Οι ψευδαισθήσεις της μείωσης των φόρων 

Κώστας Χλωμούδης 12 Σεπ 2019

Η φορολογία είναι ένα εργαλείο για την υποστήριξη υποδομών δημοσίων επενδύσεων και την ανάπτυξη εν γένει πολιτικών ενίσχυσης των αδυνάτων κοινωνικών στρωμάτων, ως ένας, σε τελική ανάλυση, μηχανισμός αναδιανομής…

Υποστηρίζω και εγώ μαζί με άλλους, μέσα από τη μελέτη των διεθνών δεδομένων, όσους θεωρούν, πως στην Ελλάδα δεν θα επιβεβαιωθεί η επιλογή της κυβέρνησης για επενδύσεις και ανάπτυξη δια μέσω της μονομερούς μειώσεως των φορολογικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων… Προφανώς πάντα θα ισχύει το ερώτημα αν και πόσο ορθολογικά, αξιοποιούνται τα εισπραττόμενα φορολογικά έσοδα και πως ιεραρχούνται οι δαπάνες.

Να το πούμε καθαρά όσο και αν σήμερα δύσκολα μπορείς να ακουστείς… Το πρόβλημα δεν είναι το ύψος της φορολογίας, αλλά η κατανομή του φορολογικού βάρους… και να εκφράσουμε τη διαφωνία μας με όσους υποστηρίζουν, την απλουστευτική άποψη, ότι μια δραστική μείωση των φόρων θα απογειώσει την οικονομία… Η άποψη, που προβάλλεται συχνά, ότι το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι η υψηλή φορολογία και ότι μια δραστική μείωσή της θα ήταν ικανή συνθήκη για να εκτινάξει τους ρυθμούς ανάπτυξης, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί από πουθενά. Η διεθνής εμπειρία, εφαρμογής τέτοιων πολιτικών, έχει δείξει μόνο βραχυπρόθεσμα οφέλη και αυτά για επιμέρους κοινωνικές ομάδες. Μεσοπρόθεσμα, οι συνέπειες ήταν ιδιαίτερα αρνητικές, με διεύρυνση των ανισοτήτων και δημοσιονομική αστάθεια.

Προς τούτο θα είχε ενδιαφέρον μια ποσοτική προσέγγιση της κυβέρνησης, για την επίδραση της δηλωθείσας φορομειώσεως στις επιχειρήσεις, στο επίπεδο και ποιο, της αναπτυξιακής της στόχευσης και σε συνάφεια με τον προβλεπόμενο από την ίδια χρόνο…

Έτσι θα μπορούμε του χρόνου και του αντίχρονου, τέτοιες μέρες, στις εξαγγελίες του πρωθυπουργού μας, εξ’ αφορμής των εγκαινίων των σχετικών διεθνών εκθέσεων Θεσ/νικης, να κάνουμε τον απολογισμό της επιβεβαίωσης ή διάψευσης.

Το μεγάλο, κατά τη γνώμη μας, λάθος είναι ότι η μείωση των φόρων έχει γίνει η πανάκεια για κάθε πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, από την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης ως την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής.

Πράγματι πρόκειται για υπεραπλούστευση. Προφανώς και η επιχειρηματική τάξη, ευλόγως, θα υποστηρίξει ότι η υψηλή φορολογία αποτελεί αντικίνητρο για την όποια επενδυτική τους επιλογή. Δεν θυμάμαι όμως κανέναν από τους διεθνείς αλλά και εθνικούς επενδυτές, που πράγματι έχουν κάνει επιλογή επένδυσης στη χώρα, να είχαν θέσει θέμα ύψους φορολογικής κλίμακας… Θέμα σταθερού φορολογικού πλαισίου πράγματι και λογικά προέταξαν.

Ούτε την COSCO, ούτε η Αμερικανική Onex Shipyards για την αγορά και επαναλειτουργία του Νεώριο της Σύρου, ούτε η Fraport Greece για τη λειτουργία, τη διαχείριση, την ανάπτυξη και τη συντήρηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων στην Ελλάδα, ούτε η επένδυση για το Costa Navarino και άλλα πολλά παραδείγματα, σταμάτησαν τον επενδυτικό τους σχεδιασμό για το υψηλό επίπεδο των φόρων.

Η υποστήριξη της ιδέας ότι με τη μείωση των φόρων, οι εξοικονομούμενοι ιδιωτικοί πόροι θα προσανατολιστούν σε επενδύσεις είναι απλώς αμφιλεγόμενη.

Πολλοί, τελευταία, σε μελέτες τους έχουν υποστηρίξει πως σε χώρες όπως η δική μας “οι δουλειές δεν αποτελούν πλέον διέξοδο από την φτώχεια”…

Οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη διεθνή έκθεση της Θεσ/νικης με αναφορά στη μείωση της εταιρικής φορολογίας, αλλά και σε τελική ανάλυση στη μεταφορά πλούτου προς τις υψηλότερες εισοδηματικές τάξεις (μείωση φορολογίας μερισμάτων, οριζόντια μείωση ΕΝΦΙΑ κ.λπ.), με την προσδοκία ότι θα συσσωρευτεί αφενός αρκετό κεφάλαιο για επένδυση και αφετέρου ότι θα προσελκυσθούν Ξένες Άμεσες Επενδύσεις (ΞΑΕ) μένει να κριθούν στα επόμενα δυο χρόνια.

Ευχόμαστε να διαψευστούμε και να μην αποδειχθεί αυτή η πολιτική επιλογή αδιέξοδη.

Για να υπάρξει επενδυτική δυναμική και προοπτική στη χώρα, απαιτούνται βαθύτεροι παραγωγικοί μετασχηματισμοί στη λειτουργία του κράτους και στην αποτελεσματικότητά του. Αποδυνάμωση του κομματικού κράτους και αξιοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας με αξιοκρατία και ορθολογισμό.

Το επιχείρημα ότι θα καταφέρει η κυβέρνηση να προσελκύσει περισσότερες ΞΑΕ βασίζεται σε δύο εσφαλμένες παραδοχές: α) ότι η «εσωτερική υποτίμηση», δηλαδή η μείωση του εργατικού κόστους, θα προσελκύσει ΞΑΕ και β) ότι η μείωση της εταιρικής φορολογίας θα λειτουργήσει αναλόγως. Την θέση αυτή είναι αλήθεια έχει υποστηρίξει και το ΔΝΤ, με την προϋπόθεση όμως της αναδιάρθρωσης του χρέους…

Η χαμηλή φορολογία δεν αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα προσέλκυσης ΞΑΕ.

Δεν έχει προκύψει, διεθνώς, κάποια προφανής συσχέτιση μεταξύ προσέλκυσης ΞΑΕ και φορολογικού συντελεστή.

Για παράδειγμα πολλές είναι οι χώρες με πολύ μεγάλο φορολογικό συντελεστή αλλά ταυτοχρόνως και υψηλό % ΞΑΕ ως προς το ΑΕΠ τους, όπως όμως έχουμε και χώρες με ακριβώς το αντίθετο.

Επειδή όμως ζούμε και λειτουργούμε σε περιβάλλον παγκοσμιοποίησης, καλό είναι ως χώρα να αναδείξουμε και εντός αλλά και στα διεθνή φόρα που συμμετέχουμε, πως ο ανταγωνισμός στη βάση των χαμηλών φορολογικών συντελεστών, μεταξύ των χωρών, για την προσέλκυση ΞΑΕ, οδηγεί σε μια κατάσταση όπου «όλοι μαζί υπονομεύουμε το μέλλον μας» (race to the bottom), γιατί απλά επιτρέπει στις πολυεθνικές να στρέφουν τη μια χώρα ενάντια στην άλλη ή την μια περιοχή ενάντια στην άλλη, πληρώνοντας όλο και λιγότερους φόρους.

Υπάρχουν κάποιοι λόγοι που δεν πρέπει να τους αγνοούμε και ερμηνεύουν γιατί οι αναπτυγμένες οικονομίες με πάνω από το μέσο όρο φορολογικά βάρη, είναι αυτές που προσελκύουν τον μεγαλύτερο όγκο ΞΑΕ.

Εξάλλου ως χώρα το ζήσαμε το 2006 με την μείωση της φορολογίας η οποία καθόλου δεν επέδρασε στην προσέλκυση ΞΑΕ εκείνη την περίοδο. Ιστορικά το είδαμε και στην αντίστοιχη πολιτική στη θητεία του Ρήγκαν στις ΗΠΑ.

Σε γενικές γραμμές απαιτούνται μετρήσιμοι δείκτες από την κυβέρνηση, για να μπορούμε να κρίνουμε, σε ένα ή δυο χρόνια, τις σημερινές εξαγγελίες του πρωθυπουργού.

Υποστηρίζουμε ότι η χαμηλή φορολογία και οι χαμηλοί μισθοί ενώ δεν θα οδηγήσουν σε αναπτυξιακή προοπτική και επενδύσεις τη χώρα από τη μια, από την άλλη θα υπονομεύσουν το μέλλον της χώρας μας.