Πρωταγωνιστές της Ιστορίας

Αθηνά Δρέττα 17 Δεκ 2019

athensvoice.gr
Πριν από 8 ακριβώς μήνες ο όμιλος ιδεών the catalyst διοργάνωσε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και προφητική συζήτηση για τα 20 χρόνια από την συμφωνία του Ελσίνκι και την προσπάθεια επαναχάραξης μιας συγκροτημένης εθνικής στρατηγικής για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις κάτω από το φως των νέων δεδομένων.

Οι ομιλητές Ν. Μπακογιάννη, Σ. Ντάλης, Π .Μανωλάκος, ο πρέσβης Θ. Σωτηρόπουλος (διπλωματικός σύμβουλος του πρωθυπουργού την περίοδο της συμφωνίας) αλλά και ο Κ. Σημίτης που παρενέβη στην συζήτηση, συμφωνήσαμε ότι η προσφυγή στην Χάγη εξακολουθεί να παραμένει η πιο αποτελεσματική στρατηγική για την ελληνική πλευρά προκειμένου να αντιμετωπιστεί η διαχρονία της επιθετικότητας της Τουρκίας.

Μου έκανε τότε μεγάλη εντύπωση πόσο λίγοι από το ακροατήριο γνώριζαν ότι η προσφυγή στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης αποτελούσε βασικό πυλώνα της συμφωνίας του 1999 που όμως δεν ολοκληρώθηκε ποτέ γιατί εγκαταλείφθηκε από την ελληνική πλευρά το 2004.

Οκτώ μήνες μετά οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται για μια ακόμη φορά σε δύσκολη καμπή πυροδοτώντας τις γνωστές εντάσεις και αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της χώρας.

Στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο αυτές τις μέρες αναπαράγονται δύο σταθερές και μακρόβιες σχολές σκέψεις. Του «ρεαλισμού», αν και εγώ προτιμώ «της σοβαρότητας και της επιτυχίας», μιας ρωμαλέας εθνικής αυτογνωσίας και η «ανδροπρεπής» εκδοχή του πατριωτισμού, αυτή της στρατιωτικής αποτροπής που τώρα βέβαια έχει μετεξελιχθεί στο πιο μοντέρνο «κατάθεση συντεταγμένων τώρα για την οριοθέτηση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας».

Η εξασφάλιση ασφαλώς ενός ισχυρού εσωτερικού μετώπου απαλλαγμένου από συμπλέγματα, ιδεοληψίες, με εμπιστοσύνη στον εαυτό του και την διεθνή νομιμότητα, με επίγνωση των διεθνών συσχετισμών, γνώση της ιστορίας του και ρεαλιστική και έξυπνη πλοήγηση στις ατραπούς των διεθνών σχέσεων αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα για την επιτυχία της εξωτερικής πολιτικής. Εξ αιτίας αυτού του μετώπου υποστηρίζονται ή εγκαταλείπονται επιλογές εθνικά επωφελείς, ανεξάρτητα από την κρίση των πρωθυπουργών και των κυβερνήσεών τους, κάτω από το βάρος των πλειοδοσιών για προδοσίες και δήθεν πατριωτισμούς για θριάμβους και ταπεινώσεις, στην πραγματικότητα όμως για ζητήματα από το μαύρο 1897 μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή αλλά και την πρόσφατη συμφωνία των Πρεσπών, τα οποία σχετίζονται άμεσα με τη διεκδίκηση της εξουσίας.

Η κυβέρνηση, και για να είμαι πιο ακριβής ο πρωθυπουργός Κ.Μητσοτάκης αλλά και ο υπουργός εξωτερικών Ν. Δένδιας, χειρίζονται το θέμα με νηφαλιότητα και ψυχραιμία. Το κυριότερο δεν ακολουθούν την πολεμική ρητορική της έντασης της Τουρκίας που αυτόματα μεταφέρει το παιχνίδι στο δικό της γήπεδο. Διεθνοποιούν το πρόβλημα και κρατούν ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας, μαζί φυσικά με όλα τα προαπαιτούμενα ενός κυρίαρχου κράτους.

Αυτό δεν γίνεται αυτόματα. Μεγάλες εσωκομματικές εντάσεις, αστείες αντιπολιτεύσεις σε βαθμό που να καταντούν τραγικές, εκδοτικά συμφέροντα, βουλευτές και πολιτευτές που χάιδευαν την κοινή γνώμη το προηγούμενο διάστημα, καθηγητές και άλλα εξωτικά πολιτικά είδη πιέζουν για πιο έντονες αντιδράσεις.

Αν είναι όμως να γιορτάσουμε σε λίγο τα 200 χρόνια από την ελληνική επαναστάση, ας το κάνουμε σωστά. Δίνοντας ένα νέο παράδειγμα εθνικής συνεννόησης και αυτοπεποίθησης.

Σαν πρωταγωνιστές της Ιστορίας και όχι σαν κακομαθημένα σχολιαρόπαιδα.

Υ.Γ. Ο χαρακτηρισμός «ανδροπρεπής εκδοχή» είναι του Π. Τσάκωνα, καθηγητή διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, από άρθρο του στην εφημερίδα Τα Νέα.