Η στάση του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής στο νομοσχέδιο για την δημιουργία παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων

Σίμος Ανδρονίδης 10 Μαρ 2024

Οι ενστάσεις και οι διαφωνίες που έχει εγείρει εντός της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής (μπορούμε να πούμε και εντός του κόμματος), το θέμα της στάσης του κόμματος έναντι του ν.σ  για τα μη κρατικά Πανεπιστήμια, είναι λιγότερο έντονες συγκριτικά με ό,τι προηγήθηκε. Δηλαδή, κατά την διάρκεια των διαβουλεύσεων που προηγήθηκαν της εισαγωγής στην ολομέλεια του κοινοβουλίου και της ψήφισης του νομοσχεδίου με το οποίο θεσμοθετήθηκε ο γάμος μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου.[1]

. Σημειώνεται ότι το νομοσχέδιο ψηφίστηκε λαμβάνοντας 159 ψήφους υπέρ. Οι δύο  βουλευτές του Κεντροαριστερού πολιτικού κόμματος που έχουν εκφράσει ανοιχτά την διαφωνία τους με την στάση του κόμματος, είναι η Νάντια Γιαννακοπούλου και ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος, που εν προκειμένω εκτελεί και χρέη αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων

Η κοινοβουλευτική και η εν γένει πολιτική στάση του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, απέναντι στο νομοσχέδιο για την ίδρυση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα, καθίσταται εσφαλμένη, στο εγκάρσιο σημείο όπου με αυτόν τον τρόπο χάνει την μεγάλη ή αλλιώς, την σημαντική πολιτική ‘ευκαιρία’ να αποδείξει πως ομνύει στην έννοια των μεταρρυθμίσεων,[2] εξέλιξη η οποία προκαλεί επιπλέον αλυσιδωτές αντιδράσεις σχετικές με την συνολικότερη πολιτικοϊδεολογική του φυσιογνωμία. Και ποιες είναι αυτές οι αντιδράσεις;

Ας το δούμε αναλυτικότερα. Αρχικά, χάνει την ‘ευκαιρία’ να απευθυνθεί στην ευρεία μάζα των πολιτών που αυτο-προσδιορίζονται ως Κεντρώοι (και οικονομικά φιλελεύθεροι), κατοχυρώνοντας το προφίλ του ικανού διεκδικητή της ψήφου τους στις επικείμενες ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου.

Δεύτερον, τείνει προς την εμπέδωση ενός προφίλ ‘αρνησίκυρου παίκτη’ (veto player), κατά την ανάλυση του Γιώργου Τσεμπελή. Ενός ‘αρνησίκυρου παίκτη’ που ναι μεν κερδίζει σε σταθερότητα και ομοιογένεια,[3] από την άλλη όμως, δε, χάνει σε δημιουργικότητα και σε αποδοτικότητα, αδυνατώντας να πει και να πράξει το οτιδήποτε (εντός αυτής της συγκυρίας) που θα μπορούσε να συναρπάσει και να καταπλήξει.

Τρίτον, δεν επιθυμεί να συμβάλλει (ή να επενδύσει συμβολικούς και πολιτικούς πόρους), προς την κατεύθυνση της αντιμετώπισης χρόνιων ‘παθογενειών’ που ταλαιπωρούν την χώρα επιλέγοντας μία αμυντική στάση και θέτοντας εκ των προτέρων όρια: ‘Αυτές είναι οι κόκκινες γραμμές μου και σε όποιον αρέσουν’.

 Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής είναι ιδιαίτερα «ανασφαλής»,[4] για να παραφράσουμε ελαφριά τον Θάνο Λίποβατς, πράγμα που έχει ως απόρροια να μεταδίδει αυτή την ανασφάλεια του και στα μέλη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και στα μέλη του κόμματος.

Εμβαθύνοντας περισσότερο, θα υπογραμμίσουμε πως φοβάται την οποιαδήποτε σύγκριση με τον πρωθυπουργό και πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκο Μητσοτάκη, φοβάται να κινηθεί ‘out of the box’ προκειμένου να μην κατηγορηθεί πως ‘προσβάλλει τα ιερά και τα όσια του ΠΑΣΟΚ’, φοβάται να επιχειρήσει το να ξεχωρίσει από τον ‘σωρό’ των υπολοίπων πολιτικών αρχηγών κομμάτων της αντιπολίτευσης, αρκούμενος να υπενθυμίζει τις σχετικά καλές δημοσκοπικές επιδόσεις του κόμματος του, που το φέρνουν στη δεύτερη θέση, πάνω από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά πολύ πίσω από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας.

 Συν τοις άλλοις, εκτιμούμε πως με την όλη στάση της, η πολιτική ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, συντελεί στη διαμόρφωση μίας «έντρομης καθημερινότητας»,[5] για να δανεισθούμε (από κοινού με άλλα κόμματα), την έκφραση του Α. Κύρτση.

 Δηλαδή, η διατυπωθείσα επιθετική ρητορική του κατά του νομοσχεδίου, δημιουργεί την εντύπωση πως η ενδεχόμενη ψήφιση του θα ‘αλλάξει δια παντός και δραματικά τις ζωές των Ελλήνων πολιτών.’ ‘Θα ανατρέψει τις ισορροπίες στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, οδηγώντας σε μαρασμό και σε μόνιμη παρακμή τα δημόσια πανεπιστημιακά ιδρύματα.’ ‘Θα δημιουργήσει μία παιδεία αποκλειστικά προοριζόμενη για πλούσιους’.

Αυτού του τύπου η ρητορική που δεν ανταποκρίνεται επ’ ουδενί στην πραγματικότητα, μπορεί να δημιουργήσει φόβο και άγχος σε αρκετούς πολίτες, ιδίως σε εκείνους που αποδέχονται την αναγκαιότητα της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης αλλά ζητούν την θέσπιση περισσότερων δικλείδων ασφαλείας.

Και το λάθος συμπληρώνεται με ένα νέο λάθος. Και ποιο είναι αυτό; Το γεγονός πως το κόμμα δεν εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία να καταδικάζει ρητά την Ρωσική πυραυλική επίθεση στο λιμάνι της Οδησσού, που έθεσε σε κίνδυνο τις ζωές του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι και του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Από την ανοιχτή καταγγελία μεταβαίνουμε έτσι προς την επιλεκτική ‘αφωνία’. Μάλιστα, το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής υιοθετεί στάση διπλής άρνησης, καθώς ο βουλευτής Επικρατείας Δημήτρης Μάντζος, ανέφερε πως το κόμμα δεν θα συναινέσει σε ενδεχόμενη πρόταση για την αναθεώρηση του άρθρου 16.

 

[1] Εν αντιθέσει με ό,τι είχε συμβεί εκείνη την χρονική περίοδο, αυτή την φορά ο Νίκος Ανδρουλάκης συγκάλεσε έγκαιρα την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, διαμορφώνοντας έτσι τις προϋποθέσεις ώστε, μέσω της ανοιχτής έκφρασης της διαφωνίας για την στάση του κόμματος, να εκτονωθεί η όποια ένταση θα μπορούσε να δημιουργηθεί. Όσον αφορά το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, θα επισημάνουμε πως η σύγκληση της κοινοβουλευτικής ομάδας είχε καθυστερήσει χαρακτηριστικά, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα αφενός μεν να προκύψουν ενστάσεις και διαφωνίες, που οφείλονταν και στην απουσία μίας κατεύθυνσης σχετικής με το τι θα πράξει το κόμμα όταν έρθει προς ψήφιση το νομοσχέδιο, και, αφετέρου δε, να καταστεί δύσκολο να ‘συμμαζευτούν’ πλήρως αυτές οι διαφωνίες, οι οποίες εκφράστηκαν και κατά την διάρκεια της ψηφοφορίας. Αυτή την φορά, η ηγεσία του εν Ελλάδι Κεντροαριστερού φορέα, φρόντισε όχι μόνο να συγκαλέσει έγκαιρα την Κοινοβουλευτική Ομάδα, αλλά, και να κατέλθει στο στίβο της πολιτικής αντιπαράθεσης με γραμμή καταψήφισης του νομοσχεδίου, δείχνοντας έτσι ποια είναι η ‘κόκκινη γραμμή’ της.

[2] Σύμφωνα με τα πορίσματα μίας έρευνας που πραγματοποίησαν οι Di Pasquale & Glaeser, η «συσχέτιση λιτότητας και κοινωνικής αναταραχής είναι χαλαρότερη σε χώρες με ισχυρούς θεσμούς που περιορίζουν την εκτελεστική εξουσία». Ορμώμενοι από αυτή την διαπίστωση, θα θέσουμε την ακόλουθη υπόθεση εργασίας: Θεωρούμε πως η συσχέτιση μεταξύ της ψήφισης ενός νομοσχεδίου τέτοιου τύπου και της πρόκλησης συνθηκών «κοινωνικής αναταραχής», είναι μικρή, από την στιγμή όπου, πρώτον, το νομοσχέδιο ως ‘έχει’ δεν αγγίζει ευρύτερες (έχει έναν ‘στενά’ εκπαιδευτικό χαρακτήρα), κοινωνικές κατηγορίες, οι οποίες δεν αισθάνονται την ανάγκη να εκφράσουν την ενδεχόμενη διαφωνίας του μέσω της οργάνωσης κινητοποιήσεων διαμαρτυρίας. Η πρόσφατη κινηματική ιστορία της χώρας, (βλέπε την περίοδο της βαθιάς κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής κρίσης), έχει αποδείξει πως «Μεγάλα Γεγονότα Διαμαρτυρίας» (MΓΔ), σύμφωνα με την διατύπωση του κοινωνιολόγου Κώστα Κανελλόπουλου, προκύπτουν όταν τα προς ψήφιση νομοσχέδια ή μέτρα αφορούν μεγάλες κατηγορίες του πληθυσμού, οι οποίες μάλιστα πιστεύουν ως η ψήφιση τους θα έχει ισχυρό αρνητικό αντίκτυπο στη ζωή τους. Δεύτερον, από την στιγμή όπου υπάρχουν ισχυρές αντίρροπές δυναμικές εντός κοινωνίας, κάτι που σημαίνει πως πολλοί πολίτες (βλέπε και τον άξονα ‘Νέα Δημοκρατία-ΠΑΣΟΚ’), τάσσονται ρητά υπέρ του νομοσχεδίου και κατ’ επέκταση της ίδρυσης παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Αυτή η παράμετρος διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο (η φοιτητική οργάνωση της ‘ΠΑΣΠ’ που πρόσκειται στο ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, δεν έχει καμία δυνατότητα να οργανώσεις από μόνη της μεγάλες κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας/Κάτι παρόμοιο βέβαια, μπορεί να ειπωθεί και για τις άλλες κομματικές, φοιτητικές οργανώσεις), εφόσον μπορεί και αποτρέπει τις όποιες κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας υπάρχουν (οργανωμένες από παρατάξεις και σχήματα της εν ευρεία εννοία Αριστεράς), να μην αποκτήσουν ιδιαίτερη κοινωνική δυναμική. Μόλις το θέμα πάψει να απασχολεί την επικαιρότητα, το πιθανότερο είναι πως αυτές οι κινητοποιήσεις που τώρα βρίσκονται στο ‘peak’ τους (η έλλειψη κοινωνικών και όχι πολιτικών, ‘συμμάχων,’ είναι έντονη) θα  ατονήσουν πλήρως. Τρίτον, από την στιγμή όπου ήδη επιδρά ο παράγοντας που ακούει στο όνομα ‘κινηματική κόπωση’. Έχουν προηγηθεί σχετικά μεγάλης διάρκειας αγροτικές κινητοποιήσεις, ενώ παράλληλα πάνω από 1,5 μήνα διαρκούν και οι ελεγχόμενες φοιτητικές κινητοποιήσεις (κύριος δείκτης μέσω του οποίου εξετάζεται το αν συσσωρεύεται ή όχι ‘κινηματική κόπωση’, είναι η χρονική διάρκεια μίας διαμαρτυρίας). Συνεπεία αυτών, η συσσωρευθείσα ‘κινηματική κόπωση’ είναι εμφανής (δεν υπήρχε ενέργεια και δύναμη ούτε για την πραγματοποίηση μεγάλων συλλαλητηρίων με αφορμή την συμπλήρωση ενός έτους από το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών), γεγονός που δεν επιτρέπει την διάχυση της κινηματικής δυναμικής και την οργάνωση μίας κινηματικής ‘εκστρατείας’ με άξονα τα αιτήματα των φοιτητικών συλλόγων, με κυριότερο την μη ίδρυση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων. Βλέπε σχετικά, Κανελλόπουλος, Κώστας., ‘Η διαλεκτική κομμάτων και κινημάτων στην ελληνική πολιτική: Το ΠΑΣΟΚ από το αντιδικτατορικό κίνημα στους Αγανακτισμένους,’ στο: Ασημακόπουλος, Βασίλης., & Τάσσης, Χρύσανθος., (επιμ.), ‘ΠΑΣΟΚ 1974-2018. Πολιτική οργάνωση, Ιδεολογικές μετατοπίσεις, Κυβερνητικές πολιτικές,’ Πρόλογος: Σπουρδαλάκης, Μιχάλης, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 2018. Και, Di Pasquale, D., & Glaeser, E.L., ‘The Los Angeles riot and the economics of urban unrest’, Journal of Urban Economics, 49, 1, 1998, σελ. 52-78. Στοιχεία της έρευνας αντλήσαμε από το άρθρο του Πάνου Καζάκου, με τίτλο ‘Οικονομική Κρίση και Πολιτικό Σύστημα: Οι βραχυχρόνιες και μακροχρόνιες πολιτικές επιπτώσεις της κρίσης και της οικονομικής προσαρμογής’, Επιστήμη και Κοινωνία. Επιθεώρηση Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας, Τόμος 31, 2014, Διαθέσιμο στο: Τόμ. 31 (2014): Αιτίες της Κρίσης| Επιστήμη και Κοινωνία: Επιθεώρηση Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας (ekt.gr)

[3] Ακόμη και οι δύο βουλευτές που διαφώνησαν με την στάση του κόμματος στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, δήλωσαν πως δεν έχουν πρόβλημα να το καταψηφίσουν την στιγμή της ψηφοφορίας. Η Νάντια Γιαννακοπούλου τόνισε πως δεν έχει ουδεμία πρόθεση να δημιουργήσει προβλήματα στην παράταξη της, ο δε Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος πως δεν αποτελεί για τον ίδιο θέμα ‘συνειδησιακό’ ώστε να επιμείνει μέχρι τέλους στην στάση του και να το υπερψηφίσει. Τι αποδεικνύει η δική τους στάση; Πέραν του ότι επιθυμούν να αποφύγουν την ανάληψη του οποιουδήποτε ρίσκου την στιγμή όπου η κοινοβουλευτική τους και εξελίσσεται πολύ ομαλά (Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος), και είναι πολλά υποσχόμενη (Νάντια Γιαννακοπούλου), φαίνεται πως προτάσσουν την επίτευξη της ενιαίας στάσης και της πολιτικοϊδεολογικής ομοιογένειας του κόμματος την κρίσιμη ώρα, αντί του να παραμείνουν συνεπείς στα ‘πιστεύω’ τους.

[4] Βλέπε σχετικά, Λίποβατς, Θάνος., ‘Η ανασφαλής ελληνική ταυτότητα και η αποτυχία των νεωτερικών αξιών,’ Επιστήμη και Κοινωνία…ό.π, σελ. 101. Κινούμενοι σε ένα αυστηρό θεωρητικό επίπεδο, θα ισχυρισθούμε πως αυτή την πρώτη περίοδο μετά τις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιουνίου του 2023, το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής αρνείται να δεξιωθεί βασικές αρχές και προτάγματα του φιλελευθερισμού (φυσικά, λαμβάνουμε υπόψιν την υπερψήφιση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, όπου και εκεί όμως, υπήρξαν δισταγμοί και αμφιταλαντεύσεις μέχρι την τελευταία στιγμή/Και επίσης, καταψηφίσεις), δυσκολευόμενο έτσι να πείσει πολίτες που ανήκουν στην κατηγορία των μετακινούμενων ψηφοφόρων (ακόμη και μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ) και αναζητούν κόμμα που να τους εκφράζει και να μπορεί να ‘μιλά για πράγματα για τα οποία άλλοι’ είτε σιωπούν είτε δεν λένε τίποτε ενδιαφέρον και ουσιαστικό. Τείνει να εξελιχθεί σε έναν «ασθενή κρίκο» του κομματικού-πολιτικού συστήματος, κατά τον Immergut, στον οποίο θα ‘ακουμπούν’ αρχικά διάφορες κοινωνικές κατηγορίες με στόχο την ικανοποίηση των αιτημάτων τους, μη διστάζοντας όμως να τον εγκαταλείψουν εάν δεν δουν κυβερνητική προοπτική και ‘ευοίωνο μέλλον’. Διακρίνεται από αυτό που πολύ παραστατικά και εύστοχα ο πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του Κώστας Σημίτης, έχει προσδιορίσει ως «εμμονή στο υπάρχον». Και τι εννοούμε λέγοντας κάτι τέτοιο; Εννοούμε πως αδυνατεί ή αλλιώς, δεν επιθυμεί να δει οτιδήποτε κινείται έξω από τα γνωστικά standards και τις αντιλήψεις  των μελών του (τι συμβαίνει σε άλλες χώρες της Δύσης ως προς τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και την λειτουργία τους), διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις για την εκ νέου συγκρότηση μίας κουλτούρας ‘ελληνικού εξαιρετισμού’: ‘Εδώ είναι Ελλάδα και άλλα πράγματα έχουν σημασία.’  Βλέπε σχετικά, Immergut, E., ‘Veto Points and Policy results: a Comparative analysis of Health Care,’ Journal of Public Policy, 10, 4, 1990, σελ. 391-416. Και, Σημίτης, Κώστας., ‘Πολιτική για μία Δημιουργική Ελλάδα,’ Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2005.

[5] Βλέπε σχετικά, Κύρτσης, Α., ‘Δικτύωση και διακινδύνευση: μικροπολιτική των προνομίων και πολιτισμός της έντρομης καθημερινότητας,’ Επιστήμη και Κοινωνία…ό.π. Ουκ ολίγοι πολίτες, ανέμεναν κάτι διαφορετικό σε αυτή την συγκυρία. Το Βρετανικό Σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο που ακολουθήθηκε επί θητείας Τόνι Μπλερ στην προεδρία του Εργατικού Κόμματος δεν ‘συγκινεί’ καθόλου την ηγεσία του κόμματος, που επενδύει σε μετωπικά σχήματα και ρήξεις ‘παντού’ προκειμένου να αντιμετωπίσει αυτό που αντιλαμβάνεται ως ‘σύστημα του 1,5 κόμματος.