Η τιμωρία του Σίσυφου στην Ελληνική οικονομία

Μάριος Ψυχάλης 27 Ιουλ 2015

Το τρίτο πακέτο διάσωσης του ελληνικού δημοσίου και όχι της ελληνικής οικονομίας δυστυχώς δεν αποτελεί ένα βιώσιμο πρόγραμμα, δηλαδή η εφαρμογή του δεν θα εξυγιάνει την ελληνική οικονομία.

Το 3ο πακέτο διάσωσης, είναι εξ ολοκληρίαν διαφορετικό από τα άλλα δύο για 3  λόγους, συγκυριακούς, μακροοικονομικούς και τεχνικούς.

Ο πρώτος λόγος είναι η εφαρμογή ενός πακέτου λιτότητας σε μια περίοδο, που η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην  Ε.Ε που έχει ύφεση το 2015, θα έχει το 2016 και πιθανόν και το 2017. Αντίθετα,  όταν είχαν εφαρμοστεί τα μνημόνια 1 & 2 οι μισές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το σύνολο του ευρώ-οικοδομήματος βρίσκονταν σε ύφεση και  εφάρμοζαν αντίστοιχα προγράμματα λιτότητας. Ακόμα και η Ισπανία, η Γαλλία και η Ιταλία που δεν είχαν «μνημόνια» είχαν εφαρμόσει προγράμματα δημοσιονομικού περιορισμού. Συνεπώς η εφαρμογή των πακέτων λιτότητας γίνονταν πιο εύκολα αποδεκτή από τους πολίτες, τους πολιτικούς και την αγορά. Πλέον, από αυτή την σκοπιά η Ελληνική οικονομία είναι πλήρως απομονωνόμενη και αποστειρωμένη από την υπόλοιπη Ε.Ε και την διεθνή οικονομική κατάσταση, καθώς όλες οι οικονομίες βρίσκονται σε ανάπτυξη, ενώ οι χώρες με αντίστοιχα προγράμματα στήριξης, δηλαδή η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος κοιτάνε μπροστά ενώ εμείς πίσω. Στην ουσία η ελληνικές επιχειρήσεις δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν τον ούριο άνεμο που πνέει στο διεθνές οικονομικό στερέωμα, άρα το αναπτυξιακό χάσμα μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης θα μεγεθύνεται διαρκώς.

Ο δεύτερος λόγος είναι η αναγκαιότητα εφαρμογής ενός πακέτου λιτότητας σε μια οικονομία με τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας. Το 2009 το έλλειμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών  της Ελλάδας ήταν 23,8 δις ευρώ, δηλαδή καταναλώσαμε 23,8 δις περισσότερα από όσα πράξαμε. Αντίστοιχα το έλλειμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών το 2011 ήταν 17,9 δις ευρώ. Να μην αναφέρουμε το 2008 που είχε φτάσει τα 34,8 δις ευρώ. Συνεπώς ένα πρόγραμμα δημοσιονομικού περιορισμού και λιτότητας ήταν αναγκαίο το 2010 και το 2012, διότι αυτή η υπερκατανάλωση προέρχονταν κατά το μεγαλύτερο μέρος από τον κρατικό δανεισμό, αν αναλογιστεί κανείς ότι το κρατικό πρωτογενές έλλειμα το 2009 ήταν 25 δις ευρώ και το 2012 ήταν 7,7 δις ευρώ. Μετά την εφαρμογή της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής κατά τα έτη 2010-2014, η Ελληνική οικονομία βρέθηκε σε ένα σημείο, ισορροπίας. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έγινε θετικό κατά τα έτη 2013 και 2014, κατά 4 δις ευρώ ανά έτος, δηλαδή παρήγαμε περισσότερα από όσα καταναλώναμε. Επιπλέον, κατά τα έτη 2013 και 2014 ισοσκελίσαμε τις κρατικές δαπάνες με τα έσοδα και πετύχαμε πρωτογενές πλεόνασμα. Στην ουσία τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής 2010-2014 εξάλειψαν τα δίδυμα ελλείματα (κρατικό – ιδιωτικό).

Η εφαρμογή ενός ακόμα πακέτου λιτότητάς, όταν έχουν ισοσκελιστεί οι κρατικές και οι ιδιωτικές δαπάνες με τα αντίστοιχα έσοδα, θα προκαλέσει αναμφίβολα ύφεση στην Ελληνική οικονομία τουλάχιστον για 2 έτη, θα αυξήσει την ανεργία, θα μειώσει την εγχώρια κατανάλωση και την εγχώρια παραγωγή.

Ο τρίτος λόγος, είναι τα τεχνικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο 3ο πακέτο διάσωσης. Καταρχάς, εμμέσως, πλην σαφώς αναφέρεται σε ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με ιδία μέσα και όχι από τους φορολογουμένους, δηλαδή εφαρμογή της κοινοτικής οδηγίας BRRD. Το κόστος της ανακεφαλαιοποίησης θα καλυφθεί από τα έσοδα του ειδικού ταμείου αποκρατικοποιήσεων των 50 δις ευρώ. Στην ουσία όμως, εφόσον δεν εξευρεθούν τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις το κόστος της ανακεφαλαιοποίησης θα το πληρώσουν οι μέτοχοι, δηλαδή κατά ένα μεγάλο μέρος το ελληνικό δημόσιο αφού το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας κατέχει μεγάλο μετοχικό πακέτο των τραπεζών, οι ομολογιούχοι των τραπεζών και αν δεν φτάσουν οι δύο πρώτοι θα συμμετέχουν και οι καταθέτες.

Επιπλέον, στα προηγούμενα πακέτα διάσωσης υπήρχε επιμερισμός των εσόδων από περικοπές δαπανών και από την αύξηση των φόρων. Σε αυτό το μνημόνιο, το πρώτο αριστερό μνημόνιο, το 97% των εσόδων προέρχεται από αύξηση της φορολογίας και των εισφορών, ενώ μόλις το 3% προέρχεται από περιστολή των δαπανών. Αν υπολογίσει κανείς ότι στην Ελλάδα ο πολλαπλασιαστής είναι από 0,9 μέχρι 1,7 και όχι 0,5 όπως υποστήριζε το Δ.Ν.Τ αυτό σημαίνει ότι η λήψη μέτρων ύψους τουλάχιστον 14δις ευρώ κατά τα έτη 2015-2018 θα αφαιρέσει από την ελληνική οικονομία πάνω από 11,5 μέχρι 21 δις, δηλαδή 6% – 11% πτώση του Α.Ε.Π.

Τέλος όσον αφορά το νέο ταμείο αποκρατικοποίησης η αλήθεια είναι διαφορετική από αυτή που παρουσιάζεται. Αρχικά δημιουργεί μεγάλη εντύπωση γιατί χρειάζεται νέο ταμείο, ενώ υπάρχει ήδη το Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ. Επιπροσθέτως, οι προηγούμενες κυβερνήσεις  από το 2011 μέχρι το 2014 πέτυχαν να αποκρατικοποιήσουν δημόσια περιουσία 5,2 δις ευρώ και έχουν εισπράξει μόλις 3,4 δις ευρώ. Όπως γίνεται αντιληπτό είναι αδύνατον να εξευρεθούν 50 δις ευρώ από τις αποκρατικοποιήσεις αυτή την περίοδο, όταν η πλέον κερδοφόρα αποκρατικοποίηση των ¨περιφερειακών αεροδρομίων¨ υπολογίζεται σε  μόλις 1,4 δις ευρώ και η κυβέρνηση είναι απρόθυμη να προχωρήσει σε τις αποκρατικοποιήσεις.

Ο λόγος όμως για τον οποίο πρέπει να εφαρμοστεί αυτό το πακέτο διάσωσης, είναι διότι η απόρριψη αυτού του πακέτου θα σήμαινε έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ και την Ευρώπη με ότι συνεπάγεται αυτό. Ουσιαστικά αποφασίσαμε να ζήσουμε φτωχότεροι, παρά πεθάνουμε φτωχοί.