Διαβάζοντας στις μέρες μας την ειδησεογραφία και τον σχολιασμό στον ελληνικό και τον ξένο (ιδίως τον δυτικό) Τύπο, έχουμε την εντύπωση ότι η ανθρωπότητα βρίσκεται στα πρόθυρα μιας νέας ψυχροπολεμικής εποχής. Ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε στην Ουκρανία κυριολεκτικά δεσπόζει στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν παρουσιάζεται στη Δύση σαν ένας μεγαλομανής ηγέτης –ένα αμάλγαμα Στάλιν και Μεγάλου Πέτρου– ο οποίος μετά την πρόσφατη προσάρτηση της Κριμαίας οραματίζεται την ανασύσταση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Η λεγόμενη διεθνής κοινότητα έχει αντιδράσει στα γεγονότα με μια δέσμη κλιμακούμενων κυρώσεων εις βάρος της Μόσχας, με τις ΗΠΑ του Μπαράκ Ομπάμα να παίζουν τον ρόλο του ενορχηστρωτή στοχευμένων οικονομικών μέτρων και τη Γερμανία της Αγκελα Μέρκελ να ακολουθεί το αμερικανικό παράδειγμα διστακτικά, λόγω της μεγάλης ενεργειακής εξάρτησης της Γερμανίας από το ρωσικό πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Και το αγωνιώδες ερώτημα που τίθεται, είκοσι τέσσερα χρόνια μετά τον αυτοχειριασμό της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, είναι εάν η τρέχουσα κλιμάκωση των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα. Η απάντηση του γράφοντος είναι ένα απόλυτο «όχι» στη θερμή πυρηνική αναμέτρηση, αλλά ένα «ίσως» στην αναβίωση ψυχροπολεμικών σχέσεων μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ.
Το διεθνές περιβάλλον σήμερα δεν προσομοιάζει στη διπολική αντιπαράθεση του Ψυχρού Πολέμου που έληξε το 1989, μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και τη διάσπαση του σοβιετικού μπλοκ. Με κριτήρια κόστους των εξοπλισμών, υπάρχει μόνο μία –η αμερικανική– υπερδύναμη, με την Κίνα στη δεύτερη θέση να αυξάνει γεωμετρικά τις δαπάνες συντήρησης της πολεμικής της μηχανής και τη Ρωσία, ασθμαίνουσα και σε μεγάλη απόσταση, να καταλαμβάνει την τρίτη θέση παγκοσμίως. Στην περίοδο του κλασικού Ψυχρού Πολέμου η σύγκρουση των δύο μπλοκ παρέμεινε κάτω από το επίπεδο ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος γιατί λειτούργησε η λογική της ισορροπίας του τρόμου, με την αποδοχή του δόγματος της Αμοιβαίας και Εξασφαλισμένης Καταστροφής (ΜΑD) που απέκλειε την ύπαρξη νικητών και ηττημένων ύστερα από ένα υποθετικό πυρηνικό ξέσπασμα. Η ειρηνική συνύπαρξη των δύο μονομάχων του Ψυχρού Πολέμου δικαιολογήθηκε εκατέρωθεν με τη φράση «σε περίπτωση πυρηνικού πολέμου θα είμαστε όλοι νεκροί»!
Η απάντηση του Βλαντιμίρ Πούτιν στις τρέχουσες αιτιάσεις της Δύσης για την υπόθεση της Ουκρανίας είναι εξίσου αυστηρή. Θεωρεί πως ορισμένοι κύκλοι στις ΗΠΑ, οι οποίοι κινούνται κυρίως στους χώρους των νεοσυντηρητικών συμβούλων των πρώην προέδρων Κλίντον και Μπους, επιμένουν σε μια στρατηγική απομόνωσης της Ρωσίας, μέσω της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία και τη Γεωργία. Με τον τρόπο αυτό πιστεύουν ότι θα μεταμορφώσουν τη ρωσική υπερδύναμη στο προφίλ μιας περιφερειακής οντότητας μικρής εμβέλειας. Ως προς την Ουκρανία, η Μόσχα κατηγορεί την κυβέρνηση του Κιέβου ως ρατσιστική και νεοφασιστική, που μάταια προσπαθεί να εξαφανίσει το ρωσικό εθνοτικό στοιχείο στην ανατολική περιφέρεια της ουκρανικής επικράτειας. Τέλος, δεν τίθεται λόγος συζήτησης για τη ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας όσον αφορά τον Πούτιν. Τη θεωρεί μια επαρχία που παραδοσιακά ανήκε στη Ρωσία και που παραχωρήθηκε το 1954 στην τότε σοβιετική, σοσιαλιστική, Δημοκρατία της Ουκρανίας για λόγους φιλοφρόνησης και κομμουνιστικής διοικητικής συνεργασίας.
Η πρόβλεψη στις διεθνείς σχέσεις είναι αρκετά παρακινδυνευμένη υπόθεση. Πέρα από την ένταση και τη ρευστότητα στο ουκρανικό μέτωπο, «τρέχει» παράλληλα και το τεράστιο πρόβλημα της ισραηλινής εισβολής στη Γάζα. Εδώ βλέπουμε από τη μία πλευρά το πανίσχυρο στρατιωτικά Ισραήλ (αδιαμφισβήτητα εξοπλισμένο και με πυρηνικά όπλα) και από την άλλη πλευρά μια στενή λωρίδα γης πάνω στην οποία είναι στοιβαγμένοι 1,8 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι, υπό τον αυστηρό έλεγχο της επαναστατικής οργάνωσης Χαμάς. Οι απώλειες των Παλαιστινίων στη Γάζα έχουν ξεπεράσει τους 1.800 νεκρούς, συν τους περίπου δέκα χιλιάδες τραυματίες, και η ηγεσία του Ισραήλ υπό τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου κατακρίνεται έντονα στην Ευρώπη και στις παραδοσιακά φιλικότατες ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά, στον αραβικό κόσμο, υπάρχει έντονη αμφιθυμία απέναντι στη Χαμάς, η οποία δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ ως ανεξάρτητου κράτους, εξαπολύοντας –ομολογουμένως άστοχα– εκατοντάδες ρουκέτες στην επικράτειά του.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου τον 20ό αιώνα, η ένοπλη ειρήνη διατηρήθηκε κάτω από την ομπρέλα του πυρηνικού τρόμου. Οι αναθεωρητικές βλέψεις και επιθυμίες του κομμουνιστικού στρατοπέδου έπρεπε να αναβληθούν για ένα χρόνο και για έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά. Σήμερα, 69 χρόνια μετά τις φονικές πυρηνικές εκρήξεις πάνω από τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, εμφανίζεται ένας νέος αστάθμητος παράγοντας που προοπτικά μπορεί να εξελιχθεί εφιαλτικά. Αφορά άτομα και οργανώσεις με άκαμπτες και χιλιαστικές πεποιθήσεις και με την ιδεολογία του μονοπωλίου της απόλυτης αλήθειας στις σκέψεις αυτοκτονικών τρομοκρατών. Η απόκτηση πυρηνικών εκρηκτικών από μια οργάνωση τύπου Αλ Κάιντα είναι ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση (μαζί με τη φτώχεια και τις ασθένειες που συντηρούν επαναστατικές δυνάμεις στον Τρίτο Κόσμο) για το σύνολο των κατοίκων του πλανήτη μας. Η ώρα έφτασε για τους λεγόμενους προνομιούχους των πλούσιων χωρών να αντιληφθούν ότι έχουν κάθε υποχρέωση να συμβάλουν στη δημιουργία κατάλληλων θεσμών για την ανάπτυξη των χειμαζόμενων λαών και για την ειρηνική επίλυση των διαφορών. Οι λύσεις, δυστυχώς, δεν θα βρεθούν εύκολα, όπως μας προειδοποιούν οι περιπτώσεις της Ουκρανίας και της Γάζας.