Ουκρανία: δύο διαφορετικές απόψεις

Χριστίνα Πουλίδου 04 Μαρ 2014

Δύο διαφορετικές οπτικές στην ανάγνωση μιας κρίσης. Της Ουκρανικής. Τη μία τη διάβασα στη «Monde», την άλλη στη «Guardian». Σας τις παραθέτω.

Στη «Monde» αρθρογράφος είναι ο ιστορικός Αλέν Μπεζανσόν, ο οποίος υποστηρίζει ότι «όταν η Ρωσία θέλει να πάρει τον έλεγχο μιας γειτονικής χώρας, βάζει μπροστά μια δοκιμασμένη μέθοδο» – οργανώνει κι ενισχύει ένα φιλο-ρωσικό κόμμα, καταγγέλλοντας εν συνεχεία τις διώξεις που υφίσταται και αποστέλλοντας στρατό εν είδει «αδελφικής βοήθειας» για να απελευθερώσει τους «αδελφούς».

Έτσι συνέβη με την Πολωνία στον 18ο αιώνα, λέει, καθυποτάσσοντάς την κομμάτι-κομμάτι, στο όνομα της υποστήριξης των ορθόδοξων από την καταπίεση του καθολικισμού. Έτσι έκανε με την Ουγγαρία το 1848 (στο πλαίσιο της «Αγίας Συμμαχίας») και ξανά το 1956 στο όνομα του διεθνούς προλεταριάτου. Έτσι έγινε με την Τσεχοσλαβακία το 1968, την ίδια μέθοδο είχε χρησιμοποιήσει και στη Μογγολία το 1920, τη Γεωργία και την Αρμενία, ενώ το 2008 -πάντα με την ίδια πρακτική- προσάρτησε δύο επαρχίες της Γεωργίας.

«Σήμερα εισβάλλει στην Ουκρανία και φέρνει στην Κριμαία την αδελφική της βοήθεια. Δεν υπάρχουν όρια σ΄αυτή την επεκτατικότητα. Η Ρωσία δεν είναι ένα έθνος. Δεν έχει, ποτέ δεν είχε, φυσικά σύνορα. Αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως μια αυτοκρατορία» σημειώνει και υποστηρίζει ότι ακόμη και στα χρόνια του Ιβάν του Τρομερού, η Ρωσία (μολονότι ήταν πολύ φτωχή και καθυστερημένη) θέλησε να επεκτείνει το ορθόδοξο βασίλειο σε όλη την Ευρώπη, ενώ αντίστοιχα επεκτατικά οράματα είχε ο Μεγάλος Πέτρος.

Το 1917 «το λενινιστικό καθεστώς σχεδίασε μια παγκόσμια επανάσταση. Η Ρωσία δεν κατακτούσε, συνέλεγε όλα τα εδάφη, η μοίρα των οποίων ήταν να ενωθούν με τη Ρωσία ή τη Σοβιετική Ένωση από έρωτα» σημειώνει. Παραπέμποντας εξάλλου στον Ζ. Μισελέ, ο Μπεζανσόν θυμίζει ότι ο Γάλλος ιστορικός έλεγε για τη Ρωσία: «Χτες ακόμη μας έλεγε: εγώ είμαι ο χριστιανισμός, ενώ αύριο θα μας πεί: εγώ είμαι ο σοσιαλισμός»….

Ο Ρώσος Ντμίτρι Τρενίν είναι διευθυντής του Κέντρου Κάρνεγκυ της Μόσχας και αρθρογράφος στον «Observer». Στο άρθρό του υποστηρίζει ότι στην Κριμαία μπορεί να ξεκινήσει ο Β΄Ψυχρός Πόλεμος, καθώς αν υπάρξει αντιπαράθεση ανάμεσα στιςουκρανικές και ρωσικές δυνάμεις θα ακολουθήσει επέμβαση των ΗΠΑ, «με τον ένα ή τον άλλο τρόπο».

Κατά την άποψή του, η Μόσχα αιφνιδιάστηκε καταρχάς απ΄τον χειρισμό Γιανουκόβιτς, όταν σταμάτησε τις επιχειρήσεις αντιμετώπισης των αντιπάλων του και τους κάλεσε σε διάλογο. Αιφνιδιάστηκε επίσης, όταν ο Γιανουκόβιτς διαπραγματεύθηκε μαζί τους, με την παρουσία τριών υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε., μια λίστα δικών του υποχωρήσεων. Αιφνιδιάστηκε ακόμη πιο πολύ, όταν η συμφωνία που είχε προηγουμένως υπογραφεί κατέπεσε από τα ριζοσπαστικά στοιχεία και οι τρείς χώρες που προηγουμένως είχαν στείλει τους αξιωματούχους τους, ως μάρτυρες της συμφωνίας (Γερμανία, Γαλλία και Πολωνία), δεν αντέδρασαν στην ακύρωση της συμφωνίας…

Η Μόσχα εξέλαβε τα επεισόδια του Κιέβου ως ένα πραξικόπημα που οργανώθηκε από ουκρανικές ριζοσπαστικές δυνάμεις της δυτικής πλευράς της χώρας, με τη στήριξη της Ευρώπης και των ΗΠΑ και θεώρησε ότι δέχθηκε ευθύ πλήγμα στα συμφέροντά της -στο σχέδιο οικονομικής ενσωμάτωσης των μετα-Σοβιετικών περιοχών, κυρίως όμως στο αίσθημα ασφάλειας- ως προς την εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας της Ουκρανίας, δεδομένου ότι ελλοχεύει ο «κίνδυνος» να αναζητηθεί μια διασύνδεση της χώρας με το ΝΑΤΟ.

Η Ρωσία, λέει, «έχει κουραστεί με τη Δύση, που υποστήριξε την αντιπολίτευση εναντίον μιας εκλεγμένης κυβέρνησης, που έκλεισε το μάτι στις δεξιές ριζοσπαστικές δυνάμεις που συνεργάζονται με τους Ναζί, που συμμάχησε με την αντιπολίτευση πιέζοντας την κυβέρνηση για παραίτηση».

Η στρατηγική της Ρωσίας έναντι της Ουκρανίας «δεν ήταν συνεκτική» λέει ο αρθογράφος, τώρα όμως τα πράγματα άλλαξαν. Η Μόσχα τώρα επιζητά να απομονώσει την Κριμαία από την υπόλοιπη Ουκρανία και ως εκ τούτου έδωσε την πολιτική, οικονομική και στρατιωτική της στήριξη στις τοπικές, φιλο-ρωσικές δυνάμεις που «ποτέ δεν δέχθηκαν την ουκρανική κυριότητα της Κριμαίας». Αντί της ουκρανικής αποκέντρωσης, η Μόσχα θα προτιμούσε την ομοσπονδοποίηση της Ουκρανίας, γι΄αυτό και δεν αναγνωρίζει την προσωρινή κυβέρνηση, διατηρώντας «σχέσεις εργασίας» με τους Ουκρανούς αξιωματούχους.

Και τελικά, λέει ο αρθρογράφος, το Κρεμλίνο επανέρχεται στην «αλήθεια που είχε διατυπώσει ο Αλέξανδρος 3ος -ότι η Ρωσία έχει μόνο δύο φίλους στον κόσμο: τον στρατό της και το ναυτικό της. Και τα δύο καλούνται σήμερα να υπερασπιστούν τα συμφέροντά της στην Κριμαία».