Η οικονομία της Ελλάδας, το σχέδιο Πισσαρίδη και οι επισημάνσεις από τον Moody’s.

Κώστας Χλωμούδης 17 Μαρ 2024

Για να μη ξαναζήσουμε τον εφιάλτη της μετά 2008 περιόδου, η οποία ακολούθησε το τότε κυβερνητικό αφήγημα για το “…δυνατό μας χαρτί, που είναι η οικονομία της χώρας…”.

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η οικονομία της Ελλάδας μεγεθύνεται με ρυθμούς μεγαλύτερους από το μέσο όρο της Ευρωζώνης, ούτε ότι το Δημόσιο χρέος ενώ αυξάνεται μεν σε απόλυτα μεγέθη, μειώνεται ως ποσοστό του ονομαστικού ΑΕΠ, όπως και ότι η ανεργία αργά, πλην όμως σταθερά, μειώνεται και ότι ο δείκτης των επενδύσεων δείχνει ανοδικός.

Τι είναι λοιπόν αυτό που είδε ο οίκος Moodys και δεν προχώρησε στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας, πρόσφατα, διατηρώντας την τρέχουσα αξιολόγηση «Ba1», με αποτέλεσμα το ελληνικό αξιόχρεο να παραμένει κάτω από την επενδυτική βαθμίδα;

Η οικονομία της Ελλάδας περνά τους πρώτους 6 μήνες με αξιολόγηση από τους άλλους οίκους σε επενδυτική βαθμίδα. Οι άλλοι μεγάλοι και μικρότεροι (S&P, Fitch, DBRS, Scope Ratings), για πρώτη φορά ύστερα από το ταραχώδες και επώδυνο 2010, επανάφεραν τη χώρα στην επενδυτική βαθμίδα αναγνωρίζοντας την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Γιατί ο Moodys, προβαίνει σε αυτές τις ηχηρές επιφυλάξεις για την ελληνική οικονομία, χωρίς καν τουλάχιστον να στείλει ένα ευοίωνο σήμα για το προσεχές μέλλον, αναβαθμίζοντας τις προοπτικές σε θετικές;

Είναι επιφυλάξεις που δεν μπορεί παρά να μας προβληματίζουν για την πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας , σε συνάφεια πάντα με την πρωτοφανή, ιστορικά, αύξηση του δημόσιου χρέους, σε απόλυτα μεγέθη.

  • Το πρώτο και κύριο είναι ότι στον Moodys δεν του αρκεί για να χαρεί όπως συμβαίνει με εμάς εδώ στην Ελλάδα που η οικονομία μας αναπτύχθηκε το 2023 με 2%, ρυθμό μεγαλύτερο του μέσου ευρωπαϊκού. Εντοπίζει το γεγονός ότι αυτή η αύξηση είναι σημαντικά χαμηλότερη της πρόβλεψης που είχε τεθεί τόσο στον προϋπολογισμό (2,4%) όσο και σε διεθνείς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2,2%) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (2,3%). Με τελευταίο κώδωνα εγρήγορσης την έκθεσης της ΤτΕ, που ρίχνει τον πήχυ για την ανάπτυξη του 2024 στη χώρα, στο 2,3% από 2,5% της προηγούμενης σχετικής πρόβλεψης.
    Το ΑΕΠ παραμένει μικρότερο από εκείνο πριν 15 χρόνια. Το δημόσιο χρέος, τόσο απόλυτα όσο κι ως ποσοστό ΑΕΠ, είναι πολλαπλάσιο από εκείνο πριν 15 χρόνια. Το ιδιωτικό διογκώνεται σε σχέση με παλιότερα. Το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών παραμένει πάνω από το σημείο συναγερμού της Κομισιόν.

·    Δεύτερο καταγράφει ότι οι επενδύσεις στη Χώρα αυξήθηκαν μεν, αλλά μόλις κατά 4%! Ο προϋπολογισμός του 2023 βασιζόταν στην παραδοχή ότι οι επενδύσεις θα αυξηθούν κατά 15,5%. Πέσαμε δηλαδή έξω κατά 11,5 μονάδες. Δεν παραλέπει ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα – παρά την προσπάθεια που έχει γίνει για προσέλκυση σημαντικών επενδύσεων από το εξωτερικό, στον κλάδο της τεχνολογίας πρωτίστως, αλλά και αλλού – εξακολουθεί να υπολείπεται αισθητά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Οι επενδύσεις στην Ελλάδα είναι στο 13% με 14% του ΑΕΠ όταν ο μέσος όρος της Ε.Ε. προσεγγίζει το 21% με 22%. Το «κενό» αυτό των σχεδόν 8 μονάδων μεταφράζεται σε πολλά δισεκατομμύρια. Υπολογίζεται ότι για να κλείσει κατά περίπου 3 μονάδες και να πέσει στις 5 οι επενδύσεις πρέπει να αυξηθούν κατά 6 με 7 δισ. ευρώ. Πρόσθετη αρνητική παράμετρος είναι η δομή και η κατανομή αυτών των επενδύσεων που κάθε άλλο από αναπτυξιακή προοπτική προοιωνίζει. Αναδιαρθρώσεις χαρτοφυλακίων, Real estate, και μετάβαση δημόσιας περιουσίας από το χαρτοφυλάκιο του ΥπερΤαμείου σε ιδιωτικά χαρτοφυλάκια. Όλα αυτά σε μια εποχή που βρίσκονται στο φόρτε τους προγράμματα του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης.
Οι ιδιωτικές επενδύσεις παραμένουν κολλημένες εννέα ποσοστιαίες μονάδες κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, παρά το γεγονός ότι τα κέρδη είναι τα υψηλότερα στην ΕΕ και την πολύ φτηνή μισθωτή εργασία. Εντοπίστηκε προφανώς και το γεγονός ότι τα μεγάλα κέρδη που καταγράφονται στην Ελλάδα αυτά τα χρόνια, επανεπενδύονται στη χώρα. Αυτό απέχει πολύ από τις προοπτικές μια ενάρετου πορείας ανάπτυξης. Οι χαμηλοί μισθοί αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά ότι εν αποτελούν κύριο κριτήριο για να επενδύσει κάποιος σε μια χώρα…

· Τρίτον εκτός από τις χρόνιες παθογένειες, καταγράφονται οι χαρακτηριστικές χρόνιες παθογένειες της οικονομίας της χώρας και η διαρθρωτική της δομή. Θυμόσαστε τις συζητήσεις για το σχέδιο Πισσαρίδη και την ανάγκη αναδιάρθρωσης της δομής της ελληνικής οικονομίας; Είναι προφανής η προσπάθεια λήθης από τις κυβερνητικές δράσεις για όλα εκείνα τα βαρύγδουπα, της αντιπολιτευτικής περιόδου. Επιπλέον, με δεδομένο το μέγεθος και τη σημασίας τομέων όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία, η οικονομία είναι ευάλωτη σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς και περαιτέρω βελτιώσεις όσον αφορά την οικονομική ανθεκτικότητα μέσω της διεύρυνσης της εξαγωγικής βάσης θα χρειαστούν χρόνο

· Τέταρτον. οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης – που σε περιπτώσεις επενδύσεων, έργων υποδομών κλπ., σημαίνει πάγωμα των διαδικασιών επί χρόνια – και η αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης είναι επίσης δύο «εμπόδια», που επισημαίνουν σταθερά επενδυτικοί οίκοι και οίκοι αξιολόγησης

Στην οικονομία – και τη γεωπολιτική – όπως έχουμε μάθει καλά τα τελευταία χρόνια, πολλά μπορούν να αλλάξουν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Εξωτερικοί παράγοντες επιδρούν καταλυτικά. Δύο μεγάλοι πόλεμοι είναι σε εξέλιξη στη γειτονιά μας και επηρεάζουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την ανάπτυξη και προφανώς τον πληθωρισμό με ότι αυτό σημαίνει για την ανθεκτικότητα των οικονομικών των νοικοκυριών αλλά και τον δείκτη κατανάλωσης στη χώρα.

Μια κλιμάκωση της γεωπολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη π.χ. με τη συμμετοχή του ΝΑΤΟ, θα οδηγούσε άμεσα σε πιέσεις για περεταίρω υποβάθμιση στο κεφάλαιο των αξιολογήσεων από τους σχετικούς διεθνείς οίκους. Όλοι αντιλαμβάνονται ότι, αν προκύψει περεταίρω υφεσιακό υπόβαθρο στην Ευρωπαϊκή οικονομία, η ελληνική οικονομική κατάσταση θα ανατραπεί τόσο γρήγορα όσο από το “δυνατό χαρτί” του κου Αλογοσκούφη εισήλθε σε κατάσταση χρεωκοπημένης χώρας..

Για όλους αυτούς τους λόγους δεν μπορεί να δικαιολογηθεί η οποιαδήποτε αμεριμνησία για την ελληνική οικονομική πραγματικότητα, στο όνομα της κυβερνητικής επικοινωνιακής στρατηγικής.

Το μόνο πατριωτικό καθήκον, στις παρούσες συνθήκες, είναι να κτυπήσουμε καμπάνες, για να γίνει συνείδηση η πραγματική κατάσταση της οικονομίας μας και όχι αυτή της φτιασιδωμένης...