Η συμφωνία ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ υπεγράφη ήδη το 1979. Εκείνη η απόφαση ήταν ευνοιοκρατική -η Ελλάδα ήταν ανέτοιμη για ένταξη όσον αφορά θεσμούς, οικονομία και σχέσεις με τους γείτονές της.
Μέσα στη δεκαετία του ’80 εκτιμήθηκε πως η σύγκλιση της Ελλάδας με την Ευρώπη θα επιτυγχάνετο χάρη στην οικονομική βοήθεια. Επρόκειτο ουσιαστικά για μία επιδοματική προσέγγιση. Έκτοτε δαπανήθηκαν δισεκατομμύρια ευρώ σε μικρά και μεγάλα έργα, κοινωνικές υπηρεσίες και αγροτικές επιδοτήσεις που αποφάσιζαν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Σήμερα όλοι γνωρίζουμε πόσο ανεπαρκής ήταν η αποδοτικότητα αυτών των πόρων. Αυτό που τελικά συνέβη είναι ότι, επί πάνω από τριάντα χρόνια, οι φορολογούμενοι της Ευρώπης επιδοτούν τα εμπεδωμένα ελληνικά συμφέροντα, επιτρέποντάς τα να αγοράζουν πολιτικούς πελάτες και ισχύ. Η Ευρώπη επιδοτεί την ελληνική στασιμότητα.
Η κρίση δανεισμού του 2010 απέδειξε πόσο λάθος είναι αυτή η επιδοματική προσέγγιση. Μια γενιά μετά την ένταξή της, η Ελλάδα μάλλον αποκλίνει, παρά συγκλίνει με τους εταίρους της. Ολόκληρη η πολιτική και οικονομική ζωή έχει πλέον διαρθρωθεί ως ένα πλέγμα μικρών και μεγαλύτερων ειδικών συμφερόντων, που στην ουσία λεηλατούν τους κοινούς πόρους, διαστρέφουν τους θεσμούς και υπονομεύουν τη βιωσιμότητα της οικονομίας, της κοινωνίας και της χώρας τους. Η πολιτική ζωή της Ελλάδας κινείται στον αστερισμό της ιδιοτέλειας, της απρονοησίας και του λαϊκισμού.
Η κρίση δανεισμού κλιμάκωσε τις παθογένειες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και εξουδετέρωσε τις αυθεντικές μεταρρυθμιστικές φωνές. Η Ελλάδα βυθίστηκε σε ένα είδος παραφροσύνης: αγνοεί τις διεθνείς πραγματικότητες και την κοινή βούληση της διεθνούς κοινότητας. Εκλαμβάνει τον εαυτό της ως καθοριστικό διεθνή παράγοντα. Αρνείται να πραγματοποιήσει μεταρρυθμίσεις. Τελικά στρέφει τα νώτα στην επιβίωσή της -ως μέλος της ΕΕ, δημοκρατία, βιώσιμη οικονομία, ακόμα και κράτος-έθνος.
Από το 2010 κάθε Ευρωπαίος πολίτης, άντρας, γυναίκα και παιδί, έχει προσφέρει περισσότερα από 1,000 ευρώ για την στήριξη της Ελλάδας. Αυτή ήταν η πιο δαπανηρή και λιγότερο αποτελεσματική φάση της επιδοματικής προσέγγισης στη σχέση Ελλάδας-Ευρώπης. Αλλά η επιδοματική προσέγγιση δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Εδώ και σαράντα σχεδόν χρόνια, η Ελλάδα λειτουργεί ως βαρέλι δίχως πάτο. Το Grexit θα στοιχίσει ακριβά, αλλά η συνέχιση της επιδοματικής προσέγγισης ακριβότερα.
Η Ελλάδα χρειάζεται εκ βάθρων ανασυγκρότηση. Κατακλυσμιαίες αλλαγές στην οικονομία, την πολιτική, την κοινωνία. Αυτές δεν μπορεί να επιβληθούν από τους εταίρους της. Οι Έλληνες χρειάζεται να αναγνωρίσουν μόνοι τις παθογένειές τους και να τις θεραπεύσουν μόνοι τους, όπως αυτοί νομίζουν. Φυσικά, η έκλειψη της Ελλάδας θα δημιουργήσει προβλήματα. Τα περασμένα χρόνια ελήφθη η πρόνοια να δημιουργηθεί μια «πυρίμαχος ζώνη», που προστατεύει σήμερα την ευρωζώνη από την έκλειψη της Ελλάδας. Χρειάζεται κάτι ανάλογο στον τομέα της ασφάλειας της Δύσης.
Το πρώτο βήμα για τη χειραφέτηση των Ελλήνων είναι να αποδεσμευτούν από το ευρωπαϊκό πλαίσιο και να τους επιτραπεί να βιώσουν πλήρως τις επιπτώσεις των συλλογικών τους αποφάσεων. Σε περίπτωση που οδηγηθούν παρ’ ελπίδα σε ανεπιθύμητο βιοτικό επίπεδο, κοινωνικές ανισότητες και μαζική φτώχεια, βία και ανασφάλεια, τυραννία και πόλεμο, η ΕΕ μπορεί να τους συμπαρασταθεί με ad hoc δράσεις.
Οι Έλληνες απαιτούν από τη διεθνή κοινότητα να τους θεωρεί το πολύ αποδέκτες ανθρωπιστικής βοήθειας και πάντως όχι εταίρους με δικαιώματα και υποχρεώσεις. Πρόκειται για ένα συλλογικό, επαναλαμβανόμενο και ενισχυόμενο αίτημα. Έφτασε η ώρα να γίνει αποδεκτό.