Η «αραβική άνοιξη» και η θέση της Ελλάδας μεταξύ Ανατολής και Δύσης

Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης 05 Αυγ 2013

Όλοι γνωρίζουν ότι η ανεπιτυχής πολιορκία της Βιέννης το 1683 έθεσε τέρμα στην επέλαση των Οθωμανών, αλλά και του Ισλάμ προς την Ευρώπη.

Όσοι, όμως, είχαν την τύχη να ταξιδέψουν στον Καύκασο και ιδίως στη Γεωργία, θα διαπίστωσαν πως υπάρχουν ολόκληρες περιοχές, όπου τα χωριά είναι χωρισμένα στα δύο από ένα δρόμο. Στη μια πλευρά του δρόμου η χριστιανική συνοικία με το χριστιανικό ναό και στην άλλη πλευρά του δρόμο, ο μουσουλμανικός μαχαλάς με το τζαμί και το χαρακτηριστικό μιναρέ. Η Γεωργία είναι, ουσιαστικά, το ανάχωμα στο οποίο σταμάτησε η επέλαση του Ισλάμ προς την Ευρασία και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα στην ιστορία.

Η αναφορά στα δύο αυτά ιστορικά παραδείγματα μόνο τυχαία δεν είναι. Η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται στην ίδια, περίπου, θέση με τη Γεωργία. Αποτελεί τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον ισλαμικό κόσμο της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής και της Μεσοποταμίας και τη χριστιανική Ευρώπη του Διαφωτισμού και της νεοτερικότητας, έχοντας στα μετόπισθεν της το μεγάλο αγκάθι της μουσουλμανικής Βοσνίας- Ερζεγοβίνης αλλά και το απρόβλεπτο υβρίδιο του Κοσσυφοπεδίου και των Μετοχίων.

Η Ελλάδα, σήμερα, είναι το προγεφύρωμα του ισλαμισμού προς τη Δυτική Ευρώπη, ένας ιδιότυπος προθάλαμος για τις εκατοντάδες χιλιάδες Μουσουλμάνους οικονομικούς μετανάστες προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα, βρίσκεται σε μια ιδιότυπη σχέση με τον ισλαμικό αραβικό κόσμο, λόγω της πολιτικής της χώρας κατά τη δεκαετία του 1980.

Η παντοιοτρόπως δοξασθείσα από τους εγχώριους αναλυτές «αραβική άνοιξη» των τελευταίων δύο ετών, ανέδειξε, προς μεγάλη τους απογοήτευση, το βαθύτερο και ουσιαστικότερο πρόβλημα αυτής της περιοχής που δεν είναι άλλο από την έντονη αντιπαράθεση της μειοψηφικής τάσης, η οποία προτάσσει τις δυτικές αξίες της ελευθερίας και της δημοκρατίας, με την πλειοψηφική τάση, η οποία εκπροσωπεί το ριζοσπαστικό, φονταμενταλιστικό Ισλάμ.

Η επέλαση του Ισλάμ δεν πρόκειται να σταματήσει σε αυτές τις χώρες. Η κρυφή επιδίωξη των ηγητόρων των διαφόρων κινημάτων είναι η απόβαση στην Ευρώπη και η επιδίωξη κατάληψης ενός ζωτικού χώρου, παράλληλα με τη δημιουργία χαλιφάτων στις ακτές της Μεσογείου.

Η Βοσνία – Ερζεγοβίνη και το Κοσσυφοπέδιο, εδώ και χρόνια λειτουργούν ως χώροι υποδοχής και εκπαίδευσης των εξτρεμιστικών ομάδων του φονταμενταλιστικού Ισλάμ. Στις ακτές της Μεσογείου ήδη υπάρχει το χαλιφάτο της Χαμάς, ενώ με αφορμή το συριακό εμφύλιο πόλεμο ήδη παρατηρείται ένας σκληρός και ανελέητος διαγκωνισμός για τη δημιουργία ενός δεύτερου χαλιφάτου της Σαρία με την κρυφή ή φανερή υποστήριξη κέντρων, που βρίσκονται μακριά από το θέατρο των πολεμικών συγκρούσεων, αλλά παρέχουν αφειδώς όπλα, πολεμοφόδια και «μαχητές». Ο συριακός εμφύλιος, άλλωστε, απέδειξε για άλλη μια φορά τον βαθιά θρησκευτικό χαρακτήρα αυτών των εξεγέρσεων, αλλά και τη δεινή θέση των χριστιανικών μειονοτήτων στην περιοχή. Οι απαγωγές και οι σφαγιασμοί ιερέων όλων των χριστιανικών θρησκευτικών δογμάτων γίνονται σε καθημερινή βάση. Οι προκαθήμενοι των χριστιανικών Εκκλησιών απευθύνουν εκκλήσεις βοηθείας σε ώτα μη ακουόντων όμως. Πολλοί θα πουν ότι είναι ένα πρόβλημα θρησκευτικού φανατισμού και από τις δύο πλευρές. Πρόκειται για τη συνήθη «αθώωση» εκ μέρους εκείνων που επιμένουν να αγνοούν τις βαθιές πολιτισμικές διαφορές και το έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα του προβλήματος.

Η θέση της Ελλάδας, λόγω γεωγραφίας αλλά και γεωπολιτικών συμφερόντων, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη. Παρόλα αυτά, η πολιτική της επιλογή είναι μόνο μία: η ενδυνάμωση του ευρωπαϊκού της προσανατολισμού, η ενίσχυση της θέσης της μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια των λαών, η προσήλωση της στα ιδανικά του Διαφωτισμού και της προόδου. Για άλλη μια φορά στην ιστορία, η χώρα που βρίσκεται στο σταυροδρόμι των πολιτισμών, η χώρα που στην ιστορία της έχει να επιδείξει θαυμάσια δείγματα συνομιλίας και συνύπαρξης διαφόρων πολιτισμικών παραδόσεων, πρέπει να επιλέξει στρατόπεδο. Αυτό δεν μπορεί να είναι άλλο από την Ευρώπη. Για το λόγο αυτό, όσο ονειρεύονται, φαντασιώνονται και απεργάζονται σχέδια, που έχουν την Ελλάδα έξω από την Ευρώπη, ηθελημένα ή άθελα τους την ωθούν στο παρελθόν, την ωθούν σε μια περιοχή όπου τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και κεκτημένα δε θα είναι αυτονόητα, ενώ οι βασικές αρχές της Δημοκρατίας θα είναι διαπραγματεύσιμες υπό την απειλή της ισχύος.

Η μοναδική αξιόπιστη και σοβαρή θωράκιση της χώρας αυτή τη στιγμή είναι η ενίσχυση των ευρωπαϊκών θεσμών στο εσωτερικό της, αλλά και η ενίσχυση της παρουσίας της σε όλους τους δυτικοευρωπαϊκούς θεσμούς. Οι ιδεοληψίες και τα στερεότυπα των διαφόρων πλευρών που ξεκινούν από τα αριστερά και φτάνουν μέχρι την άκρα δεξιά του πολιτικού φάσματος, και θέλουν τη χώρα μοναχικό κρατίδιο υπερήφανο και αδούλωτο, ανήκουν σε σενάρια του παλιού, κακού ελληνικού κινηματογράφου του Τζέημς Πάρις και των χουντικών υπερπαραγωγών του.

Στο σύγχρονο πολυπολικό κόσμο, απαιτούνται σύγχρονες απαντήσεις, μακριά από εκείνες που έφεραν πολλές φορές τη χώρα, στο πρόσφατο παρελθόν, απομονωμένη από τους ιστορικούς και φυσικούς της συμμάχους. Είναι ικανή η σημερινή πολιτική ηγεσία του τόπου, – κυβέρνηση και αντιπολίτευση,- να διαμορφώσει ένα πλαίσιο πολιτικής ικανό να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις; Στο ερώτημα αυτό η απάντηση είναι δύσκολο να δοθεί.