Η πρόσφατη επίσκεψη του Έλληνα Υπουργού Ναυτιλίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί ως μια μεγάλη "επιτυχία διπλωματίας και αναβάθμισης" των ελληνοαμερικανικών σχέσεων.
Στην πραγματικότητα, όμως, κατέληξε να αποκαλύπτει περισσότερο μια επικίνδυνη αυταπάτη παρά μια ρεαλιστική αποτίμηση του διεθνούς ρόλου της χώρας.
Αυτό που έμεινε ήταν η αίσθηση μιας επικίνδυνης παρεξήγησης: ότι η ελληνική ναυτιλία μπορεί, αν κριθεί σκόπιμο, να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο διαπραγμάτευσης σε διεθνείς σχέσεις και άσκηση εξωτερικής πολιτικής.
Με δηλώσεις του τύπου «η ελληνική ναυτιλία είναι το ισχυρότερο διαπραγματευτικό μας χαρτί, γιατί χωρίς τα ελληνόκτητα πλοία δεν μπορεί να μεταφερθεί το αμερικανικό LNG στην Ευρώπη», ο κ. Κικίλιας φάνηκε να εκπέμπει ότι "οι θαλάσσιες μεταφορές λειτουργούν υπό κυβερνητικές εντολές" και όχι μέσα στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης αγοράς, όπου ο ανταγωνισμός, οι ναύλοι και οι εμπορικοί κανονισμοί είναι αυτά που καθορίζουν τα πάντα. Η φράση αυτή, που προοριζόταν να εντυπωσιάσει, αποκαλύπτει περισσότερο την ελλιπή κατανόηση της διεθνούς ναυτιλιακής πραγματικότητας.
Η ελληνόκτητη ναυτιλία είναι πράγματι κολοσσός. Αποτελεί δύναμη με τεράστια εμπειρία, στόλο και επιρροή. Αλλά δεν είναι, ούτε υπήρξε ποτέ, κρατικό εργαλείο. Οι πλοιοκτήτες δεν λαμβάνουν εντολές από το Υπουργείο Ναυτιλίας, ούτε απετέλεσαν ποτέ εργαλείο “διαπραγμάτευσης” για λογαριασμό του κράτους. Τις περισσότερες φορές, θα έλεγα, το κράτος μπορεί να αξιοποιηθεί για τις δικές τους επιδιώξεις. Οι επιχειρηματίες θαλάσσης λειτουργούν σε ένα διεθνοποιημένο πλαίσιο, ρυθμιζόμενο μόνον από παγκόσμιες αρχές, αγορές και ανταγωνισμούς.
Η ιδέα ότι η Ελλάδα μπορεί να «διαπραγματευθεί» με τις ΗΠΑ, με εργαλείο τους εφοπλιστές της, είναι όχι μόνο αφελής αλλά και επικίνδυνη. Οι πλοιοκτήτες δεν λειτουργούν υπό τις εντολές του Υπουργείου Ναυτιλίας. Αποφασίζουν με βάση το κέρδος και τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους, όπως ορίζει η διεθνής ναυτιλιακή πραγματικότητα.
Επιπλέον, η δήλωση περί της «κρίσιμης σημασίας» της Ελλάδας στη διακίνηση LNG, αγνοεί επιδεικτικά ότι η Ευρώπη διαθέτει δεκάδες τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου, ενώ οι ΗΠΑ μπορούν να συνάψουν συμφωνίες απευθείας με οποιονδήποτε πλοιοκτήτη ή στόλο παγκοσμίως.
Η ελληνική πλοιοκτησία είναι μεγάλη και ισχυρή, αλλά όχι μονοπωλιακή — και σίγουρα όχι πολιτικά κατευθυνόμενη. Οι αγορές ενέργειας και ναυτιλίας λειτουργούν βάσει τιμών, συμφωνιών και διεθνών κανόνων — όχι πολιτικών δηλώσεων. Και, κυρίως, με την επίγνωση ότι η ναυτιλία είναι μια παγκόσμια βιομηχανία, όχι προέκταση του κρατικού μηχανισμού.
Η επίσκεψη του Υπουργού στις ΗΠΑ θα μπορούσε να είναι μια ευκαιρία ουσιαστικής διπλωματίας. Mια ευκαιρία για στοχευμένες συζητήσεις σχετικά με τη ναυτιλιακή εκπαίδευση, τη βιώσιμη ναυτιλία και την τεχνολογική συνεργασία. Αντί γι’ αυτό, μετατράπηκε σε μια επίδειξη ρητορικής αυτάρκειας και εσωτερικής κατανάλωσης.
Όταν η πολιτική εξωτερικών σχέσεων αντικαθίσταται από επικοινωνιακή υπερβολή, η σοβαρότητα βυθίζεται — και η εικόνα της χώρας μαζί της.