Πορεία χωρίς σχέδιο

Χρίστος Αλεξόπουλος 31 Μαϊ 2015

Με την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από το ΣΥΡΙΖΑ και την μέχρι τώρα διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας από αυτό το κόμμα, σε συνεργασία βεβαίως και με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, μπορούν να εξαχθούν ορισμένα γενικεύσιμα συμπεράσματα για τις δυνατότητες του πολιτικού συστήματος να οδηγήσει τον τόπο στο μέλλον, διότι διευρύνεται το φάσμα των κομμάτων με κυβερνητική εμπειρία. Διαπιστώνονται κοινά χαρακτηριστικά, τα οποία σχετίζονται τόσο με την κυβερνητική λειτουργία όσο και με τον πολιτικό λόγο, τον οποίο εκφέρουν τα κόμματα. Ταυτοχρόνως προκαλούν εντύπωση οι αποκλίσεις στην κυβερνητική πρακτική της σημερινής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ από αυτήν του παρελθόντος, όταν ασκούσαν κυβερνητική εξουσία άλλα κόμματα (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ).

Κατ’αρχήν απουσιάζει μια σύγχρονη στρατηγική, η οποία στηρίζεται στα δεδομένα, που διαμορφώνουν η παγκοσμιοποίηση κεφαλαίων και εργασίας και οι επιπτώσεις της στην πραγματικότητα τόσο από γεωπολιτική όσο και από οικονομική άποψη. Επίσης δεν λαμβάνονται υπόψη τα πλανητικής εμβέλειας προβλήματα (κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις της, μαζική μετακίνηση πληθυσμών κ.λ.π.) καθώς και οι νέες ανάγκες, που δημιουργούνται από την εισβολή της τεχνολογίας στην λειτουργία όλων των κοινωνικών συστημάτων, με αποτέλεσμα την δρομολόγηση νέων ισορροπιών στην ισχύουσα μορφή κοινωνικής οργάνωσης.

Παράλληλα τόσο στο παρελθόν όσο και στο παρόν δεν γίνεται ορατή η ύπαρξη μακροπρόθεσμου πολιτικού σχεδιασμού, ο οποίος καταθέτει και έναν συγκεκριμένο και κοστολογημένο οδικό χάρτη επίτευξης των στόχων του. Γι’αυτό και η χώρα ταλαιπωρείται και αδυνατεί να διαλεχθεί σε ευρωπαϊκό και γενικότερα διεθνές επίπεδο με στόχο την υπέρβαση της κρίσης. Η επίκληση από τις κυβερνήσεις «του σεβασμού της δημοκρατίας» στην Ευρώπη ή της ανάγκης κατοχύρωσης μιας φαντασιακού χαρακτήρα καλύτερης ποιότητας ζωής στο μέλλον δεν έχουν αποτέλεσμα. Γι’αυτό και δεν αναπτύσσεται ουσιαστικός πολιτικός διάλογος μεταξύ των κομμάτων στη Βουλή ή με την κοινωνική βάση. Εκείνο που διαπιστώνεται είναι η προσπάθεια αποδυνάμωσης του αντιπάλου με καφενειακού επιπέδου επιχειρηματολογία ως προς τις ικανότητες του και την αξιοπιστία του.

 

Το λυπηρό είναι, ότι σε ευθυγράμμιση με την πρακτική του πολιτικού συστήματος αναπαράγεται σε μεγάλο βαθμό η ίδια ποιότητα και στο πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου στα διάφορα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, ηλεκτρονικά και έντυπα. Το κλίμα παρακμής, το οποίο διαπερνά την πολιτική επικοινωνία σε όλα τα επίπεδα, αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο την έλλειψη ενός λειτουργικού συστήματος κοινωνικών αξιών. Δυστυχώς κυριαρχούν ο λαϊκισμός, η απαξίωση του ορθού λόγου, ο προσανατολισμός στο παρελθόν ως σημείο αναφοράς της κοινωνικής δραστηριότητας και νομιμοποίησης του παρόντος, η ακινησία σε σχέση με την ανάπτυξη σύγχρονης δυναμικής με στόχο την μετεξέλιξη της πολιτισμικής ταυτότητας σύμφωνα με τις ανάγκες του παρόντος στην προβολή του στο μέλλον. Η κορύφωση δε αυτής της αποπνικτικής ατμόσφαιρας είναι η πλήρης έλλειψη ουσιαστικής αυτοκριτικής. Η πορεία της χώρας στην καταστροφή δεν συγκινεί ούτε στο ελάχιστο το πολιτικό σύστημα. Χωρίς αυτοκριτική όμως δεν είναι δυνατή η αντιμετώπιση των προβλημάτων και η απελευθέρωση από τις παθογένειες, πολιτικές και κοινωνικές.

 

Εκτός από τα κοινά χαρακτηριστικά, τα οποία διαπιστώνονται στην κυβερνητική λειτουργία, ανεξάρτητα από τα κάθε φορά κόμματα που την διαχειρίζονται, ή στον εκφερόμενο πολιτικό λόγο, εμφανίζονται και αποκλίσεις στην σημερινή κυβερνητική πρακτική σε σχέση με το παρελθόν. Συγκεκριμένα η τετράμηνη διαπραγμάτευση της ελληνικής κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τους δανειστές και εταίρους μας έδειξε, ότι οι εκφραζόμενες θέσεις και προτάσεις της ελληνικής πλευράς έχουν είτε ιδεοληπτικές είτε ηθικολογικού χαρακτήρα αφετηρίες. Βέβαια υπάρχει και η διάσταση του ρεαλισμού ως τρίτη παράμετρος, η οποία μπορεί να οδηγήσει ίσως σε συμφωνία. Η ιδεοληπτική αφετηρία εκφράζεται με τη λογική της ρήξης, αν οι δανειστές και εταίροι γίνουν πιεστικοί στις «παράλογες και νεοφιλελεύθερες» προτάσεις και απαιτήσεις τους. Η ηθικολογική αφετηρία, η οποία πλησιάζει ως ένα βαθμό τον ρεαλισμό, μιλάει για επιδίωξη ενός «έντιμου συμβιβασμού», ο οποίος θα είναι επωφελής και για τις δύο πλευρές. Στη σύνοδο της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, 23 και 24 Μαΐου 2015, αυτές οι τάσεις έγιναν εμφανείς και με το παραπάνω. Σύμφωνα μάλιστα με τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας για την έγκριση της εισήγησης της πλειοψηφίας οι δύο αυτές τάσεις είναι σχεδόν ισοδύναμες και οπωσδήποτε πρέπει η μια πλευρά να συνυπολογίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό την άλλη, εάν δεν επιθυμεί την πρόκληση εσωτερικών προβλημάτων. Επειδή δε η όποια συμφωνία με τους δανειστές θα εγκριθεί στην Κεντρική Επιτροπή, πριν περάσει από τη Βουλή, μπορεί ο πολίτης να φαντασθεί την ποιότητα και το περιεχόμενο της δημοκρατίας. Η κομματοκρατία σε όλο της το μεγαλείο. Οι «εκπρόσωποι του λαού» θα περιμένουν στο «ακουστικό». Έτσι κι αλλιώς δεν είναι ενημερωμένοι όχι μόνο οι βουλευτές της αντιπολίτευσης αλλά και οι συμπολιτευόμενοι. Όσο για τον ίδιο το «λαό» προβλέπεται ο ρόλος του «χειροκροτητή» στο τέλος του επικοινωνιακού παιχνιδιού ή του «φοβισμένου» και «αδύναμου» κατά τη διάρκεια της «διαπραγμάτευσης», ώστε να είναι χειραγώγιμος στο τέλος της διαδικασίας. Όμως δεν είναι μόνο η συμπολίτευση διά της κυβέρνησης υπεύθυνη για αυτή την παρακμιακή κατάσταση. Ανάλογη τακτική, αρνητική βέβαια σε σχέση με την κυβέρνηση, ακολουθεί και η αντιπολίτευση. Η διαχείριση της εξουσίας είναι αρκετά σημαντικό κίνητρο για τους πολιτικούς. Το ποιόν υπηρετεί, είναι άλλο θέμα. Αυτή η κατάσταση είναι αποτέλεσμα της ανυπαρξίας ανεξάρτητων δυναμικών κοινωνικών δομών, οι οποίες θα εκφράζουν το κοινωνικό συμφέρον και θα λειτουργούν ως καταλύτες για την συνεχή λογοδοσία του πολιτικού συστήματος στην κοινωνία.

 

Η έλλειψη ανεξάρτητων δυναμικών δομών της κοινωνίας πολιτών, οι οποίες θα έχουν και θεσμική κατοχύρωση, οδηγεί το πολιτικό σύστημα σε μια λειτουργία, η οποία δεν συνάδει με το δημοκρατικό πολίτευμα και τον οφειλόμενο σεβασμό στην κοινωνία αλλά και στην ανθρώπινη οντότητα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διαδικασία έγκρισης από την αρμόδια επιτροπή της Βουλής των προταθέντων για τις θέσεις του προέδρου και του διευθύνοντος συμβούλου της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης. Οι επισημάνσεις του αντιπροέδρου του Κοινοβουλίου για διαδικασία, η οποία είχε χαρακτήρα ανάκρισης, ενώ δεν έδειχνε και τον απαραίτητο σεβασμό στην προσωπικότητα και στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια των προταθέντων για την κάλυψη των θέσεων στην Δημόσια Ραδιοτηλεόραση είναι χαρακτηριστικές. Βέβαια είναι να απορεί ο πολίτης για την ανοχή, την οποία επέδειξε ο διεκδικητής της θέσης του διευθύνοντος συμβούλου, όταν χαρακτηρίζεται από την πρόεδρο της Βουλής «φθαρμένη προσωπικότητα». Από το άλλο μέρος είναι χαρακτηριστικό για την ποιότητα της δημοκρατίας μας σήμερα, η επιλογή ενός προσώπου για την κάλυψη μιας θέσης να εξαρτάται από την απάντηση στο ερώτημα «πως αντέδρασε, όταν έπεσε το μαύρο στην Ε.Ρ.Τ.». Αυτή η ερώτηση κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με την απαράδεκτη επιλογή της προηγούμενης κυβέρνησης Σαμαρά να κλείσει την Ε.Ρ.Τ., διότι υπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες. Αυτό δεν σημαίνει, ότι δεν έπρεπε να γίνει παρέμβαση για την εξυγίανση αυτού του φορέα. Το θέμα είναι, ότι το πολιτικό σύστημα δια των κυβερνώντων κομμάτων παρεμβαίνει για «ίδιον όφελος» και όχι για την ένταξη της αντικειμενικής και ανεξάρτητης ενημέρωσης στο σχεδιασμό της πορείας της χώρας προς το μέλλον.

 

Το υπάρχον κομματικό κατεστημένο και το πολιτικό προσωπικό, το οποίο το υπηρετεί, δεν πείθει με την πρακτική του, ότι μπορεί να σχεδιάσει με βιώσιμο τρόπο την πορεία της ελληνικής κοινωνίας προς το μέλλον μέσα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Το πιστοποιούν τόσο η διακυβέρνηση του παρελθόντος, η οποία οδήγησε τη χώρα στην καταστροφική σημερινή κατάσταση, όσο και η κυβέρνηση του παρόντος με την ακολουθούμενη πολιτική. Κατά το 55 % εντός της Ε.Ε. και κατά το 45 % εκτός. Και στις δύο περιπτώσεις βέβαια χωρίς σχεδιασμό της πορείας της χώρας και μάλιστα μακροπρόθεσμο, αφού προηγηθεί διάλογος με τα άλλα κόμματα του δημοκρατικού τόξου και υπάρξουν συγκλίσεις, ώστε να διασφαλισθεί η προοπτική των πολιτικών αποφάσεων, διότι θα υπάρχει ευρεία κοινωνική αποδοχή. Το τελευταίο βεβαίως ισχύει, εάν οι πολιτικοί σχηματισμοί αποκαταστήσουν σχέσεις εμπιστοσύνης με την κοινωνία. Πρέπει μόνο να βιαστούν, διότι τόσο η Ευρώπη όσο και ο υπόλοιπος κόσμος προχωρούν με μεγάλη ταχύτητα προς το μέλλον. Δεν θα περιμένουν την Ελλάδα για να συνεχίσουν την δυναμική τους πορεία, όταν δεν την εμπιστεύονται λόγω της μεγάλης πολιτικής αβεβαιότητας, που επικρατεί. Η δε εμπιστοσύνη δεν αποκαθίσταται στο επίπεδο της επικοινωνιακής διαχείρισης, αλλά οικοδομείται με πολύ δουλειά και συχνά με πολιτικό κόστος, ιδιαιτέρως όταν κοινωνία και πολιτικό σύστημα έχουν στατική θεώρηση της πραγματικότητας. Αυτό θα κάνει την προσπάθεια της κοινωνίας πολύ επώδυνη. Όμως δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να βγει η χώρα από την κρίση, που αντιμετωπίζει και να αποκτήσει επιτέλους προοπτική.