Τα Μνημόνια Απέτυχαν. Ας Ελαχιστοποιήσουμε τη Ζημία

Κώστας Χλωμούδης 08 Φεβ 2020

Τελικά τα Προγράμματα/Μνημόνια πέτυχαν; Η γνώμη μου είναι, δυστυχώς, "ΟΧΙ"... Προφανώς συνέβαλλαν καθοριστικά να μην πέσει η χώρα στα βράχια...Αλλά η προσπάθεια για διαρθρωτικές αλλαγές φαίνεται να είναι θνησιγενής και η διαρθρωτική προσαρμογή της χώρας υπό υπονόμευση.
Στα όποια πρώτα βήματα, που έγιναν, αρχίζει πάλι η υπαναχώρηση.
Δεν δικαιολογούμαστε να είμαστε ανυποψίαστοι, βλέποντα τα πράγματα με τον στρεβλό φακό μια φτιασιδωμένης και ψεύτικης αισιοδοξίας.
Δυστυχώς στη φάση της “μεταμνημονιακής περιόδου” δεν διακρίνουμε την ιδανική αφετηρία για μια νέα εποχή, που αφήνει πίσω τις πικρές ημέρες των μνημονίων και τους λόγους που μας έφεραν σε αυτά.
Ακούμε όλο και περισσότερο από κυβερνητικά στελέχη ότι ήρθε η στιγμή, με την παρούσα κυβέρνηση, να “ανακουφιστεί” ο κόσμος από τα δεινά του μνημονίου και επιτέλους να αρχίσει να ζει καλύτερα, με κάποια αύξηση συντάξεων, μισθών και επιδομάτων παράλληλα με την μείωση της φορολογίας.
Αν επιχειρήσουμε μια ανασκόπηση της δεκαετίας εύκολα θα διακρίνουμε ότι δεν “εκριζώσαμε” τις αιτίες που έφεραν την κρίση, όχι μόνον γιατί δεν θεμελιώσαμε μια οικονομία που θα διασφαλίζει τις συντάξεις των απομάχων και την προοπτική των νέων, αλλά γιατί ακόμη και κάποιες μεταρρυθμίσεις, χωρίς δημοσιονομικό κόστος, που σχεδιάστηκαν ή υπονομεύονται ή περιθωριοποιούνται, ως επιλογή.
Το δημόσιο χρέος εξακολουθεί να βρίσκεται στα ύψη, προκαλώντας ανασφάλεια για το μέλλον.
Το τραπεζικό σύστημα στέκεται μεν όρθιο αλλά ακόμη δεν μπορεί να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες των επιχειρήσεων.
Ποιοι είναι κάποιοι από τους λόγους αυτής της αποτυχίας;
Αρχικά οι συνταγές, που μας επέβαλλαν οι δανειστές, δεν φαίνεται να ήταν στο σύνολό τους οι ενδεδειγμένες. Αλλά και όσες από αυτές κρίθηκαν ως σημαντικές και χρήσιμες, το πολιτικό σύστημα αρνήθηκε, σχεδόν στο σύνολό του, να τις “υιοθετήσει” και να τις υλοποιήσει.
Με ένα αυξανόμενο αριθμό, ως λωτοφάγοι (εν τέλει λαϊκιστών), πολιτικών να επαναφέρουν θεωρίες “ελέγχου των συνωμοτών” που δημιούργησαν τις συνθήκες κρίσης και να υπόσχονται την σταδιακή επάνοδο σε συνθήκες της προ κρίσης περιόδου, χωρίς θυσίες, προσπάθειες και κρατικό σχεδιασμό, η πλειοψηφία των πολιτών άρχισε πάλι να στέκεται επιφυλακτική για την ανάγκη και σημασία αυτών των μεταρρυθμίσεων.
Ιδιαιτέρως η “αδύναμη” αυτή μεταρρυθμιστική προσπάθεια φαίνεται να υπονομεύεται ακόμη περισσότερο από τους εξωτερικούς "κινδύνους της χώρας", λόγω των ανοιχτών εθνικών θεμάτων με τον “δύσκολο” γείτονά μας.
Το κράτος μέσα από την αμφισβήτηση που υπέστη, από την ολομέτωπη ιδεολογική επίθεση, θεωρούμενο ως η βασική αιτία για την πτώχευση, παραμένει ανοργάνωτο και αδύνατο να συμβάλει στην ανάπτυξη, με δραστηριότητες στη σφαίρα των δημοσίων επενδύσεων για ρύθμιση, με συμμετοχή, στην παραγωγή ειδικού τομέα και επιλογή υπηρεσιών και αγαθών.
Οι συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού δεν είναι κατεκτημένες ακόμη σε πολλές αγορές και τομείς της οικονομίας, εξακολουθώντας να υπάρχουν εμπόδια από την ολιγοπωλιακή ή και ολιγοψωνιστική μορφή των συγκεκριμένων αυτών αγορών.
Στη Δικαιοσύνη ζούμε την δημοσιοποίηση των δυνατοτήτων παρέμβασης εξωθεσμικών παραγόντων, όπως π.χ. στην περίπτωση με τους Εισαγγελείς διαφθοράς, όπου γίνεται εμφανέστατη η ανάγκη μεταρρυθμιστικής παρέμβασης για να μην αποτελούν το “μακρύ χέρι” παρακρατικών πρακτικών, ιδιοτελών πολιτικών χειρισμών και εργαλεία καθεστωτικών ομάδων συμφερόντων. Η δυναμική, ακόμη και με βίαιο τρόπο, μηχανοργάνωσης και όχι απλής μηχανογράφησης της, είναι βασικός παράγοντας αποτελεσματικής λειτουργίας της, χωρίς την απίστευτη καθυστέρηση στις αποφάσεις, έτσι ώστε να μην υπονομεύεται ούτε η οικονομία ούτε το κράτος δικαίου…
Το μόνο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που δημιουργήσαμε είναι η μείωση του κόστους εργασίας, που προέκυψε ως αποτέλεσμα μιας αποτυχημένης προσπάθεια εσωτερικής υποτίμησης με επίδραση μόνο στο κόστος εργασίας που ούτως ή άλλως ήταν υποδεέστερο σε σχέση με αυτό στις άλλες χώρες της ΕΕ.
Μας έμεινε όμως δυστυχώς "αμανάτι" και κάτι άλλο, για πολλές επόμενες γενιές. Η παγκοσμίως πρωτότυπη διαδικασία “υποδούλωσης” μια χώρας από ξένα κέντρα…
Αυτό που ειρωνικά ονομάστηκε ως Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών & Περιουσίας Α.Ε. (ΕΕΣΥΠ) με τις Θυγατρικές της το ΤΑΙΠΕΔ, (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.), την ΕΤΑΔ , (Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.), το ΤΧΣ, (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας) και τις Συμμετοχές της σε αριθμό Δημόσιων Επιχειρήσεων (από 01.01.2018).
Η δικαιολογία ύπαρξης και λειτουργίας αυτού του "εργαλείου εξάρτησης" της χώρας, ήταν η συμβολή στην ενδυνάμωση και αξιοποίηση δομών και παγίων, από την περιουσία του ελληνικού κράτους, δια του "εμβολιασμού" του management με την κουλτούρα των ιδιωτικών κριτηρίων.
Δυστυχώς το μόνο που στρατηγικά βλέπουμε να ασχολούνται είναι η εκποίηση δημόσιας περιουσίας προς τον ιδιωτικό τομέα. Αυτό δεν προκαλεί νέες επενδύσεις. Ούτε ενεργοποιεί αποτελεσματικά τις όποιες από αυτές τις επιχειρήσεις παραμένουν στο δημόσιο.
Το χειρότερο δε είναι ότι αντιλαμβάνονται τα πάντα ως Real Estate…
Το ακόμη χειρότερο όμως είναι ότι στο πολιτικό σύστημα δεν υπάρχει ούτε κατά διάνοια η σκέψη να "αγγίξουμε" αυτήν την συμφωνία θεσμοθέτησης των συγκεκριμένων μηχανισμών “υποδούλωσης” της χώρας μας, σε μια προοπτική επαναδιαμόρφωσης, με τους εταίρους, των όρων και των πλαισίων λειτουργίας τους.
Για να μην πάει λοιπόν χαμένη μια τεράστια θυσία της Ελληνικής κοινωνίας, χρειάζεται να μην υπάρχει εφησυχασμός από την μια, αλλά και επιμονή στις μεταρρυθμίσεις από την άλλη. Ο σχεδιασμός του εκσυγχρονισμού και της αναδιατύπωσης των εκτός διεθνούς δικαίου δεσμεύσεων και θεσμών, που δημιούργησαν τα μνημόνια, είναι εργαλεία για να ελπίσουμε ότι μπορεί να "πιάσει τόπο" η δεκαετής θυσία.