Πoλιτική ανανέωση

Χρίστος Αλεξόπουλος 25 Μαϊ 2014

Το γεγονός, ότι το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα παραπαίει και χρειάζονται βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις, έχει συνειδητοποιηθεί τόσο από την κοινωνία όσο και από το πολιτικό προσωπικό. Αρκεί να λάβει υπόψη του κάποιος την σταδιακά αυξανόμενη αποστασιοποίηση της κοινωνίας από το πολιτικό γίγνεσθαι και την προσπάθεια του πολιτικού συστήματος να αντιδράσει με την «ανανέωση» του πολιτικού προσωπικού. Αυτό πιστοποιείται όχι μόνο από την πληθώρα πρωτοεμφανιζόμενων υποψηφίων στις τριπλές εκλογές του Μάιου του 2014 (Δημοτικές, Περιφερειακές, Ευρωεκλογές), αλλά και από την προβολή της ηλικίας.

Το θέμα είναι, εάν με αυτό τον τρόπο αντίδρασης του πολιτικού συστήματος αντιμετωπίζεται το πρόβλημα και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την έξοδο από την παρακμή και την ανάπτυξη σύγχρονης δυναμικής από την κοινωνία. Από τον πολιτικό λόγο, ο οποίος εκφέρεται από το παλαιό και το πρωτοεμφανιζόμενο πολιτικό προσωπικό, δεν φαίνεται να έχουν γίνει ή να γίνονται διεργασίες αναζήτησης των ποιοτικών χαρακτηριστικών ενός σύγχρονου πολιτικού οργανισμού. Γι’αυτό και δεν διατυπώνονται από κανένα κόμμα και πολύ περισσότερο από τους διεκδικητές της ψήφου του ελληνικού λαού ολοκληρωμένες προτάσεις για το μέλλον της Ευρώπης και της Ελλάδας μέσα σε αυτήν. Συνεχίζεται η εκφορά γενικόλογων απόψεων, οι οποίες έχουν ιδεοληπτικά χαρακτηριστικά, ενώ δεν συμβάλλουν στην ανάπτυξη διαλόγου για την ευρωπαϊκή πορεία τόσο στο επίπεδο του πολιτικού συστήματος όσο και στις δομές της κοινωνίας πολιτών.

Γι’αυτό και η αγωνία του πολιτικού προσωπικού, παλαιού και νέου, επικεντρώνεται στην προσπάθεια να πείσει, ότι δεν χαρακτηρίζεται από τις παθογένειες της ελληνικής πραγματικότητας, από την διαφθορά μέχρι την πελατειακή και την συντεχνιακή λογική. Τονίζεται η εντιμότητα, η αντιπροσώπευση κοινωνικών ομάδων ή επαγγελματικών, η ισχυρή βούληση να συγκρουσθούν με τα «κακώς κείμενα», η μη ύπαρξη υπόγειων διαδρομών με κατεστημένα συμφέροντα, η επιστημονική κατάρτιση και η διαθεσιμότητα της για το καλό του τόπου. Ξαφνικά ο απλός πολίτης και ταυτοχρόνως παρατηρητής της πραγματικότητας δικαιολογείται να απαγγείλει τον στίχο «όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος». Είναι εμφανής η προσπάθεια ενεργοποίησης στους πολίτες-καταναλωτές πολιτικής της εξιδανικευτικής λογικής σε σχέση με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των «άφθαρτων» πολιτικών, ως εάν οι παθογένειες της ελληνικής πραγματικότητας αφορούν μόνο στο πολιτικό σύστημα και η ελληνική κοινωνία ανέγγιχτη πορεύεται προς το μέλλον και τροφοδοτεί με νέα πρόσωπα το χώρο της πολιτικής. Πρόσωπα, τα οποία και μόνο με την παρουσία τους θα δρομολογήσουν τις αναγκαίες αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, ώστε αυτομάτως θα πάψουν να επιδρούν η διαφθορά, το πελατεικό σύστημα κα η συντεχνιακή λογική.

Ουδείς θέτει ερωτήματα και πολύ περισσότερο δεν τα απαντά, σχετικά με τα αίτια, τα οποία οδήγησαν τον τόπο στην παρακμή και γενικότερα για τη λειτουργικότητα του μοντέλου κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης και την βιωσιμότητα του σε βάθος χρόνου. Ο προβληματισμός για το μέλλον διογκώνεται ακόμη περισσότερο, αν τεθούν και άλλα ερωτήματα σχετικά με την θέση και το ρόλο της Ελλάδας σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία με αντίστοιχο καταμερισμό εργασίας. Πρέπει να δοθούν και άλλες απαντήσεις σχετικά με τις επιπτώσεις της ραγδαίας εξέλιξης της επιστημονικής γνώσης και των τεχνολογικών της εφαρμογών όχι μόνο την παραγωγική διαδικασία αλλά και στην καθημερινότητα του πολίτη καθώς και στον τρόπο σκέψης, στον ελεύθερο χρόνο και στην μεγάλη περιεκτικότητα σε προϋποθέσεις που προσδίδουν στο χρόνο και στη λήψη αποφάσεων. Ο κόσμος έχει γίνει πιο σύνθετος και τα δεδομένα, τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ώστε να είναι το μέλλον σχεδιάσιμο, είναι απείρως περισσότερα. Και αυτό δεν αφορά μόνο τους πολίτες ως άτομα. Πολύ περισσότερο αποτελεί ουσιαστική και καθοριστική παράμετρο στη λήψη πολιτικών αποφάσεων. Στις απαντήσεις δεν βοηθά η ιδεοληπτική προσέγγιση της πραγματικότητας. Διαμορφώνει απλά ένα φαντασιακό ορίζοντα, στον οποίο μπορεί εύκολα κάποιος να θέσει άπιαστους στόχους, σε σχέση με την ευημερία και την κοινωνική δικαιοσύνη και πολλούς άλλους, οι οποίοι συνθέτουν ένα ιδεατό κατασκεύασμα.

Για παράδειγμα η ευημερία προσδιορίζεται μόνο οικονομικά ή έχει και άλλες διαστάσεις, όπως είναι οι περιβαλλοντικές, οι πνευματικές ή πολιτισμικές και άλλες; Από την απάντηση σε αυτό το ερώτημα προκύπτει μια σειρά πολιτικών προτεραιοτήτων. Εάν η ευημερία των πολιτών έχει και περιβαλλοντική διάσταση, ώστε να διασφαλίζεται καλύτερη ποιότητα ζωής, τότε αναρωτιέται κάποιος, γιατί δεν υπάρχει περιβαλλοντική πολιτική. Ενώ η Ελλάδα διαθέτει υψηλό ηλιακό δυναμικό, δεν δίδεται προτεραιότητα στην ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και στην παραγωγή ηλιακής ενέργειας, αν και υπάρχουν πλέον ανταγωνιστικές ηλιοθερμικές τεχνολογίες, οι οποίες δεν ρυπαίνουν. Αν μάλιστα προστεθεί και η αιολική ενέργεια, τότε αυτή η χώρα δεν θα είναι μόνον ενεργειακά αυτάρκης και μάλιστα χωρίς ρύπανση της ατμόσφαιρας, στην οποία ζούμε και αναπνέουμε, αλλά θα καλύπτει και ευρωπαϊκές ενεργειακές ανάγκες με οικονομικό όφελος για τον τόπο. Αλλά και στον τομέα του πολιτισμού και της πνευματικής δημιουργίας υπάρχει ευρύ πεδίο για την ανάπτυξη δραστηριότητας, η οποία υπερβαίνει τα όρια της περιφερειακής κοινωνίας του θεάματος και διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για την παραγωγή σύγχρονων πολιτισμικών αξιών και την απομάκρυνση του κινδύνου πολιτισμικής στασιμότητας και σταδιακής ισοπέδωσης. Βασική παράμετρος για πολιτισμική δραστηριοποίηση είναι η ύπαρξη δυναμικών κοινωνικών δομών, οι οποίες υπερβαίνουν κατά πολύ το επίπεδο των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, οι οποίες αναπαράγουν και μάλιστα σε εξιδανικευμένη μορφή το πολιτισμικό παρελθόν. Εκτός και αν το ζητούμενο είναι η αναπαραγωγή πολιτισμικών προτύπων στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος σε παγκόσμιο επίπεδο, τα οποία υπηρετούν συγκεκριμένα καταναλωτικού χαρακτήρα συμφέροντα ισοπεδώνοντας τον πολυπολιτισμικό πλούτο του πλανήτη. Αυτό ακριβώς κάνει με τον καλύτερο τρόπο και τα ανάλογα αποτελέσματα η βιομηχανία του θεάματος, η οποία αναπτύχθηκε κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής με στόχο την εξυπηρέτηση πολιτικών σχεδιασμών της αμερικανικής κυβέρνησης σε γεωστρατηγικό επίπεδο διαχέοντας την αμερικανική πολιτισμική εκδοχή σε πλανητικό επίπεδο. Την πολιτική αυτή αναλύει με τον καλύτερο τρόπο ο Zbigniew Brzezinski στο βιβλίο του « Η μεγάλη σκακιέρα» ( Νέα Σύνορα,1997).

Βεβαίως η μη ενασχόληση του πολιτικού συστήματος και του πολιτικού προσωπικού με αυτά τα ερωτήματα δεν σημαίνει, ότι η ανανέωση δεν είναι θετική. Απλά δεν είναι επαρκής και θα εκφυλισθεί σε βάθος χρόνου, εάν δεν αναζητηθεί με συστηματικό διάλογο στο εσωτερικό του πολιτικού συστήματος και στις κοινωνικές δομές ευρύτερα η σύγχρονη πολιτική ταυτότητα των κομμάτων ανάλογα και με την ιδεολογική εκδοχή αναφοράς τους. Ειδάλλως θα διευρύνεται το ποσοστό του πληθυσμού, το οποίο αποστασιοποιείται από το πολιτικό γίγνεσθαι, με αποτέλεσμα το πολιτικό σύστημα να μην διαθέτει επαρκή πολιτική νομιμοποίηση από την κοινωνία. Στις φοιτητικές εκλογές του 2014 η συμμετοχή κυμάνθηκε στο 50 %. Αν αυτό ικανοποιεί τις φοιτητικές παρατάξεις, οι οποίες έτσι κι αλλιώς εκφράζουν την πολιτική γεωγραφία των κομμάτων, τότε υπάρχει μεγάλο δημοκρατικό έλλειμμα και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Δεν είναι όμως το μοναδικό πρόβλημα, που αντιμετωπίζει η τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα, διότι σύμφωνα με τον πρωθυπουργό της χώρας θα δοθεί ιδιαίτερο βάρος στην καινοτομία. Το θέμα είναι, πως θεμελιώνεται αυτή η επιδίωξη, όταν πιστοποιείται από έρευνες, ότι το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας είναι το λιγότερο προβληματικό και σε σύγκριση με τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη καταλαμβάνει την τελευταία θέση, ενώ μεταξύ 40 χωρών σε όλο τον κόσμο η Ελλάδα κατατάσσεται 37η (έρευνα με πρωτοβουλία του Βρετανικού εκδοτικού οίκου Pearson, ο οποίος ανέθεσε στο επίσης Βρετανικό περιοδικό Economist την ολοκλήρωση της μελέτης για τα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο).

Και ενώ γίνονται αυτές οι διαπιστώσεις και η κοινωνική συνοχή ακροβατεί, με την ισοπέδωση της μεσαίας τάξης και την καλπάζουσα φτωχοποίηση, ακούγεται το λιγότερο περίεργα να γίνεται λόγος για πολιτική ανανέωση, η οποία εξαντλείται στην προσπάθεια αλλαγής της επικοινωνιακής εικόνας του πολιτικού συστήματος με νέα πρόσωπα, είτε ηλικιακά, είτε πρωτοεμφανιζόμενα στο πολιτικό πεδίο. Εάν δεν μετεξελιχθούν σε σύγχρονους πολιτικούς οργανισμούς τα κόμματα και δεν επεξεργασθούν μακροπρόθεσμες στρατηγικές και με επιστημονική τεκμηρίωση και μετρήσιμα αποτελέσματα πολιτικές, οι οποίες θα γίνουν αντικείμενο συστηματικού διαλόγου, τα νέα πρόσωπα θα χάσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα το στοιχεία της ανανέωσης. Εξάλλου οι πολίτες-καταναλωτές θεάματος στο πλαίσιο της εικονικής ενημέρωσης των ηλεκτρονικών Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας έχουν «κουρασθεί» από τις γενικόλογες προσεγγίσεις της πραγματικότητας. Αυτές δεν τους βγάζουν από τα αδιέξοδα της κρίσης, την οποία βιώνουν στο πετσί τους. Και οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ, οι οποίες επωφελούνται από την φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, η οποία πληρώνει το κόστος της οικονομικής κατάρρευσης, ουσιαστικά υποσκάπτουν το μέλλον αυτού του τόπου. Αυτό είναι σε βάρος και της δικής τους προοπτικής.

Επείγει το πολιτικό σύστημα να σταματήσει να διεκδικεί με κάθε τρόπο την διαχείριση της εξουσίας και να αρχίσει άμεσα να προετοιμάζεται για την διεκδίκηση της διακυβέρνησης της χώρας και μάλιστα στο πλαίσιο της Ενωμένης Ευρώπης. Αυτό σημαίνει, ότι πρέπει να έχει και ρεαλιστική και τεκμηριωμένη πρόταση για την ολοκλήρωση της οικοδόμησης της και το μέλλον. Στον προεκλογικό διάλογο, ο οποίος γίνεται στο πλαίσιο των ευρωεκλογών τον Μάιο του 2014, δεν ακούγονται ολοκληρωμένες προτάσεις. Αν ένας πολίτης έχει την υπομονή και το κουράγιο να παρακολουθήσει τους υποψήφιους ευρωβουλευτές στις διάφορες ενημερωτικές εκπομπές των μίντια, θα ακούσει γενικόλογους μονόλογους για μια Ευρώπη, η οποία δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα, παρά μόνο με την ιδεοληπτική προσέγγιση του ομιλούντος υποψήφιου ευρωβουλευτή. Εάν κατά τύχη γίνει και ένας ολιγόλεπτος διάλογος, το περιεχόμενο του θα αναφέρεται στην προσπάθεια του ενός να δαιμονοποιήσει τον άλλον. Με αυτόν τον τρόπο όμως η ελληνική κοινωνία θα συνεχίσει να κινείται στο περιθώριο των εξελίξεων. Η ουσιαστική πολιτική ανανέωση αποτελεί την απάντηση στις προκλήσεις της εξέλιξης τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό και πλανητικό επίπεδο.