Κωμικοτραγική πολιτική ανωριμότητα

Χρίστος Αλεξόπουλος 08 Μαρ 2015

Ένας μήνας περίπου πέρασε από την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από το ΣΥΡΙΖΑ και τους Ανεξάρτητους Έλληνες (ΑΝΕΛ) και η αίσθηση του απλού πολίτη είναι τουλάχιστον ακαθόριστα θετική έως φοβική, επειδή τόσο το άμεσο όσο και το απώτερο μέλλον δεν ανακαλούν στην επιφάνεια το αίσθημα της ασφάλειας. Και αυτό αφορά τους πολίτες ανεξαρτήτως της κομματικής τους προτίμησης. Τα αίτια αυτής της κατάστασης έχουν σχέση τόσο με την κυβερνητική πλευρά όσο και με το μεγαλύτερο μέρος της αντιπολίτευσης. Δυστυχώς επιδεικνύουν όλοι μια ανωριμότητα, η οποία έχει επικίνδυνες κωμικοτραγικές διαστάσεις. Σίγουρα η κυβέρνηση έχει το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης. Δεν πάει πίσω βέβαια και η αντιπολίτευση.

Το αποτέλεσμα όμως είναι ανησυχητικό σε σχέση με το μέλλον του τόπου και την έξοδο από την κρίση, η οποία πλήττει βιαίως την ελληνική κοινωνία και αμφισβητεί τις ανθρωπιστικές αξίες, οι οποίες αναδείχθηκαν στην Ευρώπη με κυρίαρχη την συμμετοχή του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.

 

Ένα πολύ σημαντικό γεγονός, η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με το Eurogroup για τις μεταρρυθμίσεις που θα προωθήσει η ελληνική πλευρά στο πλαίσιο της συμφωνίας παράτασης της δανειακής σύμβασης, πραγματικά αποτυπώνει τις ανεπάρκειες και τις αδυναμίες της κυβερνητικής πλειοψηφίας, τόσο ως κυβέρνησης όσο και ως κομμάτων, αλλά και τα αδιέξοδα της αντιπολίτευσης. Κατ’αρχήν η συμφωνία, η οποία επετεύχθη, γίνεται αντικείμενο κριτικής και λεκτικά απορρίπτεται από ένα τμήμα της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και από την κομματική του βάση, η οποία εκφράζεται από την αριστερή πλατφόρμα. Επίσης το ιστορικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ και ευρωβουλευτής Μανώλης Γλέζος σε άρθρο του στην ιστοσελίδα της κίνησης «Ενεργοί πολίτες» με τίτλο «Πριν είναι αργά» επισημαίνει, ότι «η μετονομασία της Τρόικας σε Θεσμούς, του Μνημονίου σε Συμφωνία και των Δανειστών σε Εταίρους, όπως και όταν βαφτίζεις το κρέας ψάρι, δεν αλλάζει την προηγούμενη κατάσταση». Συνεχίζει δε ζητώντας συγνώμη από τον ελληνικό λαό, διότι συνήργησε σε «αυτή την ψευδαίσθηση», ενώ καλεί «Όλα τα μέλη, οι φίλοι και οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ, σε έκτακτες συνελεύσεις, όλων των βαθμίδων των οργανώσεων να αποφασίσουν, αν δέχονται αυτήν την κατάσταση». Φαίνεται, ότι, αν και ευρωβουλευτής, το ιστορικό στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος με τον συμβολισμό, που εκπέμπει, από το ένα μέρος κινείται ακόμα στο επίπεδο των φαντασιώσεων μιας μη ρεαλιστικής ουτοπίας, η οποία αγνοεί την ωμή πραγματικότητα και τους συσχετισμούς δύναμης σε πολιτικό επίπεδο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Από το άλλο καλεί μέλη και φίλους του κόμματος του να αντισταθούν και να οδηγήσουν την χώρα σε κατάσταση ακυβερνησίας και έξοδο από την Ευρωζώνη τουλάχιστον, χωρίς να εξηγεί, τι σημαίνει αυτή η έξοδος και η χρεωκοπία για αυτό το τμήμα του ελληνικού λαού, που πλήττεται βάναυσα από την κρίση και την λανθασμένη πολιτική, η οποία ακολουθήθηκε στο παρελθόν. Ήδη το πολιτικό σύστημα στερείται κοινωνικής νομιμοποίησης. Κάθε λανθασμένη πολιτική κίνηση θα προετοιμάσει το έδαφος για την ευδοκίμηση του ακροδεξιού λαϊκισμού. Εξάλλου ο πολιτικός χρόνος στην Ελλάδα τώρα είναι πολύ πυκνός αναγκαστικά. Οι παραλείψεις του παρελθόντος δεν μπορούν να συνεχίζουν να είναι σε ισχύ. Η πλειοψηφία των μεταρρυθμίσεων έπρεπε να έχουν γίνει από τις ελληνικές κυβερνήσεις στο παρελθόν. Τώρα επείγει η πραγματοποίηση τους.

 

Εκτός από το Μανώλη Γλέζο και ο σημερινός υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Μηλιός ασκεί πολύ σκληρή κριτική τόσο στην κυβέρνηση όσο και στον υπουργό οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη. Σε κείμενο, το οποίο αναρτήθηκε στον προσωπικό του ιστότοπο, διαπιστώνει «απουσία σοβαρού σχεδίου που να στηρίζεται σε αριθμούς και ανάλυση», ενώ σημειώνει, ότι «ακόμη και στο Παράρτημα, που δημοσίευσε το Υπουργείο Οικονομικών ως τεχνική σύνοψη, φαίνεται το επιφανειακό επίπεδο». Εάν ο υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του κυβερνώντος κόμματος διατυπώνει τέτοιες απόψεις και ο υπουργός απαντά σε τηλεοπτική του συνέντευξη, ότι στενοχωριέται, όταν ακούει «από δικό μας εσωτερικό στέλεχος το αφήγημα της Νέας Δημοκρατίας», ο απλός πολίτης σίγουρα χάνει κάθε εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση και στη δυνατότητα της χώρας να ανακάμψει με αυτό το πολιτικό σύστημα. Ταυτοχρόνως γίνεται εμφανής η ανωριμότητα στελεχών και οργάνων του κόμματος. Επίσης δημιουργείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο η αίσθηση, ότι στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλη πολιτική ρευστότητα. Αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων είναι η μείωση της εμπιστοσύνης ως προς την αξιοπιστία της ελληνικής κυβέρνησης.

 

Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο τραγελαφική και ανησυχητική σε σχέση με το επίπεδο εμπιστοσύνης ενός τμήματος της κοινωνικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ στην ηγετική ομάδα. Συγκεκριμένα έχει πολύ ενδιαφέρον και είναι ενδεικτικό των τάσεων, οι οποίες μορφοποιούνται στο χώρο της Αριστερής Πλατφόρμας. Τα σχόλια σε σχέση με το κείμενο, το οποίο υπεβλήθη από την κυβέρηνση με τις δεσμεύσεις, ώστε να γίνει αποδεκτή η παράταση της δανειακής σύμβασης, είναι πολύ ενδιαφέροντα με έντονο κωμικοτραγικό χρώμα. Για παράδειγμα στον ιστότοπο ΙΣΚΡΑ το σχόλιο Νο. 7 (Λαφαζφαν)»ρε παιδιά ρόμπα θα γίνουμε. Ντρέπομαι να βγω στο δρόμο. Τέτοια μούφα;»

Σχόλιο Νο.9 (Πολίτης) «Σύντροφοι, έχω τη γνώμη, ότι πρέπει με ΚΑΘΕ ΝΟΜΙΜΟ ΤΡΟΠΟ ΝΑ ΑΠΟΤΡΑΠΕΙ ΝΑ ΛΑΒΕΙ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟ ΝΕΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΠΡΙΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΑ…..πόσο καλά αισθάνεσθε με τη συνείδηση σας σύντροφοι να συγκυβερνάτε με τους ΑΝΕΛ, να ψηφίζετε ΠτΔ Πάκη και τώρα μνημόνια;;;»

Αυτά, και άλλα παρόμοια σχόλια εκφράζουν πολύ περισσότερους από τους συγραφείς τους. Το ίδιο βέβαια ισχύει και με την αρθρογραφία σε αυτό τον ιστότοπο.

 

Γενικά όμως, όπως φαίνεται και από τη δημοσκόπηση της Metron Analysis για την εφημερίδα «Παραπολιτικά» (δημοσίευση στις 27.02.2015), στο επίπεδο της κοινωνίας υπάρχει η αίσθηση, ότι η κυβέρνηση ακολουθεί τις προεκλογικές της εξαγγελίες. Για παράδειγμα σε σχέση με την πρόθεση ψήφου ο ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει ποσοστό 42,1 % και έπονται τα υπόλοιπα κόμματα. Η Νέα Δημοκρατία παίρνει 18, 3 %, το Ποτάμι 5,7 %, η Χρυσή Αυγή 5,3 %, το Κ.Κ.Ε. 4,1 %, οι ΑΝΕΛ 3,8 % και το ΠΑΣΟΚ 3 %. Επίσης το 73 % τάσσεται υπέρ της συμφωνίας με το Eurogroup, το 68 % δηλώνει ικανοποιημένο από τον τρόπο διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης, ενώ το 76 % αξιολογεί θετικά την κυβερνητική πορεία. Τέλος το 81 % τάσσεται υπέρ της παραμονής της χώρας στο ευρώ. Αυτά τα δημοσκοπικά ευρήματα είναι φυσιολογικά, διότι οι πολίτες διαμορφώνουν γνώμη, η οποία εκφράζεται και ως πολιτική στάση, όταν βιώνουν τα αποτελέσματα και τις επιπτώσεις των κυβερνητικών αποφάσεων. Είναι νωρίς ακόμη για κάτι τέτοιο. Προς το παρόν λειτουργεί θετικά τόσο η επικοινωνιακή διαχείριση της κυβερνητικής πολιτικής, όσο και ο γενικευτικός λόγος των προεκλογικών υποσχέσεων. Η σκληρή πλευρά της πραγματικότητας τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο δεν γίνεται αντιληπτή νοητικά από την κοινωνική μάζα. Αυτή η αδυναμία οδηγεί συχνά σε λανθασμένες εκτιμήσεις. Στην πολιτική επικοινωνία όμως κυριαρχεί η λογική της κοινωνίας του θεάματος, η οποία λειτουργεί εξιδανικευτικά σε σχέση με την πραγματικότηττα και έχει την δυνατότητα να την ωραιοποιεί βασιζόμενη σε πλασματικές προσδοκίες.

 

Αυτό είναι εφικτό, όταν κυρίαρχη αξία στην πολιτική λειτουργία είναι η εξυπηρέτηση σκοπιμοτήτων. Για παράδειγμα, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αντιπολίτευση μιλούσε για δημοκρατικό έλλειμα, διότι η τότε κυβέρνηση κατέθετε νομοσχέδια στη Βουλή για ψήφιση με την διαδικασία του κατεπείγοντος. Σήμερα ως κυβέρνηση αξιοποιεί αυτή την διαδικαστική δυνατότητα για την ψήφιση νομοσχεδίου (Third Amendment Agreement) της κύριας σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, του ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας  (ΤΧΣ) και της Τράπεζας της Ελλάδος προκειμένου να είναι νόμος του κράτους πριν από τις 28 Φεβουαρίου 2015. Οι ρόλοι τώρα άλλαξαν, οπότε άλλαξαν και τα «πιστεύω».

 

Η αλλαγή των ρόλων για το ελληνικό πολιτικό σύστημα οδηγεί σε υπερβολές και αμνησία σε σχέση με το παρελθόν, ώστε να νομιμοποιούνται πολιτικά απόψεις και κριτικές του παρόντος. Ειδάλλως πως να εξηγήσει ο πιο καλόπιστος παρατητητής κρίσεις, οι οποίες γίνονται από τα κόμματα της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, τα οποία διαχειρίσθηκαν την κυβερνητική εξουσία τα τελευταία 30 χρόνια. Η Νέα Δημοκρατία διατυμπανίζει, ότι οδήγησε τη χώρα σχεδόν στην έξοδο από το Μνημόνιο, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ την ξαναβάζει. Γι’αυτό φαίνεται, ότι η Τροϊκα ή οι Θεσμοί (πάρτε ό,τι θέλετε) δεν έδιναν την τελευταία δόση, εάν δεν ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις. Την δημοσιονομική πειθαρχία με θύματα τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους διαχερίσθηκαν καλά, με αποτέλεσμα την ανθρωπιστική κρίση. Βεβαίως υπάρχει και το ΠΑΣΟΚ. Ο πρόεδρος του διαπιστώνει, ότι «η χώρα έχει βρεθεί σε στρατηγικό κενό. Μόλις ένα μήνα μετά τις εκλογές όλα είναι στον αέρα. Τα έσοδα, οι ταμειακές ανάγκες, οι δημοσιονομικοί στόχοι. Πως θα καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό, που υπάρχει; Που πηγαίνουμε σε σχέση με το χρέος;» (Έθνος online, 27.02.2015). Η απάντηση στα ερωτήματα θα έπρεπε να δοθεί από τα δύο κόμματα, που κυβέρνησαν τα προηγούμενα 30 χρόνια και οδήγησαν τη χώρα στην παρακμή (μη παραγωγική οικονομία, διαφθορά, πελατειακό κράτος, συντεχνίες και κυρίως φοροδιαφυγή). Ποιά στρατηγική είχαν τότε;

 

Αν αυτά τα δύο κόμματα οφείλουν να δώσουν ουσιαστικές απαντήσεις για την πορεία της χώρας τα τελευταία τριάντα χρόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει καλή αρχή, όταν ο πρόεδρος του και πρωθυπουργός κινδυνολογεί και βλέπει συνωμοσίες τόσο στο εσωτερικό όσο και στην Ευρώπη, σύμφωνα με την ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματος του στις 28.02.2015. Συγκεκριμένα υποστήριξε, ότι οι πιο επιθετικές συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης έχουν στόχο να ανατρέψουν την κυβέρνηση ή να την ενσωματώσουν στην πολιτική τους και χαρακτήρισε συνένοχο και εκτελεστικό όργανο σε αυτό το σχέδιο και τον πρώην πρωθυπουργό και πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Α. Σαμαρά. Αυτομάτως αναδύεται το ερώτημα, εάν ο πρωθυπουργός συνειδητοποιεί τις επιπτώσεις της ρητορικής του σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όταν γνωρίζει, ποιοί είναι οι πολιτικοί συσχετισμοί και πως μπορούν να επιδράσουν αρνητικά σε σχέση με την προοπτική της χώρας. Οι πολιτικές διεργασίες και εξελίξεις στην Ευρώπη δεν δρομολογούνται με κορώνες και συνωμοσιολογία, αλλά είναι αποτέλεσμα μακρόχρονης δουλειάς τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό επίπεδο. Εξάλλου αυτή η ρητορική λειτουργεί ενισχυτικά σε σχέση με τον ευρωσκεπτικισμό και την εσωστρέφεια.

Με αυτά τα δεδομένα ενισχύεται ακόμη περισσότερο η πολιτική ρευστότητα και αποκτά ανησυχητικές προεκτάσεις η πραγματικά κωμικοτραγική ανωριμότητα του πολιτικού γίγνεσθαι στην Ελλάδα. Μόνο που τον λογαριασμό θα τον πληρώσουν αυτοί, για τους οποίους όλοι, πολιτικό σύστημα και προσωπικό, κόπτονται, ότι τους υπηρετούν και αγωνίζονται για την ευημερία τους τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον.