Κριτική για την καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος, αλλά και για τη μη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων ασκεί το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής (ΓΠΒ) στην τριμηνιαία έκθεσή του για την ελληνική οικονομία.
«Όσο παρατείνεται η ύφεση, τόσο μετατίθενται στο μέλλον κάποιες δυνατότητες για αντικυκλικά μέτρα από την πλευρά της ζήτησης» αναφέρεται στην έκθεση και τονίζεται ότι η εκκρεμότητα της διαπραγμάτευσης παγίωσε την απαισιοδοξία, δημιουργώντας συνθήκες που αποτρέπουν τη βελτίωση των πραγμάτων αμέσως μετά την αξιολόγηση και απειλούν την επιστροφή στην ανάπτυξη εντός του 2016.
Η ύφεση συνεχίζεται και το 2016, πράγμα που προκαλεί και δημοσιονομικά προβλήματα. Είναι κοινός τόπος ότι σε τροχιά ύφεσης του ΑΕΠ, τα φορολογικά έσοδα μειώνονται και επομένως απειλούνται οι στόχοι για πρωτογενές πλεόνασμα» αναφέρει το ΓΠΒ.
Προσθέτει, δε, πως «η κατάληξη ήταν νέα φορολογικά μέτρα που όμως είναι αμφίβολο αν θα αποδώσουν. Η δρομολογημένη νέα συμφωνία με τους θεσμούς προβλέπει νέα φορολογικά μέτρα 5,4 δισ. Ευρώ και 3,6 δισ. Ευρώ μέτρα υπό αίρεση όπως συζητείται αυτήν τη στιγμή, τα οποία θα ασκήσουν πιέσεις στις αναπτυξιακές προοπτικές».
Σε ό,τι αφορά στις μεταρρυθμίσεις, το ΓΠΒ αναφέρει πως «τις προοπτικές της χώρας επηρεάζουν αρνητικά η αμφισημία και οι αναβολές στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων. Δεν υποτιμούμε τις δυσκολίες εδώ, αλλά πιέζει ο χρόνος όπως μπορούμε να το διαπιστώσουμε στην περίπτωση του ασφαλιστικού: Όσο μετατίθενται οι αναγκαίες τομές, τόσο μεγαλώνει ο λογαριασμός που θα πρέπει να πληρωθεί για να γίνει βιώσιμο και περιορίζονται τα περιθώρια για δίκαιη κατανομή των βαρών της προσαρμογής του, παρά τις δημοσιοποιούμενες καλές προθέσεις» και συμπληρώνει ότι «την περίοδο της διαπραγμάτευσης από τον Οκτώβριο2015 μέχρι σήμερα (Απρίλιος 2016) έγιναν εμφανείς περαιτέρω δυσλειτουργίες στον πεδίο των μεταρρυθμίσεων».
Σχετικά με την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, καθιστά σαφές ότι η βιωσιμότητα του συστήματος είναι το μείζον κριτήριο για την αξιολόγηση του νομοσχεδίου.
Όσον αφορά την ανεργία, εκτιμά ότι μέτρα, όπως η προσωρινά επιχορηγούμενη απασχόληση, ανακουφίζουν προσωρινά μερικές χιλιάδες ανέργους, αλλά ουσιαστικά δεν λύνουν το πρόβλημα. «Η μείωση της ανεργίας θα είναι αποτέλεσμα της οικονομικής μεγέθυνσης σε σταθερή βάση» τονίζει ενδεικτικά.