Eυρωπαϊκή οικονομία και ποσοτική χαλάρωση

Γιώργος Ζαΐρης 29 Μαϊ 2015

Τη χρονική περίοδο που διανύουμε, εν έτει 2015, ο αποπληθωρισμός θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως  το μεγαλύτερο οικονομικό πρόβλημα της Ευρώπης. Ως αποπληθωρισμός ,κατ αρχάς, ορίζεται η κατάσταση στην οποία ο μέσος όρος των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών, αντί  να ανεβαίνει κάθε χρόνο, πέφτει. Το φαινόμενο αυτό συμβαίνει διότι οι πολίτες αναστέλλουν τις αγορές , περιμένοντας οι τιμές να πέσουν κι άλλο ( εξαιτίας και του μειωμένου αγοραστικού διαθέσιμου  εισοδήματός τους), με αποτέλεσμα να έχουμε   μειωμένα έσοδα στα ταμεία του κράτους, παραγωγικό κενό στην οικονομία και αναβολή ανάληψης (υστέρηση) επενδυτικών πρωτοβουλιών.Το γεγονός αυτό ωστόσο συνεπάγεται την επιδείνωση της στασιμότητας στη πραγματική οικονομία και την αύξηση της ανεργίας.

Τη κατάσταση αυτή προσπαθεί να αλλάξει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζα (ΕΚΤ) Mario Draghi μέσω της ποσοτικής χαλάρωσης ,της νομισματικής πολιτικής δηλαδή που ασκεί η Κεντρική Τράπεζα, δημιουργώντας χρήμα μέσω της αγοράς χρεογράφων, όπως τα κρατικά ομόλογα. Το 2012,  ο Draghi δήλωσε «The ECB is ready to do whatever it takes to preserve the euro». Σχεδόν τρία χρόνια, αργότερα θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Draghi δεν αθέτησε το λόγο του εφόσον το ευρώ ‘άντεξε’ τα χρόνια της μεγάλης κρίσης του χρηματοπιστωτικού τομέα. Παρόλα αυτά οι δυσκολίες ακόμα συνεχίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό.

Σημειωτέον ότι αν και η ποσοτική χαλάρωση αναθερμαίνει την οικονομία, εγκυμονεί ταυτόχρονα πληθωριστικές προσδοκίες εξαιτίας της πιθανολογούμενης αύξησης  της ζήτησης (στις ΗΠΑ η αντίστοιχη ποσοτική χαλάρωση δεν προκάλεσε πληθωρισμό, λόγω πιθανόν της ανταγωνιστικής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς). Η σειρά της Ευρώπης όμως ήρθε, εφόσον ανακοινώθηκε ποσοτική χαλάρωση στις αρχές του 2015 από την ΕΚΤ για εφαρμογή από το Μάρτιο του 2015 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016, με ποσό των 1,1 τρις Ευρώ πιστεύοντας πως με την έκδοση αυτή πληθωριστικού χρήματος θα υπάρξει αναθέρμανση της ζήτησης στις αδύναμες οικονομίες, κυρίως του Νότου της Ευρωζώνης , με αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα αυτό της χώρας μας.

Πριν προσδιοριστεί  ωστόσο  η κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας αξίζει να επισημανθεί το πολιτικό πρόβλημα της ΕΕ,  η οποία αν και προοριζόταν ως μία εθελοντική ένωση ισότιμων κρατών, μετασχηματίστηκε σε μία σχέση ανάμεσα σε δανειστές και οφειλέτες. Η έλλειψη εμπνευσμένων πολιτικών ηγεσιών και η απουσία οργανωμένου στρατηγικού σχεδίου σε συνδυασμό με την εφαρμογή σκληρών προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής οδήγησαν σε διεύρυνση του κλίματος ευρωσκεπτικισμού ιδιαίτερα στις χώρες του Νότου και όχι μόνον.Η αδυναμία επίσης διαχωρισμού του κυκλικού ελλείμματος που απαιτεί αναπτυξιακά μέτρα και του διαρθρωτικού ελλείμματος που απαιτεί αντίστοιχα διαρθρωτικά ,δημοσιονομικά μέτρα σε συνδυασμό με λανθασμένους πολλαπλασιαστές επιδείνωσαν ραγδαία τα αποτελέσματα των πολιτικών λιτότητας για την κοινωνία.

Το δυστύχημα είναι ότι η Πολιτική της Ευρωπαικής Ενωσης σχεδιάζεται σήμερα από μια από-εθνικοποιημένη, τεχνοκρατική ελίτ, η οποία παρόλο ότι δεν είναι εκλεγμένη , εντούτοις είναι αυτή που νομοθετεί και σχεδιάζει το μέλλον της Ευρώπης.Πρόκειται βέβαια για ένα σχεδιασμό που δεν έλαβε σε καμμία περίπτωση υπόψη του τον βαθμό ετοιμότητας και ωρίμανσης της πολιτικής , κοινωνικής και οικονομικής δομής του κάθε νέου κράτους-μέλους σε σχέση με την ιστορική περίοδο εξέλιξής του.

Eίναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης,  πέραν της μείωσης των επιτοκίων και της μειωμένης παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤ, η ΕΕ επέδειξε εξαιρετικά συντηρητική προσέγγιση σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική στήριξη της πραγματικής οικονομίας, μέσω ενός στοιχειώδους κοινού ευρωπαϊκού σχεδίου εξόδου από την κρίση.

Ίσως η μεγαλύτερη καινοτομία και η πλέον σημαντική εξέλιξη στην οικονομική διακυβέρνηση της Ευρωζώνης να είναι η δημιουργία της τραπεζικής ένωσης που εισέρχεται στην τελική της φάση,μετά και τα stress tests του Οκτωβρίου του 2014. Για τη διενέργεια της συνολικής αξιολόγησης, καταβλήθηκαν εξαιρετικές προσπάθειες και κινητοποιήθηκαν σημαντικοί πόροι από όλους τους συμμετέχοντες φορείς, μεταξύ των οποίων οι εθνικές αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), η ΕΚΤ και οι συμμετέχουσες τράπεζες. Παρόλα αυτά, τα αποτελέσματα δεν ήταν και τόσο ευοίωνα. Σύμφωνα με τη συνολική αξιολόγηση , διαπιστώθηκε υστέρηση κεφαλαίων ύψους 24,6 δισεκ. ευρώ σε 25 από τις 130 συμμετέχουσες τράπεζες μετά από σύγκριση των δεικτών φερεγγυότητας, βάσει της προβολής με τα ελάχιστα όρια που είχαν καθοριστεί για την άσκηση.

Και το έρωτημα που τίθεται στο σημείο αυτο είναι κατά πόσον είναι αντιπροσωπευτικά τα αποτελέσματα των stress test ή αν τα νούμερα «μαγειρεύονται», με αποτέλεσμα να επικρατεί το φαινόμενο των zombie banks. Tράπεζες ,δηλαδή,  που ενώ με  ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια θα είχαν πτωχεύσει, η Κεντρική Τράπεζα τις συντηρεί παρέχοντας τους ρευστότητα για να μην κλείσουν, χωρίς όμως να τις ενισχύει κεφαλαιακά, ώστε να αρχίσουν να λειτουργούν ξανά ως υγιείς τράπεζες. Διότι, αν δεν εξαναγκαστούν να αποδεχθούν τις ζημιές τους, που σημαίνει αρκετά μεγάλα κουρέματα για τους ιδιοκτήτες, η Ευρωζώνη θα συνεχίσει να ταλανίζεται για δεκαετίες (όπως ακριβώς συνέβη στην Ιαπωνία από το 1990 και μετά). Άλλωστε, δεν είναι τυχαία η σχετική αποτυχία μηχανισμών εποπτείας οπως η Βασιλεία 1 και Βασιλεία 2 , καθώς και η ύπαρξη τόσων πολλών εποπτικών μηχανισμών με πιο πρόσφατο των Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό με στόχο τη διαφύλαξη της ασφάλειας και ευρωστίας του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης και σταθερότητας καθώς και τη διασφάλιση συνεχούς εποπτείας.

Ωστόσο , πέραν του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης ,στη βελτίωση της γενικής οικονομίας της Ευρωζώνης είναι δυνατόν να συνεισφέρουν και μία σειρά γεγονότων που δημιουργούν θετικό κλίμα τόσο στην Ευρώπη όσο και για την Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα:

 

  1. Η μείωση της τιμής του πετρελαίου. Είναι γεγονός πως η Ευρωζώνη είναι σημαντικός καταναλωτής και εισαγωγέας ενέργειας, με αποτέλεσμα η μείωση της τιμής του πετρελαίου να μειώνει το κόστος παραγωγής και να αυξάνει την ανταγωνιστικότητα των προιόντων της
  2. Οι συζητήσεις για το επενδυτικό πρόγραμμα Γιούνκερ , συνολικού ύψους 315 δις. Ευρώ δίνει ανάσα τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ελλάδα που επιδιώκει επενδύσεις ύψους 12 με 15 δις. Ευρώ
  • Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που αναφέρθηκε προηγουμένως
  1. Η προοπτική δημιουργίας ευρωστρατού, ο οποίος θα αναβαθμίζει τόσο γεωπολιτικά την Ελλάδα όσο και θα επιφέρει σταθερότητα στη περιοχή
  2. Η σχετική υποτίμηση του ευρωπαϊκού νομίσματος σε σχέση με το δολλάριο, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, ενισχύει τις εξαγωγές δημιουργώντας θετικές επιπτώσεις , τόσο στην παραγωγή όσο και στην απασχόληση των Ευρωπαϊκών χωρών.

Συμπερασματικά, ισχύει ότι  βασική αρχή για να λυθεί το κάθε πρόβλημα σε οποιαδήποτε επιστήμη είναι πρώτα να αναγνωριστεί. Μήπως αυτό τελικά είναι το μεγάλο λάθος της Ευρώπης ; Η αδυναμία της δηλαδή να αναγνωρίσει τη λανθασμένη στρατηγική της σε σχέση με τις ευρωπαϊκές χώρες του Νότου που απαιτούν διαφορετική αντιμετώπιση, λαμβανομένων υπόψη των πολιτισμικών και οικονομικών τους ιδιαιτεροτήτων.Έτσι, η προοπτική πολιτικής ενοποίησης φαντάζει αδύνατη προς το παρόν μιας και αυτό που φαίνεται να  προεξάρχει είναι η εξυπηρέτηση συμφερόντων και η ποδηγέτηση των οικονομικά αδύναμων χωρών από τις οικονομικά ισχυρές .