Ποιος φοβάται (σ) το ΠΑΣΟΚ;

Αντώνης Δημόπουλος 06 Ιουν 2015

        (H κουλτούρα της νέας κεντροαριστεράς)

  1. Τρεις σημαντικές παρεμβάσεις τις τελευταίες μέρες (Κ. Σημίτης, Φλωρίδης κ.α., Μπίστης κ.α.) παροτρύνουν για άμεση έναρξη μετεξέλιξης του ΠΑΣΟΚ σε έναν σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό φορέα που θα αγκαλιάσει και θα ενώσει ευρύτερες δυνάμεις. Παρά την εύλογη ανησυχία από τη δημοσκοπική ισοπέδωση του χώρου της Κεντροαριστεράς και την ειλικρινή αγωνία πολλών για το μέλλον της παράταξης, οφείλω να εκφράσω συγκεκριμένες ενστάσεις. Οι αλλεπάλληλες παρόμοιες προσπάθειες (58, Ελιά, Δημ. Παράταξη) μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια, δεν απέδωσαν ή δεν πρόλαβαν να αποδώσουν λόγω της συγκυρίας, της σπασμωδικότητας των κινήσεων ή των επικοινωνιακων και όχι ουσιαστικων όρων συγκρότησης. Το αίτημα για ένα ελληνικό Επινε  μάλλον στερείται γνώσης της ιστορίας, ή καλύτερα της ιστορικότητας, όπως διαμορφώνεται σε άλλες κοινωνίες, άλλες εποχές, και δεν αρκεί το περίσσευμα του βολονταρισμού για να εκβιασθούν οι καταστάσεις. Για να μπορέσει ο όποιος νέος φορέας να ανταποκριθεί στη «στιγμή», χρειάζεται ένα με δύο χρόνια μιας πανελλαδικής δυσχερέστατης προσπάθειας αποκατάστασης της αξιοπιστίας καθώς η δυσπιστία εύλογα περισσεύει. Η πιθανότητα προκήρυξης άμεσων εκλογών το επόμενο διάστημα, που θα είναι ένα διαρκές ενδεχόμενο, συνεπάγεται ετοιμότητα  και εγρήγορση με απόλυτη στήριξη της Κ.Ο. και των οργανώσεων του ΠΑΣΟΚ από όσους έχουν μείνει και όσο αντέχουν. Απαιτείται λοιπόν μέγιστη ψυχραιμία, συνεχής ενημέρωση και συμμετοχή της βάσης –που τόσο υστέρησε-και βεβαίως εντατική προετοιμασία συγκλίσεων, αλλά πρωταρχικά κοινές θέσεις και πρακτικές και όχι πάλι κινήσεις   προσώπων η ομάδων στην κορυφή. Και κυρίως, μια ώριμη, και όχι φανατική, αποτίμηση αξιολόγηση και στήριξη σε όσα είπαμε και όσα κάναμε όλα αυτά τα χρόνια εις πείσμα μιας ισοπεδωτικής εποχής όπου η απόλυτη ρητορική του.λαϊκισμού επιβάλλει την επικράτεια της παραποίησης και του ανορθολογισμού.
  2. Βασική συνεισφορά του ΠΑΣΟΚ όλη την περιοδο της μεταπολίτευσης υπήρξε η δημοκρατική συμμετοχή και αλληλεγγύη στη συγκρότηση και υλοποίηση του νεωτερικού σχεδίου της χώρας.  Σχέδιο που συνδέεται με τις καλύτερες στιγμές της νεώτερης ιστορίας μας και της συμβολής της δημοκρατικής παράταξης σε αυτές. Παρά τις άπειρες εκτροπές, τα ατελείωτα φαινόμενα διαφθοράς και διαπλοκής, την ανατροφοδότηση του πελατειασμού και βέβαια την ισχυροποίηση των συντεχνιών δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, αυτό το σχέδιο ανάπτυξης της χώρας περπάτησε. Ταυτόχρονα όμως το  κόμμα και η παράταξη υπήρξαν ένα τεράστιο εργαστήριο, ένα μεγάλο μαζικό σχολείο που διαμόρφωσε αντιλήψεις, αξίες και προσδοκίες σε ολόκληρες γενιές, σε στρώματα φιλόδοξα και ανερχόμενα, σε ανθρώπους που ήθελαν προμήθεια να αλλάξουν τον κόσμο.

Στις τρεις μεγάλες περιόδους του, εκδημοκρατισμού του ’80, εκσυγχρονισμού του ’90 και ανανέωσης του 2000, το κοινωνικό πρόσωπο του κράτους διαμορφώθηκε στέρεα σαν βασικό κομμάτι μιας σύγχρονης κοινωνίας με συνοχη. Παραβλέπεται λοιπόν και ισοπεδώνεται άκριτα αυτή η μεγάλη πορεία μέσα σε ένα κλίμα Θερμίδωρ του ανορθολογισμου, όπου η τρομοκρατία και ο φανατισμός της εμπόλεμης μνημονιακής περιόδου απαξιώνει με κραυγές τα παντα Παραβλέπεται με τρόπο εξοργιστικό η ευθύνη της δραματικής κλιμάκωσης προβλημάτων από τη νέα διακυβέρνηση Καραμανλή το ’04-’09. Παραβλέπεται ότι το 44% των ψηφοφόρων του ’09 δεν είχαν μια στιγμιαία συμπεριφορά, αλλά μια σταθερή ένταξη τριάντα χρόνων στις αρχές, αξίες και πρακτικές του χώρου, με όλα τα λάθη και τα πάθη του. Κανείς δεν θέλει να αμβλύνει την ανεπάρκεια, τις αστοχίες και την υστέρηση της κυβέρνησης του ’10-’12 και την εσφαλμένη αποδοχή αναγκαιοτήτων της συγκυβέρνησης ’12-’14 με μια λανθασμενη αισθηση της ευθυνης.. Αλλά και κανείς δεν μπορεί να διαγράψει ή να δαιμονοποιήσει αυτήν την πορεία μηδενίζοντας τα πάντα ώστε να κάνει επανεκκίνηση με παρθενογένεση σε ένα νέο αγγελικό –αριστερο-κόσμο. Η ιστορία, γράφει ο Τόνυ Τζαντ, θέλει βάθος δεκαετιών για ριζικές αλλαγές συμπεριφορών.

3. Η χώρα έχει απόλυτη και άμεση ανάγκη συγκρότησης και υλοποίησης ενός σχεδίου εξόδου από την κρίση που μπορεί να την επανασυνδέσει με την πορεία στη νεωτερικότητα και στην ευρωπαϊκή διαμόρφωση του σύγχρονου κοινωνικού κράτους δικαίου. Αυτό απαιτεί δύο επιλογές ριζικά διαφορετικές από αυτές που κάνει η τωρινή συγκυβέρνηση, με την ιδεοληψία του παρωχημένου προστατευτισμού,του ασφυκτικου κρατισμου και του ρεβανσιστικου αυταρχισμου τοσο  ξενου με την βασικη οριζουσα της δημοκρατικοτητας της δικης μας παραταξης

Πρώτα είναι η αποσυμπίεση του κράτους και η ενεργοποίηση του σε  στενή συνεργασία, καθοδήγηση και απόλυτη στήριξη εκείνης της εξωστρεφούς, καινοτόμου επιχειρηματικότητας που μπορεί να φέρει πλούτο στη χώρα με κεντρικη  συμφωνία  και συμμαχία με τους εργαζόμενους. Η απελευθέρωση της κεντρικής κυβέρνησης από έναν ατέλειωτο παρασιτικό στρατό που έχει συσσωρευτεί όλα αυτά τα χρόνια στο πλαίσιο της γενικής κυβέρνησης, υπερφορτώνοντας και συχνά παραλύοντας τις χωρητικότητες του ελληνικού δημοσίου, είναι κρίσιμη. Η ρήξη με τον κρατικοδίαιτο επιχειρηματικό κόσμο των προσοδούχων, των κληρονόμων και των «νταβατζήδων» συνεπαγεται και την αντίστοιχη της με τις συντεχνίες και ομάδες συμφερόντων ενός παρωχημένου κόσμου, που ακόμα και σήμερα καθηλώνει τη χώρα.

Η δεύτερη σημαντική επιλογή είναι ο μετασχηματισμος της κοινωνικης πολιτικής με την  απόλυτη επένδυση στην πρωτοποριακή εκπαίδευση, την ενεργό υγεία και τις πολιτισμικές σπουδές, αγκαλιάζοντας τη διεθνή εποχή της πρόσβασης στη γνωση και αναζήτησης ενός υπερεθνικού μέλλοντος. Η διάχυση πλούτου, ισχύος και πρόσβασης στους ασθενέστερους, η ενδυνάμωση και έμπνευση και κυριως η δεσμευση και προσπαθεια για το καλύτερο, ατομικά και συλλογικά, η απεξάρτηση από τους προστάτες και η αναληψη ρισκου και ευθυνων, είναι η κουλτούρα της νέας κεντροαριστεράς. Και η κουλτούρα αυτή έχει αίσθηση του νέου τοπίου που διαμορφώνουν αυτές οι επιλογές για τη χώρα και μπορεί να απαιτήσει, να πολεμήσει και να διαμορφώσει όρους ενός τέτοιου εναλλακτικού σχεδίου εξοδου. Αν ο φορέας που σταδιακά θα υλοποιήσει αυτή τη δύσκολη, επίπονη και μακροχρόνια πορεία, θα είναι στα πλαίσια μιας αφυπνισμένης ριζοσπαστικής Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας και αν προϋπόθεσή του είναι η μετεξέλιξη – με ή χωρίς την αυτοδιάλυση – του ΠΑΣΟΚ αυτό ας γίνει τουλάχιστον με όρους πολιτικής αξιοπρέπειας και επίγνωσης της νέας εποχής.

Μπορεί να αποτύχουμε ξανά, αλλά θα αποτύχουμε καλύτερα αν έχουμε σωστή αποτίμηση του παρελθόντος και σαφή εκτίμηση του μέλλοντος. Ωστοσο εμεις παμε για να πετυχουμε την ανορθωση της χωρας και την αναγέννηση της σοσιαλδημοκρατιας.Πάμε δυνατά!