Καλοπροαίρετες ψευδαισθήσεις και το απόλυτο κακό στην πολιτική

Γιώργος Β. Ριτζούλης 28 Μαϊ 2025

Ο φιλόλογος, κοινωνιολόγος του πολιτισμού και συμμέτοχος στα αριστερά και αντιπολεμικά κινήματα νεολαίας των δεκαετιών του ΄60 και ΄70 Κλάους Τέβελαϊτ (Klaus Theweleit), υποστηρίζει ότι το εξής: Όπως για τον «έξω κόσμο» ήταν αδιανόητα και φαινόταν εξωπραγματικά όσα έκαναν οι Ναζί στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (γι αυτό, ο κόσμος δεν πίστευε ότι αυτά πράγματι συνέβαιναν), το ίδιο ισχύει για όσα πράττουν σήμερα ο Πούτιν, ο Τραμπ και οι όμοιοι τους.

Όπως ομολογεί ο Τέβελαϊτ, το βράδυ πριν από την έναρξη της πλήρους εισβολής του Πούτιν στην Ουκρανία, και παρά το πλήθος των προειδοποιήσεων, ο ίδιος επέμενε ατάραχος: «Δεν θα το κάνει αυτό· αποκλείεται». Την άλλη μέρα στις επτά το πρωί, ήξερε: «Είχα πέσει εντελώς έξω. Αυτό κάτι λέει για τις ανεπάρκειες της δικής μου αντίληψης». Και τι συμπεραίνει ο Τέβελαϊτ; Υπάρχουν πράγματα που «υπερβαίνουν την ικανότητά μας να κατανοούμε, να έχουμε έγκυρη γνώμη». Άρα, «ας μη κάνουμε τους παντογνώστες», κάποιες αντιφάσεις «δεν είναι επιλύσιμες με καμία λογική».

Ακριβώς επειδή ζούμε μετά τον Χίτλερ, άρα κάποια μαθήματα ως «πολιτική εκπαίδευση» υποτίθεται ότι πήραμε από το πιο βάρβαρο και πιο ξεχωριστό γεγονός στην ιστορία του ανθρώπου (Theodor W. Adorno, Erziehung nach Auschwitz – «H εκπαίδευση μετά το Άουσβιτς»), τα τωρινά «αδιανόητα» δεν είναι πραγματικά αδιανόητα. Ποτέ δεν ήταν, αυτό το ήξερε και ο Θουκυδίδης 2400 χρόνια πριν, αλλά τώρα πια είναι όλο και λιγότερο μη προβλέψιμα και μη ερμηνεύσιμα με την λογική.

Αν η λογική λειτουργεί, τόσο η ιστορία όσο και τα γεγονότα του παρόντος της δίνουν πολλά ερεθίσματα για να μη χάνει τον δρόμο της: Ήδη το 2014 είχε παιχτεί στην παγκόσμια σκηνή το πρελούδιο της μεγάλης επίθεσης στην Ουκρανία. Ο δε Τραμπ και στην πρώτη προεδρική θητεία του δεν κρυβόταν· μπίζνες και μπούλινγκ έκανε, δεν ήταν μεταμφιεσμένος σε απόστολο της παγκόσμιας αλληλοκατανόησης ούτε τραγουδούσε την Ωδή στη Χαρά των Σίλλερ και Μπετόβεν.

Ο Τέβελαϊτ, επιχειρώντας να διασώσει τις ψευδαισθήσεις και κοσμοαντιλήψεις αρκετών της γενιάς του και νεότερων της «πολιτισμικής Αριστεράς», υπεκφεύγει. Όπως οι περισσότεροι ενεργοί στον δημόσιο λόγο σήμερα - στην Ελλάδα κατά κόρον - κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια. Δεν περνάει από το μυαλό του ότι, ίσως, «το να είμαστε νοήμονες, ευφυείς, είναι ηθική υποχρέωση» (Lionell Trilling). Συμβιβάζεται με την ανεπάρκεια της ανεκπαίδευτης αντίληψης. Προβληματίζεται μεν για τις βαθιές ρίζες της σημερινής νεοβάρβαρης πολιτικής πραγματικότητας, την «εξαιρετικά ισχυρή κοινωνική τάση» η οποία συμβαδίζει με την «δυναμική της προόδου [...] και της υποτιθέμενης ανάπτυξης του ανθρωπισμού» (Αντόρνο), ωστόσο μιμείται «τους Γερμανούς» του Χαίλντερλιν, τους «φτωχούς στην πράξη και πλούσιους στους στοχασμούς». Και δεν αναρωτιέται πόσο είναι σωστός και πόσο λάθος ο ισχυρισμός του Θουκυδίδη, ότι η «πλεονεξία και η φιλοδοξία», ως οιονεί «ανθρωπολογικές σταθερές», κινούσαν και πάντα κινούν τους Πούτιν και Τραμπ αυτού του κόσμου. Και τους πολιτικο-επιχειρηματικούς εντολείς τους και συνδαιτημόνες, βέβαια. Άν και σωστά ο Τέβελαϊτ διαπιστώνει ότι «δεν είμαστε υποχρεωμένοι να φαντασιωνόμαστε ότι μπορούμε να βάλουμε μυαλό σε έναν Πούτιν ή σε έναν Τραμπ», βγάζει καλοπροαίρετα ένα λανθασμένο συμπέρασμα για το διά ταύτα: «Να πάνε στον διάολο. Ακόμη καλύτερα: Μακριά από εμάς»!

Δυστυχώς πολιτικοί δράστες όπως ο Πούτιν και ο Τραμπ, επίσης ο Νετανιάχου ή οι ηγέτες της Χαμάς - όπως άλλοι άλλοτε - θέλουμε δεν θέλουμε, είναι πολύ κοντά μας. Όπως δεν γίνεται να βάλουν μυαλό, έτσι δεν γίνεται και να τους απωθήσουμε, να βολευτούμε με την φαντασίωση ότι τους κρατάμε μακριά μας. Είμαστε υποχρεωμένοι, ή μάλλον καταδικασμένοι, να τους αντιμετωπίσουμε κατά πρόσωπο.