Πολιτικός λόγος

Χρίστος Αλεξόπουλος 25 Ιαν 2015

Όχι μόνο σε προεκλογικές περιόδους, αλλά ιδιαιτέρως σε αυτές αποκαλύπτονται ανάγλυφα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του «πολιτικού» λόγου, τον οποίο εκφέρουν τα κόμματα και τα πρόσωπα, που τα υπηρετούν. Το περιεχόμενο του και η ένταση, με την οποία περιβάλλεται η εκφορά του, πραγματικά προκαλούν ανησυχία για το μέγεθος της αποστασιοποίησης από την λογική και τον ρεαλισμό σε σχέση με την γνώση της πραγματικότητας σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, αλλά κα την ευθύνη, η οποία θα έπρεπε να χαρακτηρίζει ένα πολιτικό κόμμα ή πρόσωπο, όταν διεκδικεί την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας.

Κατ’αρχήν βασικός στόχος του εκφερόμενου πολιτικού λόγου είναι να πείσει τους πολίτες-καταναλωτές βασιζόμενος στις προσδοκίες, που μπορεί να δρομολογήσει σε σχέση με το μέλλον, οι οποίες όμως δεν στηρίζονται σε μια ορθολογική προσέγγιση της πραγματικότητας και στην σχεδίαση τεκμηριωμένης και με μετρήσιμα αποτελέσματα μακροπρόθεσμης πολιτικής. Οπότε δεν προσφέρεται και ο διάλογος είτε εσωτερικά στο πολιτικό σύστημα είτε με τις δομές της κοινωνίας πολιτών ως μέσο για την διαμόρφωση γνώμης ή την αναζήτηση συναινέσεων. Αρκεί να προκαλούνται φαντασιώσεις για ένα καλύτερο μέλλον. Τότε ο στόχος έχει επιτευχθεί. Ουσιαστικά τόσο οι πολίτες όσο και η δημοκρατική λειτουργία αποτελούν εργαλεία, με καθαρά διαδικαστικό ρόλο, για την ανάληψη της ευθύνης διαχείρισης κυβερνητικής εξουσίας. Κατά τα άλλα «ο λαός παίρνει την εξουσία στα χέρια του».

 

Με αυτά τα δεδομένα είναι ερμηνεύσιμος ο εμφυλιοπολεμικός χαρακτήρας του πολιτικού λόγου και η λεκτική βία, την οποία περιέχει. Οι κρίσεις και οι χαρακτηρισμοί, που γίνονται από τη μια πλευρά προς την άλλη, το καταμαρτυρούν. Ενδεικτικά αναφέρω μερικούς χαρακτηρισμούς, όπως «υβριστές», «προδότες», «πουλημένοι», αλλά και κρίσεις όπως «Ο κ. Σαμαράς νεκρανασταίνει το ζόμπι του Grexit», ή «τέτοιου είδους πρακτικές μόνο στη Βόρεια Κορέα του Κιμ Γιονγκ Ουν μπορεί κανείς να συναντήσει» (σαν αυτές του κ. Τσίπρα, όταν είπε, ότι ως πρωθυπουργός προτίθεται να ενοποιήσει και να ελέγξει προσωπικά όλους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς και τις Ανεξάρτητες Αρχές). Το πολιτικό κλίμα φορτίζεται σε τέτοιο βαθμό αρνητικά, που όχι μόνο ο διάλογος είναι ανέφικτος αλλά το κοινωνικό σώμα αρχίζει να χάνει τη συνοχή του και την αίσθηση της κοινότητας. Πραγματικά ο απλός πολίτης φτάνει στο σημείο να αναρωτιέται, εάν το πολιτικό σύστημα συνειδητοποιεί την ευθύνη, που αναλαμβάνει, όταν φιλοδοξεί να σχεδιάζει και να εφαρμόζει πολιτικές, οι οποίες οριοθετούν την πορεία της κοινωνίας προς το μέλλον. Αυτό σημαίνει, ότι σταδιακά μειώνεται ο βαθμός εμπιστοσύνης του πολίτη στο πολιτικό σύστημα και στις δυνατότητες του να διαχειρισθεί την πορεία του τόπου προς το μέλλον.

Ιδιαιτέρως σε περίοδο κρίσης, η οποία δεν περιορίζεται μόνο στην οικονομία, αλλά φτάνει μέχρι το σύστημα αξιών, το οποίο συνέβαλε στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, ο ρόλος του πολιτικού συστήματος είναι καθοριστικός σε σχέση με την προοπτική της τοπικής κοινωνίας. Η διχαστική λειτουργία των κομμάτων σε συνδυασμό με την αναπαραγωγή ανάλογων συνθηκών σε κοινωνικό επίπεδο αποδυναμώνει την δυνατότητα του κοινωνικού σώματος να αντιμετωπίσει την προβληματική κατάσταση, την οποία βιώνει με βίαιο τρόπο και να δεχθεί τις αναγκαίες τομές και μεταρρυθμίσεις, ώστε να αποκτήσει την απαραίτητη δυναμική για την υπέρβαση των προβλημάτων του. Επειδή δε το πολιτικό σύστημα έχει χάσει την αξιοπιστία του, δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τον κομματισμό, ο οποίος διαπερνά τις κοινωνικές δομές, για την ανάπτυξη κοινωνικής δυναμικής. Ούτε και η καλλιέργεια φαντασιώσεων σε σχέση με το μέλλον συμβάλλει στον αναγκαίο μεταρρυθμιστικό προσανατολισμό των πολιτών. Η πραγματικότητα της πολυδιάστατης κρίσης, που ταλαιπωρεί τη χώρα, απαιτεί ρεαλισμό και μια εντελώς διαφορετική σχέση πολιτών και πολιτικού συστήματος. Μια σχέση, η οποία θα ενεργοποιεί την λογική σκέψη των πολιτών και θα προσδίδει προοπτική στις προσδοκίες τους σε σχέση με το μέλλον, η οποία δεν θα βασίζεται σε ανέφικτες φαντασιώσεις, αλλά σε σχεδιασμό με μετρήσιμα μεγέθη ως προς τους στόχους του και περιγραφή και μάλιστα σε υψηλό βαθμό ρεαλισμού των δυσκολιών και των επώδυνων πολλές φορές αλλαγών στον τρόπο διαχείρισης της καθημερινότητας.

 

Ο ορθολογισμός στην πολιτική λειτουργία αποτελεί προϋπόθεση για την διαχείριση του καθημερινού γίγνεσθαι και την πορεία του προς ένα μέλλον, το οποίο θα χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό πολυπλοκότητας της πραγματικότητας. Η παγκοσμιοποίηση κεφαλαίου και εργασίας και η συνεχής συσσώρευση επιστημονικής γνώσης, αλλά και η διεύρυνση των μεθοδολογικών εργαλείων με τα οποία γίνεται η διαχείριση της δυναμικής της πραγματικότητας, καθιστούν τον ορθολογισμό βασική προϋπόθεση για την συνειδητή πορεία των τοπικών κοινωνιών και την προσέγγιση των δυσκολιών, που την συνοδεύουν. Αυτές οι δυσκολίες τις περισσότερες φορές δεν είναι ορατές. Αρκεί να αναφερθεί το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής και οι επιπτώσεις του σε διάφορους τομείς, από τον επισιτισμό της ανθρωπότητας μέχρι την αγροτική παραγωγή και τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανάπτυξη του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Οι φαντασιώσεις δεν βοηθούν στην αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων. Ιδιαιτέρως μάλιστα σε περιπτώσεις κοινωνικών εντάσεων, οι οποίες συνεχώς θα αυξάνονται στην προοπτική του χρόνου, ο ορθολογισμός στην πολιτική επικοινωνία και λειτουργία συμβάλλει στην αντιμετώπιση των προβλημάτων με διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Παράλληλα αποφεύγονται πιθανές λαϊκιστικές ή εθνικιστικές και εσωστρεφείς κοινωνικές αντιδράσεις, όταν βεβαίως προκαλούνται πολιτικά.

 

Οπότε μπορεί κάποιος να φαντασθεί, πως λειτουργεί το πολιτικό σύστημα και η πολιτική στην Ελλάδα σε σχέση με την δυναμική της εξέλιξης έξω από τα σύνορα της χώρας. Στο εσωτερικό καλλιεργούνται φαντασιώσεις με στόχο την κατάκτηση της εξουσίας χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό σε σχέση με την πορεία της χώρας. Γι’αυτό και είναι πολύ δύσκολο να γίνουν αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, ώστε να αποκτήσει η κοινωνία δυναμικές δομές και να κινηθεί με σύγχρονο πρόσωπο και περιεχόμενο στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας κοινότητας. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στο πολιτικό σύστημα. Το σύνολο των κοινωνικών συστημάτων διαπνέεται από τη λογική της στατικότητας και της ακινησίας. Οι αρχές και οι αξίες, που λειτουργούν ως πλαίσιο αναφοράς τους, δεν μετεξελίσσονται, ώστε να εκφράζουν και να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των σύγχρονων μορφών κοινωνικής οργάνωσης. Ένα απλό, αλλά πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό που συμβαίνει στον τομέα παραγωγής ελαιολάδου. Η Ελλάδα παράγει υψηλής ποιότητας ελαιόλαδο, το οποίο θα μπορούσε να εξάγει στοχεύοντας σε υψηλές οικονομικές αποδόσεις και θέσεις εργασίας. Όμως δεν αναπτύσσεται ο τομέας τυποποίησης, ώστε να εμφιαλώνεται και να εξάγεται. Αντ’αυτού επιχειρηματίες άλλων χωρών το αγοράζουν και το τυποποιούν στη χώρα τους. Από το άλλο μέρος βέβαια ευδοκιμεί η πλασματική δήλωση καλλιεργούμενων εκτάσεων επιδοτούμενων προϊόντων για την αποκόμιση μεγαλύτερων ποσών από τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις. Έτσι ισοσκελίζεται η ακινησία με τη διαφθορά.

 

Αυτό που ο πολιτικός σχεδιασμός δεν κάνει, δηλ. να σχεδιάσει την δυναμική πορεία της χώρας στη σύγχρονη ευρωπαϊκή και παγκόσμια πραγματικότητα, το αναπληρώνει ο πολιτικός λόγος με την καλλιέργεια φαντασιώσεων καταναλωτικού χαρακτήρα σε σχέση με το μέλλον. Σε προεκλογικές περιόδους μάλιστα η λογική των φαντασιώσεων «χτυπάει κόκκινο». Ο ορθολογισμός εξαφανίζεται. Δεν έχει αντικείμενο σε μια πολιτική πραγματικότητα, η οποία κυριαρχείται από τη λογική της κοινωνίας του θεάματος και της διαφήμισης με στόχο τον υψηλότερο δείκτη πολιτικού καταναλωτισμού. Αρκεί να παρατηρήσει κάποιος το περιεχόμενο και τα μέσα που χρησιμοποιούνται στο επίπεδο της πολιτικής επικοινωνίας και ιδιαιτέρως της ψηφιακής. Κυριαρχούν τα φοβικά διλήμματα και ο αγώνας να πείσει ο ένας για την ανικανότητα του άλλου να διαχειρισθεί κυβερνητική εξουσία. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, διότι κανένα κόμμα δεν κάνει πολιτικό σχεδιασμό ενταγμένο σε μια στρατηγική προοπτική. Οπότε το «πολιτικό καφενείο», το οποίο παρατηρείται προεκλογικά είναι πολύ φυσιολογικό. Το κακό είναι, ότι συμπορεύεται και η ελληνική κοινωνία, διότι είναι μαθημένη και πολύ καλά προπονημένη να λειτουργεί στο επίπεδο του «πολιτικού καφενείου». Οποιαδήποτε άλλης ποιότητας πολιτική λειτουργία δύσκολα γίνεται αποδεκτή σε γενικευμένο βαθμό. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε, ότι η Ελλάδα είναι μια περιφερειακή χώρα, η οποία δεν παράγει. Απλά καταναλώνει, αρκεί να έχει καλές φαντασιακές προεκτάσεις το περιτύλιγμα του προσφερόμενου «πολιτικού μηνύματος». Η διαφήμιση βοηθάει πάρα πολύ προς αυτή την κατεύθυνση. H χώνευση του περιτυλίγματος εορτάζεται απο τους πολιτικούς αρχηγούς με το κλείσιμο του προεκλογικού αγώνα συνήθως σε ουζάδικα. Δεν είναι τυχαίο αυτό. Καλό βόλι!