Θα ήταν ψέμα αν σας έλεγα ότι δεν με έχουν τρομάξει οι τελευταίες εξελίξεις, και η είδηση της προηγούμενης Κυριακής ότι η Ελλάδα αποχώρησε από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Πίστευα και συνεχίζω να πιστεύω ότι ο Αλέξης Τσίπρας θέλει μια λύση εντός Ευρωζώνης και δεν θέλει να είναι ο πρωθυπουργός που θα μας οδηγήσει στη δραχμή, προς στιγμήν όμως σάστισα: είναι δυνατόν το πλάνο του να ήταν ανέκαθεν η ρήξη;
Αλλά αν ήταν η ρήξη το πλάνο του εξ αρχής, γιατί να μην προβεί σ’ αυτήν νωρίτερα; Γιατί να χάσει τόσους μήνες διαπραγμάτευσης, τόσο πολιτικό κεφάλαιο, στο εσωτερικό και το εξωτερικό; Γιατί να προτιμά να έρθει σε ρήξη τώρα, με την οικονομία σε (ακόμη πιο) μαύρα χάλια, με τα κρατικά (και άλλα) ταμεία λεηλατημένα, με την αβεβαιότητα των τελευταίων μηνών να έχει κάνει σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις τεράστια ζημιά στην τουριστική σεζόν; Αν ήθελε τη ρήξη δεν τον συνέφερε περισσότερο να σκηνοθετήσει το ίδιο σκηνικό τον Φεβρουάριο, όταν το δημοσιονομικό κενό ήταν μικρότερο και το κοινό του πιο ενθουσιώδες, πιο ενεργητικό, πιο ενωμένο;
Το μόνο ρεαλιστικό αντεπιχείρημα που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι ήθελε να δώσει στον εαυτό του το άλλοθι ότι προσπάθησε, να φανεί η διαπραγμάτευση σαν ηρωικό ναυάγιο, δίνοντάς του πολιτικό καταφύγιο: τα έβαλε με τους κακούς ξένους, τους κακούς Ευρωπαίους, τους κακούς Γερμανούς. Δεν είναι άραγε αυτό το αφήγημα, αυτή η απεικόνιση των εταίρων μας, την οποία η κυβέρνηση προμοτάρει και αξιοποιεί ποικιλοτρόπως μήνες τώρα;
Βάζοντας όμως στη ζυγαριά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα μιας ρήξης στα δύο αυτά χρονικά σημεία, νομίζω η σύγκρουση τον Φεβρουάριο -αν επρόκειτο κανείς να πάει εκεί ούτως ή άλλως- θα ήταν σαφώς προτιμότερη! Επομένως, μετά από ψυχραιμότερη ανάλυση, η γνώμη μου παραμένει τελικά η ίδια. Η κυβέρνηση επιθυμεί τη συμφωνία και έχει δείξει ότι είναι διατεθειμένη (στα χαρτιά τουλάχιστον) να βάλει μπόλικο νερό στο κρασί των ανεδαφικών προεκλογικών της υποσχέσεων.
Η απόσταση όμως παραμένει και ο χρόνος τελειώνει. Αν υπάρχει λοιπόν η βούληση για μια συμφωνία με τους εταίρους, γιατί καταλήξαμε στο πρόσφατο αυτό breakdown; Εκτιμώ ότι πρόκειται για μια ακόμα απέλπιδα προσπάθεια του πρωθυπουργού να αποσπάσει “κάτι” το οποίο θα μπορεί να πλασαριστεί στο εσωτερικό ως νίκη. Άλλο ένα δείγμα της άτσαλης, συναισθηματικής και εν τέλει ερασιτεχνικής διαπραγματευτικής στρατηγικής την οποία η ελληνική πλευρά έχει επιδείξει από τον Ιανουάριο μέχρι σήμερα. Εμπεριέχονται όμως δύο κεντρικοί κίνδυνοι στη νέα αυτή στροφή: (α) να απαυδήσουν οι εταίροι και η πρόταση που υπήρχε στο τραπέζι να αποσυρθεί, και (β) να ωθηθεί η ΕΚΤ στο να κόψει την Τετάρτη το ELA το οποίο είναι το μόνο πράγμα που στέκεται αυτή τη στιγμή μεταξύ των capital controls και ημών.
Σε αυτά τα δύο είναι που έγκειται η πιθανότητα ατυχήματος, γιατί βγαίνουμε πια έξω από κάθε κανονικότητα, κάτι που με τη σειρά του αυξάνει την πιθανότητα παρεξηγήσεων. Όσον αφορά πάντως την άποψη που εκφράζεται ότι αν δεν έχει συναφθεί συμφωνία μέχρι το Eurogroup της Πέμπτης αυτό θα σημάνει game over, η γνώμη μου είναι -ακριβώς επειδή όπου υπάρχει βούληση υπάρχει και τρόπος- ότι το πραγματικό deadline παραμένει η 30η Ιουνίου. Ας ελπίσουμε μόνο ότι οι εθνικοί μας διαπραγματευτές θα καταλάβουν, έστω και την τελευταία στιγμή, ότι όποιος παίζει με τη φωτιά αργά ή γρήγορα καίγεται. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.