Οι διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης μετά το αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου, ανέδειξαν τη ΔΗΜΑΡ και το Φώτη Κουβέλη ως σημαντικότατους παράγοντες εθνικής συνεννόησης. Το τελικό αποτέλεσμα δεν ήταν θετικό, λόγω της αδιαλλαξίας του ΣΥΡΙΖΑ και η χώρα οδηγείται πάλι σε εκλογές. Σύμφωνα με το πρόσφατο αποτέλεσμα και τις σημερινές δημοσκοπήσεις, οι νέες εκλογές δεν θα δώσουν αυτοδυναμία σε κανένα κόμμα. Η ανάγκη να κυβερνηθεί η χώρα, θα οδηγήσει σε νέες διαπραγματεύσεις, που θα πρέπει υποχρεωτικά πλέον να καταλήξουν σε μια κυβέρνηση συνεργασίας με τη συμμετοχή της Αριστεράς. Το γεγονός αυτό επιτάσσει την ενίσχυση των δυνάμεων του αριστερού μεταρρυθμιστικού και φιλοευρωπαϊκού τόξου, των δυνάμεων της κοινής λογικής. Ιδιαίτερα, όταν το φερόμενο ως 1ο κόμμα, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, αδυνατεί μέχρι στιγμής να μας πείσει ότι έχει ως προτεραιότητα την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η ανάγκη συνεργασίας των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων είναι επιτακτική. Οι αριστερές δυνάμεις που κινήθηκαν προεκλογικά προς το φιλελεύθερο χώρο της Δράσης, είναι καιρός να επανέλθουν στο περιβάλλον της Δημοκρατικής Αριστεράς, εκεί που πραγματικά ανήκουν. Στη σημερινή συγκυρία, δεν έχουμε την πολυτέλεια πολλών και ανταγωνιστικών σχημάτων. Το κόμμα της πολιτικής Οικολογίας, δηλαδή οι Οικολόγοι Πράσινοι, φιλοξενούν πολλές και διαφορετικές τάσεις. Από τις πρόσφατες τοποθετήσεις επιφανών στελεχών τους, είναι φανερό ότι οι δύο χώροι, δηλαδή ΟΠ και ΔΗΜΑΡ, μπορούν να συνεννοηθούν, να φτιάξουν μια πλατφόρμα συνεργασίας και ένα κοινό σχήμα στις επόμενες εκλογές. Είναι σαφές ότι υπάρχει βάση για προγραμματική συμφωνία. Οι οικολογικές και πράσινες λύσεις, είναι αδύνατες με το αποτυχημένο πελατειακό οικονομικό μοντέλο που ακολούθησε ως τώρα η χώρα. Αν η λύση είναι η ανάπτυξη, αυτή δεν μπορεί παρά να είναι και οικολογική.
Η επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα διεξαχθεί σε ιδιαίτερα πολωμένο κλίμα μεταξύ Δεξιάς και ΣΥΡΙΖΑ. Μεταξύ σκληρών δεξιών και αριστερών λαϊκιστικών δυνάμεων, που θα ματώσουν για να πείσουν τους πολίτες ότι «λεφτά υπάρχουν». Με προτάσεις που υποδεικνύουν ακόμα μεγαλύτερη φορολογία, που θα μετακυλύει το κόστος στον καταναλωτή και θα αποθαρρύνει τις επενδύσεις. Με ακόμα σκληρότερα οριζόντια μέτρα και βαθύτερη ύφεση. Με ακόμα μεγαλύτερη προστασία των συντεχνιών που τώρα βλέπουν τον Τσίπρα ως το νέο τους προστάτη. Έτσι όμως δεν θα κάνουμε προκοπή. Η Ελλάδα δεν θα αναπτυχθεί, αν δεν αλλάξει δραστικά. Το μοντέλο που θέλουν να διασώσουν οι λαϊκιστές είναι αντιαναπτυξιακό, στείρα καταναλωτικό και αντιοικολογικό.
Τα μικρότερα κόμματα θα πιεστούν ιδιαίτερα. Οι αριστερές και οικολογικές δυνάμεις της μεταρρύθμισης πρέπει να βγουν ενισχυμένες, για να συμβάλλουν καθοριστικά στη λύση της επόμενης μέρας. Είναι καιρός οι ηγετικές ομάδες των δύο χώρων, αλλά και όλοι οι αριστεροί και οικολόγοι αυτής της αντίληψης, να βρεθούν στο ίδιο ψηφοδέλτιο. Δεν έχουμε καιρό για χάσιμο.
*Ο Λεωνίδας Καστανάς είναι μέλος της ΚΕ της Δημοκρατικής Αριστεράς και διαχειριστής του blog «μη μαδάς τη μαργαρίτα».