«Ρητορεύουν από βήματος ιερού και υψηλής εξέδρας / παντογνώστες, ειδήμονες, ινστρούχτορες κι απεσταλμένοι / αισθήματα ευγενή κι εγκάρδια να μας διακατέχουν,/ βαθύπλουτη να είναι η ζωή από νάματα και σοφίες» («ΕΝ ΕΓΡΗΓΟΡΣΕΙ», Γ. Αλεξανδρής)
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν αποκάλυψε μόνον τη διαφθορά που διατρέχει όλα τα στρώματα της νεοελληνικής κοινωνίας, δεν ανέδειξε μόνον την ηθική έκπτωση των ταγών της πολιτικής μας εξουσίας, δεν κατέγραψε μόνον την ανεπάρκεια της αντιπολίτευσης στον έλεγχο της κυβέρνησης (το σκάνδαλο αποκαλύφθηκε από την ευρωπαία εισαγγελέα), αλλά τροφοδότησε και τη συζήτηση-προβληματισμό για τη θέση, τις ικανότητες και το ρόλο τόσο των νόμιμων ενοίκων της πολιτικής εξουσίας (Πρωθυπουργός, Υπουργοί, Βουλευτές…) όσο και των “Ηρακλέων-αυλικών” της Εξουσίας (τύπου Φραπέ και Χασάπη) που δρουν, ζουν, σιτίζονται και πλουτίζουν παρασιτικά και εις βάρος του Ξενιστή (Πολιτικό σύστημα, Κυβέρνηση, Κόμματα, Κράτος).
Τι να είναι άραγε αυτό που τους ωθεί είτε να ποθούν την εξουσία, είτε να αγωνίζονται για να μην την χάσουν; Τι θα μπορούσε κάποιος να τους συμβουλεύσει όχι μόνον για το περιεχόμενο και τη βαθύτερη ουσία της εξουσίας, αλλά και για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να χειρίζονται αυτήν; Κι αυτές οι παραινέσεις-υπενθυμίσεις είναι αναγκαίες και χρήσιμες τώρα που ο μεν Πρωθυπουργός κατά δήλωσή του θα διεκδικήσει και τρίτη πρωθυπουργική θητεία και οι “Ηρακλείς-αυλικοί” της εξουσίας πληθαίνουν διεκδικώντας το δικό τους (όχι και ευκαταφρόνητο μερίδιο);
“Άπαξ γαρ εξουσία, ισχύν λαβούσα, ουδέν του οικείου συμφέροντος κρίνει λυσιτελέστερον” (κάθε εξουσία όταν γίνει ισχυρή, δεν θεωρεί τίποτε πιο σκόπιμο από το δικό της συμφέρον, Μένανδρος).
Τα ερωτήματα αυτά λειτούργησαν ως αιτία-αφετηρία για την αναζήτηση των σχετικών κειμένων που μπορούν να δώσουν κάποιες απαντήσεις ή και παραινέσεις-οδηγίες προς ναυτιλλομένους στο πλοίο της εξουσίας (θεσμικούς και μη)
Α.«Ο πειρασμός της εξουσίας» (Βάτσλαβ Χάβελ)
Πρόκειται για ένα κείμενο – ομιλία* που ανιχνεύει τα πιθανά αίτια που οδηγούν τους ανθρώπους να αποκτήσουν εξουσία και όταν την αποκτούν δυσκολεύονται πολύ να την αποχωριστούν.
Η ακριβής παράθεση κάποιων αποσπασμάτων θα βοηθήσει τα μέγιστα για την ανάδειξη εκείνων των παραγόντων που διαμορφώνουν την ψυχολογία και τη συμπεριφορά των ζηλωτών της εξουσίας. Πρόκειται για μία αιτιολόγηση με καίριες επισημάνσεις. Η εγκυρότητα και η αξιοπιστία τους είναι μεγάλη στο βαθμό που ο ίδιος ο Χάβελ είχε διατελέσει τρόφιμος της πολιτικής εξουσίας (1993-2003) {*Ο λόγος εκφωνήθηκε στη Δανία το 1991, όταν τιμήθηκε με το βραβείο Sonning, έναν τίτλο τιμής που απονέμεται κάθε δύο χρόνια σε προσωπικότητες με εξέχουσα συνεισφορά στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό}.
«…Κατά δεύτερο λόγο, τους οδηγεί πιθανώς μία φυσιολογική σε κάθε άνθρωπο επιθυμία για επιβεβαίωση του εαυτού του. Μπορεί κανείς να φανταστεί ελκυστικότερο τρόπο να επισφραγίσει την ύπαρξή του και να βεβαιωθεί για την αξία της από τον τρόπο που μας προσφέρει η εξουσία….».
Ο λόγος αυτός που ωθεί πολλούς την εξουσία σχετίζεται με την ανάγκη του ανθρώπου για αυτοεπιβεβαίωση μέσα από την άσκηση εξουσίας. Μιας εξουσίας που εκφράζει τη λαϊκή εντολή και ως εκ τούτου εμπεριέχει την κοινωνική αποδοχή που συνιστά τον αναγκαίο παράγοντα για τη βίωση της αυτοεπιβεβαίωσης. Σύμφωνα με τον Έγελο ο άνθρωπος είναι το μοναδικό ον από το ζωικό βασίλειο που επιζητεί εναγωνίως την κοινωνική αποδοχή. Εξάλλου η κοινωνική αποδοχή και η αυτοεπιβεβαίωση κατέχουν καίρια θέση στην πυραμίδα του Μάσλοου. Εκτός των άλλων η άσκηση εξουσίας κατά τεκμήριο για τους περισσότερους αναδεικνύει και προβάλλει εμφαντικά τις ικανότητες και τις δυνατότητες του υποκειμένου.
Ο λόγος αυτός δεν εκφράζεται-δηλώνεται από το υποκείμενο, αλλά βιώνεται ως μία αναγκαιότητα. Είναι, όμως, τόσο ισχυρός που ποδηγετεί απόλυτα τη συμπεριφορά όλων εκείνων που στοχεύουν στην αυτοεπιβεβαίωσή τους μέσα από την άσκηση εξουσίας (νόμιμης ή παρασιτικής). Η ανάγκη της κοινωνικής αναγνώρισης πυροδοτεί κάθε ενέργεια που θα επιβεβαιώνει την αξία του υποκειμένου.
Για να επιστρέψουμε στο κείμενο του Χάβελ κρίνεται επιβεβλημένο να καταγράψουμε και τη διττή όψη του πειρασμού της εξουσίας. Σχετικά ο Τσέχος πρόεδρος τόνιζε:
α. «Ο Πειρασμός της εξουσίας ενέχει κάτι το ύπουλο, κάτι το παραπλανητικό και διφορούμενο: αφενός μεν η πολιτική εξουσία δίνει στον άνθρωπο την καταπληκτική ευκαιρία να επαληθευτεί από το πρωί ως το βράδυ, ότι πραγματικά υπάρχει και ότι έχει μία αδιαμφισβήτητη ταυτότητα, που με κάθε λέξη ή πράξη χαράζεται πολύ φανερά στον κόσμο γύρω του.
β. Παράλληλα, όμως, η ίδια αυτή πολιτική εξουσία, μαζί με όλα όσα λογικά την συνοδεύουν, κρύβει έναν φοβερό κίνδυνο: ότι προφασιζόμενη πως επιβεβαιώνει την ύπαρξη και την ταυτότητά μας ανεπαίσθητα αλλά ανεπανόρθωτα θα μας την πάρει».
Αν, όμως, η εξουσία και γενικότερα η πολιτική ενέχει τόσους και τέτοιους κινδύνους προς τι αυτή η προθυμία για την άσκησή της; Αν η πολιτική και η εξουσία είναι μία δύσκολη υπόθεση και απαιτεί υψηλά προσόντα (πνευματικά, ηθικά, ψυχικά…), πώς αιτιολογείται η προθυμία τόσων πολλών που αντικειμενικά δεν έχουν αυτά;
Ο Χάβελ στο τέλος του άρθρου του οδηγείται σε μία προτροπή: «Με την πολιτική θα ΄πρεπε, λοιπόν, να ασχολούνται μόνο άνθρωποι ιδιαίτερα άγρυπνοι, ιδιαίτερα προσεκτικοί στο δέλεαρ υπαρξιακής αυτοεπιβεβαίωσης που φέρει μαζί της η πολιτική εξουσία».
Διαφορετικά κινδυνεύει να επαληθευτεί με τον πιο δραματικό τρόπο η θέση του Σαιν Ζυστ: «Όλες οι τέχνες γέννησαν αριστουργήματα, μόνο η τέχνη της πολιτικής γέννησε τέρατα».
Β.«Η αυταπάτη και η προσωρινότητα της Εξουσίας» (Franz Kafka).
.jpg)
Ένα άλλο γνώρισμα της εξουσίας είναι και η αυταπάτη της αιωνιότητάς της στο βαθμό που δεν λαμβάνει υπόψη της την προσωρινότητά της με ό, τι αυτό συνεπάγεται για τον τρόπο με τον ασκείται. Σχετικά με αυτό επισημαίνει ο Franz Kafka:
“Η εξουσία γεννά φοβερά συναισθήματα μα κι αυταπάτες, ιδιαίτερα την απατηλή αίσθηση αιωνιότητας που αυτή δημιουργεί. Αυτό είναι ιδιαίτερα καταστροφικό γιατί δεν αφήνει τους πολιτικούς να συνειδητοποιήσουν το εφήμερο και το πεπερασμένο της εξουσίας, έτσι ώστε να λειτουργήσουν στη σωστή κατεύθυνση και να πάρουν κάθε φορά τις σωστές αποφάσεις!”
Γ. « Μάρτιαι Ειδοί» (Κ. Καβάφης)
«Τα μεγαλεία να φοβάσαι, ω ψυχή. / Και τες φιλοδοξίες σου να υπερνικήσεις / αν δεν μπορείς, με δισταγμό και προφυλάξεις / να τες ακολουθείς. Κι όσο εμπροστά προβαίνεις, / τόσο εξεταστική, προσεκτική να είσαι.
Κι όταν θα φθάσεις στην ακμή σου, Καίσαρ πια,/ έτσι περιωνύμου ανθρώπου σχήμα όταν λάβεις, / τότε κυρίως πρόσεξε σα βγεις στον δρόμον έξω,/ εξουσιαστής περίβλεπτος με συνοδεία, / αν τύχει και πλησιάσει από τον όχλο / κανένας Αρτεμίδωρος, που φέρνει γράμμα,/ και λέγει βιαστικά «Διάβασε αμέσως τούτα, είναι μεγάλα πράγματα που σ’ ενδιαφέρουν»,/ μη λείψεις να σταθείς· μη λείψεις ν’ αναβάλεις / κάθε ομιλίαν ή δουλειά· μη λείψεις τους διαφόρους / που χαιρετούν και προσκυνούν να τους παραμερίσεις / (τους βλέπεις πιο αργά)· ας περιμένει ακόμη / κι η Σύγκλητος αυτή, κι ευθύς να τα γνωρίσεις / τα σοβαρά γραφόμενα του Αρτεμιδώρου».
Στο ποίημα ο Καβάφης φιλοτεχνεί με περισσή πιστότητα έναν τύπο ευκταίου Hγέτη χωρίς στοιχεία βαυκαλισμού για το αξίωμα-εξουσία του. Κι αυτό γιατί υπάρχουν πάντα οι μικρές και αφανείς ήττες που προετοιμάζουν ή απεργάζονται την πτώση του, αν κυριευθεί από την έπαρση του αξιώματος. Με έντονο το διδακτικό στοιχείο ο ποιητής καταγγέλλει τη μεγαλαυχία των ηγετών και την επικίνδυνη οίηση που κατακλύζει τους τρόφιμους της εξουσίας.
Το σύνδρομο του αλάθητου και του μοναδικού ή του αναντικατάστατου (λόγω και του δημοσκοπικού ως του “καταλληλότερου”) υφαίνει υπόγεια την ηθική αποσυναρμολόγηση του ένοικου της εξουσίας και τον οδηγεί σε αλαζονικές συμπεριφορές και σε μοιραία λάθη.
Έτσι αυτοπαγιδεύεται στο ψευτοείδωλο του καθρέφτη του με αποτέλεσμα η Άτις να τον οδηγεί στην Ύβριν που νομοτελειακά θα φέρει τη Νέμεσιν και την Πτώσιν-συντριβή του.
Όσοι βρίσκονται στην εξουσία, στην κάθε εξουσία, πρέπει να βρίσκουν κάποιο χρόνο να ακούνε τις προειδοποιήσεις του Αρτεμίδωρα (σοφιστή) και να μην αρκούνται μόνον στις κολακείες των αυλικών τους.
Διαφορετικά η αδιαφορία τους μπορεί να δικαιώσει την ειρωνική διαπίστωση του Καβάφη:
“Yπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος”
|