Η σκάλα του κακού

Κώστας Μποτόπουλος 02 Νοε 2016

Υπάρχει ένα είδος πολιτικής, ξεπερασμένο ίσως, που στοχεύει στο γενικό καλό και, ακόμα και όταν δεν το πετυχαίνει, βάζει θεμέλια για βελτίωση της δημόσιας ζωής. Και υπάρχει κι ένα άλλο είδος, πολύ της μόδας τελευταία, που δεν είναι προσανατολισμένο στη νίκη ιδεών και σε πολιτικές επιτεύξεις αλλά στην δυσχέρανση, αν είναι δυνατό και στην καταρράκωση, του αντιπάλου, στη διαμόρφωση ευνοϊκών όρων για μια εξομοίωση προς τα κάτω. Έτσι πολιτευόμενα, πρόσωπα, παρατάξεις, ομάδες εξουσίας, συχνά πετυχαίνουν τους εκλογικούς στόχους τους, αλλά πάντα βάζουν τις χώρες και τους λαούς τους σε ένα δρόμο όπου αναπόδραστα η μια δημοκρατική οπισθοχώρηση ακολουθείται από μια μεγαλύτερη.

Αυτό είναι πολύ πιθανό να έπαθαν οι ΗΠΑ με τη φετινή, πρωτοφανή όσο και αβάσταχτη, προεδρική εκλογή. Όποιος και να εκλεγεί –και ξανά, δυστυχώς, όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά- το δηλητήριο που χύθηκε στις φλέβες της αμερικανικής δημοκρατίας είναι τόσο πολύ και τόσο ανθεκτικό που αλλάζει το πρόσωπο της πολιτικής στη μεγάλη αυτή χώρα. Χτυπήματα κάτω από τη μέση, μέθοδοι παρακράτους, λόγια μίσους, αδιαφορία για την πραγματικότητα, ερεθισμός των πιο χαμηλών ενστίκτων, εγκατάλειψη και της πιο στοιχειώδους ευγένειας, ωμή κούρσα για το χρήμα, την εξουσία και την εξολόθρευση του αντιπάλου –όλα αυτά τα στοιχεία προήλθαν μεν, στη συντριπτική τους πλειονότητα, από το στρατόπεδο του ενός μόνο από τους δύο υποψήφιους, πότισαν όμως όλη την εκστρατεία και καθιστούν, εκ των προτέρων, εξαιρετικά δύσκολη την εξομάλυνση, όποιο και να είναι το εκλογικό αποτέλεσμα.

Ακούω ήδη τον γνωστό αντίλογο: μα το αμερικανικό σύστημα δεν βασίζεται στον Πρόεδρο, διαθέτει τους ανθρώπους, τις δυνάμεις και τους εξισορροπητικούς μηχανισμούς να αφομοιώνει την όποια ομάδα εξουσίας και να βαδίζει προς τα εμπρός για το μεγάλο του στόχο που είναι, καταστατικά, η διαρκής αύξηση της υλικής ευημερίας. Έχω την αίσθηση –μακάρι να διαψευστώ- ότι το κύλισμα στο βούρκο που θα αφήσει πίσω της η φετινή προεκλογική εκστρατεία δεν θα επιτρέψει εύκολα την επιστροφή στην ομαλότητα –τόσο ο εθισμός στη βιαιότητα, ιδίως στην αμερικανική κοινωνία, από τη στιγμή που βγήκε από το μπουκάλι, είναι αδύνατο να ξαναμπεί.

Το ίδιο φοβούμαι ότι έχει συμβεί, χωρίς επιστροφή πια, και στη χώρα μας. Κάποια στιγμή η παρούσα κυβέρνηση θα χάσει δημοκρατικά την εξουσία και θα αποβλέψουμε όλοι σε μια δημοκρατική κανονικότητα (παραδείγματα: σεβόμαστε τις δικαστικές αποφάσεις, δεν δολοφονούμε ηθικά τους αντιπάλους μας, δεν αλώνουμε το κράτος και τις δημόσιες αρχές), απαλλαγμένη, αν είναι δυνατόν, από τα χειρότερα στοιχεία της μεταπολιτευτικής πορείας. Κάτι τέτοιο όμως πιθανότατα θα αποδειχθεί φενάκη. Η κάμψη του Κράτους Δικαίου, η χρήση της εξουσίας για παραταξιακά οφέλη, οι επιλογές με μοναδικό σκοπό την αποδυνάμωση της σταθερότητας (παραδείγματα: η αλλαγή του εκλογικού νόμου και όλο το ψυχόδραμα των ραδιοτηλεοπτικών αδειών), η συστηματική διαστρέβλωση της πραγματικότητας, ο εγκλωβισμός στο σχήμα «καλοί-κακοί», «εμείς και οι άλλοι», «Έλληνες και ξένοι», η απαξίωση των θεσμών –όλα αυτά, που αποτελούν το ιστορικό ίχνος της παρούσας κυβέρνησης, δεν ανατρέπονται, ως πρακτική αλλά κυρίως ως νοοτροπία, από τη  μια στιγμή στην άλλη. Η πολιτική πώρωση αγγίζει όλους τους πολιτικούς παίκτες και ο πειρασμός του ρεβανσισμού θα είναι μεγάλος –ιδίως αν η αγωνία για την πορεία της χώρας και της δημοκρατίας οδηγήσει σε μια επόμενη κυβέρνηση που θα είναι μονοκομματική ή απλώς κομματική.

Να εντέλει η κρίσιμη ευθύνη της δημοκρατικής Αριστεράς (την οποία ασφαλώς γνωρίζουμε, αλλά για την οποία τόσο ατελώς προετοιμαζόμαστε): από τη στιγμή που η πολιτική στην Ελλάδα ανέβηκε στη σκάλα του κακού, να μη αφεθεί τουλάχιστον να φτάσει στο τελευταίο σκαλοπάτι.