Η Ζαχάροβα και η συνέχεια της ρωσικής πολιτικής επιρροής στα ελληνικά και κυπριακά ζητήματα

Γιάννης Χοχλακάκης 11 Οκτ 2025

Από τον «αδέσμευτο Μακάριο» στην «πολυπολική» ρητορική του Πούτιν

Οι πρόσφατες δηλώσεις της Μαρίας Ζαχάροβα για την Ελλάδα και την Κύπρο έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, αλλά πίσω από τις επιφανειακές διπλωματικές αιχμές διακρίνεται μια βαθύτερη ιστορική συνέχεια. Η Ρωσία εμφανίζεται ως υπέρμαχος της ανεξαρτησίας των μικρών κρατών και της πολυπολικότητας, ενώ στην πράξη ακολουθεί μια στρατηγική που σκοπό έχει να αποσταθεροποιήσει τις δυτικές συμμαχίες και να εδραιώσει τη δική της επιρροή στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτή η γραμμή συνεχίζει, σε διαφορετικό λεξιλόγιο, την παλιά σοβιετική πολιτική του «αντιιμπεριαλισμού», όταν η ΕΣΣΔ χρησιμοποιούσε την προπαγάνδα περί υπεράσπισης των λαών απέναντι στη Δύση για να επεκτείνει την σφαίρα επιρροής της, ιδιαίτερα σε κρίσιμες περιοχές όπως η Κύπρος και η Ελλάδα.

Η Κύπρος, μετά την ανεξαρτησία της το 1960, αποτέλεσε πεδίο ισχυρών γεωπολιτικών ζυμώσεων. Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος υιοθέτησε μια εξωτερική πολιτική μη ευθυγράμμισης, προσπαθώντας να διατηρήσει την κυριαρχία της χώρας του και να εκμεταλλευτεί την αντιπαράθεση των υπερδυνάμεων προς όφελος της Λευκωσίας. Η ένταξη της Κύπρου στο Κίνημα των Αδεσμεύτων το 1961 ενίσχυσε την εικόνα της «ουδέτερης» χώρας, αλλά ταυτόχρονα άνοιξε δρόμους σοβιετικής επιρροής, αφού η Μόσχα είδε στην πολιτική της Λευκωσίας μια ευκαιρία να αποδυναμώσει τον δυτικό δεσμό και να επεκτείνει την παρουσία της στη Μεσόγειο. Παρά τη ρητορική ανεξαρτησίας, η Κύπρος λειτουργούσε ουσιαστικά ως «εργαστήριο» γεωπολιτικής επιρροής, με τον Μακάριο να ισορροπεί ανάμεσα στη Δύση και τη Σοβιετική Ένωση, χωρίς να μπορεί να εξασφαλίσει πλήρη αυτονομία από καμία πλευρά.

Η Ρωσία του Πούτιν συνεχίζει αυτή τη στρατηγική σε νέα μορφή. Οι δηλώσεις Ζαχάροβα ανασύρουν τη λογική της πολυπολικότητας και της «ισορροπίας δυνάμεων», παρουσιάζοντας τη Μόσχα ως υπέρμαχο της ανεξαρτησίας των λαών, ενώ στην πραγματικότητα στοχεύουν στη δημιουργία εξαρτήσεων. Όπως ο Μακάριος και η «ουδέτερη» Κύπρος αξιοποιήθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση, έτσι και σήμερα η Ρωσία επιχειρεί να αποδυναμώσει τη δυτική συνοχή Ελλάδας και Κύπρου, προβάλλοντας έναν λόγο περί ιστορικής δικαιοσύνης και πολυπολικότητας, που λειτουργεί ως μέσο στρατηγικής επιρροής. Η μέθοδος αυτή είναι μια σύγχρονη ανακύκλωση της ψυχροπολεμικής τακτικής: παρουσιάζεται ως προστάτης της ανεξαρτησίας, ενώ στην ουσία χειραγωγεί πολιτικά και ιδεολογικά τις μικρές χώρες.

Η διαφορά είναι ότι σήμερα το έδαφος είναι πιο πρόσφορο. Η κόπωση από την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, η δικαιολογημένη κρίση εμπιστοσύνης προς τις ΗΠΑ και η άνοδος του αντισυστημικού λόγου έχουν ανοίξει ξανά χώρο για ρωσικές αφηγήσεις που απευθύνονται τόσο σε δεξιούς “πατριώτες” όσο και σε παλαιούς “αντιιμπεριαλιστές”. Η Ζαχάροβα, με τη σκηνική κυνική της παρουσία  λειτουργεί ως προσωποποίηση αυτής της διακομματικής έλξης: η Ρωσία παρουσιάζεται πάλι ως η “αντισυμβατική φωνή” απέναντι στη Δύση που «δεν μας καταλαβαίνει».

Η Ελλάδα και η Κύπρος δεν είναι απλοί αποδέκτες αυτής της ρητορικής· συχνά τη συνδιαμορφώνουν. Από τους κύκλους της ελλαδικής ακροδεξιάς που βλέπουν τον Πούτιν ως “υπερασπιστή της Ορθοδοξίας”, μέχρι εκείνους της αριστεράς που συνεχίζουν να βλέπουν τη Ρωσία ως “αντίβαρο στον αμερικανικό ηγεμονισμό”, η επιρροή της Μόσχας αντλεί από παλιά ιδεολογικά ιζήματα. Στην Κύπρο, η ανάμνηση της σοβιετικής υποστήριξης του Μακαρίου παραμένει ισχυρό συμβολικό κεφάλαιο, το οποίο η ρωσική διπλωματία αναζωπυρώνει κάθε φορά που καταγγέλλει τις δυτικές “παρεμβάσεις”.

Η ιστορική συνέχεια από τον Μακάριο έως τη Ζαχάροβα δείχνει ότι η «ουδετερότητα» και η «πολυπολικότητα» δεν ήταν ποτέ αυτοσκοπός της Μόσχας, αλλά εργαλείο. Η Ελλάδα και η Κύπρος, λόγω της γεωπολιτικής τους θέσης, παραμένουν πεδία όπου η ρωσική στρατηγική μπορεί να εφαρμοστεί με μεγάλη αποτελεσματικότητα, ειδικά όταν αξιοποιούνται ιστορικά επιχειρήματα και πολιτισμικές αναφορές. Η εμπειρία του Μακαρίου και η ένταξη στο Κίνημα των Αδεσμεύτων λειτουργούν σήμερα ως προειδοποίηση: η ρητορική ανεξαρτησίας δεν σημαίνει ελευθερία από εξωτερική επιρροή, και η «ουδετερότητα» στοχεύει να μετατραπεί σε εργαλείο εξάρτησης.

Συνολικά, η περίπτωση Ζαχάροβα δεν αποτελεί μεμονωμένη πράξη, αλλά την εκδήλωση μιας διαχρονικής λογικής: η Ρωσία εμφανίζεται ως υπερασπιστής της ανεξαρτησίας και της ισορροπίας, ενώ εξυπηρετεί τα δικά της γεωπολιτικά συμφέροντα, αξιοποιώντας την ιστορική μνήμη και την πολιτική αφήγηση της περιοχής. Από τον Μακάριο και το Κίνημα των Αδεσμεύτων έως τη σημερινή ρητορική περί πολυπολικότητας, η στρατηγική είναι ίδια: η «ανεξαρτησία» παρουσιάζεται ως ένδυμα που καλύπτει την πραγματική επιδίωξη εξάρτησης και πολιτικής επιρροής.