15.7-25.7.1974: Μνήμες από τις 10 μέρες που συγκλόνισαν τον ελληνισμό!

Πάνος Ερμείδης 22 Ιουλ 2020

Γυρνώντας τη μνήμη μου 46 χρόνια πίσω, θυμάμαι τους τελευταίους μήνες της δικτατορίας σαν μια αδρανή, βαρετή περίοδο. Δεν υπήρχαν εστίες αντίστασης, το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα και οι αντιστασιακές οργανώσεις είχαν εξουδετερωθεί. «Ησυχία, τάξις και ασφάλεια» βασίλευε καθ? άπασα την επικράτεια. Την κοινή γνώμη απασχολούσαν κάποιες προσπάθειες που έκανε η «ιωαννιδική» χούντα για να αποδείξει ότι έχει «καθαρά χέρια». Είχαμε έτσι τη δίκη και καταδίκη του συνταγματάρχη Μπαλόπουλου, Υπουργού Εμπορίου του Παπαδόπουλου, που αφορούσε την προμήθεια κρε­άτων, καθώς και μια δικαστική υπόθεση στη Θεσσαλονίκη σχετική με την καταπάτηση εβραϊκών περιουσιών. Από πλευράς του φοιτητικού οργάνου της χούντας, της ΦΕΑΠΘ, διοργανώθηκε την άνοιξη μια μεγάλη συναυλία στο Παλέ ντε Σπορ με κύριο τραγουδιστή τον Αντώνη Καλογιάννη, που από συνεργάτης του Μίκη Θεοδωράκη στις ελεύθερες χώρες της Ευρώπης, επέστρεψε στην Ελλάδα του Ιωαννίδη. Στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση πρωταγωνιστούσαν τα τραγούδια του Κοινούση, του Φλωρινιώτη και του Βοσκόπουλου.

 

Ήμασταν λοιπόν στα μέσα του καλοκαιριού (15 Ιουλίου), όταν αιφνιδίως ανακοινώνεται από τα κρατικά μέσα ενημέρωσης η ανατροπή του Προέδρου της Κύπρου, του Αρχιεπίσκοπου Μακαρίου. Το πραξικόπημα οργανώθηκε και υλοποιήθηκε από την Ελληνική Δύναμη Κύπρου (ΕΛΔΥΚ), που ελεγχόταν από τον Ιωαννίδη, με συμμετοχή τμημάτων της Εθνικής Φρουράς Κύπρου και της ΕΟΚΑ Β?. Ύστερα από σύντομες, πολύνεκρες συγκρούσεις, το πραξικόπημα φάνηκε ότι επικράτησε και ανακοινώθηκε ο θάνατος του Μακαρίου. Νέος πρόεδρος της Κύπρου ανέλαβε ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο, ο βουλευτής Κύπρου Νίκος Σαμψών, φίλα προσκείμενος στη χούντα του Ιωαννίδη και μέλος της ΕΟΚΑ Β?.

 

Λόγω της αυστηρής λογοκρισίας, παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις μέσω των ελληνόφωνων ειδήσεων του BBC και της Deutsche Welle. Οι διεθνείς ειδήσεις ευθέως κατάγγελλαν των ελληνική χούντα ως υποκινητή του πραξικοπήματος στην Κύπρο. Ευτυχώς, λίγες ώρες μετά το πραξικόπημα, πληροφορηθήκαμε ότι ο Μακάριος είναι ζωντανός. Ακόμα θυμάμαι με συγκίνηση τη φωνή του στα βραχέα του ραδιοφώνου να λέει: «Η φωνή που ακούτε σας είναι γνωστή. Είμαι ο Μακάριος, είμαι ζωντανός. Και όσο είμαι ζωντανός, η χούντα στην Κύπρο δεν θα περάσει»!

 

Το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου ήταν μια εγκληματική ενέργεια σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτέλεσμα ενός συνδυασμού εθνικιστικής ιδεοληψίας, πολιτικής ανικανότητας και βλακείας. Οι στρατοκράτες και η κυβέρνηση των ανδρεικέλων στην Ελλάδα είχαν άγνοια του γεωπολιτικού περιβάλλοντος και των κινδύνων που ελλόχευαν από την ανατροπή του status quo των συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου του 1958-59, με τις οποίες δημιουργήθηκε η ανεξάρτητη Κυπριακή Δημοκρατία. Βάσει των συμφωνιών, η Μ. Βρετανία, η Ελλάδα και η Τουρκία εγγυούνταν την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και το Σύνταγμα της Κύπρου. Στην περίπτωση παραβίασης των συνθηκών οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις θα έπρεπε να συμπράξουν και, αν αυτό ήταν αδύνατον, θα μπορούσαν να δράσουν μονομερώς. Έτσι, με το χάραμα της 20ης Ιουλίου, η Τουρκία, ισχυριζόμενη ότι ασκεί τα δικαιώματά της ως εγγυήτρια δύναμη, ξεκίνησε την εισβολή στην Κύπρο.

 

Το βράδυ της Παρασκευής της 19ης Ιουλίου ήμουν με ένα φίλο μου σε κάμπινγκ στη Χαλκιδική. Λόγω των γεγονότων στην Κύπρο, κουβαλούσα μαζί μου ένα τρανζίστορ, για να ακούω τους ξένους σταθμούς. Στις 12 η ώρα Αγγλίας (2 το πρωί ώρα Ελλάδας) άρχισε η αναμετάδοση του νυκτερινού δελτίου ειδήσεων του BBC. Τότε ακούσαμε την είδηση ότι μοίρα του τουρκικού στόλου έχει αποπλεύσει από ένα λιμάνι, της Μερσίνης ή της Αττάλειας -δεν θυμάμαι καλά, και βρίσκεται κοντά στις ακτές της Κύπρου.

 

Όπως γίνεται αντιληπτό, η τουρκική εισβολή είχε ξεκινήσει. Εμείς βέβαια εκείνη την ώρα δεν μπορούσαμε να αξιολογήσουμε την είδηση, αλλά, όπως αποδείχθηκε αργότερα, ούτε η χούντα στην Αθήνα κατάλαβε κάτι, για αρκετές ώρες νόμιζε ότι απλώς γίνεται στρατιωτική άσκηση. Η ελληνική ραδιοφωνία συνέχισε να μεταδίδει το κανονικό της πρόγραμμα, χωρίς καμία άλλη ενημέρωση. Μόνο γύρω στις 9 το πρωί δόθηκε διαταγή για να χτυπηθεί ο εισβολέας.

 

Ξυπνήσαμε γύρω στις 10:30, είχε αλλάξει το πρόγραμμα του ραδιόφωνου, μεταδίδονταν στρατιωτικά εμβατήρια. Στις 11:00 έγινε η επίσημη ανακοίνωση για την εισβολή και η απόφαση κήρυξης γενικής επιστράτευσης. Το τι επακολούθησε στο κάμπινγκ δεν είναι εύκολο να περιγραφεί. Όσο μεταδιδόταν από στόμα σε στόμα η είδηση της γενικής επιστράτευσης, τόσο επικρατούσε ένας μικρός πανικός. Αλλόφρονες οικογενειάρχες ξέστηναν τα αντίσκηνά τους, φόρτωναν τα αυτοκίνητά τους και έπαιρναν τον δρόμο της επιστροφής. Οι ξένοι τουρίστες παρακολουθούσαν απορημένοι, προσπαθώντας να πληροφορηθούν τι συμβαίνει.

 

Πήραμε κι εμείς τον δρόμο της επιστροφής. Η διαδρομή περνούσε τότε μέσα από χωριά, σε κάποια από αυτά άνδρες των ΤΕΑ είχαν βγει με τα όπλα στο χέρι και κορυβαντιούσαν, πυροβολώντας στον αέρα. Παράξενα συναισθήματα δημιουργούνταν. Φθάσαμε στη Θεσσαλονίκη, σε μια αμήχανη πόλη. Τα περισσότερα καταστήματα είχαν κλείσει, σαν να ήταν ημέρα Κυριακή, αλλά μεγάλο πλήθος ανδρών κινούνταν στους δρόμους, πεζοί ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο μπορούσαν. Ήταν πολύ μεγάλο λάθος η «γενική» επιστράτευση, διέλυσε τη χώρα.

 

Αλλά πριν να διαλύσουν τη χώρα οι πραξικοπηματίες, όπως αποδείχθηκε, είχαν διαλύσει και το ίδιο το στράτευμα. Αφ? ενός οι συνεχείς διώξεις αξιόλογων στρατιωτικών, που ήταν πιστοί στο δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας και αφ? ετέρου η συνεχής ενασχόληση πολλών εκ των υπολοίπων με την υποστήριξη και στελέχωση της δικτατορίας, είχαν ως επακόλουθο την ανάδειξη της μετριοκρατίας και την αποδιοργάνωση. Κάτι που αποδείχθηκε με την αδυναμία του Γενικού Επιτελείου Στρατού να αντιληφθεί και να αντικρούσει άμεσα την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Αλλά και η ίδια η επιστράτευση εξελίχθηκε σε φιάσκο, αφού αποδείχθηκε ότι ούτε ενημερωμένα επιχειρησιακά σχέδια υπήρχαν, ούτε ο απαραίτητος εξοπλισμός για τον εφοδιασμό των επιστράτων. Η είσοδος των επιστράτων εφέδρων αξιωματικών αποσυντόνισε τους όποιους μηχανισμούς του δικτατορικού καθεστώτος και η κατάρρευσή του έγινε αναπόφευκτη.

 

Ήδη από την 22η Ιουλίου το κενό εξουσίας μπορούσε εύκολα κανείς να το αντιληφθεί. Η κυβέρνηση των ανδρεικέλων έμοιαζε εξαφανισμένη και όλοι οι ξένοι ραδιοφωνικοί σταθμοί άρχισαν να μεταδίδουν ειδήσεις περί επικείμενης κατάρρευσης του καθεστώτος. Την επόμενη μέρα, 23 Ιουλίου, σε όλα τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, που εκδίδονταν υπό καθεστώς αυστηρότατου ελέγχου και λογοκρισίας, υπήρχαν παρόμοιες δημοσιεύσεις που επιχειρούσαν να διαψεύσουν τις πληροφορίες για πολιτικές εξελίξεις και να στηρίξουν τη χούντα. Μάλιστα χρησιμοποιούνταν μια αδόκιμη λέξη για να χαρακτηρίσουν τα δημοσιεύματα του διεθνούς τύπου, ότι όλα αυτά είναι «σπερμολογίες».

 

Ωστόσο από το απόγευμα της ίδιας μέρας, οι «σπερμολογίες» πήραν σάρκα και οστά. Το καθεστώς, εκφραζόμενο από τον ασκούντα καθήκοντα Προέδρου στρατηγό Φαίδωνα Γκιζίκη, κάλεσε σε σύσκεψη πολλούς επιφανείς πολιτικούς της προδικτατορικής περιόδου προκειμένου να εξευρεθεί πολιτική λύση. Αποφασίστηκε η συγκρότηση κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας με πρωθυπουργό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, στη συνέχεια όμως, ύστερα από παρέμβαση του Ευάγγελου Αβέρωφ, αποφασίστηκε να προσκληθεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από το Παρίσι που βρισκόταν. Με το άκουσμα της είδησης, ξεχυθήκαμε στους δρόμους με προφανή ενθουσιασμό.

 

Θυμάμαι πάντα αυτές τις πρώτες πρωινές ώρες της 24η Ιουλίου του 1974. Δεν γνωρίζω αν υπάρχει κάποιο προηγούμενο στη ιστορία μας: μια δικτατορία, με σχεδόν άθικτους ακόμη τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς της, να καταρρέει και να παραδίδει την εξουσία στους άσπονδους εχθρούς της, τους πριν τη δικτατορία πολιτικούς. Και συγκεκριμένα ένας εξ αυτών των πολιτικών, ο Καραμανλής, που για 11 συνεχή χρόνια ήταν αυτοεξόριστος στη Γαλλία, να επιστρέφει με το αεροπλάνο που του παραχώρησε ο Πρόεδρος της Γαλλίας Giscard dEstaing, χωρίς να γνωρίζει αν θα μπορέσει να προσγειωθεί στην Ελλάδα ή αν θα συλληφθεί ή δολοφονηθεί με την άφιξή του. Και με το που πατάει το πόδι του στο έδαφος να γίνεται πόλος νέας, αδιαμφισβήτητης εξουσίας.

 

Μέσα σε λίγες ώρες ορκίστηκε το πρώτο κυβερνητικό σχήμα, στο επόμενο 48ωρο ολοκληρώθηκε η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Αμέσως μετά άρχισαν τα πρώτα μέτρα για την αποκατάσταση της δημοκρατίας: απολύθηκαν όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι και έγινε αμνήστευση όλων των πολιτικών αδικημάτων. Συγχρόνως, ξεκίνησε η επιστροφή όσων πολιτικών ή πολιτών ήταν αυτοεξόριστοι σε χώρες του εξωτερικού ή τους είχε στερηθεί από τη χούντα η ιθαγένεια. Άμεση προτεραιότητα όμως της κυβέρνησης ήταν η διαχείριση της κρίσης στην Κύπρο και η αποκατάσταση του πολιτικού ελέγχου στις Ένοπλες Δυνάμεις.

 

Εύκολα μπορούσε να συνειδητοποιήσει κανείς ότι βρισκόμασταν μπροστά σε μια ποιοτική μεταβολή του πολιτικού σκηνικού στη χώρα μας, που θα άφηνε πίσω της όλες της παθογένειες της μετεμφυλιακής περιόδου. Γι? αυτό και οι περισσότεροι πολιτικοί (με βασική εξαίρεση τον Ανδρέα Παπανδρέου ο οποίος σχολίασε τις συντελούμενες εξελίξεις ως «αλλαγή νατοϊκής φρουράς» και επέστρεψε στην Ελλάδα σχεδόν ένα μήνα αργότερα), αλλά και η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών, συντάχθηκαν πίσω από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Η ομαλή και αναίμακτη αποκατάσταση της Δημοκρατίας, η επίλυση με δημοψήφισμα του Πολιτειακού (1974), η σύνταξη και ψήφιση του νέου, σύγχρονου Συντάγματος (1975) και η Συνθήκη Ένταξης στην ΕΟΚ (1979) αποτέλεσαν τα θεσμικά θεμέλια της Γ? Ελληνικής Δημοκρατίας. Οι βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου του 1981, με την ομαλή άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, αλλά και οι μετέπειτα εκλογικές αναμετρήσεις με την ανεμπόδιστη εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, επιβεβαίωσαν την ανθεκτικότητα του πολιτικού μας συστήματος.