Σε μία περίοδο όπου αντιπολιτευόμενα και συμπολιτευόμενα μέσα ενημέρωσης προοικονομούν την επιστροφή του ανθρώπου που θα άλλαζε την πολιτική ιστορία της χώρας με ένα νόμο κι ένα άρθρο, μου κέντρισε το ενδιαφέρον ένα άρθρο του Κώστα Γιαννακίδη στο News247 προ ημερών (16/07/2025) με τίτλο «Η ανάγκη για ένα νέο Ποτάμι».
Λέει ο Κώστας Γιαννακίδης: «ο Σταύρος Θεοδωράκης δημιούργησε Το Ποτάμι επειδή διέκρινε ένα υπαρκτό κενό στον πολιτικό χάρτη […] Ο τόπος είχε ανάγκη από ένα κόμμα που θα εξέφραζε το μέτωπο της λογικής, με κεντρώο προοδευτικό προσανατολισμό […] Tο κόμμα αυτό θα προσέλκυε πρόσωπα και δυνάμεις με υγιή διάθεση συμμετοχής στην πολιτική […] Και ουσιαστικά έσβησε όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέλαβε την ηγεσία της Ν.Δ […] Δέκα χρόνια μετά, στον πολιτικό χάρτη εμφανίζεται το ίδιο κενό».
Πολλοί άνθρωποι τότε όντως αποφασίσαμε για πρώτη φορά να εμπλακούμε με κόμματα, και ανταποκριθήκαμε στο κάλεσμα του Σταύρου με μία ρομαντική στόχευση, που όμως ταυτιζόταν απόλυτα και με τη ζωτική ανάγκη της χώρας: να γίνει το κάλεσμα αυτό ο καταλύτης υπέρβασης των χρόνιων υστερήσεων. Υπήρχε η ελπίδα πως το βίωμα της πολυεπίπεδης χρεοκοπίας θα σόκαρε σε τέτοιο βαθμό πολιτική τάξη και πολίτες, που θα διαπαιδαγωγούσε συνειδήσεις προς την κατεύθυνση της αλλαγής των νοσηρών νοοτροπιών, μεθόδων και επιδιώξεων που οδήγησαν στην καταστροφή.
Όμως, ειλικρινά, η χώρα χρειαζόταν πολύ πριν το κάλεσμα αυτό αλλαγή της κυρίαρχης πελατειακής-κρατικοδίαιτης κουλτούρας, βαθιές τομές σε δικαιοσύνη/ θεσμούς και δημόσια διοίκηση, ένα συγκροτημένο, βιώσιμο κι ανθεκτικό πλαίσιο οικονομικής ευημερίας, μία ρηξικέλευθη μεταρρύθμιση στην Παιδεία και την Υγεία. Και το κακό είναι ότι 11 χρόνια μετά το κάλεσμα, εξακολουθεί να έχει ανάγκη όλα τα παραπάνω. Σήμερα δεν έχουμε περισσότερη αλλά λιγότερη δικαιοσύνη και δημοκρατία, δεν έχουμε λιγότερο αλλά περισσότερο πελατειακό κράτος (και ταυτόχρονα πολύ φτωχότερη κοινωνία), δεν υπηρετούμε κανένα συλλογικό όραμα.
Η χώρα, έχοντας μεταβάλλει επί τα χείρω τις θεμελιώδεις παραμέτρους που την οδήγησαν στον όλεθρο, πορεύεται μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον που γεννά ταχέως ασύμμετρες προκλήσεις: κλιματικές/ υγειονομικές, γεωπολιτικές, τεχνολογικές/ πολιτισμικές, εργασιακές. Το κενό δυστυχώς προϋπήρχε (του 2014), και αποδεικνύεται πλέον ότι όχι μόνο δεν καλύφθηκε ποτέ αλλά μεγάλωσε κιόλας.
Λέει ο Κώστας Γιαννακίδης: «Και όμως, απ’ ότι φαίνεται, όσο και αν σκάψεις στην κοινωνία, είναι μάλλον απίθανο να βρεις μία φλέβα δημιουργικότητας στο χώρο του Κέντρου […] Δεν καλύπτεις ούτε τραπέζι καφετέριας αν είναι να συζητήσεις περί νέου κεντρώου σχήματος […] Το πιθανότερο είναι ότι αυτοί οι (Κεντρώοι) ψηφοφόροι θα μείνουν στον καναπέ τους και το βράδυ των εκλογών θα δουν ταινία, όχι αποτελέσματα […] Είναι λες και η κοινωνία έχει στερέψει από ιδέες, δυναμική και πρόσωπα […] Και σε άγονο έδαφος φύονται μόνο κάκτοι».
Κι όμως νέες ιδέες υπάρχουν: αυτό που συμβαίνει όμως είναι πως ανθίζουν εκτός των κομμάτων που διαχειρίζονται την εξουσία ή φιλοδοξούν να επανέλθουν σε αυτή, δηλαδή εκτός των κομμάτων που τυγχάνουν προνομιακής προβολής. Οι νέες αυτές ιδέες απευθύνονται στο κεντρώο και προοδευτικό ακροατήριο με όρους που ξεφεύγουν από την παραδοσιακή διαίρεση δεξιάς-αριστεράς. Μιλούν για την καινοτομία στην πολιτική, τον ανθρωποκεντρικό, συμπεριληπτικό μεταρρυθμισμό και την αντιστοίχιση λόγων-έργων ως των σύγχρονων χαρακτηριστικών της προοδευτικής σκέψης. Πολιτική καινοτομία θα πει να προσεγγίζεις τις λύσεις των προβλημάτων συνδυάζοντας τη μελέτη και ανάλυση επιστημονικών δεδομένων με τις δυνατότητες της εξελισσόμενης τεχνολογικής επανάστασης. Ανθρωποκεντρικός μεταρρυθμισμός, από την άλλη, σημαίνει να εκσυγχρονίζεις υποδομές, διαδικασίες και το πλαίσιο της ανθρώπινης δραστηριότητας προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της δημιουργικότητας, της ατομικής ελευθερίας και με σεβασμό στη διαφορετικότητα. Τέλος, η αξιοπιστία στην πολιτική απορρέει από συμπεριφορές που δείχνουν πως τα λάθη του παρελθόντος, εκείνα που οδήγησαν στη χρεοκοπία και την οπισθοδρόμηση, δεν θα επαναληφθούν, πως η νοοτροπία «έχουμε δικαιώματα χωρίς υποχρεώσεις» έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Και φρέσκα πρόσωπα υπάρχουν επίσης, με άλλη αντίληψη της πολιτικής, που τα προηγούμενα χρόνια προσπάθησαν να βοηθήσουν στην εμπέδωση των παραπάνω προοδευτικών ιδεών από διαφορετικά σημεία εκκίνησης. Κάποια για παράδειγμα παραμένουν εγκλωβισμένα εντός των μηχανισμών των συστημικών κομμάτων παρόλο που κατάφεραν πρόσκαιρα να εκφράσουν πολυσυλλεκτικά αυτοδιοικητικά σχήματα, άλλα συγκρούστηκαν μέχρι τελικής πτώσης με τους αυταρχικούς οργανωτικούς μηχανισμούς και οδηγήθηκαν στην έξοδο, ενώ άλλα δοκίμασαν να πειραματισθούν δημιουργώντας νέα κόμματα ή ομάδες πολιτών.
Κοινή συνισταμένη όλων αυτών, τελικά, η πεποίθηση ότι η αναγέννηση της πατρίδας δεν μπορεί να βασιστεί στο παλαιό κομματικό σύστημα, διότι τα αρτηριοσκληρωτικά πλέγματα ανθρώπινων σχέσεων που διαιωνίζονται μέσα σε αυτούς τους κομματικούς σωλήνες για πολλές δεκαετίες γεννούν την αλαζονεία της εξουσίας, την οικονομική διαφθορά και τις κρατικοδίαιτες σχέσεις πολιτικών – δημοσιογράφων – μερίδας επιχειρηματιών.
Η κοινή συνισταμένη οδήγησε στο Κίνημα Δημοκρατίας.
Στο οποίο (παρά τις κατανοητές δυσλειτουργίες που κάθε νέα πρωτοβουλία εμφανίζει) λαμβάνει χώρα αξιοσημείωτο έργο: πολιτικό και οργανωτικό. Κάθε εβδομάδα που περνάει το Κίνημα ωριμάζει και μεγαλώνει: ωριμάζουν οι άνθρωποί του, οι διαδικασίες του, οι ιδέες και το πολιτικό του πρόγραμμα. Μεγαλώνει η ορατότητά και η ικανότητά να παρεμβαίνει ουσιαστικά στη δημόσια σφαίρα.
Απουσιάζει η δυναμική, η οποία όντως καταπνίγεται, αλλά όχι μέσα στο «άγονο έδαφος της κοινωνίας» γενικά, αλλά του παλαιοκομματισμού ειδικότερα. Στο πλαίσιο αυτού του παλαιοκομματισμού, αρχές Σεπτέμβρη θα ακούσουμε τον πρωθυπουργό να τάζει «λαγούς με πετραχήλια» στη ΔΕΘ ως αντίβαρο των σκανδάλων και της συσσωρευμένης δυσαρέσκειας (η ιστορία επαναλαμβάνεται για νιοστή φορά). Στο πλαίσιο αυτού του παλαιοκομματισμού, μία εβδομάδα αργότερα θα ακούσουμε τον αρχηγό της αντιπολίτευσης να «εξαπολύει μύδρους» κατά της κυβέρνησης και να εξαγγέλλει το δικό του κυβερνητικό πρόγραμμα με στόχο απλώς να αλλάξει το χρώμα (και όχι η κουλτούρα) της εξουσίας από μπλε σε πράσινο (η ιστορία επαναλαμβάνεται για νιοστή φορά).
Στο «άγονο έδαφος του μπλε και πράσινου παλαιοκομματισμού», δυναμική δεν μπορεί να προκύψει. Στη ΔΕΘ όμως φέτος θα παρουσιαστεί και μία ευκαιρία: να αντιληφθεί ένα ευρύτερο σύνολο πολιτών ότι κάτω από το φαινομενικά άγονο αυτό έδαφος, που γεννάει και θα γεννάει σκάνδαλα ΟΠΕΚΕΠΕ, υπάρχει ένα κόμμα υψηλών δυνατοτήτων. Ένα κόμμα αποφασισμένο να εξυγιάνει τους δημοκρατικούς θεσμούς και τη σχέση του πολίτη με το κράτος, να ηγηθεί μίας βιώσιμης κι ανθεκτικής παραγωγικής ανασυγκρότησης, της αλλαγής φιλοσοφίας στην εκπαιδευτική πολιτική και ενός πολυεπίπεδου εκσυγχρονισμού του οικοσυστήματος υγείας, έρευνας, καινοτομίας και τεχνολογίας.
Συνολικά, να δημιουργήσει ένα διαφορετικό σύνολο προσδοκιών, ένα μεγαλύτερο φάσμα ευκαιριών για την ελληνική κοινωνία. Αλλαγή των συνθηκών μέσα στις οποίες ζούμε και δραστηριοποιούμαστε. Δεν είναι η μοίρα μας να σερνόμαστε αενάως.
Ο πραγματικός ρόλος της ηγεσίας δεν θα έπρεπε να είναι η δημιουργία και διαχείριση ενός δικτύου υπαλλήλων, κρατικοδίαιτων επιχειρήσεων και ελεγχόμενων ΜΜΕ ως μηχανισμού διασφάλισης σταθερού εκλογικού ακροατηρίου με παράλληλη αδρανοποίηση των υπόλοιπων πολιτών μέσω οικονομικής και πνευματικής εξουθένωσης. Ο πραγματικός ρόλος της ηγεσίας είναι η διαμόρφωση ενός καθολικού κλίματος δυνατοτήτων χωρίς κομματικές ταμπέλες. Όταν συμβαίνει αυτό, ακόμα και οι πολίτες που βρίσκονται στο περιθώριο ανταποκρίνονται, και τότε συνολικά η κοινωνία πετυχαίνει πράγματα πέρα από κάθε πρόβλεψη.
Υπάρχει μία περίφημη φράση του Benjamin Franklin που μιλά για 3 είδη ανθρώπων. Τους αμετακίνητους, τους δυνητικά μετακινήσιμους και αυτούς που κινούνται. Καλώ φέτος τους δυνητικά μετακινήσιμους ανθρώπους, το ευρύτερο Κεντρώο δηλαδή ακροατήριο για το οποίο έγραψε ο Κώστας Γιαννακίδης, να στρέψουν το βλέμμα τους στη ΔΕΘ, με την προσδοκία ότι θα βρουν λόγους για να κινηθούν μαζί μας. Και είναι αυτή η κίνηση το πρώτο βήμα για μία πραγματική αλλαγή που, αν και προσδοκώμενη από πολύ καιρό, ούτε το Ποτάμι ούτε καμία άλλη πολιτική προσπάθεια κατάφερε να επιτύχει ως σήμερα.