Το άρθρο 16 του Συντάγματος: Η αξία των διλημμάτων

Κώστας Χλωμούδης 15 Φεβ 2019

Θα επιχειρήσουμε μια προσέγγιση στο συγκεκριμένο θέμα η οποία, όσο είναι δυνατόν στις υποκειμενικές μας δυνατότητες, να μην εξαρτάται από ιδεολογικές ή παραταξιακές προσεγγίσεις, αλλά από την, κατά τη δική μας κρίση και εκτίμηση, σύγχρονη πραγματικότητα και τις ανάγκες της κοινωνίας και της χώρας μας στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον που μας καθορίζει.
Υποστηρίζουμε ότι η συζήτηση μάλλον γίνεται για “ένα πουκάμισο αδειανό” για ένα θέμα “πιασάρικο”, λόγω μακροχρόνιας επικοινωνιακής διαχείρισης και ηγεμονίας της μισής αλήθειας…
Πράγματι η συνταγματική αναφορά στο άρθρο 16, υπαγορεύθηκε από συγκεκριμένες ανάγκες μιας άλλης εποχής και σήμερα αποτελεί, μάλλον, ένα ανενεργό άρθρο, σε μεγάλο βαθμό, γεγονός που από μόνο του αποτελεί έναν αναχρονιστικό περιορισμό.
Όλο και περισσότερο όμως νοιώθω πως πρόκειται για μια συζήτηση άνευ περιεχομένου… Αντιπαράθεση σκληρών ιδεοληπτικών;…
Στα ελληνικά πανεπιστήμια σήμερα μπορούν και αναπτύσσονται δράσεις και μέθοδοι οργάνωσης, με στοιχεία ιδιωτικοοικονομικού management και σίγουρα σε περιβάλλον ανταγωνιστικό, εάν και εφόσον το αποφασίσουν τα ίδια τα Τμήματα, στα πλαίσια πάντα της αυτοδιοίκησής τους… Κανείς δεν τους το απαγορεύει… Μπορούμε εύκολα να καταγράψουμε αρκετά Τμήματα από αυτά… Με υψηλό προϋπολογισμό και ενδιαφέροντα έσοδα στα Ιδρύματά τους, από την αγορά…
Ούτε τελικά, εν τοις πράγμασι, απαγορεύει το Σύνταγμα τη λειτουργία Ιδιωτικών, Κρατικών άλλων κρατών ή μη Κερδοσκοπικών Ιδρυμάτων… Υπάρχουν αρκετά Τμήματα ελληνικών πανεπιστημίων που σήμερα, ΑΝΤΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ικανό αριθμό από αυτά στην Ελλάδα…
Θα δούμε πολλά Μεταπτυχιακά, αλλά και προπτυχιακά Τμήματα να λειτουργούν στη χώρα μας, από παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων ή σε συνεργασία με αυτά…
Το πρόβλημα που πράγματι υπάρχει είναι (σημαντικό βέβαια) η αναγνώριση από το Δημόσιο και ενδεχόμενα προσκόμματα για τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων, από φορείς όπως οι διάφοροι επαγγελματικοί σύλλογοι και τα διάφορα επιμελητήρια όπως το τεχνικό, το οικονομικό κλπ.
Όμως αυτό το θέμα, είναι βέβαιο ότι, μπορεί να αντιμετωπιστεί νομοθετικά, εφόσον υπάρξει η πολιτική βούληση… Από πουθενά δεν επιβεβαιώνεται ο απαγορευτικός περιορισμός του Συντάγματος… Όσοι έχουν σχέση με τα “ιδιωτικά” αυτά πανεπιστήμια (μη ελληνικά κρατικά) στην Ελλάδα μπορούν να το επιβεβαιώσουν.
Άρα είτε ψηφιστεί η τροποποίηση είτε όχι, η δυναμική, των πραγμάτων και της αγοράς, έχει διαμορφώσει ήδη τις δικές της επιλογές…
Επενδύσεις σε εκπαιδευτικές δομές, με εργαστήρια και βαρύ προϋπολογισμό για λειτουργικά έξοδα, δεν πρόκειται να γίνουν στην Ελλάδα παρά μόνον από το κράτος…
Συγκυριακές όμως δραστηριότητες μπορεί να υπάρξουν, δεν το αποκλείουμε, για εκπαιδευτικές δομές κοινωνικών επιστημών. Εδώ όπου υπάρχει η δυνατότητα περιορισμού του κόστους εργασία, όχι σε όλους αλλά σε αρκετούς τομείς στο χώρο των κοινωνικών επιστημών και λόγω πληθωρισμού νέων επιστημόνων… όπως βλέπουμε στην Κύπρο αλλά και αλλού…
Αυτά όμως γίνονται και θα συνεχίσουν να γίνονται με ή και χωρίς την τροποποίηση του Συντάγματος, η οποία εφόσον προκύψει πράγματι θα διευκολύνει μέχρι ένα σημείο… Ο ανταγωνισμός μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών ιδρυμάτων και η εφαρμογή των ίδιων κριτηρίων θα προσέδιδε κίνητρο για τη βελτίωση γενικότερα του επιπέδου της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αλλά μέχρι εκεί. Δεν αποτελεί πανάκεια λύσεων των προβλημάτων της χώρας, ούτε το βασικό επίδικο για μια λειτουργική και ωφέλιμη για τη χώρα πολιτική αντιπαράθεση.
Η πραγματική συζήτηση δεν (θα έπρεπε να) είναι μεταξύ δημόσιου ή ιδιωτικού χαρακτήρα, αλλά μεταξύ χαμηλής και υψηλής ποιότητας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το πραγματικό ερώτημα είναι ποιους όρους και προϋποθέσεις μπορεί και πρέπει να θέσει η Πολιτεία, με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, ώστε να διασφαλίσει εκπαιδευτικές υπηρεσίες και έρευνα υψηλής ποιότητας, αλλά και ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη υγιούς επιχειρηματικότητας.
Διαφορετικά θα κλείνουμε τα μάτια στα ιδιωτικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, κερδοσκοπικού χαρακτήρα που ήδη υπάρχουν στην Ελλάδα και αποκαλούνται κολέγια, τα οποία φυσικά και δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τα δημόσια πανεπιστήμια σε παραγωγή επιστημονικού έργου και γνώσης.
Είναι γεγονός πως οι ισχυρές χώρες στο κόσμο δεν στήριξαν την εκπαιδευτική τους πολιτική στα Ιδιωτικά ΑΕΙ. Δεν τα απέκλεισαν όμως. Έδωσαν τη δυνατότητα και επέβαλαν στα Δημόσια Πανεπιστημιακά Ιδρύματα να αναπτύσσουν φιλοσοφία διοίκησής τους, με στόχους και δείκτες αξιολόγησης τους, έτσι όπως έχουμε δει στη βασική θεωρία του management για την μεγιστοποίηση της ωφέλειας από την χρήση των διαθέσιμων πόρων.
Η απαξίωση των υπαρκτών κατακτήσεων των ελληνικών πανεπιστημίων δεν ήταν δίκαιη και ως εκ τούτου ήταν σκόπιμα αποπροσανατολιστική. Οι επιστήμονες που αποφοίτησαν από πολλά από αυτά και ανταγωνίζονται ή ανταγωνίστηκαν τους διεθνείς ομότεχνούς τους, αποτελούν μια από τις ζωντανές αποδείξεις. Τα ελληνικά ιδρύματα σε πείσμα περικοπών τρομακτικών τη τελευταία δεκαετία και πολύ πριν έκαναν πράγματα που δεν μπορούν να παραγραφούν.
Κοντολογίς η αντιπολίτευση και ο προγραμματικός λόγος θέλει δουλειά και προετοιμασία… Διαφορετικά θα είναι άνευ περιεχομένου και όσο σπέρνουμε φρούδες ελπίδες, θα τα βρίσκουμε μπροστά μας όπως συνέβει με τις αντίστοιχες αντιπολιτεύσεις της τελευταίας δεκαετίας και όχι μόνον…
Η αντιπολίτευση στη κυβερνητική πολιτική για τα ΑΕΙ έχει σε πολλά άλλα σημαντικά πεδία να συμβάλλει… Όπως αυτά των κρατικών παρεμβάσεων στην παιδεία που εκδηλώνονται με αποσπασματικές ρυθμίσεις (κατάργηση των ΤΕΙ και ενσωμάτωσή τους με ΑΕΙ και άλλα σχετικά). Εκεί νομίζω είναι που υπάρχει η αμήχανη σιωπή… Γιατί οι επιλογές που δεν έγιναν με την Αθηνά 1, επιχειρείται να αντιμετωπιστούν με την ανορθολογικότητα των σημερινών συγχωνεύσεων… Παρακολουθούμε τη σταδιακή υποβάθμιση των δημόσιων πανεπιστημίων, την υπο-χρηματοδότησή τους, τις παλινωδίες σχετικά με μία ουσιαστική αξιολόγηση του διδακτικού και ερευνητικού έργου. Το έργο αυτό εξελίχθηκε επί υπουργίας του κου Αρβανιτόπουλου.