτου, αλλά και της διορατικότητας που τον διακρίνει.

O Kondor θα πλησιάσει επικίνδυνα τους πατέρες του hard-boiled. Πέρα της ομολογίας του ότι ακολουθεί τα μονοπάτια του Hammett, θα αντιγράψει, πρακτικά κατά λέξη, αποσπάσματα από τον “Κόκκινο Θερισμό” του Hammett, τοποθετούμενος στην εκκίνηση ενός μικρού σκανδάλου.

 

Με τις γυναίκες του, ο Kondor δείχνεται πιο άνισος. Όσο η περιγραφή και η εμπλοκή της “μαντάμ” του πορνείου, της Κόκκινης Μάργκο υπηρετούν εύστοχα τον μύθο (πόσο από αυτό πιστώνεται στον Hammett;), τόσο η παρουσία της Κριστίνα είναι απόμακρα ψυχρή, έως αδιάφορη. Ενδεικτική είναι η συμμετοχή της στους διαλόγους με τον Γκόρντον. Για παράδειγμα: Στις σελ. 150/151, όπου απέναντι στον Γκόρντον έτοιμο να καταρρεύσει, η Κριστίνα θα επιδείξει την κατανόηση επισκέπτη, ή οι “ξύλινοι” διάλογοι των σελ. 268/269 και 273, ή στη σελ. 103? μιλάει ο Γκόρντον: «Αυτός ο τύπος μου φαίνεται γνωστός», είπε δείχνοντας τον άλλο άντρα. «Κάπου τον έχω δει, αλλά δε θυμάμαι πού». «Θα το θυμηθείς το πρωί», είπε η Κριστίνα από το κρεββάτι. «Έλα τώρα, έλα στο κρεβάτι μαζί μου». Εύχεται κανείς να πρόκειται για αστοχία(;) της Ελληνικής μετάφρασης, από την Αγγλική μετάφραση, από το Ουγγρικό πρωτότυπο. Αναρωτιέμαι πού θα έφτανε η πρόσκληση/πρόκληση της Κριστίνα, από τον Αιγύπτιο μεταφραστή που θα ήξερε μόνο Ελληνικά. Συμπεριφορά της Κριστίνα ηθελημένη από τον Kondor ή αδυναμία του να συντηρήσει έναν πρωταγωνιστικά ενδιαφέροντα γυναικείο ρόλο;

 

Έπειτα είναι ο θείος Μορ και οι μαρμελάδες του. Υπάρχει ένας κίνδυνος, εδώ. Η εμπλοκή του στοιχείου του χιούμορ είναι χρήσιμη, καλοδεχούμενη, ενδεχομένως απαραίτητη. Όμως, η λεπτή γραμμή ισορροπίας ορίζεται μεταξύ του αποδεκτού και του κινδύνου να αποπροσανατολίσει. Ακόμα και στις όποιες περιπτώσεις “δένουν”, οι μαρμελάδες το θείου συνεχίζουν ως εξωτικό στοιχείο, έναντι του ύφους και της ατμόσφαιρας του μύθου.

 

Του μύθου. Που τρέχει, γραμμικά:

 

Βουδαπέστη, Οκτώβριος 1936, και οι Ούγγροι μαθαίνουν τον θάνατο του Πρωθυπουργού τους, Γκιούλα Γκέμπες (βλ. Επίμετρο), σε νοσοκομείο του Μονάχου. Οργανώνεται μία φαραωνική κηδεία. Αλλά ο δημοσιογράφος Ζίγκμοντ Γκόρντον έχει άλλες προτεραιότητες. Δεν πιστεύει ότι ο Έρνο Ρόνα, ο ντετέκτιβ που τον βοηθούσε στο αστυνομικό ρεπορτάζ, χρηματιζόταν. Θα επισκεφτεί τον Βλάντιμιρ Γκέλερτ, αρχιεπιθεωρητή της Αστυνομίας και “φίλο” του. Επωφελούμενος της απουσίας του τελευταίου, θα σκαλίσει τα συρτάρια του γραφείου του! Το εύρημα: Δύο φωτογραφίες μιας ανώνυμης νεαρής γυναίκας. “Η έκφρασή της ήταν θλιμμένη αλλά και ερωτική ταυτόχρονα. Σου αρέσω, έτσι δεν είναι; Αυτό υποδήλωνε η έκφρασή της. Το ξέρω ότι σου αρέσω, σε όλους αρέσω” (σελ. 13).

 

Μόλις ώρες μετά, θα ειδοποιηθεί για την ανεύρεση του πτώματος μιας νεαρής γυναίκας. Τυπικό hard-boiled χιούμορ, ίσως και σε επίπεδο chandlerism: “«Λοιπόν, τι τρέχει;» / «Τα συνηθισμένα. Το ρεπορτάζ σου. Βρήκαμε μια κοπέλα» / «Τι κοπέλα;» / «Εσύ τι λες; Μια νεκρή κοπέλα»” (σελ. 18). Ο Γκόρντον θα τρέξει. Ενδιαφέρον: Θα προσέξει ότι “Λίγο κάτω από τον αγκώνα είχε ένα σημάδι εκ γενετής στο μέγεθος του κέρματος των δύο πένγκο” (σελ. 21). Ακριβώς, όπως και η κοπέλα των φωτογραφιών… Και η οδός Ντοχάνι όπου βρέθηκε η νεκρή; Η Εβραία νεκρή; Σκοτωμένη σε γειτονιά κακόφημη; Περίεργο, “Πόσες Εβραίες έχεις ακούσει να κάνουν πεζοδρόμιο” στην οδό Ντοχάνι; (σελ. 35). Η Κριστίνα θα μπει στην εικόνα: “Αν θέλεις τη γνώμη μου, το ερώτημα δεν είναι πώς πέθανε, αλλά πώς μια Εβραία – πιθανώς από ευυπόληπτη μεγαλοαστική οικογένεια – κατέληξε να γίνει πόρνη” (σελ. 40).

 

Οι διασυνδέσεις του θα βοηθήσουν τον Γκόρντον να βρει τον φωτογράφο. Ίζο Σκούμπλιτς? δεν είναι και εκατό αυτοί που φωτογραφίζουν πόρνες. Η συνάντηση μαζί του, άκαρπη. Με τον Πάζαρ, τον ιατροδικαστή, θα φανεί πιο τυχερός: “«Η αιτία του θανάτου ήταν έντονη εσωτερική αιμορραγία που προκλήθηκε από δυνατό χτύπημα στην περιοχή του επιγαστρίου… Κάποιος τη χτύπησε πολύ δυνατά στο στομάχι και εκείνη πέθανε…» (σελ. 63/64). Και ο γιατρός θα συμπεράνει: “«Κάποιος δεν ήθελε να γεννηθεί το παιδί της… Ήταν στον τέταρτο μήνα»”. Γκόρντον, ο εμμονικός. Αφού η αστυνομία μοιάζει να αδιαφορεί για την υπόθεση της νεκρής πόρνης, αναλαμβάνει ο ίδιος.

Πίσω στις διασυνδέσεις του και ο Γκόρντον θα ανακαλύψει δύο κρίσιμα στοιχεία. Ένα, ότι η πόρνη είχε αγοραστεί από τη συμμορία που την εκμεταλλευόταν, από “κάποιον κύριο” έναντι αστρονομικού ποσού, και, δύο, ότι ο Σκούμπλιτς ήταν κομμουνιστής? ό,τι συγγενέστερο προς το προπατορικό, για την Ουγγαρία του 1936… Όπως και του πού και πότε συναντιόνται οι σύντροφοι. Γκόρντον και Κριστίνα θα στηθούν έξω από το κρησφύγετό τους και θα φωτογραφήσουν τον αιφνιδιασμένο φωτογράφο, πλάι σ’ έναν σύντροφό του, “Η έκφραση του Σκούμπλιτς ήταν έκφραση τρόμου, ενώ του άντρα δίπλα του έδειχνε οργή: ψυχρή, σκληρή, κυρίαρχη οργή” (σελ. 103).

Πανάκεια, αυτές οι φωτογραφίες. Χάρη στον εκβιασμό που θα επιτρέψουν, ο Γκόρντον θα μάθει από τον Σκούμπλιτς, για τον Ζάμπικι, διακινητή ακριβών κοριτσιών, αλλά και για την Κόκκινη Μάργκο, τη “μαντάμ”, αυτήν που στέγαζε τη νεκρή Εβραία πόρνη, γέρας πολύφερνο για τους “…διακεκριμένους εκπροσώπους του λαού, στη Βουλή… Για κυρίους του Κογκρέσου συγκεκριμένα(σελ. 113).

 

Μικρό ιντερμέδιο, και ο Kondor μας εισάγει στους διαδρόμους του “επαγγελματικού” μποξ (σελ. 116-123). Στοιχείο εξωτικό, έναντι του κύριου μύθου, αλλά έχει τον λόγο του. Εξ άλλου, χάρη στους ανθρώπους του αθλήματος, και η πληροφορία στο ερώτημα του Γκόρντον, “«Τι γίνεται όταν κάποιος καταφέρνει ένα τόσο δυνατό χτύπημα στο κάτω μέρος του στομαχιού μιας γυναίκας, ας πούμε»…«Στη χειρότερη περίπτωση μπορεί και να πεθάνει η κοπέλα. Γιατί ρωτάς; Ετοιμάζεσαι για κάτι;»(σελ. 122).

 

Η συνάντηση με την Κόκκινη Μάργκο και ο Kondor ανεβαίνει ένα λογοτεχνικό σκαλοπάτι. Η “μαντάμ”, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, θα αποκαλύψει, όχι πολλά, αλλά αρκετά. Όπως το όνομα της νεκρής Εβραίας: Γιούντιτ Γέγκες. Όνομα πραγματικό; Και θα εγχειρίσει στον Γκόρντον ένα γράμμα που είχε πέσει από τη τσάντα της κοπέλας, “«Είναι ένα ερωτικό γράμμα»”. Ένα γράμμα προς τη “Φάνι”, που θα υπογράφει κάποιος “Σλόμο”, “γιος ραβίνου”…

 

Για να βρεθεί, αμέσως μετά, στους αντίποδες. Ο Kondor επιφυλάσσει στον Γκόρντον ένα καλό χέρι ξύλο, μέχρις ελάχιστα πριν την εξόντωση. Οι γνώσεις του επάνω στο μποξ θα τον βοηθήσουν στην καταγραφή των λεπτομερειών, επώδυνων ακόμη και σε όρους ανάγνωσης. Ο Γκόρντον θα υποφέρει, όχι, όμως, χωρίς να κερδίσει κάτι. Όπως, την καταγραφή του προσώπου του δημίου του, “Ο Γκόρντον κοίταξε το πρόσωπό του. Είδε ελάχιστα, αλλά ήταν αρκετά. Είδε το στόμα του, αν μπορούσες να το πεις στόμα. Το κάτω χείλος του σούφρωνε προς τα κάτω, δεν είχε σχεδόν καθόλου δόντια στην κάτω γνάθο του, και ο Γκόρντον διέκρινε μόνο τους επάνω κυνόδοντες. Πάνω από το στόμα υπήρχε μία μύτη που ήταν τόσο στραβή, ώστε ο Γκόρντον δεν μπορούσε να φανταστεί πώς ανέπνεε ο ιδιοκτήτης της(σελ. 136). Παρατήρηση που θα τον βοηθήσει, αργότερα…

Και το όνομα αυτού: Πόιβα? οι σύνδεσμοι του Γκόρντον με το μποξ θα τον βοηθήσουν. Πόιβα, λοιπόν, και πυγμάχος εν ενεργεία. Από αυτούς των παράνομων αγώνων, όπου όλα τα χτυπήματα επιτρέπονται, αγώνων “στα περίχωρα, σε διάφορα καταγώγια, δίχως γάντια, μέχρι να χυθεί αίμα”. Ο Πόιβα “μποξέρ”, αλλά και μπράβος.

 

Πίσω στο “Σλόμο”. Ο θείος Μορ, πέραν του μαρμελαδοποιού, είναι και εξαιρετικός ερευνητής. Σλόμο, λοιπόν και γιος ραβίνου που εξοστρακίστηκε στη Νέα Υόρκη από τον διορατικό του πατέρα. Διορατικό; “«…επειδή κινήθηκε γρήγορα όταν διαισθάνθηκε τον κίνδυνο», θα πει ο θείος, «Ποιον κίνδυνο;» «Λένε ότι ο Σλόμο φλέρταρε με την κόρη του εμπόρου Σόλοσι» «Τη Φάνι», είπε ο Γκόρντον με ένα νεύμα(σελ. 160).

 

“Σόλοσι”, λοιπόν. Να, μία άκρη. Που ο Γκόρντον θα κυνηγήσει, βάζοντας λυτούς και δεμένους πίσω από τον Σόλοσι, ιδιοκτήτη της εταιρίας “Καφές Αράμπια”, μεγαλοεισαγωγέα καφέ και με ισχυρές εμπορικές διασυνδέσεις και δραστηριότητα στη ναζιστική Γερμανία. Θα έχει την πληροφορία ότι ο Σόλοσι “«…το 1933 αγόρασε για τον εαυτό του ένα επίσημο πιστοποιητικό που του έδινε τον τίτλο του Ανδρείου Ιππότη…»” και όταν ο Γκόρντον ρωτήσει “«… κοστίζει πολύ κάτι τέτοιο;»” η πηγή του θα του απαντήσει “«…ο τίτλος του Ανδρείου Ιππότη αξίζει κάθε σεντ για κάποιον Εβραίο που το γύρισε στον χριστιανισμό»”… (σελ. 176). Όπως και ότι ο Σόλοσι “«…δεν έχει μιλήσει ποτέ του στον Τύπο. Έχουν γραφτεί άρθρα για εκείνον, αλλά ο ίδιος δεν έχει μιλήσει ποτέ για τον εαυτό του»(σελ. 181).

 

Ενδιαφέρουσα πληροφορία που θα οδηγήσει τον  Γκόρντον, αυτόκλητο, στο σπίτι των Σόλοσι. Η συζήτηση με τη σύζυγο του εμπόρου θα καταλήξει, πρακτικά, στην εκδίωξή του, όχι, όμως, πριν αποσπάσει από την υπηρέτρια την πληροφορία ότι κανείς σε αυτό το σπίτι δεν μιλούσε για τη Φάνι και ότι η οικονόμος του σπιτιού, που είχε μεγαλώσει την κόρη Σόλοσι, είχε σταλεί, άνευ ετέρου, πρόσφατα και οριστικά, στο χωριό της.

 

Ο Γκόρντον θα σπεύσει στο χωριό και ο Kondor θα βρει την ευκαιρία να κλείσει το μάτι στον αναγνώστη, σχετικά με ένα γνωστό εθνικό φαινόμενο, που, για χρόνια, διεκδικούσε – και διεκδικεί – παγκόσμια πρωτιά “Καθώς το αυτοκίνητο κυλούσε αργά ανάμεσα στα σπίτια ο Γκόρντον έριξε μια ματιά μέσα σε μερικά παράθυρα. Η διάθεσή του έπεσε βλέποντας τα χαμηλά ταβάνια με τις καφετιές δοκούς. Δεν μπορούσε να φανταστεί πώς μπορούσε κανείς να ξυπνά εδώ κάθε μέρα, πόσο μάλλον για μια ολόκληρη ζωή. Δεν ήταν να απορεί κανείς γιατί τόσοι άνθρωποι αυτοκτονούσαν σ’ αυτή τη χώρα, σκέφτηκε. Όχι δεν ήταν το “Gloomy Sunday”, το δημοφιλές τραγούδι που θεωρούνταν ο ύμνος της αυτοκτονίας, αυτό που έκανε τους ανθρώπους να αφαιρούν τη ζωή τους, αλλά αυτά τα σκοτεινά, καταθλιπτικά σπίτια που τους πλάκωναν με το βάρος τους(σελ. 203/204).

 

Και θα συναντηθεί με την παλιά οικονόμο, οπότε και… “«…η Φάνι ήταν ένα ευγενικό, αξιαγάπητο, ζωηρό κορίτσι… Η Φάνι σπούδασε με επιμέλεια δίπλα σε νεαρές Αγγλίδες δασκάλες… Το μόνο που φοβόταν ήταν η ψυχρή, απόμακρη συμπεριφορά του πατέρα της… Που την έστειλε στο Πολυτεχνείο στο Βερολίνο… Αλλά εκείνη ήθελε να γίνει καλλιτέχνης, να πάει πρώτα στο Παρίσι…  Θα πάει… Και θα γνωρίσει τον γιο ενός χασίντ ραβίνου από τη Βουδαπέστη… Και που, για να τον παντρευτεί έπρεπε να προσηλυτισθεί στον ιουδαϊσμό… Ο πατέρας της το απέκλεισε κατηγορηματικά. Τι θα γινόταν αν το μάθαιναν οι Γερμανοί συνεργάτες του; Θα μαθευόταν ότι ήταν και εκείνος Εβραίος…  Και οι δουλειές στη Γερμανία; Εκτός αυτού, το να είναι κανείς Εβραίος στην Ουγγαρία δεν ήταν και πολύ καλό… Η Φάνι είπε ότι δεν έδινε δεκάρα για τους Γερμανούς και για τις δουλειές τού πατέρα της»” Λίγο μετά, η οικονόμος θα δει τη Φάνι με μία βαλίτσα στο χέρι και μερικές ημέρες αργότερα ο πατέρας της έβαλε να αποθηκεύσουν τα πράγματά της, να βάψουν το δωμάτιό της και να βάλουν μέσα ένα πιάνο, “…«και έγινε πιο απότομος από ποτέ»”.

Και στην επόμενη επίσκεψή του στην Κόκκινη Μάργκο, ο Γκόρντον θα μάθει ότι η μητέρα της Φάνι, κρυφά από τον Σόλοσι, θα βοηθάει οικονομικά την κόρη της, αλλά θα βάλει και έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ να μάθει πού δούλευε η κόρη της. Προϊόν της έρευνας, η φωτογραφία του Σκούμπλιτς… Και η Φάνι θα εξαφανιστεί. Κάποια Κυριακή. Τρεις ημέρες μετά, θα την βρουν νεκρή…

 

Δύο, οι κινήσεις του Γκόρντον. Η πρώτη: Θα σκηνοθετήσει μία νέα επίσκεψη στο σπίτι των Σόλοσι, με την παρουσία του πατέρα Σόλοσι εξασφαλισμένη και, η δεύτερη: Θα μάθει το πού και πότε της επόμενης “πυγμαχικής” συνάντησης του Πόιβα,

 

Να ξεκινήσουμε με την επίσκεψη: Ο Γκόρντον θα αναπτύξει τη θεωρία του εμπρός σε μία καταρρέουσα μητέρα και έναν περίπου απόπληκτο Σόλοσι: “«Η Φάνι ανακοίνωσε ότι θα παντρευόταν το αγόρι…»” Και, στρεφόμενος στον Σόλοσι: “«Θα πήγατε στον πατέρα του, τον ραβίνο… Αμφιβάλλω αν τον δωροδοκήσατε. Ίσως τον απειλήσατε με κάποιον τρόπο ή ίσως του υποσχεθήκατε κάτι… Την επομένη ο ραβίνος πήγε τον γιο του στο Αμβούργο και τον έβαλε στο πλοίο για τη Νέα Υόρκη… Η Φάνι θα φύγει από το σπίτι… Θα αποκληρώσετε την κόρη σας… Η Φάνι θα χάσει όλους τους φίλους και γνωστούς για να καταλήξει στο δρόμο… Θα την χτυπήσουν… Θα την βάλουν στη δουλειά… Μέχρι πριν από δυο βδομάδες δηλαδή, όταν πήρε το αυτί σας ότι μια όμορφη νεαρή πόρνη είχε εμφανιστεί στης Κόκκινης Μάργκο… Εσείς και τα φιλαράκια σας οι πολιτικοί είστε τακτικοί πελάτες στο διαμέρισμα της Κόκκινης Μάργκο… Για να δείτε με τα μάτια σας το καινούριο κορίτσι… Ή στον κατάλογο της Κόκκινης Μάργκο που διαφήμιζε πόρνες… Μάζευε χρήματα για το εισιτήριο, για το πλοίο, για να πάει να συναντήσει τον Σλόμο… Θα τελειώνατε αμέσως έτσι και μαθευόταν με ποιανού κόρη διασκέδαζαν οι φίλοι σας… Μέχρι τώρα όλοι έκαναν στραβά μάτια για το άτομό σας. Ήξεραν ότι ήσασταν απατεώνας. Ότι όλα ήταν απάτη. Ένας Εβραίος που έγινε χριστιανός για να κάνει δουλειές με τους Γερμανούς… Και θα μιλήσετε με τον προσωπικό σας γραμματέα, σωστά;… Και εκείνος θα βρει τον Πόιβα, έναν πυγμάχο που είχε καθαιρεθεί, έναν μέθυσο τραμπούκο, για να φοβίσει την κόρη σας, να αναγκαστεί να γυρίσει στο σπίτι… Ο Πόιβα βρήκε την κόρη σας… Δεν νομίζω ότι είχε την πρόθεση να την σκοτώσει… Αλλά ο γραμματέας σας δε θα μπορούσε να βρει πιο ακατάλληλο άνθρωπο για τη δουλειά από τον Πόιβα… Της έριξε μια μπουνιά στο κάτω μέρος του στομαχιού. Εγώ το ξεπέρασα επειδή ήξερα τι να περιμένω. Αλλά η κόρη σας… Και μετά τον φόνο, θα βρείτε τον Ίστβαν Μπάρτσι, το δεξί χέρι του Πρωθυπουργού… Που θα πείσει τον αρχιεπιθεωρητή Γκέλερτ να σταματήσει την έρευνα… Το επιχείρημά σας ήταν ότι μία πόρνη σας εκβίαζε… Και για να το κάνετε πιο πιστευτό, γιατί σας εκβίαζε ότι το κάνατε με άντρες… Προτιμήσατε να είσαστε ισόβια αντικείμενο εκβιασμού, ως Αφροδίτη (η αργκό για τους ομοφυλόφιλους) παρά να μαθευτεί ότι η κόρη σας είχε γίνει μια πόρνη πολυτελείας… Και ο Γκέλερτ θα αναφέρει στους ανωτέρους του ότι έχω χώσει τη μύτη μου στην υπόθεση… και έτσι η πληροφορία ήρθε πίσω σε σένα… Γι’ αυτό έστειλες τον Πόιβα εναντίον μου (σελ. 252-260).

 

Και ο εκβιασμός του Γκόρντον, τώρα: “«Τώρα, λοιπόν, πρόσεξέ με… Αυτή είναι η διεύθυνση ενός μαιευτηρίου. Αύριο θα τους στείλεις με τηλεγράφημα εκατό χιλιάδες πένγκο. Το ίδιο ποσό κάθε πρώτη του μήνα…Για όσο διάστημα έχεις ακόμα λεφτά…»”. Και θα αφήσει τους Σόλοσι, όχι πριν ειδοποιήσει την υπηρέτρια ότι θα πρέπει να ψάξει για νέα δουλειά, “«Ξέρω» είπε εκείνη χαμηλόφωνα. «Ξέρω»(σελ. 264).

 

Και τώρα, η δεύτερη κίνηση. Σκηνή Α: Η συνάντηση του Γκόρντον με τον Πόιβα στην παροικία Μαρία Βαλέρια, σε ένα σκηνικό απίστευτης αθλιότητας, όπου και το άντρο του “πυγμάχου”. Στο κατ’ ευφημισμό χοιροστάσιο όπου έμενε ο Πόιβα, ο Γκόρντον θα “στήσει” τον αγώνα της βραδιάς. Έναντι εκατό πένγκο, ο Πόιβα θα έπρεπε να πέσει, στον δεύτερο γύρο. Σκηνή Β: Ο Γκόρντον θα επισκεφθεί τον Πολωνό αντίπαλο του Πόιβα, λίγο πριν τον αγώνα. Θα τον “φουντώσει” με τον ισχυρισμό ότι έχει διαδοθεί πως ο αγώνας είναι στημένος να χάσει από τον Πόιβα. Θα εγκαταλείψει το δωμάτιο του πυγμάχου, αφήνοντας πίσω του έναν έξαλλο Πολωνό.

Το αποτέλεσμα: “Από το σκοτεινό σημείο που στεκόταν ο Γκόρντον παρακολουθούσε έναν από τους άντρες να ανεβαίνει στο ριγκ και να κλοτσά το κορμί του Πόιβα κάτω από το ρινγκ. Ένας άλλος άρπαξε το πτώμα από τις μασχάλες και το έσυρε πάνω στο καροτσάκι. Τώρα ο πρώτος άντρας άρπαξε τα πόδια και τα ανέβασε στο καροτσάκι, ύστερα και οι δύο μαζί το έσπρωξαν γρήγορα προς την πόρτα(σελ. 297)

 

Αλλά, ο Kondor, έχει να κλείσει και έναν άλλο λογαριασμό. Το τέλος της ιστορίας θα βρει τον Γκόρντον να διορθώνει το άρθρο ενός νεαρού μαθητευόμενου δημοσιογράφου, το σχετικό με την “…αυτοκτονία του ιδιοκτήτη της εταιρίας “Καφές Αράμπια”, στην κατοικία του στην οδό Πασαρέτι…”

Ο Kondor θα έχει μοιράσει ακριβοδίκαια το κόστος της τιμωρίας, με μόνο χαμένο το μαιευτήριο? δυσαναπλήρωτη η απώλεια ενός θεόσταλτου ευεργέτη…

 

O Kondor στοχεύει σε πολλά και παράλληλα. Πολιτική ίντριγκα, έγκλημα, οικογενειακή τραγωδία, διαφθορά των πολιτικών, αντισημιτισμός, πορνεία, απόλυτη κοινωνική ένδεια, μποξ, πολιτικές αναφορές σε Ουγγαρία και Γερμανία, εσωτερική κουζίνα του Τύπου, η πολυφωνία που πάντα θα φλερτάρει με την κακοφωνία, όταν τα μάτια και το χέρι του συγγραφέα αμελούν, επαναπαύονται ή, απλά, δεν λειτουργούν.

 

Και με τη μετάφραση δεν μπορείς να ξέρεις ποτέ, αν δεν ξέρεις ή δεν μπορείς να την παραβάλεις με το πρωτότυπο. Και με τις διπλές μεταφράσεις, είναι ακόμα δυσκολότερο. Στην προκείμενη περίπτωση, η διήγηση ακούγεται φορές – φορές “ξερή”. Είναι μία γλώσσα που δεν προσφέρεται σε μετάφραση; είναι ένα προσωπικό συγγραφικό ιδίωμα που “χάνει” στη μετάφραση; είναι ο Kondor που, στην αναζήτηση προσωπικού ύφους ανάμεσα στις συμπληγάδες των hard-boilers, ελαφρά δεινοπαθεί; είναι το κραυγαλέο happy end που, στην περίπτωση του νουάρ, ακούγεται εικονοκλαστικό; Ίσως είναι όλα ή και τίποτε από αυτά και να πρόκειται για το πταίσμα του πρώτου βιβλίου, όπου ο συγγραφέας ξεκινάει να “ψάχνεται”, με το διαδίκτυο να είναι απόλυτα εγκωμιαστικό για το 5μπτο βιβλίο της Γκορντονιάδας (“Budapest in November– 2012). Αν η επιβράβευση ή η καταδίκη ενός βιβλίου είναι στην επίγευση της ανάγνωσής του, ή, ακριβέστερα, στην ένταση και τη διάρκεια της επίγευσης, αυτή του “Έγκλημα στη Βουδαπέστη” μου μοιάζει χαμηλής έντασης και μάλλον σύντομη. Αλλά μπορεί να είναι και προσωπικό πρόβλημα αναγνωστικού ουρανίσκου…

 

Στο απόσπασμα που ακολουθεί, συγκλίνουν πολλά από τα στοιχεία που συνθέτουν την ατμόσφαιρα του “Έγκλημα στη Βουδαπέστη” και συναντούν τους στόχους του συγγραφέα του. Και δεν πιστεύω πως ο Kerr θα διαφωνούσε…       

 

…Όταν τελείωσε, έκλεισε το καπάκι της πένας του και, κοιτώντας τα δέντρα, άρχισε να σκέφτεται πάλι τη νεκρή κοπέλα, που του αποσπούσε την προσοχή όλο και περισσότερο. Πριν από λίγο καιρό είχε πάρει το αυτί του ότι μπορούσες να διαλέξεις γυναίκα από έναν κατάλογο. Όποιος και να κρυβόταν πίσω από το θάνατο της κοπέλας έπαιζε σε μεγαλύτερη κατηγορία από τον Τσούλι. Πεντακόσια πένγκο για μια γυναίκα; Όσο όμορφη και να ήταν, ήταν ένα τεράστιο ποσό. O Τσούλι και η συμμορία του, συμπεριλαμβανομένου του Γιόζι Λάμπορανς και των ομοίων του, ήταν τυχεροί αν έβγαζαν δέκα με δεκαπέντε πένγκο τη μέρα από τις γυναίκες τους. Αποβράσματα της κοινωνίας που ξόδευαν τα λεφτά τους στο ποτό, στα χαρτιά ή στα άλογα με το που τα έβαζαν στο χέρι. Οι κοπέλες φθείρονταν γρήγορα κι εκείνοι τις πουλούσαν σε καμιά τρώγλη στην επαρχία, στην περίπτωση βέβαια που δεν έχαναν τη ζωή τους από αφροδίσια νοσήματα.

Πεντακόσια πένγκο ήταν μια μεγάλη και καλά μελετημένη επένδυση. Όποιος ξόδευε τόσο πολλά για μια κοπέλα εξυπηρετούσε σημαντικούς πελάτες. Και, χωρίς αμφιβολία, δεν έστελνε τα κορίτσια να κοιμηθούν με τους πελάτες σε κάποιο δωμάτιο υπηρεσίας σε μια κακόφημη περιοχή όπως η Τερεζβάρος. Ο Γκόρντον θα έλεγε ψέματα στον εαυτό του αν αρνιόταν ότι υπήρχε κάτι ασυνήθιστο στη συγκεκριμένη κοπέλα. Ένα ήταν βέβαιο: ό,τι και να ανακάλυπτε για εκείνη, αν ανακάλυπτε κάτι, δεν θα ήταν ευχάριστο. Και το πιο πιθανό θα ήταν ότι δεν θα μπορούσε να γράψει κάτι γι’ αυτό. Ακόμη κι αν έβρισκε τις άλλες κοπέλες που εξυπηρετούσαν αυτού του είδους την υψηλή πελατεία, καμία εφημερίδα δεν θα τολμούσε να δημοσιεύσει το άρθρο. Ωστόσο…

«Είναι σαν να βλέπω τον πατέρα σου», είπε ο Μορ και κάθισε δίπλα στον Γκόρντον, ακουμπώντας ένα καλάθι με μήλα μπροστά του.

«Μαρμελάδα μήλο πάλι, παππού;»

«Όντως!» ανακοίνωσε ο γέρος. «Κοίτα μόνο πόσο όμορφα είναι. Δεκαοκτώ φίλερ το κιλό. Δεν το σκέφθηκα καν και αγόρασα πέντε κιλά».

«Ώστε θα το προσπαθήσεις πάλι»

«Σίγουρα».

«Δεν μπορεί να βγει άσχημη. Η αλήθεια είναι πως όλοι λένε ότι δε γίνεται μαρμελάδα από μήλα, αλλά στην καλύτερη περίπτωση θα βγει άλειμμα μήλου».

«Βλέπεις παιδί μου; Εδώ είναι η πρόκληση».

«Θυμάσαι όταν είχες φτιάξει εκείνη τη μαρμελάδα από άγρια βατόμουρα που βρήκες σ’ έναν λόφο απέναντι από το ποτάμι;»

Ο Μορ σήκωσε τους ώμους, ύστερα έκανε μια απορριπτική χειρονομία:

«Μην ανησυχείς, παιδί μου. Ούτε τότε έπαθα τίποτε».

«Παππού, έκανες τρεις μέρες να βγεις από την τουαλέτα».

«Ε, καλά… αλλά ήταν νόστιμη».

«Μια και είμαστε στο θέμα, παππού, πόσο δυνατή πρέπει να είναι μια γροθιά στο στομάχι για να σκοτώσει κάποιον;»

Ο γέρος γύρισε προς τον Γκόρντον και περιεργάστηκε το πρόσωπό του».

«Ώστε πήγες στον ιατροδικαστή;»

Ο Γκόρντον ένευσε καταφατικά.

«Πιο δυνατή από δυνατή», είπε ο γέρος. «Χρειάζεται τρομερό χτύπημα για να σκοτώσεις κάποιον έτσι».

«Έτσι είπε και ο Πάζαρ».

«Αλλά πρέπει να ξέρεις επίσης πού να χτυπήσεις και πόσο δυνατά», συνέχισε ο Μορ.

«Θέλεις να πεις ότι αν χτυπήσω κάποιον, μια γυναίκα, ας πούμε, τότε…»

«Θέλω να πω, παιδί μου, ότι αυτός που το έκανε πιθανώς το έχει ξανακάνει. Οι πιθανότητες να το καταφέρεις κατά λάθος είναι πολύ μικρές».

Ο Γκόρντον έκλεισε το σημειωματάριο και έβαλε στην τσέπη την πένα του.

«Πες μου, παιδί μου», είπε ο Μορ ακουμπώντας την πλάτη στο παγκάκι. «Ξέρεις τον σημερινό κόσμο καλύτερα από μένα. Τι πιστεύεις γι’ αυτόν τον Ντάρανι;»

«Τι πιστεύω, παππού; Πολιτικός είναι. Ίσως είναι ικανός να ηγηθεί του Κόμματος Εθνικής Ενότητας, ίσως όχι».

«Και αν όχι;»

Ο γέρος κοίταξε τον Γκόρντον στα μάτια.

«Ξέρεις ότι η Κριστίνα ήταν στο Βερολίνο το καλοκαίρι, έτσι δεν είναι;» ρώτησε ο Γκόρντον.

«Έκανε κάποια γραφιστικά για τους Ολυμπιακούς αγώνες».

Μπορείς να το πεις κι έτσι. Λοιπόν, συνάντησε έναν άντρα ονόματι Γκούντερ, έναν τύπο που ήταν πολλά χρόνια μπάτσος. Ντετέκτιβ. Αυτός ο Γκούντερ έψαχνε για κάποιον που είχε εξαφανιστεί. Μη με ρωτήσεις πώς γνωρίστηκαν», πρόσθεσε ο Γκόρντον απαντώντας στην ερώτηση που διέκρινε στο βλέμμα του Μορ. «Ποτέ δεν ξέρεις με την Κριστίνα. Τέλος πάντων, αυτός ο Γκούντερ πήρε την Κριστίνα για έναν περίπατο στο Βερολίνο. Της έδειξε όλα τα πλακάτ κατά των Εβραίων στην Αλεξάντερπλατζ είχαν αντικατασταθεί από πλακάτ για τους Ολυμπιακούς. Ε, λοιπόν, ένα από τα ανώτερα στελέχη της γερμανικής ηγεσίας επισκέφθηκε τον Γκέπες στο σανατόριο κοντά στο Μόναχο. Το όνομά του είναι Ρούντολφ Ες. Τον έχεις ακουστά;»

Ο Μορ κούνησε το κεφάλι.

«Ήταν δεξί χέρι του Χίτλερ, είχε κάνει την επιμέλεια του βιβλίου του Ο Αγών μου. Ο συγκεκριμένος άντρας μετέφερε της προσωπικές ευχές του Χίτλερ στον πρωθυπουργό μας. Και αν θυμάσαι σε μια συγκέντρωση του Κόμματος Εθνικής Ενότητας πριν από λίγο καιρό οι παρευρισκόμενοι τραγούδησαν το τραγούδι του Χορστ Βέσελ – τον ύμνο του ναζιστικού κόμματος δηλαδή. Έπειτα, ήταν η υπόθεση των παρακολουθήσεων του Φέλντες».

«Τι είναι πάλι αυτό αγόρι μου;»

«Ο Λάσλο Φέλντες-Φίεντλερ» ήταν ο άνθρωπος στον οποίο το Κόμμα Εθνικής Ενότητας ανέθεσε να παρακολουθεί τους πολιτικούς και να γράφει αναφορές για εκείνους. Θυμάσαι ποιος έκανε στάση στη Βουδαπέστη πριν από δυο βδομάδες για μια φιλική κουβεντούλα; Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Κόνσταντιν φον Νόιραθ και ο Γκέμπελς. Τον δεύτερο μάλιστα τον δέχτηκε ο δικός μας υπουργός Εξωτερικών. Φυσικά, η επίσκεψη ήταν τελείως προσωπική. Και ούτε δυο βδομάδες πριν, ο υπουργός Εσωτερικών μας διέταξε να απαγορευτούν όλες οι δημόσιες συναθροίσεις».

Ο θυμός του Γκόρντον μεγάλωνε καθώς μιλούσε, και συνέχισε να δίνει παραδείγματα:

«Και η ομιλία του Χίτλερ στα τέλη Σεπτεμβρίου; Ότι αν η Γερμανία είχε αποικίες και πρώτες ύλες, τότε θα είχε την πολυτέλεια της δημοκρατίας; Την πολυτέλεια της δημοκρατίας; Παππού, η δημοκρατία δεν είναι πολυτέλεια».

«Για σένα, αγόρι μου, στην Αμερική δεν ήταν. Εδώ, όμως…»

«Τι έκανε ο Γκέμπες όταν πήγαινε συνέχεια στη Ρώμη; Πήγαινε για κυνήγι με τον Μουσολίνι;»  

Ο Μορ άπλωσε τα χέρια του σαν να παραδινόταν:

«Πού θέλεις να καταλήξεις, αγόρι μου;»

«Πώς λέγεται η πλατεία που μένεις;»

«Πλατεία Αδόλφου Χίτλερ. Όμως ο Ντάρανι θα…» απάντησε ο γέρος χαμηλόφωνα.

«Θα κάνει τι ο Ντάρανι, παππού; Νομίζεις ότι μπορεί να αντισταθεί στα γεράκια του Κόμματος Εθνικής Ενότητας; Παππού, η χώρα μας θα μπορούσε να πάει και με την πλευρά του Στάλιν, αν εκείνος μας υποσχόταν ότι θα παίρναμε πίσω την Τρανσυλβανία και τα βόρεια υψίπεδα που χάσαμε στον πόλεμο. Όσο για τους Βρετανούς, μα αυτοί είναι όλο λόγια. Δεν τους κοστίζει τίποτε να υποστηρίξουν το ρεβιζιονισμό. Αλλά οι Γερμανοί; Ο κόσμος πιστεύει ότι θα το πετύχουν πραγματικά».

«Αγόρι μου, δεν έχει σημασία με ποιον θα συμμαχήσουμε», είπε με απαλή φωνή ο γέρος. «Οτιδήποτε είναι καλύτερο από τον κομμουνιστικό όχλο. Οτιδήποτε».

«Ναι;»

Ο Γκόρντον τον κοίταξε στα μάτια.

«Ναι», ένευσε εκείνος. «Δεν ήσουν εδώ το 1919. Δεν είδες τι συνέβη. Όχι μόνο στη Βουδαπέστη, αλλά και στη γενέτειρά μας, στο Κέστελι».

Ο Γκόρντον δεν απάντησε. Τα τελευταία λόγια του Μορ πλανιόνταν ανάμεσά τους. Ο γέρος αναστέναξε, τεντώθηκε και σηκώθηκε.

«Έχω μια μαρμελάδα μήλο που με περιμένει», είπε παίρνοντας το καλάθι του και μπήκε στο κτίριο.(σελ. 86-91)


  1.Το “Budapest Noir” (2008) ακολούθησαν τα: “Wicked Budapest” (2009), “The Spy from Budapest” (2010), “Budapest in Ruins” (2011) καιBudapest in November” (2012).

   2. Οι συνεντεύξεις του Kondor δίνονται αποκλειστικά μέσω e-mail.

3. Η Κόκκινη Μάργκο του “Έγκλημα στη Βουδαπέστη” αποτελεί τη δίδυμη εκδοχή της Ντάινα Μπραντ του “Ο κόκκινος θερισμός”. Δεν έχετε παρά να παραβάλετε την περιγραφή τους (σελ. 124, στο “Έγκλημα στη Βουδαπέστη”/ σελ. 42,  στο “Ο κόκκινος θερισμός” (Μεταίχμιο / Μετάφραση: Ανδρέας Αποστολίδης). Μέχρι και ο “πόντος στην κάλτσα” είναι πανομοιότυπος: “Της είχε φύγει ένας πόντος από την κάλτσα πάνω από το αριστερό πόδι”, στη “Βουδαπέστη” (σελ. 124), έναντι “Στη αριστερή κάλτσα είχε φύγει ένας πόντος”, στον “Θερισμό” (σελ. 42) 

4.  να του δίναμε την εικόνα του Humphrey Bogart; Μόνο λίγο ψηλότερος του Bogie, γύρω στο 1.80 / “…Η γυναίκα ήταν περίπου πέντε εκατοστά πιο κοντή από εκείνον, γύρω στο ένα και εβδομήντα τέσσερα…(σελ 124).

5.  Το αληθοφανές της σκηνής, στην κρίση του αναγνώστη…

6. Γενική παρατήρηση που δεν θα διαφύγει των αναγνωστών του Kondor, στο διαδίκτυο: Απίστευτα ακριβείς οι πληροφορίες, που, εύκολα, συνεχόμενα και αδιάψευστα, εξασφαλίζει ο Γκόρντον, από τις πηγές του.  

7. Horst Wessel (1907-1930): Γερμανός ακτιβιστής, αξιωματικός των παραστρατιωτικών ταγμάτων εφόδου, που έγινε “μάρτυρας” των εθνοσοσιαλιστών ύστερα από τη δολοφονία του από έναν κομμουνιστή. Πριν από το θάνατό του είχε γράψει ένα ποίημα με τίτλο “Ψηλά τη σημαία”, το οποίο μελοποιήθηκε και έγινε ύμνος των ναζιστών (Σ.τ.Μ.)


96η Συνάντηση της Λέσχης Αστυνομικής Λογοτεχνίας, (24.9.2015)

 

Έγκλημα στη Βουδαπέστη” (Vilmos Kondor)

 

Επίμετρο

 

 Gyula GombosGyula Gombos / Γκιούλα Γκέμπες/1886-1936.

Πρωθυπουργός: Οκτ. 1932/Οκτ. 1936 (σελ. 8):

O Γκιούλα Γκέμπες (GG), λοχαγός του Αυστρο-Ουγγρικού στρατού κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρξε σθεναρός υποστηρικτής της Ουγγρικής ανεξαρτησίας έναντι της Αυστρίας και πολέμιος της δυναστείας των Αψβούργων.

Με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οπότε η Ουγγαρία αποχωρίστηκε την Αυστρία, ο GG δημιούργησε την παραστρατιωτική ομάδα Magyar Orszagos Vedero Egylet (MOVE)/Hungarian National Defence Association, ενάντια στους κομμουνιστές του Bela Kun, που είχαν καταλάβει την εξουσία το 1919. Ο GG υπήρξε στενός σύμμαχος του Miklόs Horthy, του επί κεφαλής του αντικομμουνιστικού μετώπου, και ήταν εκ των υπευθύνων της οργάνωσης του στρατού του τελευταίου.

Μετά την ονομασία του Horthy, ως αντιβασιλέως, το 1920, ο GG αναδείχτηκε ως ο ηγέτης του αναδυόμενου εθνικιστικού κινήματος, του ενάντιου στη – σύντομη – παρένθεση (Μάρτιος-Αύγουστος 1919) της κομμουνιστικής διακυβέρνησης, αλλά και στην υπογραφή της Συνθήκης του Τριανόν (1920 – η “Συνθήκη”),           η οποία επέβαλε την απώλεια του 72% του Ουγγρικού εδάφους, προς όφελος των ομόρων κρατών (Τσεχοσλοβακίας/ Ρουμανίας/Γιουγκοσλαβίας) και του 31% των Ουγγρικής καταγωγής κατοίκων της χώρας.

Το 1929, ο GG ονομάστηκε από τον Horthy, επί κεφαλής του στρατού και Υπουργός Άμυνας.

Το 1932, ο Horthy ονόμασε τον GG Πρωθυπουργό. Με την ανάληψη των καθηκόντων του, ο GG ανακάλεσε παλαιότερες αντισημιτικές συμπεριφορές του και οι Εβραϊκές Αρχές τον  υποστήριξαν, υπό τον όρο ότι δεν θα εξέδιδε αντι-Εβραϊκούς νόμους. Ο GG, τίμησε την υπόσχεσή του.

Υπό την ιδιότητά του ως Πρωθυπουργού, ο GG δραστηριοποιήθηκε ιδιαίτερα προς την ανάκαμψη της Οικονομίας και την αναθεώρηση της Συνθήκης, μέσω των συμμαχιών του με την Ιταλία και την Αυστρία. Με την ανάρρησή του στην Πρωθυπουργία, ο GG επισκέφτηκε τον Μουσολίνι, και απέσπασε από τον τελευταίο την υποστήριξή του για την αναθεώρηση της Συνθήκης, αλλά και τη βοήθειά του, στο ενδεχόμενο πολέμου της Ουγγαρίας κατά της Γιουγκοσλαβίας και της Ρουμανίας, στην προσπάθεια των Ούγγρων να ανακτήσουν τα χαμένα εδάφη.

Ο GG, για τους πιο πάνω λόγους συμμάχησε και με τη Γερμανία και ήταν ο πρώτος ηγέτης κράτους που επισκέφθηκε τον Χίτλερ, όταν εκείνος ανέλαβε την Καγκελαρία, το 1933. Υπέγραψε επίσης μία μείζονα εμπορική συμφωνία με τη Γερμανία, ενώ προτίμησε να ευθυγραμμιστεί περισσότερο με την Ιταλία και την Αυστρία, όταν ο Χίτλερ, του υποσχέθηκε ότι θα τον υποστήριζε στο να ανακτήσει εδάφη από την Τσεχοσλοβακία, όχι όμως και από τη Ρουμανία ή τη Γιουγκοσλαβία. Ο Χίτλερ τοποθετήθηκε επίσης αρνητικά στα σχέδια του GG να ενισχυθεί ο Ουγγρικός στρατός, αντίθετα με τον Μουσολίνι που τα στήριξε.

Ο GG δεν έζησε την υλοποίηση των σχεδίων του, αφού πέθανε στο Μόναχο, από καρκίνο των όρχεων, στις 6 Οκτωβρίου, 1936. Εκατοντάδες χιλιάδες Ούγγρων ακολούθησαν τη σωρό του.

 

Δεδομένης της έκτασης που ο Kondor δίνει στην κηδεία του Gyula Gombos στα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου του, σας παραπέμπω σε ένα δεκάλεπτο ντοκιμαντέρ, σχετικό με το γεγονός (δυστυχώς σε πλήρως ακατάληπτα Ουγγρικά)? αλλά η δύναμη της εικόνας… Συν το γεγονός ότι θα μπορέσετε να διακρίνετε μέσα στο πλήθος και τον Ζίγκμοντ Γκόρντον…:youtube.com/watch?v=a90jUY6JGNA

 

Kalman Daranyi / Κάλμαν Ντάρανι/1886-1939.

Πρωθυπουργός: Οκτ. 1932/Μάιος 1938 (σελ. 14):

 

Kalman DaranyiΟ  Kalman Daranyi (KD), συνομήλικος του Gyula Gombos, ονομάστηκε Πρωθυπουργός, από τον Αντιβασιλέα Miklόs Horthy, αμέσως μετά τον θάνατο του GG.

Κατά τα πρώτα στάδια της Πρωθυπουργικής του θητείας, ο ΚD προσπάθησε να κρατηθεί μακριά από τα άκρα και έθεσε εκτός νόμου το National Will Party, προπομπό του Ουγγρικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Επιχείρησε επίσης να προσεγγίσει Αγγλία και Γαλλία, δεδομένης της αυξανόμενης πίεσης εκ μέρους της Ναζιστικής Γερμανίας, όμως οι δυτικές δυνάμεις επέδειξαν μικρό ενδιαφέρον στις προσπάθειες του KD  και του  Kalman de Kanya, Υπουργού του επί των Εξωτερικών.

Ο KD ήταν πίσω από το πρόγραμμα Gyor, ένα πενταετές πρόγραμμα ενίσχυσης του Ουγγρικού Στρατού και των Υποδομών (60%/40%) συνολικού ύψους 1 δις pengos.  Το πρόγραμμα εφαρμόστηκε επιτυχώς, στο σύνολό του, εντός διετίας(!).

Η στροφή στις θέσεις του KD έναντι της ναζιστικής Γερμανίας τοποθετείται αμέσως μετά την

Η Ουγγαρία είναι πλέον όμορη με τη Γερμανία, η ναζιστική προπαγάνδα είναι φορτική και ο KD ορίζει Γερμανόφιλους πολιτικούς στην κυβέρνησή του, μία κυβέρνηση που συστηματικά υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα των επαφών με τη Γερμανία… Ο KD θα αρχίσει διαπραγματεύσεις με τους ακροδεξιούς του Arrow Cross Party, κίνηση που δυσαρέστησε του Ούγγρους συντηρητικούς, αλλά και τον αντιβασιλέα Miklόs Horthy. Θα ακολουθήσει η παραίτηση του KD, τον Μάιο του 1938 και η ανάληψη της Πρωθυπουργίας από τον Bela Imredy (Πρωθυπουργός: Μάιος 1938/Φεβρ. 1939) εισηγητή του σχεδίου Gyor.    

 

Miklos KόzmaMiklos Kόzma / Μίκλος Κόζμα/1884-1941.

Υπουργός Εσωτερικών: 1935-1937 (σελ. 15):

 

Ο Miklos Kόzma (ΜΚ) πολέμησε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ήταν εκ των πρώτων υποστηρικτών του μετέπειτα αντιβασιλέως Miklόs Horthy. Διαφωνώντας με τη μετριοπαθή πολιτική του Kalman Daranyi, παραιτήθηκε από τη θέση του Υπουργού Εσωτερικών, για να συνεχίσει τις ακραίες πολιτικές του επιχειρώντας να επιτεθεί στην Καρπάθια Ρουθηνία (Carpathian Ruthenia – Karpatalja), που αποτελούσε τμήμα της Τσεχοσλοβακίας. Επιχείρηση που απαγορεύτηκε από την Ουγγρική Κυβέρνηση.

Ο ΜΚ, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πρώτη απέλαση Εβραίων από την Ουγγαρία και ήταν εκ των πρωταγωνιστών των             απελάσεων που οδήγησαν στη σφαγή 30 000 Εβραίων, στο       Kamianets-Podilskyi (σημερινή Ουκρανία), από τον Αύγουστο του 1941, μέχρι τα τέλη του 1943.   

 

Miklόs Horthy / Μίκλος Χόρτι/1868-1957 / Αντιβασιλέας: 1920- 1944  (σελ. 25) και το πολιτικό σκηνικό, στην Ουγγαρία των ετών ’30 και μέχρι το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου:

 

Miklos HorthyΟ Miklόs Horthy (MH) υπήρξε ο τελευταίος ναύαρχος, υπό το καθεστώς της Αυστρο-Ουγγρικής μοναρχίας. Ονομάστηκε Αντιβασιλέας, αμέσως μετά την κατάλυση της επτάμηνης κομμουνιστικής παρένθεσης του 1919 και ήταν ένθερμος πολέμιος της επιστροφής των Αψβούργων στον θρόνο της Ουγγαρίας.

Ο ΜΗ υπήρξε μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες πολιτικές  προσωπικότητες της Ουγγαρίας, κατά τη κρίσιμη δεκαετία του 1930 και μέχρι το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Η πρώτη ευκαιρία αμφισβήτησης του ΜΗ δόθηκε ήδη με την ανατροπή των κομμουνιστών, των Αύγουστο του 1919. Εκδικούμενοι την τρομοκρατία των κομμουνιστών (“Red Terror”), οι άνδρες τού υπό την ηγεσία του ΜΗ “Εθνικού Στρατού” εξαπέλυσαν, ένα διετές αντικομμουνιστικό πογκρόμ, γνωστό ως “White terror”, με κύρια θύματα κομμουνιστές, σοσιαλδημοκράτες και Εβραίους. Οι τελευταίοι, αν και στην πλειοψηφία τους δεν είχαν υποστηρίξει την “Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία”, είχαν στελεχώσει ηγετικές θέσεις της κομμουνιστικής κυβέρνησης υπό τον Bela Kun. Ουδέποτε αποδείχτηκε ότι ο ΜΗ είχε προσωπική εμπλοκή στις θηριωδίες του “White terror”. Και ο ίδιος δίωξε τους επί κεφαλής των πογκρόμ, αν και ποτέ δεν ζήτησε συγγνώμη για τα εγκλήματα των στρατιωτών του.

Στο μεσοδιάστημα, από το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και του τέλους της δεκαετίας του 1930, τα μείζονα πολιτικά προβλήματα στην Ουγγαρία ήταν οι συνέπειες της Συνθήκης του Τριανόν (1920 / βλ. πιο πάνω, υπό “Gyula Gombos” / σελ. 15)  αλλά και η τοποθέτηση έναντι της κομμουνιστικής απειλής. Διπλωματικές πηγές της εποχής ανεδείκνυαν την εμμονή του ΜΗ έναντι της Κομμουνιστικής απειλής, σε φοβία.

Για τον ΜΗ, η επιλογή μεταξύ των δύο συμμαχιών ήταν το ίδιο επικίνδυνη, αλλά θεώρησε την επιλογή του ναζιστικού στρατοπέδου, ως προτιμότερη, όχι μόνον γιατί η Γερμανία ήταν ο κύριος εμπορικός συνεταίρος της Ουγγαρίας, αλλά και διότι αυτό θα ήταν το μέσον ανάκτησης χαμένων εθνικών εδαφών. Η πολιτική του ΜΗ, θα είναι εις το εξής μία διαρκής ακροβασία, έναντι των ναζιστικών απαιτήσεων, των σχετικών με τον ρόλο και την αποστολή του Ουγγρικού στρατού, αλλά και της εθνικής πολιτικής, έναντι των Εβραίων.

Όταν τον Αύγουστο του 1938, ο ΜΗ επισκέφτηκε τη Γερμανία, ο Χίτλερ του ζήτησε τη συνδρομή του Ουγγρικού στρατού στην προγραμματιζόμενη εισβολή των Γερμανών στην Τσεχοσλοβακία. Συνδρομή την οποία ο ΜΗ αρνήθηκε.

Με την κατάκτηση μέρους της Τσεχοσλοβακίας, οι Ναζί “δώρισαν” το ? της Σλοβακίας στους Ούγγρους. Το αυτό και με άλλα τμήματα της Τσεχοσλοβακίας (Μάρτιος 1938) αλλά και της Ρουμανίας (Αύγουστος 1940), καθιστώντας την Ουγγαρία συνεργό και de fact σύμμαχο…

Παρά τη συνεργασία του με τους Ναζί, ο ΜΗ και η κυβέρνησή του, θεωρούνταν από τους Δυτικούς περισσότερο “συντηρητικά απολυταρχικοί” παρά “φασίστες”. Όσο αντικομμουνιστής, ο ΜΗ ήταν το ίδιο εχθρικά διακείμενος έναντι των εθνικών φασιστικών ομάδων, ιδιαίτερα έναντι του Arrow Cross Party και του ηγέτη του Ferenc Szalasi, που επανειλημμένα φυλάκισε.

Σχετικά με το Εβραϊκό ζήτημα, η πολιτική του ΜΗ, υπό την ασφυκτική πίεση των Ναζί και την προσωπική εμπλοκή του Χίτλερ, κυμάνθηκε, από την έκδοση νόμων φυλετικής διάκρισης κατά των Εβραίων – οι σαφείς ενδείξεις ήταν ότι ο ΜΗ είχε ενοχληθεί από την υπέρμετρη, όσο και επιτυχή, Εβραϊκή παρουσία, στο εμπόριο, τη βιομηχανία, τις Τράπεζες, τον Τύπο, κλπ. – μέχρι την άδεια για τη χρησιμοποίηση 40 000 Εβραίων και πολιτικών κρατουμένων-“συνοδών” του Ουγγρικού στρατού, στο πλευρό των Γερμανών στη μάχη του Στάλινγκραντ (εκ των αποστολών των “συνοδών” ήταν η εκκαθάριση ναρκοπεδίων).

Ο ΜΗ είχε αποπειραθεί να περιορίσει τον διωγμό των Εβραίων στην Ουγγαρία, ήδη από το καλοκαίρι του 1941 και τα γεγονότα του Kamianets-Podilskyi (βλ. σελ. 17). Και, ενωρίς το 1942, σε μία απόπειρα απεμπλοκής από το Χιτλερικό καθεστώς, ο ΜΗ απεμάκρυνε τον φιλογερμανό Πρωθυπουργό Laszlo Bardossy.

Μετά την καταστροφική ήττα στο Στάλινγκραντ, ο Χίτλερ, σε σύσκεψη με τον ΜΗ, τον Απρίλιο του 1943, απαίτησε την τιμωρία των 800 000 Εβραίων της Ουγγαρίας, των ομοεθνών τους, κατ’ αυτόν, όντων υπαίτιων της ήττας στο Βόρειο Μέτωπο.                     Η Ουγγρική κυβέρνηση, υπό τον ΜΗ, συναίνεσε στην απέλαση         10 000 Εβραίων σε μονάδες καταναγκαστικών έργων των Ναζί. Παράλληλα, με τη διαφαινόμενη νίκη των Συμμάχων, η Ουγγρική Κυβέρνηση θα αρχίσει διερευνητικές προσπάθειες προσέγγισης των Συμμάχων.

Νέα σύσκεψη του Χίτλερ με τον ΜΗ, στο Klessheim (Αυστριακό έδαφος, σήμερα) τον Μάρτιο του 1944, όπου ο Χίτλερ απαίτησε από τον ΜΗ μεγαλύτερη στρατιωτική συνδρομή, αλλά και εντατικοποίηση στις διώξεις κατά των Εβραίων. Ο ΜΗ συναίνεσε στην απέλαση 100 000 Εβραίων, αλλά δεν προχώρησε περαιτέρω. Οι εξελίξεις υπήρξαν άμεσες.

Η Wehrmacht καταλαμβάνει την Ουγγαρία στις 19 Μαρτίου του 1944. Στις 9 Απριλίου, 300 000 Εβραίοι “τίθενται στη διάθεση του Ράιχ”, από την Ουγγρική Κυβέρνηση και τον Μάιο του 1944 αρχίζει η απέλαση μέχρι 12 000 Ουγγρικής καταγωγής Εβραίων ημερησίως, στο Auschwitz, υπό την εποπτεία του Adolf Eichmann.

Ο φανατικά αντικομμουνιστής ΜΗ, έχοντας αποφασίσει ότι οι Σοβιετικοί αποτελούσαν μικρότερη απειλή από τους Ναζί, θα προσφέρει στους πρώτους την εκεχειρία, υπό τον όρο της αυτονομίας της Ουγγρικής Κυβέρνησης. Οι Σοβιετικοί δέχτηκαν τη συμφωνία και ο ΜΗ ανακοίνωσε την απόφαση στην Κυβέρνηση, στις 15 Οκτωβρίου του 1944. Όπως και στον  Γερμανό εκπρόσωπο του Ράιχ, στη Βουδαπέστη.

Η αντίδραση των Ναζί δεν θα καθυστερήσει. Ένα κομάντο υπό τον Otto Skorzeny θα απαγάγει τον γιο του ΜΗ, Miklos Horthy, Jr, ενώ αυτός διαπραγματευόταν με τους Σοβιετικούς τις λεπτομέρειες της συμφωνίας, και θα τον μεταφέρει, ως όμηρο, στη Γερμανία.

Ο ίδιος ο ΜΗ θα αιχμαλωτισθεί από τους Γερμανούς και υπό την απειλή της εκτέλεσης του γιου του, θα υπογράψει την παραίτησή του και την ανάθεση της εξουσίας στον Ferenc Szalasi, αρχηγού του φασιστικού Arrow Cross Party (βλ. και σελ. 19). Τη συνοδεία του Otto Skorzeny, ο ΜΗ θα μεταφερθεί στη Βαυαρία.

Ο  Adolf Eichmann θα επιστρέψει στη Βουδαπέστη και  θα “συνδράμει” στο γεγονός ότι, στο τέλος του πολέμου, θα έχουν επιζήσει 260 000 Εβραίοι Ουγγρικής καταγωγής, έναντι 825 000, προπολεμικά.

Τον Φεβρουάριο του 1945, οι Ρώσοι, θα μπουν στη Βουδαπέστη, ενώ την Πρωτομαγιά του ίδιου έτους, ο ΜΗ, θα απελευθερωθεί, για να συλληφθεί, όμως, αμέσως μετά, από τους άνδρες της 7ης Αμερικανικής Στρατιάς.

Θα κληθεί να προσφέρει στοιχεία στο Διεθνές Στρατιωτικό Δικαστήριο της Νυρεμβέργης, τον Σεπτέμβριο του 1945, όπου συναντήθηκε και με τον γιο του Miklos. Ουδέποτε εκλήθη να καταθέσει στο δικαστήριο και οι Αμερικανοί δεν θέλησαν να εισακούσουν τις κατηγορίες του νέου ηγέτη της Γιουγκοσλαβίας, Josip Broz Tito, τις σχετικές με την έγκριση, από τον ΜΗ, των σφαγών Σέρβων και Εβραίων πολιτών, στη Voivodina, το 1942. Το ίδιο επιεικής φάνηκε και ο  Joseph Stalin, ο οποίος αντέδρασε αρνητικά στο σχετικό αίτημα της πρώτης μετά τον πόλεμο κομμουνιστικής Ουγγρικής Κυβέρνησης, με το αιτιολογικό ότι ο ΜΗ είχε προτείνει την εκεχειρία με τους Σοβιετικούς.

Η συνέχεια θα είναι, για τον ΜΗ, μία σειρά μετοικήσεων, μέχρι το 1950, όταν εγκαθίσταται στο Εστορίλ της Πορτογαλίας, με μέλη της οικογένειάς του, μέχρι τον θάνατό του, το 1957, σε ηλικία 89 ετών. Για το διάστημα των εκτός Ουγγαρίας μετακινήσεων και της παραμονής του στο Εστορίλ, τον ΜΗ συνέδραμαν, ο John Montgomery, Αμερικανός πρεσβευτής στη Βουδαπέστη, στα δύσκολα χρόνια 1933-1941, ο Πάπας Πίος ΧΙΙ, προσωπικός του φίλος, αλλά και επώνυμοι Εβραίοι της διασποράς.

Ο ΜΗ δεν επέστρεψε ποτέ στην Ουγγαρία. Βαθιά αντικομμουνιστής, απέδωσε, στα απομνημονεύματά του, τη συμμαχία με τον Άξονα, στον φόβο έναντι της απειλής των “Ασιατών βαρβάρων”, αντέδρασε έντονα κατά των Σοβιετικών, στα γεγονότα της Ουγγρικής Επανάστασης του 1956, και ζήτησε στη διαθήκη του να μην μεταφερθεί η σορός του στην Ουγγαρία “πριν και ο τελευταίος Ρώσος στρατιώτης εγκαταλείψει το Ουγγρικό έδαφος”.

O Miklόs Horthy ενταφιάστηκε οριστικά στη γενέτειρά του, Kenderes, στην Ανατολική Ουγγαρία, το 1993, δύο χρόνια αφότου οι Σοβιετικοί εγκατέλειψαν την Ουγγαρία. Η επιστροφή της σορού και ο ενταφιασμός δεν έγιναν χωρίς αντιδράσεις, από μέρους των Ούγγρων κομμουνιστών.