Τόσο σε εθνικό και ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο οι συνθήκες στους διάφορους τομείς κοινωνικής δραστηριοποίησης και η πολιτική τους διαχείριση διαπερνώνται από υψηλό φορτίο ρευστότητας και αβεβαιότητας. Οι επιπτώσεις είναι πολύ έντονες στη νέα γενιά, διότι δεν μπορεί να στηριχθεί σε σταθερά δεδομένα στις επιλογές της για την πορεία προς το μέλλον. Και αυτό έχει πολύ αρνητικές παρενέργειες στην διαχείριση της πραγματικότητας από τους νέους. Οι βιωνόμενες κοινωνικές συνθήκες είναι αποκαλυπτικές.
Για παράδειγμα σύμφωνα με έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (World Health Organization, WHO) καταγράφονται προβλήματα ψυχικής υγείας σε πάνω από 1 δισεκατομμύριο άτομα παγκοσμίως, ενώ τα στοιχεία δείχνουν, ότι η ψυχική υγεία πλήττεται συχνά ήδη από την ηλικία των ανηλίκων. Το 50% των προβλημάτων ψυχικής υγείας ξεκινά από την ηλικία των 14 ετών και το 75% από 24 ετών.
Οι αιτίες εμφάνισης προβλημάτων ψυχικής υγείας στους νέους (γενιά Gen Z) θεωρείται, ότι είναι οικονομικές προκλήσεις λόγω των επιπτώσεων της ύφεσης στις προοπτικές εργασίας και στέγασης, η μείωση της χρηματοδότησης για υγειονομική περίθαλψη και υπηρεσίες ψυχικής υγείας, η διαρκής επίδραση της πανδημίας του Covid-19 στην κοινωνική και συναισθηματική ευημερία και η μαζικότερη χρήση των social media και smartphones, που δείχνει να συνδέεται με την επιδείνωση της ψυχικής υγείας ιδιαιτέρως των γυναικών.
Ανάλογες αρνητικές επιπτώσεις στους νέους έχει και η κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας με επικεφαλή την αναπληρώτρια καθηγήτρια Ίριδα Τσεβρένη σε συνεργασία με άλλους ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών και το Ινστιτούτο Δασικών Μεσογειακών Οικοσυστημάτων του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ οι νέοι, που γεννήθηκαν μεταξύ 1997 και 2012 (Gen Z), βιώνουν ένα ευρύ φάσμα συναισθημάτων, τα οποία σχετίζονται με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και είναι κυρίως αρνητικά. Αυτά μπορεί να είναι θλίψη, αγωνία, μελαγχολία, ανησυχία, θυμός, φόβος, απόγνωση, απώλεια, μοναξιά, ενοχή.
Ενδιαφέρον έχει, ότι στον παγκόσμιο Βορρά το επίπεδο άγχους είναι υψηλό κυρίως σε χώρες με ανεπτυγμένη περιβαλλοντική παιδεία, όπως είναι οι σκανδιναβικές. Εκτινάσσεται όμως πολύ ψηλά στις χώρες της Μεσογείου, οι οποίες είναι ευάλωτες στα ακραία κλιματικά φαινόμενα, όπως είναι η Ελλάδα και η Πορτογαλία. Στον παγκόσμιο Νότο εντοπίζονται ενδείξεις για ακόμη πιο έντονα συναισθήματα, που φτάνουν στα όρια του «οικο-τραύματος».
Μπορεί βέβαια η κλιματική αλλαγή, η οποία είναι προϊόν της δραστηριοποίησης του ανθρώπου, να έχει πολύ αρνητικές παρενέργειες στην ανθρώπινη οντότητα, όμως το πολιτικό σύστημα και ιδιαιτέρως οι κυβερνήσεις σε πλανητικό επίπεδο δεν αντιμετωπίζουν τα γενεσιουργά αίτια, αλλά διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για μη βιώσιμες συνθήκες για την νέα γενιά και τις επόμενες, που «έρχονται», αν και η υπογεννητικότητα κυριαρχεί και σταδιακά οικοδομεί δημογραφικές ανισορροπίες.
Η υπογεννητικότητα στην Ελλάδα από το 2010 και μετά αποτελεί δομικό στοιχείο της κοινωνίας. Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών (ΙΔΕΜ) Βύρων Κοτζαμάνης δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ότι «αποτυπώνονται πλέον σε όλους τους δημογραφικούς δείκτες και προφανώς και στα φυσικά ισοζύγια (γεννήσεις-θάνατοι) οι διαφοροποιήσεις, οι οποίες υποθηκεύουν εκτός των άλλων την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη και την εδαφική συνοχή, καθώς επηρεάζουν τον δυναμισμό πολλών περιοχών, στις οποίες έχουμε για σειρά ετών αρνητικά ισοζύγια και υψηλούς ρυθμούς μείωσης και γήρανσης του πληθυσμού οδηγώντας τες στην δημογραφική τους κατάρρευση».
Από τις αρχές της 10ετίας του 2010 οι θάνατοι είναι σταθερά περισσότεροι από τις γεννήσεις (+4,3 χιλιάδες το 2011 και +58,5 χιλιάδες το 2024). Τα ισοζύγια δε θα παραμείνουν αρνητικά και τις αμέσως επόμενες 10ετίες, ακόμη και αν η πτωτική πορεία των γεννήσεων ανακοπεί. Ενώ το 1951 η αύξηση του πλήθους των 65 ετών και άνω ήταν 520 χιλιάδες, σήμερα είναι 2,5 εκατομμύρια.
Μη λειτουργικές και μη συνεκτικές συνθήκες καταγράφονται και στο κοινωνικό πεδίο, οι οποίες δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη φαινομένων νεανικής βίας και την μη οικοδόμηση εμπιστοσύνης στα διάφορα κοινωνικά συστήματα και στους θεσμούς (π.χ. Δικαιοσύνη).
Ιδιαιτέρως η βία ανηλίκων αναπτύσσεται με μεγάλη ταχύτητα στην Ελλάδα. Το πρώτο 8μηνο του 2023 σημειώθηκαν 4.875 περιστατικά βίας και έγιναν 6.157 συλλήψεις. Το πρώτο 8μηνο του 2024 κατεγράφησαν 7.180 υποθέσεις και έγιναν 8.978 συλλήψεις. Οι δράστες ήταν έως 18 ετών.
Η ανοδική πορεία θα συνεχισθεί, διότι είναι προϊόν των συνθηκών, που διαμορφώνει το σύστημα κοινωνικής οργάνωσης και λειτουργίας, στο πλαίσιο του οποίου δομικά στοιχεία είναι η οπτική της κοινωνίας του θεάματος (νόημα και δυνατότητα επιβολής στην ζωή προσδίδει το θέαμα και η εντύπωση, που προκαλεί, π.χ. σχολικός εκφοβισμός), η μη καλλιέργεια του διαλόγου ως μέσου επίλυσης διαφορών και αναζήτησης συγκλίσεων στις κοινωνικές σχέσεις στην εκπαιδευτική λειτουργία, η μη παραγωγή κοινωνικών αξιών στο πλαίσιο της συμβίωσης στις τοπικές κοινωνίες (όπου κυριαρχεί η μαζοποίηση) και η εργαλειοποίηση του ανθρώπου στους διάφορους κοινωνικούς ρόλους, που διεκπεραιώνει.
Στο ίδιο μήκος κύματος ως προς την ενημέρωση των πολιτών και ιδιαιτέρως των νέων κινείται και η εμπιστοσύνη στα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης. Και αυτό δεν ισχύει μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με την έρευνα «Social Media 2025» του Eurobarometer, που διεξήχθη τον Ιούνιο του 2025 και δημοσιεύθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, βασική πηγή ενημέρωσης ιδιαιτέρως στην Ελλάδα είναι τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Το 56% των πολιτών στην Ελλάδα χρησιμοποιούν τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης για να ενημερωθούν και ακολουθεί η τηλεόραση (54%), ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο μέσος όρος, που αξιοποιεί την τηλεόραση για την ενημέρωση, είναι 71%. Επίσης το 34% των πολιτών στην Ελλάδα ενημερώνεται άμεσα από εφημερίδες, περιοδικά και διαδικτυακές εκδόσεις, ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 41%.
Ιδιαιτέρως οι νέοι ηλικίας 15 έως 24 ετών δήλωσαν, ότι πρώτη πηγή ενημέρωσης τους για πολιτικά και κοινωνικά θέματα είναι το Instagram (66%), ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 64%. Ουσιαστικά η μη εμπιστοσύνη των νέων στα συστημικά μέσα ενημέρωσης τους ωθεί σε άλλες μορφές διακίνησης πληροφοριών, οι οποίες δεν είναι ελεγχόμενες ως προς την αξιοπιστία τους.
Με βάση αυτά τα εμπειρικά δεδομένα, τα οποία είναι αντιπροσωπευτικά της βιωνόμενης πραγματικότητας, γίνεται εμφανής η οικοδόμηση συνθηκών ρευστότητας και αβεβαιότητας, ενώ ταυτοχρόνως αναδεικνύεται η πολιτική αντιμετώπιση των πολιτών ως καταναλωτών, η εργαλειοποίηση τους και η συρρίκνωση της δημοκρατικής λειτουργίας. Αυτές οι διαπιστώσεις βέβαια αποκαλύπτουν και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της πολιτικής λειτουργίας και του πολιτικού συστήματος.
Συγκεκριμένα τα κόμματα, που συνθέτουν το πολιτικό σύστημα, δεν καταθέτουν μακροπρόθεσμο ολιστικό σχεδιασμό, ο οποίος ανοίγει προοπτική για τους νέους και οικοδομεί εμπιστοσύνη για το μέλλον. Δυστυχώς κινούνται με σημείο αναφοράς τον βιολογικό χρόνο του εκλογικού σώματος τόσο στον σχεδιασμό όσο και στην διαχείριση της πραγματικότητας, χωρίς να συνυπολογίζουν τις παρενέργειες στην δυναμική της εξέλιξης στην προοπτική του χρόνου.
Παράλληλα δεν γίνεται λειτουργική και με προσανατολισμό το ανθρώπινο συμφέρον κοινωνική ενσωμάτωση των νέων, αλλά προωθείται η διαμόρφωση καταναλωτών με την διοχέτευση ανάλογων προτύπων. Δεν αναπτύσσονται στις τοπικές κοινωνίες δραστηριότητες, οι οποίες οικοδομούν κοινωνική συνείδηση και ευθύνη σε συνδυασμό με την ενσυναίσθηση. Προτεραιότητα έχουν ο ατομικισμός και η ανταγωνιστική οπτική, τα οποία συμβάλλουν στην παγίωση και διεύρυνση των ανισοτήτων.
Επίσης το πολιτικό σύστημα και οι κυβερνήσεις δεν μπορούν πλέον να διαχειρίζονται λειτουργικά την μεγάλη ταχύτητα της ροής του χρόνου λόγω της πολυπλοκότητας της πραγματικότητας και των πολλών παραμέτρων της, που πρέπει να συνυπολογίζουν, με αποτέλεσμα να υποσκάπτεται η πορεία των νέων σε βάθος χρόνου.
Στην Ελλάδα βέβαια θετικό ρόλο ως προς την διαμόρφωση συνθηκών ρευστότητας και αβεβαιότητας για την νέα γενιά παίζει και η διαφθορά, η οποία επιδρά αρνητικά στον εργασιακό τομέα και την επαγγελματική πορεία της (π.χ. το πελατειακό κράτος και η αξιοποίηση του «μέσου» για την επαγγελματική ανέλιξη) και συμβάλλει στην διεύρυνση των ανισοτήτων και την συρρίκνωση της κοινωνικής συνοχής.
Η ρευστότητα και η αβεβαιότητα, που παράγει το σύστημα κοινωνικής οργάνωσης και λειτουργίας σε συνδυασμό με την μη λειτουργική διαχείριση της δυναμικής της εξέλιξης από το πολιτικό σύστημα πρέπει να αρθούν άμεσα και αυτό σημαίνει πολιτική επανεκκίνηση. Καθοριστικός παράγων για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι και η ενεργοποίηση των νέων στο πλαίσιο της κοινωνίας πολιτών και η λειτουργία τους ως ατομικών και συλλογικών υποκειμένων, σε συνδυασμό με την αποκατάσταση συνθηκών διαλόγου τόσο με το πολιτικό σύστημα όσο και με τους πολίτες στις τοπικές κοινωνίες.